Από την πτώση της Κρήτης μέχρι την Επανάσταση (1669-1821)
Η περίοδος αυτή χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια των λογίων να αφυπνίσουν πνευματικά τους υπόδουλους Έλληνες. Αρκετοί χρησιμοποιούν στα κείμενά τους τη λαϊκή γλώσσα. Οι Νεοέλληνες διαφωτιστές (Ρήγας Βελενστινλής, Δημήτριος Καταρτζής, Αδαμάντιος Κοραής) επιδιώκουν να μεταφέρουν στον ελλαδικό χώρο τις ιδέες του Διαφωτισμού προετοιμάζοντας έτσι το έδαφος που θα βοηθήσει τους υπόδουλους να συνειδητοποιήσουν πως πρέπει να επαναστατήσουν.
Η κατάληψη της Κρήτης από τους Τούρκους στα 1669, η οποία σήμανε το τέλος της κρητικής λογοτεχνίας, υπήρξε μια μεγάλη ιστορική στιγμή. Τα φραγκοκρατούμενα μέρη περιορίστηκαν μόνο στα Επτάνησα, όπου συνεχίστηκε η επαφή με την Ευρώπη και συγκεκριμένα με τη Βενετία, που έγινε το σημαντικότερο κέντρο του ελληνισμού της διασποράς. Αλλά και ο τύπος του Έλληνα της διασποράς είναι τώρα διαφορετικός από εκείνον του 15ου αιώνα: «στον 15ο αιώνα οι Έλληνες πήγαιναν στη Δύση για να διδάξουν, τώρα πηγαίνουν για να διδαχτούν», σημειώνει ο Λίνος Πολίτης.
Τα Πανεπιστήμια της Ιταλίας (κυρίως της Πάντοβας) εκπαιδεύουν πλήθος νέους όχι μόνο από τα βενετοκρατούμενα μέρη αλλά και από την υπόλοιπη Ελλάδα, οι οποίοι επιστρέφοντας στην πατρίδα μεταδίδουν όσα έμαθαν. Η πνευματική κίνηση εξαπλώνεται στον ελληνικό χώρο και έχει κέντρο την Κωνσταντινούπολη και τον κύκλο του Πατριαρχείου. Αργότερα θα μεταφερθεί στις παραδουνάβιες ηγεμονίες. Στα κρίσιμα αυτά χρόνια θα δημιουργηθούν οι κατάλληλες προϋποθέσεις που θα οδηγήσουν στην Επανάσταση του 1821.
1. Ο Κρητικός Πόλεμος: Μετά την άλωση της Κρήτης στα 1669, η παράδοση της κρητικής λογοτεχνίας ακολούθησε το φυσικό της δρόμο και μεταφυτεύτηκε στα Επτάνησα. Δε συνεχίστηκε όμως. Τα πρώτα χρόνια την κρατούσαν στα χέρια τους οι Κρητικοί πρόσφυγες, αργότερα πέρασε στους Επτανήσιους. Στα 1681 ο Ρεθυμνιώτης Μαρίνος Τζάνες Μπουνιαλής εκδίδει στη Βενετία ένα έμμετρο χρονικό για την πτώση της Κρήτης με τίτλο Διήγησις διά στίχων του δεινού Κρητικού Πολέμου. Το ποίημα είναι σημαντική ιστορική πηγή, γιατί περιγράφει χρονολογικά όλο τον πόλεμο Βενετών και Τούρκων για την κατάληψη της Κρήτης (1645-1669), από την απόβαση των Τούρκων στη δυτική Κρήτη και την άλωση των Χανίων (1645) και μετά του Ρεθύμνου ως την συνθηκολόγηση του Χάνδακα (1669). Πηγή του Τζάνε Μπουνιαλή είναι οι αναμνήσεις του και οι πληροφορίες που έφταναν στα Επτάνησα από το τελευταίο κύμα των προσφύγων στα 1669. Ο ποιητής περιγράφει τη νοσταλγία για τη χαμένη αρχοντική ζωή, την τύχη των αμάχων και την εικόνα της φοβερής καταστροφής.
Το ποίημα αριθμεί πάνω από 11.000 στίχους. Στο τέλος προστίθεται ένα κεφάλαιο με τίτλο «Φιλονεικία του Χάνδακος και του Ρεθέμνου», όπου οι δύο πόλεις ερίζουν για το ποια από τις δύο είναι ανώτερη απαριθμώντας τους πιο αξιόλογους ανθρώπους που γέννησε η καθεμιά. Ο Τζάνες Μπουνιαλής δεν προσέχει ιδιαίτερα το ύφος του, το οποίο θυμίζει καθημερινή συνομιλία.
