Η ΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ
(Υστεροβυζαντινή περίοδος) (1000-1204)
Το έπος Βασίλειος Διγενής Ακρίτας αποτελεί το πρώτο γραπτό κείμενο της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας. Το επικό αυτό ποίημα απορρέει από τα ακριτικά δημοτικά τραγούδια του ίδιου επικού κύκλου. Ακολουθούν τα Προδρομικά ποιήματα και ο Σπανέας.
1. Στην Ευρώπη οι πέντε αιώνες του Μεσαίωνα πριν από την εμφάνιση των μεγάλων Ευρωπαϊκών Κρατών ήταν πλούσιοι σε πολιτικές αναστατώσεις. Οι λαοί ανακάλυπταν ξανά τα ηρωικά έπη, που εξυμνούσαν τα κατορθώματα των εθνικών ηρώων τους, και τα οποία, πριν αποτυπωθούν γραπτώς, περνούσαν από μια φάση προφορικότητας. Τέτοια έπη είναι στη Γαλλία Το τραγούδι του Ρολάνδου (La chanson de Roland), στη Γερμανία Το Τραγούδι των Νιμπελούγκεν (Nibelungenlied), όπου επικρατούν στοιχεία της λαϊκής παράδοσης, και στην Ισπανία Το Άσμα του Σιντ (Poema ή Cantar de mio Cid, περ. 1140), το πρώτο μνημείο της ισπανικής λογοτεχνίας που δίνει πληροφορίες για τις σχέσεις ανάμεσα σε μουσουλμάνους και χριστιανούς στο τέλος του 11ου αιώνα.
2. Τα ακριτικά τραγούδια αποτελούν μια κατηγορία δημοτικών αφηγηματικών τραγουδιών που εξυμνούν τους αγώνες των ακριτών. Οι ακρίτες ήταν οι συνοριακοί φρουροί της αυτοκρατορίας που ζούσαν στα «στρατιωτόπια» (στρατιωτικές περιοχές που τους δόθηκαν για καλλιέργεια). Η ζωή τους ήταν οργανωμένη με τρόπο στρατιωτικό. Ο μεγάλος μας λαογράφος Νικόλαος Πολίτης έχει υπολογίσει ότι τα τραγούδια του ακριτικού κύκλου φτάνουν τα 1.350, νεότεροι όμως μελετητές αυξάνουν τον αριθμό τους σε 1.700.
Οι περισσότεροι πιστεύουν ότι τα τραγούδια του ακριτικού κύκλου υπήρχαν πριν από το έπος Βασίλειος Διγενής Ακρίτας και ότι αποτέλεσαν την πιο σημαντική πηγή του. Άλλοι πάλι υποστηρίζουν ότι το έπος με τη διάδοση που πήρε γέννησε έναν ιδιαίτερο κύκλο τραγουδιών που εμφανίζονται κυρίως στην Κύπρο και την Κρήτη, όπου υπάρχουν πολλές παραδόσεις για το Διγενή. Στα δημοτικά ακριτικά τραγούδια δεν πρωταγωνιστεί πάντα ο Διγενής αλλά και άλλοι ήρωες ακρίτες, όπως ο Ανδρόνικος, ο Κωνσταντής, ο Αλέξης, ο Δούκας, ο Θεοφύλακτος, ο Πορφύριος. Πολλά επεισόδια από τη ζωή του Διγενή δεν περιλαμβάνονται στο έπος, όπως το πάλεμα του Διγενή με το Χάρο που το βρίσκουμε σε πολλά δημοτικά ακριτικά τραγούδια (ο Νικόλαος Πολίτης έχει συλλέξει 72 παραλλαγές για το θάνατο του Διγενή).
3. Ένα ηρωικό έπος ανάλογο με τα ηρωικά έπη της ίδιας εποχής στην Ανατολή και τη Δύση είναι το έπος Βασίλειος Διγενής Ακρίτας που έχει ιστορικό χαρακτήρα, αφού αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη ιστορική εποχή και ο ήρωας παίρνει το όνομά του από το θεσμό των Ακριτών του Βυζαντίου.
