Η νίκη του Κωνσταντίνου στη μάχη της Μουλβίας γέφυρας συνένωσε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία και αναδιοργάνωσε τη δυτική περιοχή της με τρόπο τέτοιο, ώστε μπόρεσε να διατηρηθεί επί χίλια ολόκληρα χρόνια.
Οι θρησκευτικές ενοράσεις του Κωνσταντίνου πριν από τη μάχη άνοιξαν τον δρόμο για την αποδοχή του χριστιανισμού ως κύριας θρησκείας της αυτοκρατορίας και οδήγησαν στην κυριαρχία του τόσο στην Ευρώπη όσο και σε ολόκληρο το δυτικό ημισφαίριο.
Τον 3ο αιώνα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εκτεινόταν από τη Βρετανία μέχρι την Περσία και από το Βόρεια Θάλασσα μέχρι τον Νείλο.
Οι τεράστιες εκτάσεις της και οι πλουτοπαραγωγικές πηγές έκαναν την αυτοκρατορία πανίσχυρη, παράλληλα όμως και ευάλωτη.
Ο έλεγχος του κράτους άλλαζε συχνά, καθώς η εξουσία περνούσε από τον έναν στρατιωτικό ηγέτη στον άλλο.
Μεταξύ των ετών 235 και 284 μ.Χ, συνολικά 36 άτομα βρέθηκαν στη θέση του αυτοκράτορα.
Τέλος, το 284 ο Διοκλητιανός, ένας στρατιώτης από την ανατολική ακτή της Αδριατικής, ανέλαβε την εξουσία και έκανε μεταρρυθμίσεις που σταθεροποίησαν την κυβέρνηση.
Ο Διοκλητιανός χώρισε την αυτοκρατορία σε ανατολική και δυτική για αποτελεσματικότερη διοίκηση, με δύο συναυτοκράτορες που είχαν τον τίτλου του «Αυγούστου» επικεφαλής σε κάθε τμήμα της.
Ένας ακόμη ηγέτης, ονομαζόμενος «καίσαρ», βοηθούσε κάθε Αύγουστο και αναλάμβανε τη θέση του μετά από τον θάνατο ή την αποχώρησή του.
Η οργάνωση και η διοίκηση του Διοκλητιανού έφερε ειρήνη που κράτησε μέχρι την αποστρατεία του ίδιου και του συναυτοκράτορά του το 305.
Το σύστημα της διαδοχής θα μπορούσε να διατηρήσει την ειρήνη, αλλά αμέσως άρχισαν διαμάχες για τις θέσεις των νέων καισάρων, όταν οι προκάτοχοι τους ανέλαβαν τη θέση του Αυγούστου.
Ο εμφύλιος πόλεμος σάρωσε την αυτοκρατορία, όταν διάφοροι ηγέτες προσπάθησαν να πάρουν την εξουσία.
Το 308 ο Διοκλητιανός επανήλθε στη δημόσια ζωή και συγκάλεσε μια σύσκεψη των αντιμαχόμενων παρατάξεων η οποία σταθεροποίησε για λίγο την κυβέρνηση.
Δυο χρόνια αργότερα ξανάρχισε ο εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος κράτησε μέχρι το 311.
Αυτή τη φορά η σύγκρουση έληξε με τη διαίρεση της αυτοκρατορίας σε τέσσερις περιοχές, τις οποίες κυβερνούσα ισάριθμοι αύγουστοι, ο Κωνσταντίνος τη Γαλατία, ο Μαξέντιος την Ιταλία, ο Λικίνιος τα Βαλκάνια και ο Μαξιμίνος την Ανατολή.
Λίγο μετά τη διαίρεση, ο Μαξέντιος φοβήθηκε ότι ο Κωνσταντίνος θα επιχειρούσε να κυριαρχήσει σε ολόκληρη τη δυτική αυτοκρατορία και ότι θα τον έδιωχνε από τη θέση του.
Σχεδίασε λοιπόν μια εισβολή στη Γαλατία, αλλά ο Κωνσταντίνος έμαθε τα σχέδιά του πριν προλάβει να επιτεθεί ο Μαξέντιος κι άρχισε τη δική του επίθεση.
