Το 1972 ένας φτωχός καλλιτέχνης που ζούσε στην Καλιφόρνια, ο William Stoneham, έκλεισε μια συμφωνία με μια γκαλερί. Η συμφωνία έλεγε πως θα δημιουργεί δυο έργα ζωγραφικής το μήνα για να εκτίθενται στην γκαλερί, με την τελευταία να τον πληρώνει 200 δολάρια για το κάθε ένα.
Κάτι λιγότερο από να μήνα αργότερα, η πρώτη διορία του Stoneham έφτανε στη λήξη της και ο καλλιτέχνης έπρεπε οπωσδήποτε να ζωγραφίσει ένα πίνακα πριν το deadline. Η γυναίκα του μόλις είχε γράψει ένα ποίημα και το είχε ονομάσει «Τα χέρια που του αντιστέκονται». Το ποίημα ήταν εμπνευσμένο από τα παιδικά χρόνια του Stoneham σαν υιοθετημένο παιδί.
Η έμπνευση ήρθε αμέσως στον καλλιτέχνη. Θυμήθηκε μια φωτογραφία που είχε όταν ήταν παιδί και την οποία του είχαν πάρει οι θετοί γονείς του, αλλά εκείνη είχε μείνει στην μνήμη του. Η φωτογραφία απεικόνιζε αυτόν ενώ στεκόταν όρθιος μπροστά από μια τζαμαρία και δίπλα του ήταν ένα μικρό κορίτσι από την γειτονιά του.
Ο πίνακας που προέκυψε ήταν λίγο πιο… creepy από την συγκεκριμένη περιγραφή. Το κορίτσι που στεκόταν δίπλα του δεν είχε μάτια στο πίνακα ενώ από την τζαμαρία φαινόντουσαν κάποια παιδικά χέρια που έμοιαζαν να ανήκουν σε φυλακισμένα παιδιά.
Αυτός ο πίνακας έμοιαζε να είναι στοιχειωμένος. Και σύμφωνα με διάφορους μύθους που με τα χρόνια αναπτύχθηκαν γύρω του, αυτός ο πίνακας είναι όντως στοιχειωμένος…
Το 1974 το έργο του Stoneham πωλήθηκε σε μια δημοπρασία. Τον αγόρασε ο John Marley, ένας ηθοποιός του οποίου το όνομα μπορεί να μην λέει πολλά, αλλά είναι εκείνος που είχε πρωταγωνιστήσει στη θρυλική σκηνή του «Νονού» με το κεφάλι του αλόγου. Στο κοινό της δημοπρασίας βρισκόταν και ο φημισμένος κριτικός τέχνης Henry Seldis, ο οποίος αποθέωσε τον πίνακα στην στήλη του στους LA Times.
Το 1978 ο ηθοποίος που αγόρασε τον πίνακα πέθανε. Τρία χρόνια αργότερα, το 1981, πέθανε και ο ιδιοκτήτης της γκαλερί. Και η κατάρα των τριών χρόνων ξαναχτύπησε το 1984 όταν πέθανε και ο νέος αγοραστής των «Χεριών».
Το 2000, ο πίνακας εμφανίστηκε ξαφνικά στο eBay. Ο άνθρωπος που τον έβγαζε σε πώληση έγραφε: «Όταν έφτασε στα χέρια μας, πιστεύαμε πως είναι εξαιρετικός. Όμως είναι στοιχειωμένος. Τα παιδιά του πίνακα ζωντανεύουν το βράδυ και περπατάνε στο δωμάτιο».
Ο ιδιοκτήτης, μάλιστα, του έργου ισχυριζόταν πως το κατάλαβε επειδή μέσα στο βράδυ γινόντουσαν περίεργα πράγματα στο σπίτι και έτσι έστησε μια κάμερα. Αυτή «έπιασε» ένα παιδί να περιφέρεται μέσα στα σκοτάδια, το οποίο έμοιαζε υπερβολικά με αυτό του πίνακα.
«Αυτός ο πίνακας είναι υπερφυσικός. Αν μπορείτε να δαμάσετε αυτά τα φαινόμενα, θα σας αλλάξει τη ζωή», έγραφε ο ιδιοκτήτης και μάλιστα ζητούσε από τους επίδοξους πελάτες να του προτείνουν κάποιον ιερέα που θα μπορούσε να του εξορκίσει το σπίτι.
Οι χρήστες του eBay αντέδρασαν ποικιλοτρόπως. Άλλοι πήραν στα σοβαρά αυτά που έλεγε ο ιδιοκτήτης και άλλοι έκαναν πλάκα, όμως κανείς δεν αγόρασε τον πίνακα. Τελικά, τον πήρε αντί χιλίων δολαρίων ένας ιδιοκτήτης μιας γκαλερί, ο Kim Smith.
Ο δημιουργός του πίνακα, όσο η φήμη του έργου του αυξανόταν, γινόταν και ο ίδιος διάσημος. Αν και ξεχασμένος άρχισε σιγά-σιγά να δέχεται τηλεφωνήματα από δημοσιογράφους και λάτρεις της μεταφυσικής αναφορικά με τον πίνακά του. Μάλιστα, κάποια στιγμή δέχθηκε μια προσφορά από έναν ανώνυμο χρηματοδότη και συλλέκτη να του ζωγραφίσει δυο «σίκουελ» του πίνακα.
Ο ζωγράφος έφτιαξε δυο νέους πίνακες-σίκουελ του αρχικού για τον ιδιώτη συλλέκτη που ονομάστηκαν «Αντίσταση στο Κατώφλι» και «Το Κατώφλι της Αποκάλυψης». Ο αγοραστής αυτών των δυο δημιουργημάτων δεν αγόρασε ποτέ τον αρχικό, πρωτότυπο πίνακα. Βολεύτηκε με τα σίκουελ.
Το 2016, ο συγγραφέας Darren Kyle O’Neill δημοσίευσε ένα βιβλίο με τίτλο «Τα χέρια που του αντιστέκονται: Να είστε προσεκτικοί με αυτά που αγοράζετε», ένα δραματοποιημένο απολογισμό της ιστορίας του μυστηριώδους πίνακα.
Σε συνέντευξή του, ο O’Neill μίλησε για την δικιά του πρώτη συνάντηση με το απειλητικό έργο τέχνης: «Πρώτη φορά το είδα στο διαδίκτυο όταν έμενα στο Ντουμπάι. Το εκτύπωσα και το άφησα σε ένα τραπέζι δίπλα σε κάποια άλλα έγγραφα που εκτυπώθηκαν στον ίδιο εκτυπωτή με το ίδιο χαρτί. Μετά πήγα στην Ιταλία για ένα μήνα. Όταν ήρθα πίσω, ο κλιματισμός είχε καταστραφεί και όλα τα τρόφιμα είχαν χαλάσει. Η τηλεόραση, τα σεντόνια, η κούνια και τα ρούχα της κόρης μου, όλα τα κοστούμια μου στο ντουλάπι και τα έγγραφα είχαν μουχλιάσει. Αλλά ακριβώς δίπλα τους, το μόνο πράγμα που ήταν τελείως άθικτο ήταν η εκτύπωση του πίνακα».
Μοιάζει απίθανο ότι το Χόλιγουντ ακόμα δεν έχει κάνει ταινία τούτη την αλλόκοτη ιστορία.