Το τσίπουρο, ένα γνήσιο ελληνικό οινοπνευματώδες, πιστεύεται πως παρασκευάστηκε για πρώτη φορά τον 14ο αιώνα στο Άγιο Όρος, απ’όπου εξαπλώθηκε κυρίως σε Μακεδονία, Ήπειρο, Θεσσαλία και Κρήτη.
Το τσίπουρο παράγεται από την απόσταξη στέμφυλων, δηλαδή από τη μάζα που απομένει μετά τη συμπίεση του σταφυλοπολτού. Το Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας λέει πως η λέξη τσίπουρο είναι συνώνυμη του στέμφυλου, αλλά η ετυμολόγησή της είναι αβέβαιη. Ίσως η λέξη να προέρχεται από την τουρκική λέξη “sapre” ή να συνδέεται με τη λέξη “σίκερα”, από το εβραϊκό “sekar”, που είναι ένα είδος οινοπνευματώδους ποτού.
Όπως και ‘χει, το παυσίλυπο τσίπουρο, αυτό το διαυγές απόσταγμα, 36-45 αλκοολικών βαθμών, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα παραγόταν αποκλειστικά σε οικιακά αποστακτήρια -σχετικά πρόσφατα μπήκε σε μαζική παραγωγή. Το καζάνιασμα, δηλαδή η απόσταξη των στέμφυλων, στα τέλη του φθινοπώρου, ήταν μια γιορτή αυτόχρημα διονυσιακή, που συνέσφιγγε τους δεσμούς των κοινοτήτων που παρήγαν το ποτό.
Περισσότερες ιστορίες λέξεων εδώ.