Ο Κρητικός Πόλεμος είναι μια ποιητική χρονογραφία και δείχνει πόσο φυσικό είναι να εκφράζεται το καθετί με την ποίηση. Η λογοτεχνία, είδος πρώτης ανάγκης, αποτελεί λειτουργία κοινωνική που εκφράζει ατομικά και συλλογικά βιώματα.
Τα Άνθη ευλαβείας:Πρόκειται για ένα σχολικό λεύκωμα των σπουδαστών του ιεροδιδασκαλείου που ιδρύθηκε το 1665 στη Βενετία από τον Αντώνιο Φλαγγίνη. Τα Άνθη ευλαβείας εκδόθηκαν το 1708 και περιείχαν αρχαιόγλωσσα και λατινικά επιγράμματα, ιταλικά σονέτα, κηρύγματα και στίχους στη δημοτική. Σύμφωνα με την τότε συνήθεια να ασκούνται οι τρόφιμοι των ευρωπαϊκών εκπαιδευτηρίων στη σύνθεση ποιημάτων με υπόθεση που τους δινόταν από το σχολείο, οι σπουδαστές της Φλαγγινιανής Σχολής (γνωστής ως Φλαγγινιανό Ελληνομουσείο), αποδεικνύουν, όπως γράφει ο Mario Vitti, «τι μπορούν να κατορθώσουν νέοι επίλεκτοι καλά εκπαιδευμένοι». Δυστυχώς η αξιόλογη αυτή προσπάθεια δεν είχε συνέχεια.
2. Στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα του 16ου αιώνα η Εκκλησία αναλαμβάνει το ρόλο να διατηρήσει τον εθνισμό και την ορθοδοξία και να ενισχύσει το γένος με την παιδεία. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίστηκε θρησκευτικός ουμανισμός. Εξέχουσες μορφές της περιόδου αυτής ήταν:
Ο Μάξιμος Μαργούνιος (1549-1602) από την Κρήτη, επίσκοπος Κυθήρων, ο οποίος τόσο στο κήρυγμά του, όσο και στα έργα του χρησιμοποίησε την απλή, λαϊκή γλώσσα.
Ο Μελέτιος Πηγάς (1535-1602), από την Κρήτη, ο οποίος έγινε πατριάρχης Αλεξανδρείας και έγραψε τους εκκλησιαστικούς του λόγους σε ζωντανή δημοτική γλώσσα.
Ο Κύριλλος Λούκαρις (1572-1638), επίσης από την Κρήτη, που έγινε πατριάρχης Αλεξανδρείας και κατόπιν Κωνσταντινουπόλεως. Ο Λούκαρις ίδρυσε σχολεία και το πρώτο τυπογραφείο στην Κωνσταντινούπολη, το οποίο κατέστρεψαν οι Τούρκοι. Ανέλαβε επίσης την πρωτοβουλία να μεταφραστεί το Ευαγγέλιο στη δημοτική γλώσσα και θέλησε να κάνει την πατριαρχική Σχολή ανώτερο εκπαιδευτήριο. Στην πατριαρχική Σχολή ο Λούκαρις κάλεσε να διδάξει το φιλόσοφο Θεόφιλο Κορυδαλλέα (1560-1645), τον κυριότερο εκπρόσωπο στην Ελλάδα της σχολής της Πάντοβας, όπου είχε μορφωθεί και ο οποίος δίδασκε τα έργα του Αριστοτέλη. Η δράση όμως του προοδευτικού Λούκαρι ξεσήκωσε ζωηρές αντιδράσεις, με αποτέλεσμα να καθαιρεθεί πέντε φορές και τέλος να καταδικαστεί σε θάνατο και να εκτελεστεί από τους Τούρκους.
