– «Ο γαμπρός μου ζητάει προίκα και δεν μπορώ να τη δώσω»
– «Να τον διώξεις»
– «Και να μείνει το κορίτσι μου στο ράφι;»
Αυτή ήταν μια κλασσική συζήτηση πατεράδων που είχαν κορίτσια της παντρειάς και έπρεπε να δώσουν στον γαμπρό την προίκα που τους ζητούσε. Ο θεσμός της προίκας, που έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα και έφτασε στην νεότερη Ελλάδα ως κωδικοποιημένος νόμος, αποτελούσε εφιάλτη για την ελληνική οικογένεια. Στην αρχική φωτογραφία οι άντρες στο Μέτσοβο παρακολουθούν από το καφενείο την μεταφορά της προίκας μέσα στα μπαούλα. Για το χωριό ήταν γιορτή αλλά για τις γυναίκες μεγάλο βάσανο. Ακόμα μεγαλύτερο βέβαια για τον πατέρα της νύφης.
Συχνά τα χρόνια εκείνα οι γυναίκες αντιμετωπίζονταν ως προϊόντα προς αγοροπωλησία, μια συναλλαγή που ήταν άκρως ταπεινωτική.
Το παζάρεμα γινόταν βάσει στρατηγικής. Ο γαμπρός έθετε τους όρους και εάν ήταν συμφέρουσα η πρόταση, γινόταν δεκτή η συμφωνία του γάμου. Φυσικά, στη μειονεκτική θέση βρίσκονταν οι φτωχότερες οικογένειες που δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν στην κόρη τους ή τις κόρες τους μια μεγάλη προίκα για να τις αποκαταστήσουν, με κίνδυνο τα κορίτσια να μείνουν …στο ράφι, όπως έλεγαν.
Και από την άλλοι, οι πλούσιοι γινόντουσαν πλουσιότεροι, καθώς προτιμούσαν να αλληλοπαντρεύονται για να μεγαλώνουν τις φατρίες τους.
Οι γονείς κάθε κοπέλας προσπαθούσαν να συλλέξουν την προίκα της, από τότε που ήταν μικρή μέχρι να έρθει κάποιος και να την ζητήσει σε γάμο. Η προίκα ήταν ο βασικός παράγοντας για να έρθει το ζευγάρι «εις γάμο κοινωνία» και υπερτερούσε έναντι του φυσικού κάλλους της κοπέλας ή των συναισθημάτων του γαμπρού προς τη μέλλουσα σύντροφό του.
Ως «προίκα» χαρακτηριζόταν οτιδήποτε θα εξασφάλιζε μια πιο άνετη ζωή στον γαμπρό, από κοσμήματα και μετρητά, μέχρι διαμερίσματα και κτήματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις η προικοδότηση ήταν μια ανεπίσημη πράξη που γινόταν με τα λόγια, αλλά υπήρχαν και τα επίσημα προικοσύμφωνα, που ήταν μέρος συμβολαιογραφικής πράξης.
Πάρα πολλές υποθέσεις έχουν απασχολήσει κατά καιρούς τον Τύπο, με επίδοξους γαμπρούς- απατεώνες, με φονικά λόγω μη διασφάλισης της προίκας και ληστείες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο λεγόμενος αθηναίος Αρσέν Λουπέν- ήρωας από το μυθιστόρημα «Αριστοκράτης Λωποδύτης»- που ροκάνιζε τις προίκες των κοριτσιών και μετά… «στρίβειν δια του αραββώνος».
Εμφανιζόταν ως γαμπρός-λαχείο μέσα από αγγελίες συνοικεσίων , με πολλά πτυχία, καλή θέση σε μια μεγάλη εταιρεία και ακριβό αυτοκίνητο και έτσι κέρδιζε των ενδιαφέρον των επίδοξων θυμάτων του. Επίσης, σε άλλα δημοσιεύματα παλιών εφημερίδων, αναφέρονται περιστατικά φονικού σε ζευγάρια, όπου ο άντρας σκότωσε την γυναίκα του επειδή δεν του έδωσε η οικογένειά της την προίκα που του είχαν υποσχεθεί.
