«Γραμματική εστίν εμπειρία των παρά ποιηταίς τε και συγγραφεύσιν ως επί το πολύ λεγομένων…», κάπως έτσι ξεκινάει το αρχαίο πρώτο κεφάλαιο με τίτλο «Περί Γραμματικής» του συγγράμματος «Τέχνη Γραμματική», το οποίο αποτελεί την πρώτη προσπάθεια συστηματικής γραμματικής περιγραφής της γλώσσας. Συντάκτης του «Τέχνη Γραμματική» ο Διονύσιος ο Θραξ.
Ποιος ήταν ο Διονύσιος Θραξ
Ο Διονύσιος (μάλλον 170-90 π.Χ.) αποκαλείται Θραξ είτε λόγω της πιθανής του καταγωγής (ο πατέρας του καταγόταν από τη Θράκη) είτε λόγω του τραχύ της φωνής. Κατά πάσα πιθανότητα καταγόταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου με προγόνους Θράκες, μαθήτευσε πλάι στο γραμματικό Αρίσταρχο και ίδρυσε δική του σχολή στη Ρόδο, η οποία τότε αποτελούσε κέντρο καλλιτεχνικής κίνησης και φιλολογικών σπουδών και εκεί δίδαξε όλους τους κλάδους της φιλολογίας. Ο ίδιος δημιούργησε τον όρο «επίθετο» και ξεχώρισε τα ονόματα σε «ονόματα ουσιαστικά» και «ονόματα επίθετα», διαχωρισμός ο οποίος χρησιμοποιήθηκε κατόπιν και σε άλλες γλώσσες. Όλα αυτά φυσικά, μέσα από το εγχειρίδιό του «Τέχνη Γραμματική», το οποίο αποτέλεσε ίσως το σπουδαιότερο διδακτικό βιβλίο για σχεδόν δώδεκα αιώνες.
Τι περιλαμβάνει το εγχειρίδιο;
Η Τέχνη Γραμματική θεωρείται η πρώτη συστηματική γραμματική της Ελληνικής γλώσσας και έχει συνταχθεί με συντομία, μεθοδικότητα και σαφήνεια. Πρόκειται για το πρώτο βιβλίο Γραμματικής Επιστήμης το οποίο μεταφράσθηκε στη συριακή και αρμενική γλώσσα ενώ αργότερα και στα λατινικά. Ο ορισμός της Γραμματικής Τέχνης ο οποίος παρατίθεται στην αρχή, καταδεικνύει ότι σκοπός του συγγραφέα ήταν να δείξει τη χρήση της γλώσσας στους ποιητές και τους πεζογράφους, δηλαδή επιδίωξε την εξακρίβωση της λογοτεχνικότητας και όχι την περιγραφή τής γλωσσικής διάρθρωσης. Συγκροτήθηκε έτσι ένα σύστημα γραμματικής από εμπειρική γνώση της γλώσσας της ποίησης και της πεζογραφίας. Στο «Τέχνη Γραμματική» εντοπίστηκαν παρατηρήσεις τού Διονυσίου σχετικά με τη φωνητική αξία των γραμμάτων τού ελληνικού αλφαβήτου ενώ στη συνέχεια ο συντάκτης προχώρησε και στη θεμελιώδη για τη γραμματική διαίρεση των μερών τού λόγου, βασιζόμενος κυρίως στις αριστοτελικές μεθόδους ταξινομήσεως. Αξίζει να αναφερθεί ότι κατά τη συγγραφή της Τέχνης ο Διονύσιος βασίσθηκε κυρίως στις αρχές της Αλεξανδρινής Φιλολογίας και της Στωικής Φιλοσοφίας.
Γιατί θεωρείται σπουδαίο;
Όπως υποστηρίζει η καθηγήτρια και πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων φιλολόγων Γεωργία Ξανθάκη – Καραμάνου, η σπουδαιότητα του εγχειριδίου έγκειται κυρίως στο γεγονός ότι περιέχει ένα σαφές και εύληπτο σύστημα γραμματικής τεχνικής: αρχίζει με τα γράμματα του αλφαβήτου και τη διαίρεση τους σε φωνήεντα, διφθόγγους και σύμφωνα, συνεχίζεται με τις συλλαβές, μακρές, βραχείες και κοινές και καταλήγει με την ανάπτυξη των μερών του λόγου.
Η μορφή αυτή γραμματικής τεχνικής εφαρμόζεται στα επιστημονικά συγγράμματα αλλά και στα σχολικά εγχειρίδια Γραμματικής των ευρωπαϊκών χωρών γεγονός που καταδεικνύει ότι το έργο αυτό του 2ου αιώνα π.Χ καθιέρωσε τις θεμελιώσεις αρχές της παραδοσιακής περιγραφικής Γραμματικής και απέβη το κλασικό βοήθημα Γραμματικής για περίπου 13 αιώνες και η αφετηρία για τις μεταγενέστερες προσεγγίσεις του αντικειμένου αυτού. Η τέχνη παρέχει τη μέθοδο, τον τρόπο προσέγγισης και κατανόησης της ελληνικής και άλλων ευρωπαϊκών γλωσσών, διότι σαφώς παραθέτει και εξηγεί τη βασική δομή και τους κύριους μηχανισμούς της λειτουργίας τους. Αξίζει να αναφερθεί ότι οι όροι που χρησιμοποιούνται στις ευρωπαίες γλώσσες για να αποδοθούν οι χρόνοι των ρημάτων και οι πτώσεις των ονομάτων και των επιθέτων είναι σε μεγάλο βαθμό οι λατινικοί όροι που αντιστοιχούν σε αυτούς που επινόησαν οι Στωικοί και χρησιμοποιήθηκαν στην Τέχνη.
Αυθεντικότητα
Κάποιοι μελετητές έχουν φθάσει στο συμπέρασμα ότι ενδεχομένως η Τέχνη Γραμματική δεν είναι έργο του Διονυσίου, αλλά συντάχθηκε αργότερα, περίπου τον 4ο αι. μ.Χ. Η αποσπασματική παράδοση του έργου και η εμφανής ασυνέχεια μετά το πέμπτο κεφάλαιο έχουν οδηγήσει σε αμφισβήτηση τόσο της πατρότητας όσο και της ενότητάς του. Η απάντηση που έχει δοθεί βέβαια στα επιχειρήματα αυτά είναι ότι πιθανώς η Τέχνη Γραμματική να έχει φθάσει σημαντικά τροποποιημένη και, όπως συνέβη με πολλά έργα τής αρχαιότητας, μεγάλο μέρος της να έχει χαθεί. Δεδομένης της ισχυρής επίδρασης που άσκησε το έργο σε όλες τις γραμματικές σχολικού τύπου που συντάχθηκαν έκτοτε, εικάζεται ότι αυτό δεν θα ήταν εφικτό αν, όταν γράφτηκε το έργο, δεν εξέφραζε ενοποιημένες και σταθερές γλωσσικές απόψεις.