Αρκετά συχνά οι γονείς παραπονιούνται ότι τα παιδιά τους δεν προσπαθούν για το σχολείο, δεν δείχνουν να ενδιαφέρονται για τα μαθήματα και το μόνο που τους νοιάζει είναι να βλέπουν τηλεόραση ή να παίζουν στον υπολογιστή και με παιχνιδομηχανές. Έτσι οι γονείς καταλήγουν εύκολα στο συμπέρασμα ότι το παιδί τους απλά τεμπελιάζει και αδιαφορεί και το χαρακτηρίζουν ανάλογα.
Γιατί όμως ένα παιδί να μην έχει κίνητρο να προσπαθήσει και να ασχοληθεί με πράγματα που είναι δικής του ευθύνης;
Σύμφωνα με την Dr. Kenneth Barish, η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι σχεδόν πάντοτε ότι το παιδί είναι αποθαρρημένο. Ακόμα και το ίδιο το παιδί μπορεί να νιώθει άγχος ή δυσφορία που έχει κολλήσει σε αυτήν την μη παραγωγική κατάσταση. Προκειμένου όμως να εκλογικεύσει τα συναισθήματά του, δημιουργεί μια αμυντική συμπεριφορά η οποία βασίζεται στην πεποίθηση «Δεν αξίζει να προσπαθώ για το σχολείο» και θεωρεί ότι είναι πιο εύκολο να προσποιηθεί ότι δεν ενδιαφέρεται.
Όπως έχουμε πει σε προηγούμενο άρθρο, για τα παιδιά το σχολείο είναι το σημείο αναφοράς τους και η εικόνα τους σε μεγάλο βαθμό εξαρτάται από την σχολική τους επίδοση. Ακόμα και το πιο αδιάφορο παιδί, θέλει να τα πηγαίνει καλά και να αναγνωρίζεται η προσπάθειά του. Τα παιδιά που δείχνουν να έχουν παραιτηθεί από τη σχολική προσπάθεια επιδεικνύοντας ανικανότητα ή αδιαφορία, στην πραγματικότητα είναι υπερβολικά αποθαρρημένα. Την αποθάρρυνση και το άγχος που νιώθουν μπορεί να τα καλύπτουν έχοντας περιφρονητική και αδιάφορη συμπεριφορά για το σχολείο (πχ. «Γιατί να διαβάσω Ιστορία, σε τι θα μου χρειαστεί;»), ή μπορεί να κατηγορούν τους άλλους και κυρίως τους εκπαιδευτικούς για την δική τους έλλειψη προσπάθειας (πχ. «Η δασκάλα φταίει που δεν τα πήγα καλά»).
Τα παιδιά που δεν έχουν κίνητρο για να προσπαθήσουν, έχουν παραιτηθεί από κάθε ελπίδα να πετύχουν και προσπαθούν να περάσουν στο περιβάλλον τους το μήνυμα «Μην περιμένεις τίποτα από μένα». Αυτή η παραίτηση μπορεί να είναι πλήρης ή να παρατηρείται μόνο σε πράγματα που το παιδί νιώθει ότι δεν μπορεί να τα καταφέρει. Γι’ αυτούς τους λόγους οι γονείς βλέπουν τα αποθαρρημένα παιδιά να ασχολούνται με πράγματα που δεν απαιτούν από αυτά ιδιαίτερη προσπάθεια όπως για παράδειγμα με παιχνιδομηχανές, για να αποκτήσουν μια άμεση αίσθηση επιτυχίας.
Στη βιβλιογραφία, η έλλειψη κινήτρων αποδίδεται τις περισσότερες φορές στην αποθάρρυνση, είτε αυτή εκδηλώνεται φανερά στη συμπεριφορά του παιδιού, είτε συγκαλυμμένα. Τα παιδιά όπως και οι ενήλικες, θέλουν να αποδίδουν καλά στα πράγματα που είναι δικής τους ευθύνης. Θέλουν να αισθάνονται καλά με τον εαυτό τους και με τους άλλους γύρω τους, και έχουν ανάγκη να κερδίζουν τον έπαινο και την αποδοχή των γονιών τους και των ενηλίκων. Τα παιδιά θέλουν να κάνουν τους γονείς τους περήφανους – ακόμα και αν δείχνουν ότι δεν τους νοιάζει, στην πραγματικότητα τους νοιάζει και πολύ μάλιστα.