Ο θεσμός της προίκας είχε προκαλέσει έντονες διαμαρτυρίες και είχε γίνει αφορμή για διάφορες εκστρατείες. Η επανάσταση κατά της προίκας όμως, ξεκίνησε από 17 κοινότητες της Ρούμελης, με πρωτοστάτη έναν ασπρομάλλη αγρότη εν ονόματι Κώστα Κίτσο, από το χωριό Άγιος Γεώργιος. Πήρε την πρωτοβουλία να συντάξει ένα υπόμνημα προς τη βασίλισσα Φρειδερίκη ικετεύοντάς την να αναλάβει πρωτοβουλία για την «κατάργησιν της προικός θραύουσα ούτω τα δεσμά, των αλυσοδεμένων εκ ταύτης οικογενειών και μεταδίδουσα την χαράν, την ευτυχίαν και την ελπίδα εις αυτάς».
Σιγά-σιγά όλη η Ελλάδα ξεσηκώθηκε για την κατάργηση του θεσμού της προίκας.
Τα πρώτα βήματα έγιναν τον Ιούλιο του 1978 όταν συστάθηκε μια ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή υπό τον ομότιμο καθηγητή της Νομικής Αθηνών Α. Γαζή, με σκοπό την κατάργηση των νόμων 1403-1404 του Αστικού Δικαίου που αφορούσαν στην προίκα και αντιτίθεντο στις αρχές περί ίσων δικαιωμάτων των δύο φύλων του Οικογενειακού Δικαίου του Συντάγματος.
Η επιτροπή τολμηρά είπε «όχι στην προίκα» και ζήτησε την κατάργηση του θεσμού, αναφέροντας ότι οι γονείς δεν θα υποχρεούνται να δίνουν προίκα στα κορίτσια, αλλά να παρέχουν στα παιδιά τους -αγόρια και κορίτσια- όλα τα απαραίτητα εφόδια για το νέο ξεκίνημα στο γάμο τους.
Ωστόσο, η οριστική κατάργηση της προίκας έγινε το 1983 με την ισχύ του νόμου 1329/83 που όριζε ότι και οι δύο σύζυγοι υποχρεώνονται να συμβάλλουν, ανάλογα με τις δυνάμεις τους στην αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, στο πλαίσιο της ισότητας, καταργώντας τη προίκα και εκσυγχρονίζοντας έτσι το οικογενειακό δίκαιο.
Την αρχική φωτογραφία εντόπισε και δημοσίευσε ο Νικηφόρος Θεοδωρόπουλος στην ομάδα Old photos from Greece, http://www.mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
– «Να τον διώξεις»
– «Και να μείνει το κορίτσι μου στο ράφι;»
Αυτή ήταν μια κλασσική συζήτηση πατεράδων που είχαν κορίτσια της παντρειάς και έπρεπε να δώσουν στον γαμπρό την προίκα που τους ζητούσε. Ο θεσμός της προίκας, που έχει τις ρίζες του στην αρχαία Ελλάδα και έφτασε στην νεότερη Ελλάδα ως κωδικοποιημένος νόμος, αποτελούσε εφιάλτη για την ελληνική οικογένεια. Στην αρχική φωτογραφία οι άντρες στο Μέτσοβο παρακολουθούν από το καφενείο την μεταφορά της προίκας μέσα στα μπαούλα. Για το χωριό ήταν γιορτή αλλά για τις γυναίκες μεγάλο βάσανο. Ακόμα μεγαλύτερο βέβαια για τον πατέρα της νύφης.
Συχνά τα χρόνια εκείνα οι γυναίκες αντιμετωπίζονταν ως προϊόντα προς αγοροπωλησία, μια συναλλαγή που ήταν άκρως ταπεινωτική.
Το παζάρεμα γινόταν βάσει στρατηγικής. Ο γαμπρός έθετε τους όρους και εάν ήταν συμφέρουσα η πρόταση, γινόταν δεκτή η συμφωνία του γάμου. Φυσικά, στη μειονεκτική θέση βρίσκονταν οι φτωχότερες οικογένειες που δεν μπορούσαν να εξασφαλίσουν στην κόρη τους ή τις κόρες τους μια μεγάλη προίκα για να τις αποκαταστήσουν, με κίνδυνο τα κορίτσια να μείνουν …στο ράφι, όπως έλεγαν.
Και από την άλλοι, οι πλούσιοι γινόντουσαν πλουσιότεροι, καθώς προτιμούσαν να αλληλοπαντρεύονται για να μεγαλώνουν τις φατρίες τους.
Οι γονείς κάθε κοπέλας προσπαθούσαν να συλλέξουν την προίκα της, από τότε που ήταν μικρή μέχρι να έρθει κάποιος και να την ζητήσει σε γάμο. Η προίκα ήταν ο βασικός παράγοντας για να έρθει το ζευγάρι «εις γάμο κοινωνία» και υπερτερούσε έναντι του φυσικού κάλλους της κοπέλας ή των συναισθημάτων του γαμπρού προς τη μέλλουσα σύντροφό του.
