Ο άνθρωπος που αποκάλυψε ότι το ανθρώπινο σώμα έκρυβε πολλά μυστικά, ήταν ο ανατόμος και χειρουργός Ανδρέας Βεσάλιος.
Το πλήρες όνομά του ήταν Ανδρέας Βίτινκ φαν Βέζελ.
Γεννήθηκε το 1514 στις Βρυξέλλες, όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως γιατρός του Γερμανού αυτοκράτορα Κάρολου Ε’.
Σπούδασε ιατρική στη Λουβέν και στο Παρίσι και έγινε αυτοκρατορικός γιατρός στη Ισπανία.
Το 1537 έδωσε εξετάσεις για τη θέση του καθηγητού Ανατομικής και Χειρουργικής στην καλύτερη τότε ιατρική σχολή του κόσμου. Στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας στην Ιταλία.
Πέρασε με την υψηλότερη διάκριση και την επόμενη μέρα ξεκίνησε να διδάσκει χειρουργική και ανατομία σε ηλικία 23 ετών!
Στην Πάδοβα μπορούσαν να διακρίνουν τις εξαιρετικές ικανότητες: ο Βεσάλιος δίδαξε ανατομία κάνοντας τις δικές του έρευνες, οι φοιτητές τον λάτρεψαν και τον επόμενο ακριβώς χρόνο δημοσίευσε μια σειρά όμορφων εικόνων ανατομίας των διάφορων τμημάτων του ανθρώπινου σώματος.
Ήταν τόσο καλές, που οι γιατροί σε όλη την Ευρώπη άρχισαν να τις αντιγράφουν για δική τους χρήση.
Το πάθος του για την ανατομία οδήγησε τον μόλις 23 ετών Βεσάλιο στην απόφαση να συγγράψει, πριν από πέντε αιώνες, ένα μνημειώδες επτάτομο έργο που αποτελεί «φάρο» της ιατρικής επιστήμης ακόμη και σήμερα.
Η ανατομία ενός πτώματος
Μετά τον θάνατο, το σώμα αρχίζει σύντομα να αποσυντίθεται και να μυρίζει και την εποχή του Βεσάλιου, δεν υπήρχε τρόπος να σταματήσει η διαδικασία της σήψης.
Αυτό σήμαινε πως η νεκροτομή έπρεπε να γίνει γρήγορα και με τη σειρά που θα διασφάλιζε την ολοκλήρωση της πριν η μυρωδιά γίνει βασανιστική.
Πρώτα ολοκληρωνόταν η κοιλιά, ακολουθούσε το κεφάλι και ο εγκέφαλος, ύστερα η καρδιά, οι πνεύμονες και τα άλλα όργανα της θωρακικής κοιλότητας.
Τα άνω και τα κάτω άκρα φυλάσσονταν για το τέλος, αφού άντεχαν περισσότερο από τα άλλα όργανα.
Ολόκληρη η διαδικασία έπρεπε να ολοκληρωθεί μέσα σε δύο ή τρεις ημέρες και η ανατομία διδασκόταν συνήθως τον χειμώνα, όταν ο ψυχρός καιρός καθυστερούσε ελαφρώς την αποσύνθεση.
Η απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος
Ο Βεσάλιος κατέληξε να μάθει περισσότερα για την ανατομία του ανθρώπινου σώματος από οποιονδήποτε άλλο ερευνητή της εποχής του.
Το βιβλίο του είναι τεράστιο: έχει ύψος σαράντα εκατοστά και ζυγίζει σχεδόν δύο κιλά.
Ο τίτλος του ήταν «De humani corporis fabrica», δηλαδή «Περί της δομής του ανθρώπινου σώματος».
Ήταν όμορφα και περίπλοκα εικονογραφημένο.
Ο Βεσάλιος μάλιστα ταξίδεψε στη Βασιλεία της Ελβετίας για να επιβλέψει ο ίδιος την εκτύπωση του κειμένου και τη σχεδίαση των εικονογραφήσεων.
Σήμερα ζούμε σε ένα κόσμο κατακλυσμένο από εικονογραφήσεις, αλλά δεν συνέβαινε το ίδιο την εποχή του Βεσάλιου.
Το τυπογραφείο δεν είχε ζωή μεγαλύτερη από εκατό χρόνια και οι εικόνες έπρεπε να φτιαχτούν από προσεκτικά λαξευμένα κομμάτια ξύλου, που αποτελούσαν αντίγραφα κάποιου σχεδίου.
Έπειτα, σαν να ήταν σφραγίδες, τα κομμάτια μελανώνονταν και πιέζονταν πάνω σε κομμάτια χαρτιού.
Οι εικόνες στο βιβλίο του δείχνουν τους μυς του σώματος μπροστά και πίσω με τους μυς που βρίσκονται πιο κοντά στην επιφάνεια ανατετμημένους ώστε να φαίνονται και οι βαθύτεροι.
Αυτοί οι «μυώδεις άντρες» στέκονται μπροστά από διάφορα τοπία και τα κτίρια, τα δέντρα, τα πετρώματα και οι λόγοι στις εικόνες δένουν όλα όμορφα μεταξύ τους.