Η εκκλησιαστική ρητορική
3. Μετά το 1669 στις βενετοκρατούμενες περιοχές αναπτύσσεται η έντεχνη πεζογραφία που γράφεται στη λαϊκή γλώσσα και εκπροσωπείται κυρίως από έργα που ανήκουν στην εκκλησιαστική ρητορική. Οι εκκλησιαστικοί ρήτορες είναι συνήθως ανώτεροι κληρικοί και προτιμούν για τα κηρύγματά τους τη λαϊκή γλώσσα, ώστε να έχουν απήχηση στο λαό και να αφυπνίζουν την εθνική συνείδηση. Ο λαός ονόμασε τους εκκλησιαστικούς ρήτορες διδασκάλους του γένους. Σημαντικότεροι από αυτούς ήταν:
Ο Φραγκίσκος Σκούφος (1644-1697), επίσης από την Κρήτη, ο οποίος μετά την πτώση των Χανίων στους Τούρκους έφυγε για την Ιταλία και σπούδασε στο Κολέγιο της Ρώμης. Ο Σκούφος, που δίδαξε στη Φλαγγινιανή Σχολή, έγραψε το έργο Τέχνη ρητορικής (1681), ένα εγχειρίδιο με όλα τα ρητορικά σχήματα, που παρατίθενται ένα ένα με παραδείγματα παρμένα από δικούς του λόγους. Ο Σκούφος έμαθε την τέχνη της ρητορικής στην Ιταλία, όπου ήταν πολύ διαδεδομένη η εκκλησιαστική ρητορική. Τα κείμενά του έχουν ύφος περίτεχνο και διανθισμένο, όπως ακριβώς των Ιταλών δασκάλων του.
Τη γραμμή που χάραξε ο Σκούφος ακολούθησε και ο Ηλίας Μηνιάτης (1669-1714) από την Κεφαλλονιά, ιεροκήρυκας και αργότερα επίσκοπος Καλαβρύτων. Μαθητής και αυτός της Φλαγγινιανής Σχολής απόκτησε μεγάλη φήμη για τη θέρμη του χριστιανικού λόγου του που αντανακλούσε τη θερμότητα της θρησκευτικής πίστης του.
4. Στο Φανάρι, συνοικία της Κωνσταντινούπολης, εγκαταστάθηκε στα 1603 το Πατριαρχείο. Εκεί συγκεντρώθηκαν οι κληρικοί που υπηρετούσαν στο πατριαρχείο και οι κοσμικοί, στους οποίους αυτό απένειμε τίτλους και αξιώματα. Οι «Φαναριώτες», όπως ονομάστηκαν, γνώριζαν τις σημαντικότερες γλώσσες της εποχής και το οθωμανικό κράτος τους είχε διορίσει επίσημους διερμηνείς («δραγουμάνους»), πράγμα που ενίσχυε το κύρος τους. Στην εποχή τους θεωρούνταν ισότιμοι με υπουργούς. Οι Φαναριώτες έπαιξαν σημαντικό ρόλο στην πνευματική αλλά και στην πολιτική ζωή.
Γενάρχης της μεγαλύτερης φαναριώτικης οικογένειας ήταν ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος από τη Χίο. Ο γιος του Νικόλαος Μαυροκορδάτος (1670-1730) ήταν ο συγγραφέας που αποπειράθηκε να γράψει για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα ένα «μυθιστόρημα». Ο τίτλος του ήταν: Φιλοθέου πάρεργα (γράφτηκε το 1718 αλλά τυπώθηκε το 1800). Στο έργο αυτό που ήταν γραμμένο σε αρχαιοελληνική γλώσσα καθρεφτίζεται πιστά το προοδευτικό ευρωπαϊκό πνεύμα της εποχής, το πνεύμα του Διαφωτισμού.
Η υπόθεση του μυθιστορήματος Φιλοθέου πάρεργα: Ο αφηγητής-Φιλόθεος κάνει περίπατο με φίλους του στην πλατεία του Ιπποδρόμου στην Κωνσταντινούπολη. Εκεί συναντούν αγνώστους ντυμένους Πέρσες, οι οποίοι μιλούν ιταλικά. Ένας από αυτούς, ο Κορνήλιος, τους προσκαλεί στο σπίτι του. Ακολουθεί μια περιγραφή (έκφρασις) του μαγευτικού κήπου. Τούρκοι χωροφύλακες όμως εισβάλλουν στον κήπο και συλλαμβάνουν τον Κορνήλιο. Ο αφηγητής και οι φίλοι του πηγαίνουν στο Γαλατά, στο σπίτι ενός Ιταλού, όπου ένας βαρκάρης τους διηγείται τη ζωή του. Η μικρή αυτή ιστορία που περιέχεται στη μεγάλη («εγκιβωτισμένη ιστορία») συνεχίζεται με άλλες παρόμοιου τύπου.
