Γράφει ο Αποστόλης Ζυμβραγάκης, φιλόλογος - ειδικός παιδαγωγός.
Μία από τις διαταραχές του προφορικού λόγου ή της ομιλούμενης γλώσσας είναι ο τραυλισμός. Πρόκειται για δυσκολίες/δυσλειτουργίες προσωδιακού χαρακτήρα και χαρακτηρίζεται από αναχαίτιση της ελεύθερης ροής της ομιλίας. Εκδηλώνεται με ασυντόνιστες κινήσεις του μυϊκού συστήματος της αναπνοής, της φωνής και της άρθρωσης καθώς και με σιωπηρό μπλοκάρισμα/κομπιασμό και επαναλήψεις ήχων, φθόγγων, συλλαβών ή λέξεων. Αυτά τα συμπτώματα σχετίζονται με την παραγωγή του λόγου, με αποτέλεσμα ο εμπλεκόμενος ομιλητής, ενώ «γνωρίζει τι ακριβώς θέλει να πει, εκείνη την στιγμή δεν είναι σε θέση να το πει» (Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας, 1993). Τα περισσότερα άτομα με τραυλισμό είναι παιδιά που βιώνουν τραυματικές καταστάσεις στο σχολείο ή επαναλαμβάνουν την τάξη τους (Στασινός, 2016).
Με βάση τα αίτια της διαταραχής ο τραυλισμός διακρίνεται στα ακόλουθα είδη: α) εξελικτικός (στον οποίο ανήκει το 80% των περιπτώσεων τραυλισμού), β) νευρογενής (Jehle & Randoll, 2003), που οφείλεται σε οργανικά αίτια, όπως βλάβη στο νευρικό σύστημα, στα φωνητικά όργανα, στα αισθητήρια όργανα κτλ. και γ) ψυχογενής, που οφείλεται σε αίτια, όπως πρώιμη εισδοχή του παιδιού στο σχολείο, ψυχονευρωτικές διαταραχές, άγχος και τεταμένο οικογενειακό κλίμα, ένταση στις σχέσεις δασκάλου-παιδιού κτλ. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να παραγνωριστεί ότι ως αίτια αναφέρονται και ελλείμματα στον γνωστικό τομέα, γενετικές προδιαθέσεις (κληρονομικός καθορισμός), το φύλο του παιδιού και επιδράσεις περιβαλλοντικού χαρακτήρα (Στασινός, 2015) ή αλλιώς κοινωνικοπολιτισμικοί παράγοντες.
Σχετικά με τα επιδημιολογικά στοιχεία του τραυλισμού σημαντικό είναι ότι τα συμπτώματα του τραυλισμού αρχίζουν να εκδηλώνονται στην ηλικία των 2-4 ετών, ο τραυλισμός εκδηλώνεται περίπου στο 50 % των ατόμων με διαταραχές λόγου (Ingham, 1983) και στο 1% του γενικού πληθυσμού, οι γονείς με τραυλισμό έχουν περισσότερες πιθανότητες να γεννήσουν παιδιά με το οικείο φαινόμενο, τα αγόρια τραυλίζουν περισσότερο από τα κορίτσια (4:1) και περισσότερα από 50.000 ελληνόπουλα προσχολικής ηλικίας εμφανίζουν την διαταραχή. Μερικά από τα σύνδρομα της οικείας λεκτικής δυσλειτουργίας είναι η επανάληψη τμημάτων λέξεων, λ.χ. ε-ε-εσύ, το τράβηγμα του τόνου, λ.χ. κ κ κάποιος, το μπλοκάρισμα, λ.χ. …λέγε, η επανάληψη μονοσύλλαβων λέξεων, λ.χ. θα-θα, η επανάληψη πολυσύλλαβων λέξεων, λ.χ. παρά-παρά, η επανάληψη προτάσεων ή τμημάτων προτάσεων, λ.χ. παρά είκοσι-παρά είκοσι, οι παρεμβολές, λ.χ. …ε, οι παύσεις, λ.χ. ο Γιάννης…ήρθε, η υπερκόπωση, λ.χ. τερ-τρένο, οι αποφυγές, τα παρατεντώματα, το ανοιγοκλείσιμο των ματιών, οι αυθόρμητες κινήσεις μελών του σώματος κ.ά..
Ο τραυλισμός ως διαταραχή της ομιλίας, δηλαδή του βασικού εργαλείου επικοινωνίας, πέρα από όποια παθολογικά συμπτώματα, λαμβάνει και ψυχοσυναισθηματικές και κοινωνικές διαστάσεις. Επομένως, από διαταραχή του λόγου μετασχηματίζεται και σε διαταραχή επικοινωνίας. Σε ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο ένα παιδί με τραυλισμό κατακλύζεται από αμηχανία, τρόμο, βιώνει αγχώδεις καταστάσεις (Prasse & Kikano, 2008), ντροπή, θυμό, απογοήτευση ενώ ακόμη εμφανίζει και σημάδια άσχημης συμπεριφοράς, μόνωσης, εγωκεντρισμού ή συμπλέγματα κατωτερότητας στην βαριά μορφή του φαινομένου. Πολύ συχνά τα συνοδά συναισθήματα του τραυλισμού αποτρέπουν το άτομο από την διαδικασία της ομιλίας. Τα προειρημένα συναισθήματα που βιώνει ένα παιδί με τραυλισμό έχουν αντίκτυπο και στην κοινωνικότητά του, αφού φοβούμενο μην γίνει αντικείμενου χλευασμού ή εκφοβιστικής συμπεριφοράς, συχνά απομονώνεται και περιθωριοποιείται αποφεύγοντας την κοινωνική συναναστροφή. Παλαιότερα, μάλιστα, σε σχολεία της αλλοδαπής τα εμπλεκόμενα παιδιά στιγματίζονταν ως «διαφορετικά», διότι συνήθως μία φορά την εβδομάδα οδηγούνταν από την αίθουσα μελέτης ή το μάθημα της μουσικής σε λογοθεραπευτή (Coakley, 2006). Συνεπώς, ο ρατσισμός υφέρπει στα πλαίσια του τραυλισμού.
