Όταν ήταν ακόμα νεαρός δελφίνος της Υψηλής Πύλης, ο Μωάμεθ ο Πορθητής είχε ένα όνειρο: να δημιουργήσει μια δική του αυτοκρατορία στο μέγεθος και τη λάμψη της ρωμαϊκής.
Και ήθελε βέβαια για πρωτεύουσα των τεράστιων εδαφών του μια πόλη αντάξια της δύναμης του βασιλείου του, την υπέρλαμπρη Κωνσταντινούπολη των Βυζαντινών.
Αυτοί έμελλε να είναι οι δύο πυλώνες της ιμπεριαλιστικής πολιτικής του διασημότερου ίσως σουλτάνου που ξεπήδησε ποτέ από την οθωμανική αυτοκρατορία, του δαιμόνιου Μωάμεθ Β’ που κυβέρνησε από το 1444-1446 και κατόπιν από το 1451-1481, οδηγώντας τη χώρα του σε πρωτόγνωρες στρατιωτικές και κατακτητικές δόξες.
Μεγάλη στρατιωτική και πολιτική φυσιογνωμία, ο Πορθητής κατάφερε να βάλει στο χέρι τόσο τη Βασιλεύουσα όσο και τα Βαλκάνια και την Ανατολία, δημιουργώντας την ίδια την καρδιά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας για τους επόμενους τέσσερις αιώνες. Η ανηλεής σταυροφορία του σε Ασία και Ευρώπη θα εγκαθίδρυε μια πανίσχυρη αυτοκρατορία, αν και ο ίδιος φαινόταν να είναι πολλά περισσότερα από ευφυής στρατηλάτης.
Με γνήσια αγάπη για τις καλές τέχνες και τη δυτική λογοτεχνία, ο Μωάμεθ Β’ μαγεύτηκε από την κολοσσιαία αρχιτεκτονική της Ευρώπης και θέλησε να την επαναλάβει στη νέα πρωτεύουσα του βασιλείου του, προικοδοτώντας την Κωνσταντινούπολη με τεράστια έργα που έμελλε να γίνουν κι αυτά με τη σειρά τους σύμβολα της οθωμανικής περιόδου της…
Πρώτα χρόνια και πρώτη περίοδος βασιλείας
Ο Μωάμεθ Β’ (Φατίχ Σουλτάν Μεχμέτ) γεννιέται στις 30 Μαρτίου 1432 στην πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, την Αδριανούπολη της Θράκης, ως ο τρίτος γιος του σουλτάνου Μουράτ Β’ και μιας σκλάβας από το χαρέμι του. Ο μικρός μεγαλώνει μέσα στα πλούτη αλλά και τις ίντριγκες της Υψηλής Πύλης και σε ηλικία 11 ετών στέλνεται ως κυβερνήτης στην Αμάσεια της Μικράς Ασίας, όπως ήταν εξάλλου το βασιλικό έθιμο για τους νεαρούς οθωμανούς πρίγκιπες.
Αφού περάσει και ένα διάστημα εντατικής μαθητείας στη Μαγνησία της Ιωνίας, ο 12χρονος Μωάμεθ επιστρέφει στην Αδριανούπολη τον Αύγουστο του 1444 για να στεφθεί βασιλιάς! Ο Μουράτ Β’, έχοντας συνάψει σύμφωνο ειρήνης με όλους τους εχθρούς του βασιλείου του τόσο στα δυτικά όσο και τα ανατολικά, κλείνοντας τα ανοιχτά μέτωπα σε Ευρώπη και Μικρά Ασία, παραιτείται από τον θρόνο υπέρ του γιου του και αποσύρεται στην Ιωνία.