Διαφωτισμός
5. Με τον όρο Διαφωτισμός εννοούμε την πνευματική κίνηση που εκδηλώθηκε στην Ευρώπη το 17ο και 18ο αιώνα και πυροδότησε τις εξελίξεις στην τέχνη, τη φιλοσοφία και την πολιτική σκέψη. Οι διαφωτιστές πίστευαν στη δύναμη του «ορθού λόγου», χάρη στην οποία ο άνθρωπος κατανοεί το σύμπαν και τη θέση του μέσα στον κόσμο. Πολιτικά αποτελέσματα της πνευματικής αυτής κίνησης ήταν η Αμερικανική Ανεξαρτησία (1776) και η Γαλλική Επανάσταση (1789).
Στην Ευρώπη ο διαφωτισμός εκπροσωπείται στην Αγγλία από τον Τζον Λοκ (John Locke, 1632-1704) και το Νεύτωνα (Newton, 1642-1727) και στη Γαλλία από το Βολταίρο (Voltaire, 1649-1778), το Μοντεσκιέ (Montesquieu, 1689-1755) και το Ρουσώ (Jean-Jacques Rousseau, 1712-1778).
Οι Έλληνες σπουδάζουν στη Δύση και μεταλαμπαδεύουν τα φώτα στην πατρίδα τους. Οι περισσότεροι είναι λόγιοι, φιλόσοφοι, φιλόλογοι και θεολόγοι, αλλά όχι λογοτέχνες. Έχουν όμως τη θέση τους στην Ιστορία της λογοτεχνίας μας, γιατί με το έργο τους συνδέουν την παράδοση της βυζαντινής πεζογραφίας με την παράδοση της εποχής.
6. O Νεοελληνικός Διαφωτισμός είναι παρακλάδι του Ευρωπαϊκού που στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σταδιακά. Οι ιδέες του Ευρωπαϊκού Διαφωτισμού φτάνουν στην Ελλάδα χάρη στους Έλληνες που σπούδαζαν στην Ευρώπη αλλά και χάρη στους Έλληνες εμπόρους που με τις συνεχείς τους μετακινήσεις μετέφεραν τη μόρφωση και τα πνευματικά τους ενδιαφέροντα. Τα όρια του Νεοελληνικού Διαφωτισμού τοποθετούνται ανάμεσα στο 1669 και το 1821. Οι ιστορικοί διακρίνουν συνήθως δύο περιόδους: η πρώτη είναι η περίοδος της προετοιμασίας (1669-1774) και η δεύτερη η περίοδος της ακμής (1774-1821). Τότε παρατηρείται ένα συνεχές ενδιαφέρον για την έκδοση αρχαίων συγγραφέων και για μεταφράσεις ευρωπαϊκών έργων της εποχής. Παράλληλα ιδρύονται σχολεία, ενώ σημαντικός είναι ο ρόλος των ελληνόφωνων εφημερίδων και περιοδικών, που εκδίδονται στις παροικίες, ειδικά τα τελευταία χρόνια πριν την επανάσταση. Οι εκπρόσωποι του Νεοελληνικού Διαφωτισμού υπήρξαν λόγιοι, κληρικοί ή έμποροι και στράφηκαν κυρίως προς τη γαλλική παιδεία. Γι' αυτό και ο Νεοελληνικός Διαφωτισμός επηρεάστηκε από τις ιδέες του Βολταίρου, του Ντιντερό και των Εγκυκλοπαιδιστών καθώς και των Ιδεολόγων της Γαλλικής Επανάστασης.
Οι σημαντικότεροι φορείς του Νεοελληνικού Διαφωτισμού είναι οι Φαναριώτες και, επίσης, οι εξής λόγιοι:
Ο Ευγένιος Βούλγαρις (1586-1669) από την Κέρκυρα, διευθυντής της Αθωνιάδος Σχολής και βιβλιοθηκάριος της Αικατερίνης Β΄ της Ρωσίας. Προοδευτικός και θαυμαστής του Βολταίρου ο Βούλγαρις έγραψε φιλολογικά και φιλοσοφικά έργα, όλα στην αρχαϊζουσα γλώσσα. Θεωρείται ο σοφότερος διδάσκαλος του γένους μετά τον Κοραή.
O Νικηφόρος Θεοτόκης (1736-1805), επίσης από την Κέρκυρα, συγγραφέας πολλών επιστημονικών έργων στην αρχαϊζουσα. Ο Θεοτόκης έγραψε το «Κυριακοδρόμιον», που ερμηνεύει τις περικοπές των Ευαγγελίων κάθε Κυριακής σε απλή γλώσσα.
