Όταν κάποιος έχει την ικανότητα να αντιλαμβάνεται γρήγορα και σε βάθος τα πράγματα είναι έξυπνος.
Η λέξη «έξυπνος» προέρχεται από το «εξ» και τον «ύπνο» και σήμαινε ξύπνιος, δηλαδή το άτομο που δεν βρίσκεται σε κατάσταση ύπνου.
Συνώνυμο του έξυπνου είναι ο «ευφυής». Η λέξη προέρχεται από το «ευ» και τη «φυή» και χαρακτήριζε κάποιον που είχε καλή «ανάπτυξη και άνθηση». Η λέξη «φυή» προέρχεται από το ρήμα φύομαι το οποίο σήμαινε φυτρώνω.
Ο εύστροφος και δραστήριος άνθρωπος αποκαλείται και «σαΐνι», που είναι είδος γερακιού. Η λέξη προέρχεται από την τουρκική λέξη «sahin» που είναι το γεράκι – τη λέξη την δανείσθηκαν από τους Πέρσες, οι οποίοι τη χρησιμοποιούσαν για να χαρακτηρίσουν το βασιλικό λευκό πτηνό.Όταν κάποιος δεν διαθέτει ευστροφία και δεν προκαλεί κάποιο ενδιαφέρον σε έναν έξυπνο άνθρωπο χαρακτηρίζεται «χαζός».
Η λέξη προέρχεται από το «χάζι» που είναι η κατάσταση κατά την οποία κάποιος κοιτάζει ασήμαντα πράγματα. Προέρχεται από το τουρκικό «haz» που είναι η ευχαρίστηση.
Συνώνυμο του «χαζού» είναι ο «κουτός», ο άνθρωπος με μειωμένη πνευματική ικανότητα. Η λέξη προέρχεται από την λέξη «κόττος», που είναι ο πετεινός και τη σύνθετη λέξη «κουτόμυαλος» που χαρακτήριζε εκείνον που έχει μυαλό κότας.
Ο άνθρωπος που συμπεριφέρεται με ανόητο τρόπο χαρακτηρίζεται και ως «βλάκας». Στα αρχαία ελληνικά η λέξη «βλαξ» προήλθε από την ινδοευρωπαική ρίζα *mlakos που σήμαινε «μαλακός». Χρησιμοποιήθηκε για να χαρακτηρίσει τη νωθρότητα του μυαλού και κατέληξε να χαρακτηρίζει τον ανόητο.
Η λέξη ανόητος προήλθε από το «ακατανόητος» που ήταν εκείνος που δεν μπορούσε να γίνει αντιληπτός από τους άλλους.
Συνώνυμο της λέξης είναι και ο «αφελής», η οποία προέρχεται από το στερητικό α και το «φέλος» το οποίο συνδέεται με το ουσιαστικό «φελεύς» που ήταν ο πετρώδης. Στην αρχαιότητα «αφελής» ήταν ο «ομαλός δρόμος που δεν είχε πέτρες», γι’αυτό ο Αριστοφάνης έγραφε: «δια των αφελών πεδίων».