Για να έχουν όμως τα παιδιά κίνητρο για να προσπαθήσουν, θέλουν να νιώσουν την πρόοδο, την αναγνώριση και την επιτυχία. Αν και όλοι μας μπορεί να νιώθουμε συναισθήματα άγχους και απογοήτευσης όταν δεν τα καταφέρνουμε σε κάτι, έρευνες δείχνουν ότι τα αποθαρρημένα παιδιά που δεν έχουν κίνητρο, πολύ πιο εύκολα ενδίδουν σε αυτά τα συναισθήματα.
Πολλοί ειδικοί στο χώρο της εκπαίδευσης και ψυχολόγοι, δεν δέχονται την τεμπελιά ως χαρακτηρισμό στα παιδιά και ιδιαίτερα για πράγματα που μέσα από αυτά αποκτούν και διαμορφώνουν την εικόνα του εαυτού τους. Τα παιδιά μπορεί να απογοητεύονται, να αποθαρρύνονται, να αγχώνονται, να θυμώνουν, να είναι απαισιόδοξα και να μην έχουν εμπιστοσύνη στις ικανότητές τους, αλλά όλα αυτά δεν έχουν καμία σχέση με την αδιαφορία ή την τεμπελιά. Σύμφωνα με την Dr. Kenneth Barish, το να χαρακτηρίζουμε ένα παιδί ως τεμπέλικο και αδιάφορο, είναι η πιο καταστροφική παρανόηση και λανθασμένη αντίληψη που μπορούμε να έχουμε για ένα παιδί.
Τι μπορούν να κάνουν οι γονείς;
Για να αποκτήσουν τα παιδιά κίνητρο για το σχολείο, πρέπει να αποκτήσουν ενδιαφέρον για αυτό. Η παρακίνηση του ενδιαφέροντος θα οδηγήσει στην περιέργεια και στη δίψα για μάθηση, θα δημιουργήσει φιλοδοξίες και θα βοηθήσει στη διαμόρφωση στόχων.
Πριν αποκτήσουν ενδιαφέρον για το σχολείο όμως, τα παιδιά όπως και οι ενήλικες θέλουν να ασχολούνται με πράγματα που νιώθουν ότι μπορούν να αποδώσουν καλά και μπορούν να τα καταφέρουν. Έχουν ανάγκη να νιώθουν περήφανα για τον εαυτό τους, όπως επίσης έχουν ανάγκη να βλέπουν τους γονείς τους να νιώθουν περήφανοι για αυτά.
Αρκετές φορές οι γονείς προκειμένου να παρακινήσουν το παιδί τους να ασχοληθεί με το σχολείο, χρησιμοποιούν τη μέθοδο της ανταμοιβής (πχ. «Αν διαβάσεις θα σου πάρω παιχνίδι») ή της τιμωρίας (πχ. «Αν δεν διαβάσεις ξέχνα τη βόλτα που σου υποσχέθηκα»). Οι ανταμοιβές και οι τιμωρίες όμως θα έχουν πολύ μικρή και προσωρινή επίδραση στην προσπάθεια των παιδιών. Μπορεί για παράδειγμα να καθίσουν να διαβάσουν για να αποφύγουν την τιμωρία ή για να κερδίσουν κάτι που υποσχέθηκαν οι γονείς, αλλά αυτή η προσέγγιση ούτε μακροχρόνια κίνητρα θα δώσει στο παιδί, ούτε θα το ενθαρρύνει να πιστέψει στον εαυτό του και στις ικανότητές τους.
Οι γονείς θα πρέπει να πιστέψουν στα παιδιά τους για να πιστέψουν και τα ίδια στον εαυτό τους. Θα πρέπει να δείχνουν έμπρακτα στα παιδιά ότι τα έχουν εμπιστοσύνη και τα αποδέχονται παραβλέποντας τα λάθη τους. Ακόμα και αν αποτύχουν, οι γονείς θα πρέπει να λειτουργήσουν ως στήριγμα δεχόμενοι την αποτυχία του παιδιού και χωρίς να ακυρώνουν την αξία του ως άτομο. Τα παιδιά δεν μπορούν να αποκτήσουν κίνητρα για να προσπαθήσουν και να βελτιώσουν τις επιδόσεις τους αν δεν νιώσουν αρκετά καλά με τον εαυτό τους, και αυτό εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την εικόνα που έχουν οι γονείς τους για αυτά.
Αυτό που πρέπει να κάνουν οι γονείς για να δώσουν κίνητρα σε ένα αποθαρρημένο παιδί είναι να σταματήσουν κάθε είδους κριτική και να συγκεντρώσουν την προσοχή τους στα θετικά σημεία του παιδιού. Για να βγουν τα παιδιά από το φαύλο κύκλο της παραίτησης, οι γονείς θα πρέπει να ενθαρρύνουν κάθε προσπάθεια για βελτίωση όσο μικρή και αν φαίνεται στα μάτια τους.