Στους αρχαϊστές, δηλαδή εκείνους που χρησιμοποιούσαν την αρχαΐζουσα, ανήκουν οι Νεόφυτος Δούκας (περ.1760-1845), Παναγιώτης Κοδρικάς (1762-1827) και ο Αθανάσιος Πάριος (περ. 1725-1813). Αντίθετα οι δημοτικιστές (που προτιμούσαν τη δημοτική γλώσσα) εκφράζουν τη ροπή προς τις νέες ιδέες. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν οι Ιώσηπος Μοισιόδακας (περ. 1730-1780), συγγραφέας παιδαγωγικών κυρίως έργων και ο Δημήτριος Καταρτζής ή Φωτιάδης(1730-1807), φωτισμένος και προοδευτικός, ο οποίος ασχολήθηκε και με μεταφράσεις, ενώ έγραψε Γραμματική της αρχαίας σε νεοελληνική γλώσσα και Γραμματική της νεοελληνικής.
Στον κύκλο του Καταρτζή ανήκουν οι Γρηγόριος Κωνσταντάς(1758-1844) και Δανιήλ Φιλιππίδης (1755-1832) που έγραψαν τη Γεωγραφία Νεοτερική(1791), από τα σημαντικότερα μνημεία του Νεοελληνικού Διαφωτισμού. Μαθητής του Καταρτζή ήταν επίσης και ο Ρήγας Φεραίος(1758-1798) από το Bελεστίνο, ένα μικρό χωριό της Θεσσαλίας (ο ίδιος ονομάζεται πάντα Bελενστινλής, το Φεραίος είναι μεταγενέστερος εξαρχαϊσμός). Ο Ρήγας αφού έλαβε την εγκύκλια μόρφωση στην ιδιαίτερη πατρίδα του, έγινε γραμματικός αρχικά του Υψηλάντη, στην Κωνσταντινούπολη, μετά του Μαυρογένη, ηγεμόνα της Bλαχίας, και στη συνέχεια, όπως σημειώνει ο Λίνος Πολίτης, έπαρχος (καϊμακάμης) σε μια μικρή περιοχή. Εμπνευσμένος από τη Γαλλική Επανάσταση πήγε στη Bιέννη, όπου τύπωσε τα πρώτα βιβλία του και ανέπτυξε μεγάλη πολιτική και εθνική δράση. Ο Ρήγας τύπωσε τη μεγάλη Χάρτα της Ελλάδας, μια εικόνα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μεταφράσεις και συνέταξε το επαναστατικό του μανιφέστο, που περιελάμβανε τα Δίκαια του Ανθρώπου, το Σύνταγμα και το γνωστό Θούριο. Για την επαναστατική δράση του συνελήφθη από τους Αυστριακούς και παραδόθηκε στον Tούρκο έπαρχο του Bελιγραδίου, όπου μαζί με εφτά συντρόφους του θανατώθηκε.
Στη συγγραφική του δράση αναφέρεται μια συλλογή έξι διηγημάτων,το Σχολείον των ντελικάτων εραστών, που τυπώθηκε στη Bιέννη το 1790, όπου μεταφράζονται και διασκευάζονται διηγήματα του Ρετίφ ντε λα Μπρετόν (Restif de la Bretonne). Tον ίδιο χρόνο τυπώθηκε στη Bιέννη και ένα εγχειρίδιο Φυσικής, το Φυσικής απάνθισμα.
Ανάμεσα στους πρώτους Έλληνες διαφωτιστές ανήκει και ο Κοσμάς ο Αιτωλός (1714-1779), από την Αιτωλία, ο οποίος υπήρξε μαθητής του Βουλγάρεως και «λαϊκός διδάσκαλος της Τουρκοκρατίας», κατά τον Κ. Θ. Δημαρά. Ο Κοσμάς γύριζε την Ελλάδα διδάσκοντας τους ανθρώπους της υπαίθρου σε απλή, ανεπιτήδευτη γλώσσα και προτρέποντάς τους στην ίδρυση σχολείων. Τις διδαχές του τις αυτοσχεδίαζε και στη συνέχεια τις κατέγραφαν αφοσιωμένοι ακόλουθοί του. Σύμφωνα με το Λίνο Πολίτη, «ο Κοσμάς μπορεί να θεωρηθεί πρόδρομος για την αφύπνιση του γένους, όπως και ο Ρήγας». Το 1779 συνελήφθη από τις οθωμανικές αρχές και εκτελέστηκε.