Ένας από τους μυώδεις άντρες του Βεσάλιου είναι κρεμασμένος από τον λαιμό για να μας υπενθυμίζει ότι ο καθηγητής χρησιμοποιούσε συχνά σώματα εγκληματιών.
Μάλιστα μια φορά είχε βρει έναν εγκληματία που είχε κρεμαστεί και το σώμα του είχε κατασπαραχτεί από πουλιά, με αποτέλεσμα να έχει μείνει μόνο ο σκελετός του.
Ο Βεσάλιος δεν δίστασε να πάρει όλα τα οστά στο δωμάτιό του, προκειμένου να τα μελετήσει με ησυχία.
Είχε συναρπαστεί από τη δομή του σώματος, ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα σώματα των νεκρών δεν έχουν λειτουργίες όπως η αναπνοή, η πέψη και η κίνηση, όπως συμβαίνει στους ζωντανούς οργανισμούς. Έτσι το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου του ήταν ένα μείγμα παλαιών και νέων ιδεών.
Αυτό είναι μάλλον ο λόγος για τον οποίο η εικονογράφηση του Βεσάλιου εκτιμήθηκε πολύ περισσότερο από τα γραπτά του.
Ο Βεσάλιος πέθανε τον Οκτώβριο του 1564 στη Ζάκυνθο, όπου ναυάγησε κατά την επιστροφή του από την Ιερουσαλήμ.
Σύμφωνα με νεότερα στοιχεία ο Βεσάλιος μάλλον πέθανε από σκορβούτο ή από εξάντληση μετά τις σαράντα μέρες ταξιδιού που διαρκούσε τότε το ταξίδι από την Ιερουσαλήμ.
Όπως διαβάζουμε στο «Βήμα» ο πρόξενος του Βελγίου στην Ελλάδα Τίο Ντίριξ που προσπάθησε να εντοπίσει τον τάφο του Βεσάλιου στη Ζάκυνθο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι βρισκόταν στην εκκλησία Santa Maria delle Grazie (Παναγία των Χαρίτων) η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς στους σεισμούς του ’53.
Η πιθανή σημερινή θέση της υπολογίζεται στη διασταύρωση των οδών Κολοκοτρώνη και Κολυβά στην πόλη της Ζακύνθου.
ΠΗΓΗ: «Μικρή Ιστορία της Επιστήμης», William Bynum, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗΣ
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
Το πλήρες όνομά του ήταν Ανδρέας Βίτινκ φαν Βέζελ.
Γεννήθηκε το 1514 στις Βρυξέλλες, όπου ο πατέρας του εργαζόταν ως γιατρός του Γερμανού αυτοκράτορα Κάρολου Ε’.
Σπούδασε ιατρική στη Λουβέν και στο Παρίσι και έγινε αυτοκρατορικός γιατρός στη Ισπανία.
Το 1537 έδωσε εξετάσεις για τη θέση του καθηγητού Ανατομικής και Χειρουργικής στην καλύτερη τότε ιατρική σχολή του κόσμου. Στο Πανεπιστήμιο της Πάδοβας στην Ιταλία.
Πέρασε με την υψηλότερη διάκριση και την επόμενη μέρα ξεκίνησε να διδάσκει χειρουργική και ανατομία σε ηλικία 23 ετών!
Στην Πάδοβα μπορούσαν να διακρίνουν τις εξαιρετικές ικανότητες: ο Βεσάλιος δίδαξε ανατομία κάνοντας τις δικές του έρευνες, οι φοιτητές τον λάτρεψαν και τον επόμενο ακριβώς χρόνο δημοσίευσε μια σειρά όμορφων εικόνων ανατομίας των διάφορων τμημάτων του ανθρώπινου σώματος.
Ήταν τόσο καλές, που οι γιατροί σε όλη την Ευρώπη άρχισαν να τις αντιγράφουν για δική τους χρήση.
Το πάθος του για την ανατομία οδήγησε τον μόλις 23 ετών Βεσάλιο στην απόφαση να συγγράψει, πριν από πέντε αιώνες, ένα μνημειώδες επτάτομο έργο που αποτελεί «φάρο» της ιατρικής επιστήμης ακόμη και σήμερα.
Η ανατομία ενός πτώματος
Μετά τον θάνατο, το σώμα αρχίζει σύντομα να αποσυντίθεται και να μυρίζει και την εποχή του Βεσάλιου, δεν υπήρχε τρόπος να σταματήσει η διαδικασία της σήψης.
Αυτό σήμαινε πως η νεκροτομή έπρεπε να γίνει γρήγορα και με τη σειρά που θα διασφάλιζε την ολοκλήρωση της πριν η μυρωδιά γίνει βασανιστική.
Πρώτα ολοκληρωνόταν η κοιλιά, ακολουθούσε το κεφάλι και ο εγκέφαλος, ύστερα η καρδιά, οι πνεύμονες και τα άλλα όργανα της θωρακικής κοιλότητας.
Τα άνω και τα κάτω άκρα φυλάσσονταν για το τέλος, αφού άντεχαν περισσότερο από τα άλλα όργανα.