Η υπόθεση του έπους Βασίλειος Διγενής Ακρίτας: Ένας σαρακηνός εμίρης (ο αμιράς της Συρίας Μουσούρ) απάγει την Ειρήνη, κόρη του Βυζαντινού στρατηγού Ανδρονίκου Δούκα, και καταδιώκεται από τους πέντε αδελφούς της. Μετά από μονομαχία με το νεότερο αδελφό, στην οποία ηττήθηκε, ο αμιράς προσηλυτίζεται στο χριστιανισμό και παντρεύεται την κόρη. Από το γάμο τους γεννιέται ο Διγενής («Διγενής», από δύο γένη, το αραβικό και το ελληνικό), ο ήρωας του έπους. Στα υπόλοιπα βιβλία εξιστορούνται τα καταπληκτικά κατορθώματα του Διγενή, ο οποίος από τα πρώτα χρόνια της ζωής του δείχνει υπερφυσική δύναμη. Παντρεύεται την κόρη του Δούκα Ευδοκία και φεύγει μαζί της «εις τας άκρας» (τα σύνορα), όπου γίνεται «ακρίτης». Σκοτώνει το δράκο που επιβουλεύεται την Ευδοκία, νικάει τριακόσιους απελάτες που προσπαθούν να την απαγάγουν, νικάει την ως τότε ανίκητη αμαζόνα Μαξιμώ και πεθαίνει στο πολυτελέστατο παλάτι που είχε χτίσει στον Ευφράτη σε ηλικία τριάντα τριών ετών.
Το κείμενο του ηρωικού αυτού έπους έγινε γνωστό το 1875. Τη χρονιά εκείνη δύο βυζαντινολόγοι, ο Κωνσταντίνος Σάθας και ο Émile Legrand, δημοσίευσαν το χειρόγραφο που βρέθηκε στην Τραπεζούντα και αποτέλεσε μια πρώτη παραλλαγή του έπους. Σήμερα είναι γνωστές έξι παραλλαγές: της Τραπεζούντος, της Άνδρου (δύο, η μία σε πεζό λόγο), της Γκρόττα-Φερράτα, του ελληνικού δηλαδή μοναστηριού της Ιταλίας (Κρυπτοφέρης), του Εσκοριάλ της Μαδρίτης και της Οξφόρδης της Αγγλίας. Ποιητικότερη θεωρείται η παραλλαγή του Εσκοριάλ, που έγινε στην Κρήτη από έναν αρκετά προσεκτικό αντιγραφέα, γιατί ακολουθεί περισσότερο την παράδοση των δημοτικών τραγουδιών. Τα χειρόγραφα των παραλλαγών ανήκουν στο 14ο, 16ο και 17ο αιώνα, το αρχικό όμως ποίημα, από το οποίο προέρχονται και οι παραλλαγές, έχει χαθεί.
Ο ποιητής του έπους, που παραμένει άγνωστος, φαίνεται ότι για να συνθέσει το έργο του επηρεάστηκε από ένα πλήθος δημοτικά ακριτικά τραγούδια που είχαν διαδοθεί προφορικά. Tο έργο έχει ποιητικές αρετές και αποδίδει το ηρωικό πνεύμα της εποχής και του περιβάλλοντος που το δημιούργησε. Κύρια γνωρίσματά του είναι ότι εξυμνεί τον ιπποτισμό των ηρώων, το σεβασμό προς τη γυναίκα, την οικογενειακή αγάπη και την ευσέβεια. Η γλώσσα του ποιήματος είναι ανάμεικτη με λαϊκά και λόγια στοιχεία, το ύφος δεν είναι ομοιόμορφο και ο στίχος είναι ανομοιοκατάληκτος δεκαπεντασύλλαβος.
Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως ο άγνωστος ποιητής που ζούσε μακριά από το λόγιο περιβάλλον της βασιλεύουσας, κοντά στους ακρίτες και στην πολεμική ζωή τους, στον Πόντο ή στην Καππαδοκία, είναι ο πρώτος που χρησιμοποίησε τη λαϊκή γλώσσα για μια δημιουργία ποιητική. Του χρωστούμε το πρώτο κείμενο στη λαϊκή (δηλ. τη νεοελληνική) γλώσσα.
Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Ο κύκλος των ακριτικών τραγουδιών έχει ιστορική προέλευση. Πολλοί ερευνητές συσχετίζουν το Διγενή και τους άλλους ήρωες των ακριτικών τραγουδιών με ιστορικά πρόσωπα και γεγονότα. Η λαϊκή φαντασία όμως ανύψωσε το Διγενή σε εθνικό ήρωα. Ο Διγενής, νέος όπως ο Αχιλλέας, ρωμαλέος όπως ο Ηρακλής και ένδοξος όπως ο Αλέξανδρος, έγινε θρύλος και ξεπέρασε το συγκεκριμένο χώρο και το χρόνο. Ο Κωστής Παλαμάς και άλλοι ποιητές μας είδαν στο Διγενή το σύμβολο του ακατάβλητου Ελληνισμού που καμιά δύναμη δεν μπορεί να αφανίσει.