Ως «προίκα» χαρακτηριζόταν οτιδήποτε θα εξασφάλιζε μια πιο άνετη ζωή στον γαμπρό, από κοσμήματα και μετρητά, μέχρι διαμερίσματα και κτήματα. Στις περισσότερες περιπτώσεις η προικοδότηση ήταν μια ανεπίσημη πράξη που γινόταν με τα λόγια, αλλά υπήρχαν και τα επίσημα προικοσύμφωνα, που ήταν μέρος συμβολαιογραφικής πράξης.
Πάρα πολλές υποθέσεις έχουν απασχολήσει κατά καιρούς τον Τύπο, με επίδοξους γαμπρούς- απατεώνες, με φονικά λόγω μη διασφάλισης της προίκας και ληστείες. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ήταν ο λεγόμενος αθηναίος Αρσέν Λουπέν- ήρωας από το μυθιστόρημα «Αριστοκράτης Λωποδύτης»- που ροκάνιζε τις προίκες των κοριτσιών και μετά… «στρίβειν δια του αραββώνος».
Εμφανιζόταν ως γαμπρός-λαχείο μέσα από αγγελίες συνοικεσίων , με πολλά πτυχία, καλή θέση σε μια μεγάλη εταιρεία και ακριβό αυτοκίνητο και έτσι κέρδιζε των ενδιαφέρον των επίδοξων θυμάτων του. Επίσης, σε άλλα δημοσιεύματα παλιών εφημερίδων, αναφέρονται περιστατικά φονικού σε ζευγάρια, όπου ο άντρας σκότωσε την γυναίκα του επειδή δεν του έδωσε η οικογένειά της την προίκα που του είχαν υποσχεθεί.
Ο θεσμός της προίκας είχε προκαλέσει έντονες διαμαρτυρίες και είχε γίνει αφορμή για διάφορες εκστρατείες. Η επανάσταση κατά της προίκας όμως, ξεκίνησε από 17 κοινότητες της Ρούμελης, με πρωτοστάτη έναν ασπρομάλλη αγρότη εν ονόματι Κώστα Κίτσο, από το χωριό Άγιος Γεώργιος. Πήρε την πρωτοβουλία να συντάξει ένα υπόμνημα προς τη βασίλισσα Φρειδερίκη ικετεύοντάς την να αναλάβει πρωτοβουλία για την «κατάργησιν της προικός θραύουσα ούτω τα δεσμά, των αλυσοδεμένων εκ ταύτης οικογενειών και μεταδίδουσα την χαράν, την ευτυχίαν και την ελπίδα εις αυτάς».
Σιγά-σιγά όλη η Ελλάδα ξεσηκώθηκε για την κατάργηση του θεσμού της προίκας.
Τα πρώτα βήματα έγιναν τον Ιούλιο του 1978 όταν συστάθηκε μια ειδική νομοπαρασκευαστική επιτροπή υπό τον ομότιμο καθηγητή της Νομικής Αθηνών Α. Γαζή, με σκοπό την κατάργηση των νόμων 1403-1404 του Αστικού Δικαίου που αφορούσαν στην προίκα και αντιτίθεντο στις αρχές περί ίσων δικαιωμάτων των δύο φύλων του Οικογενειακού Δικαίου του Συντάγματος.
Η επιτροπή τολμηρά είπε «όχι στην προίκα» και ζήτησε την κατάργηση του θεσμού, αναφέροντας ότι οι γονείς δεν θα υποχρεούνται να δίνουν προίκα στα κορίτσια, αλλά να παρέχουν στα παιδιά τους -αγόρια και κορίτσια- όλα τα απαραίτητα εφόδια για το νέο ξεκίνημα στο γάμο τους.
Ωστόσο, η οριστική κατάργηση της προίκας έγινε το 1983 με την ισχύ του νόμου 1329/83 που όριζε ότι και οι δύο σύζυγοι υποχρεώνονται να συμβάλλουν, ανάλογα με τις δυνάμεις τους στην αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, στο πλαίσιο της ισότητας, καταργώντας τη προίκα και εκσυγχρονίζοντας έτσι το οικογενειακό δίκαιο.
Την αρχική φωτογραφία εντόπισε και δημοσίευσε ο Νικηφόρος Θεοδωρόπουλος στην ομάδα Old photos from Greece, http://www.mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.