“Το μεγαλύτερο λάθος που μπορείς να κάνεις στη ζωή σου, είναι να φοβάσαι συνεχώς ότι θα κάνεις λάθος” – Elbert Hubbard, Αμερικανός συγγραφέας
Τα λάθη όταν μαθαίνουμε κάτι καινούριο είναι αναπόφευκτα και μάλιστα ιδιαίτερα βοηθητικά γιατί μας δείχνουν που πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας για να τα διορθώσουμε. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τους μαθητές δεδομένου πως καθημερινά έρχονται σε επαφή με τεράστιο αριθμό νέων δεδομένων. Έχουν να μάθουν ορθογραφία, πώς να λύνουν μαθηματικές πράξεις, την προπαίδεια, θεωρητικά μαθήματα και άλλα τόσα.
Και όμως, τις περισσότερες φορές οι μαθητές δεν αντιλαμβάνονται τα λάθη σαν ένα πολύτιμο εργαλείο που θα τα οδηγήσει στη μάθηση, αλλά σαν κάτι που προκαλεί ντροπή. Αυτό συμβαίνει γιατί δεν μπορούν να σκεφτούν το λάθος λογικά, αλλά το σκέφτονται συναισθηματικά. Η αίσθηση της ντροπής είναι συναίσθημα και προκαλεί τη λογική αντίδραση της αποφυγής στο ερέθισμα που την προκαλεί. Οπότε θα αποφύγουν να σηκώσουν το χέρι τους μέσα στην τάξη μήπως και γελοιοποιηθούν, θα αποφύγουν να διορθώσουν μήπως και δεν τα καταφέρουν, θα κρύψουν το τετράδιο και το τεστ μήπως και αντιμετωπίσουν την επικριτική στάση των γονιών.
Σε αυτή την αντίδραση συχνά συμβάλλουν και οι ίδιοι οι γονείς γιατί δεν θέλουν να βλέπουν και να ακούν τίποτε αρνητικό για τα παιδιά τους. Μπορεί για παράδειγμα να φτάσει το τετράδιο της ορθογραφίας στο σπίτι και η πρώτη αντίδραση αν δεν τα δουν όλα σωστά, να είναι αρκετά επικριτική και αποθαρρυντική για το παιδί. Ή μπορεί να τους ζητήσουν να πουν το μάθημα και αν παραλείψουν κάτι, να δείξουν απογοήτευση ακόμα και θυμό.
Το θέμα όμως είναι πως όλες αυτές οι αντιδράσεις είναι μη αποτελεσματικές για κάποιον που θέλει να βελτιωθεί – και πιστέψτε με, κανένα παιδί δεν θέλει να μένει στάσιμο, τα παιδιά από τη φύση τους αναζητούν την πρόοδο μιας και από τη πρώτη στιγμή που έρχονται στον κόσμο είναι μαθητές της ίδιας της ζωής!
Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να θυμούνται οι γονείς, είναι πως τα αρνητικά σχόλια το μόνο που προσφέρουν είναι να μειώνουν την αυτοεκτίμηση του παιδιού και να το κάνουν να αισθάνεται άσχημα με τον εαυτό του. Η στάση και τα λόγια των γονιών επομένως πρέπει να αποπνέουν θετικότητα για να κερδίσουν τα παιδιά από την παρέμβασή τους και να μάθουν απ’ αυτήν.
Στόχος των γονιών στο επικείμενο λάθος θα πρέπει να είναι να καθησυχάσουν το παιδί λέγοντάς του πως ακόμα κι αν δεν τα καταφέρουν σε κάτι τόσο καλά, είναι απόλυτα φυσιολογικό και αυτό που μετράει για αυτούς είναι η προσπάθεια, η ενασχόληση και η συμμετοχή.
Οι γονείς θα πρέπει να θυμούνται ακόμα, πως η παρέμβασή τους θα πρέπει να διορθώνει το λάθος και όχι το ποιο είναι το παιδί. Εκφράσεις όπως αδιάβαστος, κακός μαθητής, αδιάφορος, αποτρέπουν την ενασχόληση των μαθητών με το γνωστικό αντικείμενο. Το παιδί πρέπει να καταλαβαίνει πως έχει τη συνεχή αποδοχή μας, αλλά ταυτόχρονα να κατανοεί πως υπάρχει τρόπος να βελτιωθεί την επόμενη φορά.
Επίσης σημαντικό είναι να εστιάσουν την προσοχή τους στον τρόπο που δούλεψε το παιδί και να συζητήσουν εναλλακτικές μεθόδους αν δουν πως κάτι δεν απέδωσε όπως θα έπρεπε, ακόμα κι αν πήρε μια αρνητική αξιολόγηση ή χαμηλό βαθμό.
Όταν οι γονείς παρατηρήσουν ένα λάθος και θέλουν να βοηθήσουν το παιδί να το ξαναδεί για να το διορθώσει, πρέπει να είναι συγκεκριμένοι. Αν για παράδειγμα υπάρχουν λάθη στην ορθογραφία στις καταλήξεις των ρημάτων, θα πρέπει να εστιάσουν στην κατανόηση των κανόνων κι όχι να πουν απλά έχεις τέσσερις λέξεις λάθος, είσαι αδιάβαστος. Αν δεν δώσουν μια ολοκληρωμένη απάντηση στο μάθημα της Ιστορίας, θα πρέπει να εστιάσουν στη συγκεκριμένη πληροφορία ανατρέχοντας στο βιβλίο, κι όχι να πουν απλά πες το μάθημα απ’ την αρχή.
Από έρευνες αποδεικνύεται πως η σχολική επιτυχία εξαρτάται πρώτα από το πώς οι μαθητές χειρίζονται τα λάθη τους και όχι από το πόσο έξυπνοι είναι. Στόχος επομένως τόσο των γονιών όσο και των εκπαιδευτικών θα πρέπει να είναι να αλλάξουν τον τρόπο που νιώθουν τα παιδιά για αυτά εξασφαλίζοντας πρωτίστως τον υγιή συναισθηματικό τους κόσμο!