Ήδη όμως από τις πρώτες στιγμές της βασιλείας του, η ειρήνη αποδείχθηκε εξαιρετικά εύθραυστη, την ίδια ώρα που η εξωτερική κρίση έμελλε να μεταφερθεί και στο εσωτερικό. Ο βασιλιάς της Ουγγαρίας, ο Πάπας, η Βυζαντινή Αυτοκρατορία και οι Ενετοί από τη μία, αλλά και οι καραμανίδες εμίρηδες από την άλλη, θέλησαν να εκμεταλλευτούν την άνοδο ενός παιδιού στο τιμόνι της Υψηλής Πύλης και σύντομα θα ήταν πάλι σε πόλεμο με τους Οθωμανούς δημιουργώντας έναν ισχυρό αντιτουρκικό συνασπισμό. Αλλά και η ίδια η Αδριανούπολη μετατράπηκε σε τόπο της βίαιης αντιπαλότητας του ειρηνόφιλου μεγάλου βεζίρη Χαλίλ Πασά και των ενδοπαλατινών εχθρών του, των φιλοπόλεμων υπουργών της Υψηλής Πύλης.
Μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1444, ο ενωμένος στρατός των ευρωπαίων σταυροφόρων είχε περάσει τον Δούναβη, με τα νέα να καταφτάνουν ως την Αδριανούπολη και να προκαλούν σφαγές του χριστιανικού πληθυσμού της πόλης, μέσα σε ατμόσφαιρα γενικευμένου πανικού. Όταν οι Ευρωπαίοι ξεκίνησαν την πολιορκία της Βιέννης, όλοι στο παλάτι συνειδητοποίησαν ότι ο Μωάμεθ παραήταν νεαρός για τέτοιο πόλεμο, γι’ αυτό και στήθηκε μια μηχανορραφία για την επιστροφή του Μουράτ Β’ στον θρόνο.
Ο Μουράτ επιστρέφει τάχιστα και χωρίς να χάσει χρόνο, αντεπιτίθεται στους σταυροφόρους και τους νικά κατά κράτος στη Μάχη της Βάρνας (10 Νοεμβρίου 1444). Τόσο οι εξωτερικές όσο και οι εσωτερικές αναταραχές τακτοποιήθηκαν λοιπόν και ο Μωάμεθ συνέχισε να κάθεται στον θρόνο της Αδριανούπολης, καθώς μετά τη νικηφόρα εκστρατεία του ο Μουράτ αποσύρθηκε και πάλι στη Μαγνησία της Ιωνίας.
Οι φιλοπόλεμοι ωστόσο βεζίρηδες δεν σταματούσαν να καλούν τον νεαρό σουλτάνο σε επεκτατικές επιχειρήσεις, ανοίγοντας τελικά την όρεξή του για την Κωνσταντινούπολη. Ο μεγάλος βεζίρης ενορχηστρώνει λοιπόν το πραξικόπημα των γενίτσαρων για να απαλλάξει τον νεαρό σουλτάνο από την επιρροή των φιλοπόλεμων δυνάμεων και καλεί άλλη μια φορά σε παλινόρθωση του Μουράτ (Μάιος 1446). Ο Μουράτ αναλαμβάνει την Υψηλή Πύλη και ο γιος του στέλνεται στη Μαγνησία, αν και συνεχίζει να θεωρεί τον εαυτό του ως τον νόμιμο σουλτάνο…
Δεύτερη άνοδος στον θρόνο
Με τον θάνατο του Μουράτ Β’, ο μέχρι τότε αφανής Μωάμεθ επιστρέφει στην Αδριανούπολη και στέφεται για δεύτερη φορά σουλτάνος στις 18 Φεβρουαρίου 1451. Τώρα στο μυαλό του έχει έναν και μόνο έναν στόχο, την κατάκτηση της Κωνσταντινούπολης, αν και ούτε η Ευρώπη ούτε το Βυζάντιο φαινόταν να ανησυχούν από τα σκοτεινά σχέδια του νεαρού σουλτάνου, ενθυμούμενοι προφανώς την προηγούμενη περιπετειώδη διακυβέρνησή του. Την ίδια ώρα, ο Μωάμεθ μόνο εγκαθιδρυμένη δεν είχε την εξουσία του στο βασίλειο, αν και σύντομα θα αποδείκνυε πως ήταν ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης του σουλτανάτου του τιμωρώντας παραδειγματικά τους γενίτσαρους για την απείθειά τους.