Η οικεία διαταραχή λόγου συνήθως απαλείφεται στα πρώτα 5 χρόνια της ζωής του ατόμου ή τουλάχιστον πριν την ενηλικίωσή του, ειδικά όταν γίνεται λόγος για μέτριες περιπτώσεις τραυλισμού. Ωστόσο, πολλοί είναι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η όποια παρέμβαση-θεραπεία του τραυλισμού θα πρέπει να διενεργείται με την συμπλήρωση των 5 ετών του παιδιού, δηλαδή με την είσοδό του στο σχολικό περιβάλλον και όχι νωρίτερα. Οι πλέον σοβαρές περιπτώσεις του οικείου φαινομένου χρήζουν λογοθεραπείας ενώ ορισμένες φορές χρησιμοποιείται η Νέα Τεχνολογία (ΝΤ) με κατάλληλα λογισμικά στον Η/Υ ή ακόμη χορηγείται και φαρμακευτική αγωγή.
Όσον αφορά στην τεχνική της λογοθεραπείας, για τον τραυλισμό εφαρμόζεται η μέθοδος της τροποποίησης του λόγουκαι του τραυλισμού. Οι μέθοδοι διακρίνονται στις άμεσες και τις έμμεσες. Οι άμεσες μέθοδοι συνιστούν τις πιο τεχνικές, θα λέγαμε, παρεμβάσεις και περιλαμβάνουν την ήπια έναρξη φώνησης, την παρατεταμένη φώνηση, τις απαλές αρθρωτικές επαφές, την ρύθμιση και τον έλεγχο της αναπνοής, τις παύσεις, τον αργό ρυθμό ομιλίας κ.ά.. Οι έμμεσες μέθοδοι εδράζονται στην αποδοχή της οικείας δυσλειτουργίας και στην συμφιλίωση με αυτή. Στις οικείες τεχνικές εξοικειώνονται τόσο τα άτομα με τραυλισμό όσο και οι γονείς τους, ώστε να αλλάξουν στάση, ιδέες και συναισθήματα για την οικεία διαταραχή. Η απενοχοποίηση αποτελεί κλειδί στην επιτυχία της όποιας παρέμβασης τέτοιου είδους. Τα εμπλεκόμενα άτομα μαθαίνουν να διαχειρίζονται και να ελέγχουν το τραύλισμα. Η συμβουλευτική εδώ επενεργεί ψυχολογικά κι όταν επιτυγχάνεται η αποδοχή της διαταραχής τόσο από τον ίδιο όσο και από το οικογενειακό περιβάλλον, αυτή η επιτυχία μετακυλίεται και στο κοινωνικό περιβάλλον, μέρος του οποίου αποτελεί και το σχολικό.
Βιβλιογραφία
Coakley, J. (2006). Myjourney with stuttering.The Journal of Stuttering Therapy, Advocacy & Research, 1, 90-93.
Ingham, R.J. (1983). Spontaneous remission of stuttering: When will the emperor realize that he has no clothes on? Στο: Prins, D., and Ingham, R.J. (επιμ.), Treatment of stuttering in early childhood. San Diego: College-Hill-Press.
Jehle, P. & Randoll, D. (2003). Θεωρητικές θέσεις για τον τραυλισμό και τη θεραπεία του αρχόμενου τραυλισμού. Στο: Στασινός, Δ. (Προλογικό σημείωμα-επιμ.) (2003), Μαθησιακές δυσκολίες του Παιδιού και του Εφήβου. Η εμπειρία της σύγχρονης Ευρώπης (3η έκδοση). Αθήνα: Gutenberg.
Prasse, J.E., & Kikano, G.E. (2008).Stuttering: An overview. American Family Physician, 9, 1271-1276.
Παγκόσμια Οργάνωση Υγείας (1993) (Απόδοση στα ελληνικά και Επιμ. Στεφανής Κ., Σολδάτος Κ. & Μαυρέας Β.). Ταξινόμηση ICD-10 Ψυχικών διαταραχών και διαταραχών συμπεριφοράς. Κλινικές περιγραφές και οδηγίες για τη διάγνωση. Αθήνα: Βήτα.
Στασινός, Δ.Π. (2015). Ψυχολογία του Λόγου και της Γλώσσας. Ανάπτυξη και Παθολογία. Δυσλεξία και Λογοθεραπεία. (Αναθεωρημένη έκδοση). Αθήνα: Gutenberg.
Στασινός Δ.Π. (2016). Η Ειδική Εκπαίδευση 2020plus. Για μια Συμπεριληπτική ή Ολική Εκπαίδευση στο Νέο-ψηφιακό Σχολείο με Ψηφιακούς Πρωταθλητές. (Αναθεωρημένη έκδοση). Αθήνα: Παπαζήση.
Περισσότερα θέματα ειδικής αγωγής εδώ.