4. Ενώ στα σύνορα της αυτοκρατορίας διαδίδονταν τα τραγούδια του ακριτικού κύκλου, στην αυλή των Κομνηνών, στη Βασιλεύουσα, από όπου πήγαζε η επίσημη παιδεία, γράφονταν ποιήματα που έδιναν με χιούμορ και σατιρική διάθεση την εικόνα της κοινωνίας της εποχής. Ανάμεσά τους ξεχωρίζουν τέσσερα στιχουργήματα που κυκλοφορούσαν με το όνομα του Πτωχοπρόδρομου. Η έρευνα δεν έχει καταλήξει σε οριστικά συμπεράσματα για το αν o ποιητής τους είναι ο Βυζαντινός λόγιος Θεόδωρος Πρόδρομος (12ος αι.). Τα Πτωχοπροδρομικά ποιήματα έχουν ικετευτικό χαρακτήρα. Με τους θρήνους και τις ικεσίες του ο ποιητής προσπαθεί να προκαλέσει τον οίκτο του αυτοκράτορα Ιωάννη Κομνηνού ή να ζητήσει την προστασία του αυτοκράτορα Μανουήλ. Από το περιεχόμενο αυτών των ποιημάτων έμεινε παροιμιώδης η έκφραση «πτωχοπροδρομισμός», που σημαίνει τη στερημένη ζωή του λογίου, ο οποίος είναι αναγκασμένος να εκλιπαρεί τους ισχυρούς για να εξασφαλίσει τα μέσα για τη ζωή. Ο ποιητής τους γράφοντας σε λαϊκή γλώσσα καταγγέλλει στο πρώτο ποίημα την κακιά και γκρινιάρα γυναίκα του, στο δεύτερο τη φτώχεια του (περιγράφει τα βάσανα του οικογενειάρχη που έχει να θρέψει δεκατρία στόματα), στο τρίτο ποίημα τα βάσανα που περνούν οι άνθρωποι των γραμμάτων και στο τέταρτο σατιρίζει τους μοναχούς του μοναστηριού όπου εμόναζε. Ο άτυχος Πτωχοπρόδρομος, που θα προτιμούσε να γινόταν φούρναρης ή τσαγκάρης, καταριέται το χρόνο που έχασε για να μάθει γράμματα:
Ανάθεμα τα γράμματα, Χριστέ, και οπού τα θέλει!
Η γλώσσα των ποιημάτων αυτών είναι λαϊκότερη από τη γλώσσα του έπους Βασίλειος Διγενής Ακρίτας και το μέτρο τους είναι ο ανομοιοκατάληκτος δεκαπεντασύλλαβος. Ο αφηγητής τους διακρίνεται για τη φαντασία και την περιγραφική του ικανότητα. Tα ποιήματα παρουσιάζουν μεγάλο λαογραφικό ενδιαφέρον και είναι χρησιμότατα για τις πληροφορίες που δίνουν σχετικά με το μεσαιωνικό ελληνικό κόσμο. Ένας από τους εκπροσώπους του ελληνικού Διαφωτισμού, ο Αδαμάντιος Κοραής (βλ. παρακάτω), εκτίμησε την γλωσσική αξία τους και γι' αυτό τύπωσε δύο από τα ποιήματα αυτά στα «Άτακτά» του (μια συλλογή εργασιών πάνω στη νεοελληνική γλώσσα).
5. Με τα προδρομικά ποιήματα συνδέεται άμεσα το παραινετικό ποίημα του 12ου αιώνα γνωστό ως Ο Σπανέας. Το ποίημα αυτό γράφτηκε κατά το πρότυπο του αρχαίου ποιητή Θέογνη και το περιεχόμενό του θυμίζει τον Προς Δημόνικο λόγο του αρχαίου Αθηναίου ρήτορα Ισοκράτη. Σε αυτό ένας γεροντότερος αυλικός διδάσκει κάποιον νεότερο πρίγκηπα τους κανόνες συμπεριφοράς που πρέπει να ακολουθεί στη ζωή του. Συγγραφέας του έργου ίσως είναι ο Αλέξιος, γιος του αυτοκράτορα Ιωάννη Κομνηνού που πέθανε το 1142 πριν από τον πατέρα του, ενώ ο νέος πρίγκιπας στον οποίο απευθύνεται είναι ίσως ο γιος της αδελφής του. Το ποίημα, γραμμένο στη λαϊκή γλώσσα της εποχής, έχει περισσότερο γλωσσική αξία και έγινε αγαπητό ανάγνωσμα των λαϊκών στρωμάτων. Γι' αυτό και σώθηκε σε διάφορες παραλλαγές, όπου κάθε συγγραφέας προσέθετε διάφορες επιπλέον συμβουλές.