Τώρα οργάνωνε και εξόπλιζε πυρετωδώς τον στρατό του καθώς είχε στο στόχαστρο τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, ρίχνοντας το βάρος στη διπλωματία. Υπέγραψε έτσι ευνοϊκά για τους εχθρούς του σύμφωνα ειρήνης με την Ουγγαρία και τη Βενετία, για να τους κρατήσει ουδέτερους στα πολεμικά σχέδιά του. Την ίδια ώρα, εγκαθιδρύει ειρήνη και στη Μικρά Ασία με τους Καραμανίδες, τακτοποιώντας κάθε εκκρεμότητα στα σύνορα του βασιλείου του. Τώρα το Βυζάντιο μοιάζει αποκομμένο και χωρίς συμμάχους και ο Μωάμεθ θα περάσει όλο το 1452 χτίζοντας το περιβόητο φρούριό του Ρούμελη Χισάρ στον Βόσπορο, αποκόπτοντας έτσι τα στενά για τα εχθρικά πλοία. Όλα μοιάζουν έτοιμα για την τελική επίθεση στην Πόλη…
Η Άλωση της Πόλης
Με τις 31 ολοκαίνουριες τριήρεις του πανέτοιμες και τα τεράστια κανόνια του ετοιμοπόλεμα, τα απόρθητα τείχη της Κωνσταντινούπολης έμοιαζαν τώρα ετοιμόρροπα. Το πρόσχημα για την πολιορκία της Πόλης δόθηκε μάλιστα βολικά από τους ίδιους τους Βυζαντινούς, που σε μια σειρά στρατηγικών λαθών διέπραξαν την ύβρη να απειλήσουν τον Μωάμεθ με την απελευθέρωση οθωμανού πρίγκιπα που ήταν διεκδικητής του θρόνου.
Ο σουλτάνος όχι μόνο δεν θα πληρώσει το παχυλό ποσό που του ζήτησε ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος αλλά μέχρι τον Απρίλιο του 1453, οι 100.000 άντρες, τα 400 πλοία και τα πάμπολλα κανόνια του ήταν πια έξω από τα τείχη της Πόλης. Ξεχωριστό ρόλο έπαιξε στην Άλωση της Κωνσταντινούπολης στις 29 Μαΐου 1453 η μπομπάρδα, το τεράστιο κανόνι του σουλτάνου που όμοιό του δεν είχε ξαναδεί η οικουμένη, την ίδια στιγμή που διάφοροι λόγοι οδήγησαν στην πτώση της Πόλης, όπως η περιβόητη Κερκόπορτα, η βοήθεια από την καθολική Δύση που δεν ήρθε ποτέ, η πολιτική και στρατιωτική παρακμή του Βυζαντίου και ο ρόλος της εκκλησίας και των αρχόντων φυσικά, που κοίταζαν το θησαυροφυλάκιο περισσότερο από την ίδια την πόλη.
Το Βυζάντιο, σκιά του παλιού ένδοξου εαυτού του, δεν είχε ελπίδα κόντρα στην οθωμανική λαίλαπα και πουθενά δεν φάνηκε καλύτερα αυτό από τους αποτυχημένους χειρισμούς στην υπόθεση της Κωνσταντινούπολης. Στις 7 Απριλίου ο σουλτάνος έστησε τη σκηνή του μπροστά από την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και κήρυξε επίσημα την πολιορκία της Κωνσταντινούπολης, έναν αγώνα άνισο για τους Βυζαντινούς, που είχαν να αντιπαρατάξουν μόλις 7.000 άνδρες (οι 2.000 από τους οποίους ήταν μισθοφόροι) στις 100.000 και πλέον του Μωάμεθ. Το διπλό και απόρθητο τείχος της Βασιλεύουσας που την είχε κρατήσει όρθια εδώ και 1.000 χρόνια ήταν πια έρμαιο του πυροβολικού του σουλτάνου, που από τις 12 Απριλίου άρχισε τους καθημερινούς κανονιοβολισμούς του.