Στις αρχές της άνοιξης του 312, ο Κωνσταντίνος οδήγησε έναν στρατό από 45.00 άνδρες στη βόρεια Ιταλία.
Ο Μαξέντιος έστειλε μια σειρά στρατιωτικών δυνάμεων για να τον αναχαιτίσει, αλλά ο Κωνσταντίνος τις νίκησε όλες και προχώρησε προς τη Ρώμη.
Ο Μαξέντιος συγκέντρωσε τους τελευταίους 75.000 στρατιώτες του, βάδισε προς βορράν, διέσχισε τη Μουλβία γέφυρα στον ποταμό Τίβερη και κατέλαβε αμυντικές θέσεις κοντά στο χωριό Σάξα Ρούμπρα.
Όταν ο στρατός του Κωνσταντίνου έφτασε στις θέσεις του Μαξέντιου τον Οκτώβριο του 312, οι δύο αντίπαλοι παρέταξαν τους στρατούς τους με τον γνωστό σχηματισμό, έχοντας το πεζικό στο κέντρο και το ιππικό στις πτέρυγες.
Ο στρατός του Κωνσταντίνου αποτελείτο από άνδρες αρκετών διαφορετικών εθνικοτήτων, μερικούς ειδωλολάτρες και πολλούς άλλους, περιλαμβανομένου και του ίδιου που λάτρευαν τον Θεό Ήλιο.
Στις τάξεις του υπήρχαν επίσης και μερικοί χριστιανοί.
Οι περιγραφές ποικίλλουν, αλλά όλες συμφωνούν ότι ο Κωνσταντίνος βίωσε κάτι σημαντικό τη νύχτα πριν από τη μάχη.
Είδε ένα σημάδι ή ένα όνειρο ή άκουσε μια φωνή, που του είπε να αποθέσει τις ελπίδες του στον Χριστό.
Η πιο διαδεδομένη εκδοχή είναι ότι είδε στον ουρανό έναν πύρινο σταυρό που έγραφε «Εν τούτω νίκα».
Ο Κωνσταντίνος διέταξε τους στρατιώτες του να ζωγραφίσουν έναν σταυρό πάνω στις ασπίδες τους και υποσχέθηκε να ασπαστεί τον χριστιανισμό, αν νικούσε στην επικείμενη μάχη.
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου, επιτέθηκε με το ιππικό του εναντίον του εχθρικού ιππικού.
Οι δυνάμεις του Μαξέντιου νικήθηκαν και υποχώρησαν γρήγορα, αφήνοντας εκτεθειμένο το πεζικό τους, το οποίο άρχισε επίσης να υποχωρεί νοτίως προς τη Ρώμη.
Η στενή Μουλβία γέφυρα πάνω από τον Τίβερη υπέστη τόσο μεγάλη συμφόρηση ώστε πολλοί από τους υποχωρούντες στρατιώτες, περιλαμβανομένου και του Μαξέντιου, προσπάθησαν να περάσουν τον ποταμό κολυμπώντας.
Ο Μαξέντιος, με τη βαριά πανοπλία του, δεν μπόρεσε να κρατηθεί στην επιφάνεια και πνίγηκε.
Ο Κωνσταντίνος έγινε ο κύριος ολόκληρης της δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Πριν από την εισβολή στην Ιταλία, είχε κάνει μια συμφωνία μη επίθεσης με τον Λικίνιο και, μετά τη νίκη, τήρησε την υπόσχεσή του παντρεύοντας την αδελφή το με τον σύμμαχό του.
Τον Φεβρουάριο του 313, ο Κωνσταντίνος και ο Λικίνιος συναντήθηκαν στα Μεδιόλανα, το σημερινό Μιλάνο, οπού εξέδωσαν ένα έδικτο το οποίο περιλάμβανε την πρώτη επίσημη πολιτικής θρησκευτικής ανοχής στην αυτοκρατορία.
Σύμφωνα με το Έδικτο των Μεδιολάνων, «Οι χριστιανοί και όλοι οι άλλοι είναι ελεύθεροι να ακολουθούν οποιοδήποτε είδος λατρείας επιθυμούν».