7. Ένα έργο που καταδικάζει τη βαρβαρότητα και την τυραννία που χαρακτηρίζει την απόλυτη εξουσία είναι ο Ανώνυμος του 1789 (έτος της Γαλλικής Επανάστασης). Αδέξιο στη γραφή το έργο αυτό, όπως γράφει ο Κ. Θ. Δημαράς, «μαρτυρεί τι εσκέπτονταν τότε κάποιες ομάδες λογίων».
Το έργο όμως που μελετήθηκε περισσότερο στην προεπαναστατική εποχή ήταν σίγουρα η Ελληνική Νομαρχία (1806), έργο «Ανωνύμου του Έλληνος» αφιερωμένο στο Ρήγα. Ο συγγραφέας του παραμένει άγνωστος, αλλά το έργο αυτό εκφράζει καλύτερα από κάθε άλλο την αφύπνιση του ελληνισμού. Ο ανώνυμος Έλληνας εκδηλώνει την ελληνολατρία του με συχνές αναφορές στους αρχαίους και επιτίθεται εναντίον όλων εκείνων, που, ταυτίζοντας τα συμφέροντά τους με αυτά των Τούρκων, φέρονται στους φτωχούς ραγιάδες με μεγάλη σκληρότητα, ενώ είναι δουλοπρεπείς προς την οθωμανική εξουσία. Ταυτόχρονα ο ανώνυμος καλεί τους Έλληνες της διασποράς να επιστρέψουν στην πατρίδα και να βοηθήσουν το λαό με τις γνώσεις και τις ικανότητες που απέκτησαν στην ξενιτειά. Ο ανώνυμος Έλληνας διακρίνει τους πολέμους σε δίκαιους και άδικους ανάλογα με τα αίτια που τους προκαλούν και εκφράζει την πεποίθησή του στην ελευθερία του πολίτη.
Η αξία του βιβλίου βρίσκεται στο γεγονός ότι δε δίνει έτοιμες λύσεις στα προβλήματα μιας συγκεκριμένης εποχής, αλλά γίνεται το κλειδί για τη λύση των προβλημάτων κάθε εποχής, που δεν είναι παρά η εφαρμογή των αρχών της δημοκρατίας. Γι' αυτό και το έργο διατηρεί πάντα την επικαιρότητά του.
8. Στον κύκλο του Καταρτζή ανήκουν επίσης οι ποιητές Ιωάννης Βηλαράς και Αθανάσιος Χριστόπουλος που θεωρούνται πρόδρομοι του Σολωμού. Οι δύο ποιητές γράφουν ποίηση που ανήκει στο ρεύμα του αρκαδισμού, το οποίο πηγάζει από την Ιταλική Αναγέννηση και κυριάρχησε στην ποίηση. «Αρκαδισμός» είναι το ποιητικό ιδανικό που αναζητούσε την έμπνευση στη βουκολική αγνή ύπαιθρο, θέλοντας να καταπολεμήσει το κακό γούστο (το επιτηδευμένο και παραφορτωμένο ύφος του κλασικισμού), όπως σημειώνει στην ιστορία του ο Μάριο Βίττι. Και οι δύο ποιητές γράφουν στη ζωντανή δημοτική γλώσσα και πολεμούν γι' αυτήν δημοσιεύοντας μελέτες και γραμματικές.
Ο Ιωάννης Βηλαράς(1771-1823), από τα Γιάννενα, σπούδασε στην Ιταλία και έγινε γιατρός του Αλή Πασά. Καλλιεργημένος και πολυμαθής έγραψε λυρικά και σατιρικά ποιήματα, καθώς και έμμετρους μύθους στα πρότυπα του Αισώπου και του Λα Φονταίν. Στο έργο του είναι έντονη η ιταλική επίδραση. Μετέφρασε την αρχαία ψευτοομηρική Βατραχομυιομαχία. Από τα ποιήματά του ξεχωρίζουν τα σατιρικά και μερικοί μύθοι.