Η τελική έφοδος των Οθωμανών έγινε το πρωινό της 29ης Μαΐου 1453, όταν οι χιλιάδες στρατιώτες του Μωάμεθ εφόρμησαν στη σχεδόν ανυπεράσπιστη πόλη και την κατέλαβαν μέσα σε λίγες ώρες. Ο αυτοκράτορας Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, που αρνήθηκε λίγο νωρίτερα την πρόταση συνθηκολόγησης του Μωάμεθ, έπεσε ηρωικά μαχόμενος, όπως και οι υπερασπιστές της Πόλης. Οι Οθωμανοί προέβησαν σε εκτεταμένες λεηλασίες και σφαγές και το ίδιο βράδυ ο Μωάμεθ εισήλθε πανηγυρικά στην Αγία Σοφία ως «Πορθητής» και προσευχήθηκε στον Αλλάχ…
Κατοπινές εκστρατείες και τέλος
Οι θηριωδίες των Οθωμανών στην Ιστανμπούλ πια ανάγκασαν τον Μωάμεθ να την ξαναχτίσει, μιας και την προόριζε για πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας του. Μετέφερε μουσουλμανικές και χριστιανικές πληθυσμιακές ομάδες από την Ανατολία και τα Βαλκάνια για την ενίσχυση του τοπικού στοιχείου και παρήγγειλε μεγάλα έργα υποδομής, θέλοντας να φτιάξει μια μεγαλοπρεπή πόλη αντίστοιχη της παντοδύναμης αυτοκρατορίας του.
Ο Μωάμεθ σεβάστηκε το χριστιανικό στοιχείο της Πόλης πολύ περισσότερο από τους καθολικούς στην άλωση του 1204: τους εκχώρησε προνόμια και τους έδωσε πίσω τα σπίτια τους, ώστε να επιστρέψουν οι Έλληνες και οι Γενοβέζοι του Γαλατά. Θρησκευτικά ανεκτικότατος, ο σουλτάνος παραχώρησε σημαντικά προνόμια στο Οικουμενικό Πατριαρχείο (6 Ιανουαρίου 1454) και εγκαθίδρυσε ανώτατες αρχές τόσο για την εβραϊκή όσο και την αρμενική παροικία της Πόλης, ανεγείροντας ταυτοχρόνως προνοιακές και εμπορικές δομές που σύντομα θα έκαναν την Ιστανμπούλ την απόλυτη μητρόπολη της ευρύτερης περιοχής. Μέχρι τα μέσα του επόμενου αιώνα, η Κωνσταντινούπολη θα ήταν η μεγαλύτερη πόλη της Ευρώπης.
Στρατιωτικά, στράφηκε τώρα στην κατάληψη των υπολειμμάτων της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας αλλά και στην εγκαθίδρυση της οθωμανικής εξουσίας σε όλη τη Μικρά Ασία, καταλύοντας τα βασίλεια των καραμανιδών και τα λογής τουρκμενικά εμιράτα της περιοχής. Μέχρι το 1461, όλος σχεδόν ο γεωγραφικός χώρος που αποτελούσε τον πυρήνα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας είχε περιπέσει στα χέρια του (όπως το Δουκάτο των Αθηνών, το Δεσποτάτο του Μυστρά, η Τραπεζούντα αλλά και οι φραγκικές ηγεμονίες του Αιγαίου).
Η δόξα και το κύρος του ήταν πια απροσμέτρητα και τώρα ο Μωάμεθ άρχισε να θεωρεί τον εαυτό του διάδοχο των ρωμαίων αυτοκρατόρων, προσθέτοντας στον βασιλικό του τίτλο το «καίσαρας». Πλέον ήθελε να αναβιώσει την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία κάτω από το όνομα του Ισλάμ και ο ιερός του πόλεμος τέλος δεν θα γνώριζε. Ως «άρχοντας των δύο ηπείρων και των δύο θαλασσών», ο Μωάμεθ Β’ επέκτεινε την κυριαρχία του σε Βαλκάνια και Ανατολία όντας μόνιμα σε επεκτατικό πόλεμο στη βαλκανική χερσόνησο, την Ουγγαρία, τη Βλαχία, τη Μολδαβία, το Αιγαίο, ακόμα και στην Κριμαία.