ΠΗΓΗ: ΟΙ 100 ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΜΑΧΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ, MICHAEL LEE LANNING. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
Οι θρησκευτικές ενοράσεις του Κωνσταντίνου πριν από τη μάχη άνοιξαν τον δρόμο για την αποδοχή του χριστιανισμού ως κύριας θρησκείας της αυτοκρατορίας και οδήγησαν στην κυριαρχία του τόσο στην Ευρώπη όσο και σε ολόκληρο το δυτικό ημισφαίριο.
Τον 3ο αιώνα η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία εκτεινόταν από τη Βρετανία μέχρι την Περσία και από το Βόρεια Θάλασσα μέχρι τον Νείλο.
Οι τεράστιες εκτάσεις της και οι πλουτοπαραγωγικές πηγές έκαναν την αυτοκρατορία πανίσχυρη, παράλληλα όμως και ευάλωτη.
Ο έλεγχος του κράτους άλλαζε συχνά, καθώς η εξουσία περνούσε από τον έναν στρατιωτικό ηγέτη στον άλλο.
Μεταξύ των ετών 235 και 284 μ.Χ, συνολικά 36 άτομα βρέθηκαν στη θέση του αυτοκράτορα.
Τέλος, το 284 ο Διοκλητιανός, ένας στρατιώτης από την ανατολική ακτή της Αδριατικής, ανέλαβε την εξουσία και έκανε μεταρρυθμίσεις που σταθεροποίησαν την κυβέρνηση.
Ο Διοκλητιανός χώρισε την αυτοκρατορία σε ανατολική και δυτική για αποτελεσματικότερη διοίκηση, με δύο συναυτοκράτορες που είχαν τον τίτλου του «Αυγούστου» επικεφαλής σε κάθε τμήμα της.
Ένας ακόμη ηγέτης, ονομαζόμενος «καίσαρ», βοηθούσε κάθε Αύγουστο και αναλάμβανε τη θέση του μετά από τον θάνατο ή την αποχώρησή του.
Η οργάνωση και η διοίκηση του Διοκλητιανού έφερε ειρήνη που κράτησε μέχρι την αποστρατεία του ίδιου και του συναυτοκράτορά του το 305.
Το σύστημα της διαδοχής θα μπορούσε να διατηρήσει την ειρήνη, αλλά αμέσως άρχισαν διαμάχες για τις θέσεις των νέων καισάρων, όταν οι προκάτοχοι τους ανέλαβαν τη θέση του Αυγούστου.
Ο εμφύλιος πόλεμος σάρωσε την αυτοκρατορία, όταν διάφοροι ηγέτες προσπάθησαν να πάρουν την εξουσία.
Το 308 ο Διοκλητιανός επανήλθε στη δημόσια ζωή και συγκάλεσε μια σύσκεψη των αντιμαχόμενων παρατάξεων η οποία σταθεροποίησε για λίγο την κυβέρνηση.
Δυο χρόνια αργότερα ξανάρχισε ο εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος κράτησε μέχρι το 311.
Αυτή τη φορά η σύγκρουση έληξε με τη διαίρεση της αυτοκρατορίας σε τέσσερις περιοχές, τις οποίες κυβερνούσα ισάριθμοι αύγουστοι, ο Κωνσταντίνος τη Γαλατία, ο Μαξέντιος την Ιταλία, ο Λικίνιος τα Βαλκάνια και ο Μαξιμίνος την Ανατολή.
Λίγο μετά τη διαίρεση, ο Μαξέντιος φοβήθηκε ότι ο Κωνσταντίνος θα επιχειρούσε να κυριαρχήσει σε ολόκληρη τη δυτική αυτοκρατορία και ότι θα τον έδιωχνε από τη θέση του.
Σχεδίασε λοιπόν μια εισβολή στη Γαλατία, αλλά ο Κωνσταντίνος έμαθε τα σχέδιά του πριν προλάβει να επιτεθεί ο Μαξέντιος κι άρχισε τη δική του επίθεση.
Στις αρχές της άνοιξης του 312, ο Κωνσταντίνος οδήγησε έναν στρατό από 45.00 άνδρες στη βόρεια Ιταλία.