Ο Αθανάσιος Χριστόπουλος (1772-1847), από την Καστοριά, πέρασε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στο Βουκουρέστι, όπου και σπούδασε. Έγινε οικοδιδάσκαλος και αργότερα δικαστής. Μετά την απελευθέρωση εγκαταστάθηκε στην Ελλάδα, επέστρεψε όμως στη Βλαχία, όπου και πέθανε. Ο Χριστόπουλος, ο οποίος έγραψε ποιήματα στη δημοτική γλώσσα, ονομάστηκε από τους συγχρόνους του «Νέος Ανακρέων» (επειδή πρότυπό του ήταν τα αρχαία ανακρεόντεια, τα ψευδεπίγραφα δηλαδή ποιήματα των ρωμαϊκών χρόνων που αποδίδονται στον Ανακρέοντα). Με το μοναδικό τόμο της ποίησής του Λυρικά (Βιέννη, 1811) υπερασπίστηκε την ομιλούμενη μορφή της γλώσσας και κέρδισε το σεβασμό του Σολωμού.
Την ίδια εποχή δημιουργούν ο Αντώνιος Μαρτελάος, ο Νικόλαος Κουτούζης, συγγραφέας της ζακυνθινής κωμωδίας Ο Χάσης, ο Δημήτριος Γουζέλης, ανεψιός και μαθητής του Μαρτελάου, και άλλοι.
9. Η ποίηση στην προεπαναστατική εποχή είναι κυρίως διδακτική και σατιρική. Οι διαμάχες ανάμεσα στους συντηρητικούς και τους προοδευτικούς εκφράζονται και με την παρουσία του διαλόγου, έμμετρου και πεζού. Παράδειγμα ο ΡωσσΑγγλοΓάλλος (1805), έργο αγνώστου με σκηνική μορφή. Εδώ τρεις περιηγητές, ένα Ρώσος, ένας Άγγλος κι ένας Γάλλος, συνομιλούν με τέσσερις εκπροσώπους της ελληνικής κοινωνίας:
έναν αρχιερέα, ένα Φαναριώτη, έναν έμπορο κι έναν προεστό. Οι τέσσερις αυτοί άνθρωποι μένουν αδιάφοροι μπροστά στα παθήματα των υποδούλων. Οι περιηγητές εκφράζουν την απορία τους για την κατάντια των Ελλήνων που κάποτε ήταν πρώτοι «εις την σοφίαν και την δύναμιν». Τότε συναντούν την Ελλάδα δέσμια και την ακούνε να τους κατηγορεί και να τους ελέγχει, γιατί και αυτοί οι ίδιοι συντελούν στα βάσανά της. Με το διάλογο αυτόν ο άγνωστος Έλληνας λόγιος δείχνει τη γενικότερη δυσφορία του για την κατάσταση που επικρατεί και εκθέτει έναν ευρύτερο προβληματισμό.
10. Γόνος εμπόρων από τη Σμύρνη, ο Αδαμάντιος Κοραής(1748-1833) έδειξε από μικρός κλίση στα γράμματα και έμαθε ξένες γλώσσες. Στα 1771 βρέθηκε στο Άμστερνταμ, όπου άνθιζε μια ελληνική κοσμοπολίτικη παροικία, για να εμπορευτεί, σύμφωνα με την επιθυμία του πατέρα του. Απέτυχε όμως στις εμπορικές επιχειρήσεις και λίγα χρόνια μετά πήγε στο Μονπελιέ της Γαλλίας να σπουδάσει Ιατρική. Το 1788, ένα χρόνο δηλαδή πριν την έναρξη της Γαλλικής Επανάστασης, έφτασε στο Παρίσι, όπου έζησε για σαράντα πέντε χρόνια, μέχρι το θάνατό του. Από το Παρίσι παρακολουθεί τα γεγονότα που ανέτρεπαν την τύχη του κόσμου και τα περιγράφει με κάθε λεπτομέρεια σε μακροσκελείς επιστολές, τις οποίες στέλνει σε πολλούς αποδέκτες.
Ο Κοραής, που καθιερώθηκε ως λόγιος και μελετητής των κλασικών γραμμάτων, έζησε σε εποχές πολύ σημαντικές για την ευρωπαϊκή και την παγκόσμια ιστορία: η Γαλλική Επανάσταση, οι Ναπολεόντειοι πόλεμοι, η Ιερή συμμαχία, ο ρομαντισμός, αλλά και η επανάσταση της Αμερικής και οι ανασκαφές στην Καμπανία και την Πομπηία, που αποκάλυψαν τον αρχαίο κόσμο κι έστρεψαν προς αυτόν το ενδιαφέρον του μεγάλου κοινού.