Ολόκληρη η διαδικασία έπρεπε να ολοκληρωθεί μέσα σε δύο ή τρεις ημέρες και η ανατομία διδασκόταν συνήθως τον χειμώνα, όταν ο ψυχρός καιρός καθυστερούσε ελαφρώς την αποσύνθεση.
Η απεικόνιση του ανθρώπινου σώματος
Ο Βεσάλιος κατέληξε να μάθει περισσότερα για την ανατομία του ανθρώπινου σώματος από οποιονδήποτε άλλο ερευνητή της εποχής του.
Το βιβλίο του είναι τεράστιο: έχει ύψος σαράντα εκατοστά και ζυγίζει σχεδόν δύο κιλά.
Ο τίτλος του ήταν «De humani corporis fabrica», δηλαδή «Περί της δομής του ανθρώπινου σώματος».
Ήταν όμορφα και περίπλοκα εικονογραφημένο.
Ο Βεσάλιος μάλιστα ταξίδεψε στη Βασιλεία της Ελβετίας για να επιβλέψει ο ίδιος την εκτύπωση του κειμένου και τη σχεδίαση των εικονογραφήσεων.
Σήμερα ζούμε σε ένα κόσμο κατακλυσμένο από εικονογραφήσεις, αλλά δεν συνέβαινε το ίδιο την εποχή του Βεσάλιου.
Το τυπογραφείο δεν είχε ζωή μεγαλύτερη από εκατό χρόνια και οι εικόνες έπρεπε να φτιαχτούν από προσεκτικά λαξευμένα κομμάτια ξύλου, που αποτελούσαν αντίγραφα κάποιου σχεδίου.
Έπειτα, σαν να ήταν σφραγίδες, τα κομμάτια μελανώνονταν και πιέζονταν πάνω σε κομμάτια χαρτιού.
Οι εικόνες στο βιβλίο του Βεσάλιου ήταν συγκλονιστικές. Ποτέ πριν το ανθρώπινο σώμα δεν είχε αναπαρασταθεί με τόση ακρίβεια, με τόση λεπτομέρεια.
Οι εικόνες στο βιβλίο του δείχνουν τους μυς του σώματος μπροστά και πίσω με τους μυς που βρίσκονται πιο κοντά στην επιφάνεια ανατετμημένους ώστε να φαίνονται και οι βαθύτεροι.
Αυτοί οι «μυώδεις άντρες» στέκονται μπροστά από διάφορα τοπία και τα κτίρια, τα δέντρα, τα πετρώματα και οι λόγοι στις εικόνες δένουν όλα όμορφα μεταξύ τους.
Ένας από τους μυώδεις άντρες του Βεσάλιου είναι κρεμασμένος από τον λαιμό για να μας υπενθυμίζει ότι ο καθηγητής χρησιμοποιούσε συχνά σώματα εγκληματιών.
Μάλιστα μια φορά είχε βρει έναν εγκληματία που είχε κρεμαστεί και το σώμα του είχε κατασπαραχτεί από πουλιά, με αποτέλεσμα να έχει μείνει μόνο ο σκελετός του.
Ο Βεσάλιος δεν δίστασε να πάρει όλα τα οστά στο δωμάτιό του, προκειμένου να τα μελετήσει με ησυχία.
Είχε συναρπαστεί από τη δομή του σώματος, ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα σώματα των νεκρών δεν έχουν λειτουργίες όπως η αναπνοή, η πέψη και η κίνηση, όπως συμβαίνει στους ζωντανούς οργανισμούς. Έτσι το μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου του ήταν ένα μείγμα παλαιών και νέων ιδεών.
Αυτό είναι μάλλον ο λόγος για τον οποίο η εικονογράφηση του Βεσάλιου εκτιμήθηκε πολύ περισσότερο από τα γραπτά του.
Ο Βεσάλιος πέθανε τον Οκτώβριο του 1564 στη Ζάκυνθο, όπου ναυάγησε κατά την επιστροφή του από την Ιερουσαλήμ.
Σύμφωνα με νεότερα στοιχεία ο Βεσάλιος μάλλον πέθανε από σκορβούτο ή από εξάντληση μετά τις σαράντα μέρες ταξιδιού που διαρκούσε τότε το ταξίδι από την Ιερουσαλήμ.
Όπως διαβάζουμε στο «Βήμα» ο πρόξενος του Βελγίου στην Ελλάδα Τίο Ντίριξ που προσπάθησε να εντοπίσει τον τάφο του Βεσάλιου στη Ζάκυνθο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι βρισκόταν στην εκκλησία Santa Maria delle Grazie (Παναγία των Χαρίτων) η οποία καταστράφηκε ολοσχερώς στους σεισμούς του ’53.
Η πιθανή σημερινή θέση της υπολογίζεται στη διασταύρωση των οδών Κολοκοτρώνη και Κολυβά στην πόλη της Ζακύνθου.
ΠΗΓΗ: «Μικρή Ιστορία της Επιστήμης», William Bynum, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΠΑΤΑΚΗΣ
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.