Είναι αναμφίβολα το πιο διάσημο εξαγώγιμο προϊόν της Δανίας. Το πώς έφτασε να αναγνωρίζεται ως τέτοιο όμως, θα μπορούσε να είναι ένα best seller παραμύθι του Χανς Κρίστιαν Άντερσεν. Ένα λυπημένο παραμύθι, από το οποίο μοιάζει να ξεπηδά ως απόλυτη ανατροπή το happy end. Κανονικά δεν θα έπρεπε να έχουν υπάρξει. Ό,τι μπορούσε να πάει στραβά πήγε, για να μείνει απλώς ένα όνειρο ο μαγικός κόσμος των LEGO. Η ατσάλινη θέληση όμως και παροιμιώδης επιμονή ενός άνδρα αποδείχτηκε ισχυρότερη από κάθε κακοτοπιά. Η φράση «συμφορά» έγινε για αυτόν δεύτερη φύση. Αλλά κάθε φορά που δεν τον σκότωνε, τον έκανε πιο δυνατό…
Ο άνδρας αυτός λέγεται Όλε Κιρκ Κρίστιανσεν. Γεννημένος στην κωμόπολη Μπίλουντ της Δανίας το 1891, ξεκίνησε από νεαρή ηλικία να παίζει και να σκαλίζει με το ξύλο. Γρήγορα η αγαπημένη αυτή συνήθεια μετατράπηκε σε επάγγελμα και εν συνεχεία σε επιχείρηση. Το 1916 ο 25χρονος τότε μαραγκός άνοιξε το δικό του ξυλουργείο, στο οποίο έφτιαχνε αρχικά έπιπλα, όπως σκάλες, σκαμπό και σιδερώστρες της εποχής.
Οχτώ χρόνια αργότερα η τύχη του γύρισε για πρώτη φορά την πλάτη. Παίζοντας στο ξυλουργείο, δύο από τους γιους του έβαλαν κατά λάθος φωτιά σε ένα σωρό με ρινίσματα ξύλου και από την εξάπλωση της τυλίχτηκε στις φλόγες η επιχείρηση. Ολόκληρο το κτίριο καταστράφηκε, μαζί και το σπίτι της οικογένειας.
Ο Κρίστιανσεν έχτισε από την αρχή το σπίτι και την επιχείρηση του. Η μαεστρία του στην ξυλουργική τον βοήθησε να αποκτήσει γρήγορα ξανά πελατεία, η παγκόσμια ύφεση όμως του 1929 και ο θάνατος της γυναίκας του το 1932 αποτέλεσαν τεράστιο οικονομικό και ψυχολογικό πλήγμα. Είχε μείνει μόνος μόνος με τέσσερις γιους και η επιχείρηση όδευε προς πτώχευση. Και τότε ήταν που σκαρφίστηκε τη μεγάλη ιδέα.
Προκειμένου να αποσπάσει την προσοχή των παιδιών του από την απώλεια της μητέρας τους, άρχισε μαζί με τα έπιπλα να κατασκευάζει και ξύλινα παιχνίδια. Ήταν τέτοια η απήχηση που είχαν στα παιδιά του, ώστε σύντομα αποφάσισε να παράγει περισσότερα και να τα βγάλει στην αγορά. Με την προσθήκη των παιχνιδιών στην παραγωγή, τα έσοδα αυξήθηκαν αμέσως. Ο Κρίστιανσεν μόλις είχε ανοίξει το σεντούκι με το θησαυρό…
Αναζητώντας πλέον νέο όνομα για την επιχείρηση του, ο δεινός ξυλουργός κάλεσε τους υπαλλήλους του για να ακούσει τις προτάσεις τους. Εν τέλει αυτό που επιλέχθηκε ήταν το «Leg Godt»που στα δανικά σημαίνει «Παίξε καλά». Κάπως έτσι γεννήθηκε η «Lego», με τη σύμπτυξη των δύο ονομάτων σε ένα.
Με σήμα – κατατεθέν την ξύλινη πάπια, το ράμφος της οποίας άνοιγε και έκλεινε (παιχνίδι σήμερα συλλεκτικό), ο Κρίστιανσεν εμπλούτισε την παραγωγή των παιχνιδιών με μοντέλα ζώων και αυτοκινήτων.
Η ζήτηση των προϊόντων του ήταν μεγάλη, αλλά ο δρόμος προς την καταξίωση ακόμα μακρύς. Το 1942, κι ενώ η Δανία βρισκόταν υπό γερμανική κατοχή, μια νέα μεγάλη πυρκαγιά κατέστρεψε ολοσχερώς το εργοστάσιο του. Ούτε αυτό το εμπόδιο ωστόσο στάθηκε ικανό να τον πτοήσει. Διορατικός όσο λίγοι, πήρε τότε τη μεγάλη απόφαση να αφοσιωθεί αποκλειστικά στην παραγωγή παιχνιδιών.
