Η λέξη επήρεια αναφέρεται κυρίως στην επενέργεια σε κάποιον διαφόρων ουσιών, όπως λ.χ. φάρμακα, ναρκωτικά, αλκοολούχα ποτά κ.ά. και επομένως έχει γενικότερα αρνητική εννοιολογική χροιά: ο αθλητής τελούσε υπό την επήρεια αναβολικών / η επήρεια των ψυχοφαρμάκων ενδέχεται να τού αλλοιώσει την όλη συμπεριφορά.
Η λέξη επιρροή αναφέρεται 1. στην επίδραση που ασκείται σε κάποιο πρόσωπο ή στη διαμόρφωση αποτελέσματος: ο τάδε εφοπλιστής ασκεί μεγάλη οικονομική επιρροή στη ναυτιλία της χώρας του / η επιρροή της κοινωνίας υπήρξε αποφασιστική στις επαγγελματικές επιλογές του 2. στην ικανότητα κάποιου να επιβάλλεται με το κύρος του και να εμπνέει σεβασμό στους γύρω του: ο τάδε υπουργός διαθέτει μεγάλη επιρροή στις αποφάσεις του υπουργικού συμβουλίου / τεράστια είναι η επιρροή του ημερήσιου τύπου στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης.
Η λέξη επίδραση έχει ευρύτερη χρήση και δηλώνει κάθε μορφής ενέργεια που ασκείται σε πρόσωπα ή πράγματα και τις μεταβολές που επιφέρει: η ελληνική ζωγραφική του 19ου αιώνα δέχτηκε την καθοριστική επίδραση της Σχολής του Μονάχου. Στον πληθυντικό η λέξη επιδράσεις δηλώνει συχνά την ενέργεια που ασκείται σε έργο τέχνης ή σε συγγραφέα ή σε καλλιτέχνη από άλλα έργα ή συγγραφείς ή καλλιτέχνες: ο Σολωμός δέχτηκε επιδράσεις από την ιταλική ποίηση.
Περισσότερα φιλολογικά θέματα εδώ.