Με το πανίσχυρο ναυτικό που έφτιαξε, καθώς κατάλαβε από νωρίς πως μόνο έτσι θα πρωταγωνιστούσε στην Ανατολική Μεσόγειο των μεγάλων ιταλικών δημοκρατιών, υπέταξε τους Γενοβέζους και κατέλαβε τα εδάφη τους, βάζοντας μετά στο στόχαστρο τους Ενετούς: ο πρώτος Ενετο-Τουρκικός Πόλεμος κατέληξε σε νίκη του Μωάμεθ και περιήλθαν έτσι στην κατοχή του η Εύβοια, τμήμα της Πελοποννήσου και αρκετά νησιά του Αιγαίου, αν και τη Ρόδο δεν θα την έπαιρνε τελικά από τους Ιωαννίτες Ιππότες.
Σειρά είχε κατόπιν η μακροχρόνια εκστρατεία του στα βόρεια της Βαλκανικής, με την εισβολή του στη Σερβία και τη Βλαχία. Ο Βλαντ ο Παλουκωτής θα απωθήσει και τις τρεις απόπειρες του Μωάμεθ να καταλάβει τα εδάφη του, αν και ο οθωμανός σουλτάνος θα αναδιπλωθεί καταλαμβάνοντας το Σαράγιεβο και την Αλβανία τελικά.
Το όραμά του για την κατάληψη της Ρώμης κοντοζύγωνε στην ολοκλήρωσή του και η κατάληψη του ιταλικού Οτράντο το 1480 ήταν η πρώτη επιτυχημένη πράξη για την ιταλική εκστρατεία του, η οποία δεν έμελλε ωστόσο να ευοδωθεί γιατί θα τον προλάβαινε ο θάνατος. Έχοντας εγκαινιάσει μια νέα σειρά πολεμικών επιχειρήσεων στην Ανατολία την άνοιξη του 1481, ο Μωάμεθ Β’ θα αφήσει την τελευταία του πνοή 25 χιλιόμετρα έξω από την Κωνσταντινούπολη.
Για τον θάνατό του έχει υποστηριχθεί ευρέως ότι πρέπει να ήταν αποτέλεσμα δολοφονικής απόπειρας, καθώς πολλοί έψαχναν να δηλητηριάσουν τον πανίσχυρο σουλτάνο, μεταξύ των οποίων και ο γιος του Βαγιαζίτ Β’, ο οποίος τον διαδέχθηκε τελικά στον θρόνο της Υψηλής Πύλης παρά το γεγονός ότι δεν ήταν ο νόμιμος διάδοχος.
Πέρα από τις στρατιωτικές επιχειρήσεις που τον έκαναν γνωστό στα πέρατα του κόσμου, ο Μωάμεθ έκανε και πολλά για την ανασυγκρότηση της χώρας του, οργανώνοντας κεντρική διοίκηση και φτιάχνοντας ενιαίο ποινικό και αστικό Δίκαιο. Την αυτοκρατορία του την κυβέρνησε με σιδερένια πυγμή και δεν έδειχνε κανένα έλεος στους παραβάτες των νόμων του, κάνοντας ακόμα και πολλούς συγχρόνους του να διαμαρτύρονται για την παροιμιώδη σκληρότητά του.
Πλάι στον σκληρό σουλτάνο συνυπήρχε ωστόσο ο φωτισμένος ηγέτης, που κάλεσε ιταλούς ανθρωπιστές και έλληνες διανοούμενους στην αυλή του για να φιλοτεχνήσει την επόμενη μέρα της Κωνσταντινούπολης με έργα δυτικής τέχνης αλλά και ευρωπαϊκού πνεύματος…