Ο Μαξέντιος έστειλε μια σειρά στρατιωτικών δυνάμεων για να τον αναχαιτίσει, αλλά ο Κωνσταντίνος τις νίκησε όλες και προχώρησε προς τη Ρώμη.
Ο Μαξέντιος συγκέντρωσε τους τελευταίους 75.000 στρατιώτες του, βάδισε προς βορράν, διέσχισε τη Μουλβία γέφυρα στον ποταμό Τίβερη και κατέλαβε αμυντικές θέσεις κοντά στο χωριό Σάξα Ρούμπρα.
Όταν ο στρατός του Κωνσταντίνου έφτασε στις θέσεις του Μαξέντιου τον Οκτώβριο του 312, οι δύο αντίπαλοι παρέταξαν τους στρατούς τους με τον γνωστό σχηματισμό, έχοντας το πεζικό στο κέντρο και το ιππικό στις πτέρυγες.
Ο στρατός του Κωνσταντίνου αποτελείτο από άνδρες αρκετών διαφορετικών εθνικοτήτων, μερικούς ειδωλολάτρες και πολλούς άλλους, περιλαμβανομένου και του ίδιου που λάτρευαν τον Θεό Ήλιο.
Στις τάξεις του υπήρχαν επίσης και μερικοί χριστιανοί.
Οι περιγραφές ποικίλλουν, αλλά όλες συμφωνούν ότι ο Κωνσταντίνος βίωσε κάτι σημαντικό τη νύχτα πριν από τη μάχη.
Είδε ένα σημάδι ή ένα όνειρο ή άκουσε μια φωνή, που του είπε να αποθέσει τις ελπίδες του στον Χριστό.
Η πιο διαδεδομένη εκδοχή είναι ότι είδε στον ουρανό έναν πύρινο σταυρό που έγραφε «Εν τούτω νίκα».
Ο Κωνσταντίνος διέταξε τους στρατιώτες του να ζωγραφίσουν έναν σταυρό πάνω στις ασπίδες τους και υποσχέθηκε να ασπαστεί τον χριστιανισμό, αν νικούσε στην επικείμενη μάχη.
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου, επιτέθηκε με το ιππικό του εναντίον του εχθρικού ιππικού.
Οι δυνάμεις του Μαξέντιου νικήθηκαν και υποχώρησαν γρήγορα, αφήνοντας εκτεθειμένο το πεζικό τους, το οποίο άρχισε επίσης να υποχωρεί νοτίως προς τη Ρώμη.
Η στενή Μουλβία γέφυρα πάνω από τον Τίβερη υπέστη τόσο μεγάλη συμφόρηση ώστε πολλοί από τους υποχωρούντες στρατιώτες, περιλαμβανομένου και του Μαξέντιου, προσπάθησαν να περάσουν τον ποταμό κολυμπώντας.
Ο Μαξέντιος, με τη βαριά πανοπλία του, δεν μπόρεσε να κρατηθεί στην επιφάνεια και πνίγηκε.
Ο Κωνσταντίνος έγινε ο κύριος ολόκληρης της δυτικής Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας.
Πριν από την εισβολή στην Ιταλία, είχε κάνει μια συμφωνία μη επίθεσης με τον Λικίνιο και, μετά τη νίκη, τήρησε την υπόσχεσή του παντρεύοντας την αδελφή το με τον σύμμαχό του.
Τον Φεβρουάριο του 313, ο Κωνσταντίνος και ο Λικίνιος συναντήθηκαν στα Μεδιόλανα, το σημερινό Μιλάνο, οπού εξέδωσαν ένα έδικτο το οποίο περιλάμβανε την πρώτη επίσημη πολιτικής θρησκευτικής ανοχής στην αυτοκρατορία.
Σύμφωνα με το Έδικτο των Μεδιολάνων, «Οι χριστιανοί και όλοι οι άλλοι είναι ελεύθεροι να ακολουθούν οποιοδήποτε είδος λατρείας επιθυμούν».
ΠΗΓΗ: ΟΙ 100 ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΕΣ ΜΑΧΕΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΠΟΧΩΝ, MICHAEL LEE LANNING. ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΕΝΑΛΙΟΣ
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.