Η επιχείρηση στάθηκε ξανά στα πόδια της και το 1947 ήρθε η κίνηση – «ματ» που θα τη μετέτρεπε στο σημερινό κολοσσό.
Το ξύλο αντικαταστάθηκε με το πλαστικό και από το 1949 η εταιρία ξεκίνησε να κατασκευάζει το προϊόν που αποκλήθηκε «τούβλο αυτόματου δεσίματος».
Είχε προηγηθεί η αγορά ενός μηχανήματος τελευταίας τεχνολογίας για την επεξεργασία πλαστικού, το οποίο κόστιζε το ιδιαίτερα τσουχτερό για την εποχή ποσό των 30.000 κορώνων.
Η έμπνευση για το παιχνίδι προήλθε από ένα σετ τούβλων της βρετανικής εταιρείας Kiddicraft, τα δικαιώματα της οποίας αγόρασε και επίσημα η LEGO το 1981.
Ο Κρίστενσεν και ο γιος του, Γκότφρεντ, βελτίωσαν το αρχικό σχέδιο και άρχισαν να πωλούν τα γνωστά τουβλάκια το 1949. Παρόλο που αρχικά δεν ήταν τα πιο περιζήτητα παιχνίδια της LEGO, με την πάροδο των ετών άρχισαν να αποκτούν ολοένα και μεγαλύτερη δημοφιλία.
Το 1958 ο Όλε Κιρκ πέθανε από καρδιακή προσβολή, αλλά είχε προλάβει να μεταλαμπαδεύσει ακέραιο το επιχειρηματικό δαιμόνιο του στον Γκότφρεντ. Ο τρίτος γιος του εξέλιξε το τούβλο αυτόματου δεσίματος, δημιουργώντας ένα σύστημα παιχνιδιού (στη λογική αρσενικού-θηλυκού), που σχεδιάστηκε στη βάση ότι όλα τα τουβλάκια πρέπει να αλληλοσυνδέονται και να συναρμολογούνται, ενισχύοντας τη φαντασία των παιδιών αλλά και τις πωλήσεις της εταιρείας.
Το σύστημα αυτό αποτέλεσε τη βάση των σημερινών Lego. Από το 1955 και έπειτα κάθε τουβλάκι LEGO που δημιουργήθηκε, μπορεί να συνδεθεί με οποιοδήποτε άλλο.
Η νέα εποχή για τη LEGO είχε ξεκινήσει και η νέα μεγάλη πυρκαγιά του 1960 – που κατέστρεψε το εργοστάσιο που κατασκεύαζε τα ξύλινα παιχνίδια – εκλήφθηκε περισσότερο ως «θεϊκό μήνυμα» παρά ως νέα συμφορά. Το εργοστάσιο με τα πλαστικά είχε μείνει ανέγγιχτο και η εταιρία αποφάσισε να εγκαταλείψει για πάντα το ξύλο.
Προϊόντος του χρόνου η LEGO πέρασε στη συνείδηση όλου του κόσμου το σλόγκαν της («μόνο το καλύτερο αξίζει») και εξελίχθηκε στο βιομηχανικό γίγαντα που είναι σήμερα. Το μεγαλύτερο επίτευγμα της είναι ότι έχει αναπτυχθεί μια παγκόσμια υποκουλτούρα σχετικά με τα παιχνίδια της, η οποία έχει τροφοδοτήσει τη δημιουργία ταινιών, ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων, διαγωνισμών και οχτώ θεματικών πάρκων αναψυχής, από την Καλιφόρνια έως την Μαλαισία και την Ιαπωνία.
Η ξύλινη πάπια είναι σήμερα η πάπια με τα… χρυσά αυγά.
Φυσικά το πιο ξακουστό είναι το πάρκο LEGOLAND στη γενέτειρα αυτού που το 2015 αντικατέστησε τη Ferrari ως το «πιο ισχυρό brand παγκοσμίως»! Το Μπίλουντ των 6.000 κατοίκων υποδέχεται κάθε χρόνο εκατοντάδες χιλιάδες τουρίστες, είτε για να κάνουν ένα αξέχαστο δώρο στα παιδιά τους, είτε για να νιώσουν ξανά οι ίδιοι παιδιά.
Κυρίως όμως για να θαυμάσουν την κατάληξη ενός δημιουργικού «θαύματος», που δεν είχε καμία προϋπόθεση να εξελιχθεί σε τέτοιο…