Για αιώνες, οι Αζτέκοι έπιναν ένα ρόφημα, το οποίο στη γλώσσα Ναχουάτλ, ονομαζόταν “Chocolatl”. Το ρόφημα παρασκευαζόταν από κοπανισμένους σπόρους κακαόδεντρου και μπαχαρικά, ενώ πινόταν ζεστό, σχεδόν καυτό. Φυσικά όχι απ’ όλους – το τσοκολάτλ ήταν το ποτό των ανωτέρας τάξεως, των βασιλιάδων, ενώ το προσέφεραν και στους θεούς, μιας και κάθε καρπός του κακαόδεντρου άξιζε το βάρος του σε χρυσάφι, ενώ ακριβώς χρησιμοποιούνταν και ως νόμισμα, ως μέσο συναλλαγής.
Το ρόφημα αυτό θεωρούνταν εξαίρετο δυναμωτικό, χωνευτικό, ευφορικό και ως πανάκεια για κάθε αρρώστια. Φυσικά, ένας τέτοιος θησαυρός δεν θα μπορούσε να διαφύγει της προσοχής, και της απληστίας του κυρίου Ερνάν Κορτέζ, ενός τυχοδιώκτη, αλήτη της καλής κοινωνίας, που νίκησε τον Μοντεζούμα και κατέκτησε το βασίλειο των Αζτέκων για λογαριασμό του ισπανικού στέμματος.
Αυτός ο τυχοδιώκτης, που σκότωσε κόσμο και κοσμάκη ως κονκισταδόρ, δηλαδή κατακτητής, έφερε το 1528 στην Ευρώπη για πρώτη φορά σπόρους κακάο καθώς και τα απαραίτητα σύνεργα και την τεχνογνωσία για να φτιάξει το τσοκολάτλ. Το ρόφημα της σοκολάτας, όπως ονομάστηκε από τότε, κατέκτησε την Ισπανική αυλή, μετά την Ευρώπη, και ύστερα τον κόσμο όλο.
Να πούμε πως σοκολάτα σε στερεά μορφή για πρώτη φορά παρασκευάστηκε το 1674 σε ένα μαγαζί του Λονδίνου, με την επωνυμία “ο Μύλος του Καφέ”.
Περισσότερες ιστορίες λέξεων εδώ.