Στα χρόνια 1798-1805 ο Κοραής αναλαμβάνει πολιτική δράση. Δημοσιεύει τα ανώνυμα πολεμικά φυλλάδια Αδελφική διδασκαλία(1798), Άσμα πολεμιστήριον (1800) και Σάλπισμα πολεμιστήριον (1801) με σκοπό να εμπνεύσει την πίστη στα γαλλικά στρατεύματα του Ναπολέοντα, στα οποία έχουν καταταγεί και πολυάριθμοι Έλληνες εθελοντές. Την ίδια εποχή γράφει το Υπόμνημα για την κατάσταση του πολιτισμού στην Ελλάδα κατά το έτος 1803, μια επίσημη ανακοίνωση προς τους Γάλλους και όλη τη «φωτισμένη Ευρώπη», όπου περιγράφει την κατάσταση του ελληνισμού και κάνει έκκληση για βοήθεια.
Παράλληλα με την πολιτική του δράση ο Κοραής μελετά την αρχαία γραμματεία και ασχολείται με εκδόσεις των κλασικών. Πιστεύει ότι για την εθνική αφύπνιση χρειάζεται κυρίως γλώσσα και παιδεία και ότι η διάδοση της παιδείας ήταν το καλύτερο μέσο που θα βοηθούσε τους συμπατριώτες του να νικήσουν την αμάθεια, τον πιο ύπουλο εχθρό. Στα κείμενά του οραματίζεται μια ανεξάρτητη Ελλάδα και πιστεύει πως η μητρική γλώσσα είναι αναφαίρετο δημοκρατικό δικαίωμα.
Με την οικονομική ενίσχυση συμπατριωτών του ο Κοραής αναλαμβάνει την επιμέλεια δεκαεπτά τόμων αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Κάθε τόμος είχε προλεγόμενα σε μορφή επιστολής, όπου υπήρχαν απόψεις για την παιδεία, τα ήθη, τη γλώσσα και την πολιτική συμπεριφορά.
Ο Κοραής προβλέπει και συμβουλεύει τη μετακένωση στην Ελλάδα της ευρωπαϊκής παιδείας και σκέψης, που είχε στηριχθεί στην κλασική παιδεία.
Η Δύση εργάστηκε, έχει φτάσει σε θετικά αποτελέσματα με την έρευνά της και μοναδικός σκοπός μας πρέπει να είναι να μ ε τ α κ ε ν ώ σ ο υ μ ε στην Ελλάδα τα φώτα της Ευρώπης.
Για να πετύχει η μετακένωση, πίστευε πως χρειάζονται σχολεία αλλά και περιοδικά και μεταφράσεις σύμφωνες με τις ειδικές ανάγκες του ελληνισμού. Προτείνει συγκεκριμένους τρόπους για τη βελτίωση των σχολείων και των σχολικών προγραμμάτων και ενδιαφέρεται για την ίδρυση βιβλιοθηκών. Σε υπόδειξη του Κοραή οφείλεται η έκδοση του περιοδικού Λόγιος Ερμής που άρχισε να εκδίδεται στη Βιέννη στα 1811 υπό τη διεύθυνση του Άνθιμου Γαζή (1764-1828). Το περιοδικό παρακολουθεί τα πνευματικά επιτεύγματα της Δύσης και είναι αγωγός των επιστημονικών πραγμάτων της Ευρώπης προς την Ελλάδα.
Ως προς τη γλωσσική διαμάχη ο Κοραής πήρε τη μέση θέση. Υποστήριξε τη «μέση οδό», τη «μεσότητα», ούτε τη λαϊκή γλώσσα ούτε όμως και τον αρχαϊσμό. Ο Κοραής επεζήτησε το γλωσσικό «καλλωπισμό» της λαϊκής γλώσσας. Αυτό προκάλεσε την εχθρότητα τόσο των αρχαϊστών, όσο και των δημοτικιστών. Όσο όμως περνούσαν τα χρόνια οι λόγιοι του ελεύθερου πια κράτους εγκατέλειπαν ολοένα και περισσότερο τις μετριοπαθείς αρχές του Κοραή κι επέστρεφαν στον αρχαϊσμό.
Εκτός από τη φιλολογική προσφορά του Κοραή σημαντική είναι η λογοτεχνική του παραγωγή. Γεννημένος αφηγητής διαμορφώνει το ύφος του σύμφωνα με τη γλωσσική αντίληψη της «μέσης οδού». Αυτό γίνεται ιδιαίτερα αισθητό στον Παπατρέχα, αφήγημα που ο Κοραής εμπνεύστηκε από τις παιδικές του αναμνήσεις και που προτάσσεται ως εισαγωγή στην έκδοση των τεσσάρων πρώτων ραψωδιών της Ιλιάδας.