Είναι μια συνηθισμένη μέρα και όλα κυλάνε σχετικά ήρεμα όταν, εντελώς αναπάντεχα, η 8χρονη κόρη σας αρθρώνει την ερώτηση που περιμένατε ότι θα γίνει. Αλλά «τόσο νωρίς;;;;»: «Μαμά τι είναι σεξ;». Και αν η ερώτηση σας φαίνεται πολύ προχωρημένη, να διευκρινίσω ότι πρόκειται για πραγματική ιστορία. Άλλες ενδεικτικές ερωτήσεις που θέτουν τα αθώα πλην περίεργα παιδιά -και ίσως σας αντιπροσωπεύουν περισσότερο- είναι:
«Πώς μπήκε το μωρό στην κοιλιά σου» και «πώς θα βγει από εκεί» (αν έχετε υπάρξει έγκυος με μεγαλύτερο παιδί στο σπίτι, ίσως το έχετε βιώσει)
«Εγώ μπορώ να κάνω ένα μωρό;» ή «άσε μαμά θα θηλάσω εγώ το μωρό τώρα» (και γίνεστε μάρτυρας σκηνής με ένα τρίχρονο να προσπαθεί πραγματικά να το κάνει!)
«Τι σημαίνει “αυνανίζομαι”;»
«Τι είναι η περίοδος;»
«Πότε θα κάνω μεγάλο στήθος;»
«Τι σημαίνει γκέι;»
«Τι κάνατε εκεί μέσα με τον μπαμπά;»
«Έτσι θα είναι τώρα το σώμα μου για πάντα; Δε μου αρέσει η εφηβεία!»
Πριν δούμε όμως πώς διαχειριζόμαστε τα ερωτήματα αυτά ανάλογα με το ηλικιακό στάδιο του παιδιού, ας απαντήσουμε σε ένα άλλο κρίσιμο δίλλημα που κάνει το όλο θέμα πιο περίπλοκο από όσο φαίνεται:
Πρέπει ή δεν πρέπει να μιλάω στα παιδιά για το σεξ;
Εμένα δε μου μίλησαν ποτέ και ήρθαν όλα κάπως φυσικά από μόνα τους...
Και αν το παιδί μου δεν μου κάνει ποτέ καμία τέτοια ερώτηση; Οφείλω να ξεκινήσω εγώ μια τέτοια συζήτηση;
Σε τι παραπέμπει αρχικά αυτό το δίλλημα; Παραπέμπει σε βαθύτερους γονεϊκούς φόβους και ταμπού που σχετίζονται με το ζήτημα της σεξουαλικότητας και του σεξ:
- Ο φόβος, ότι η έναρξη αυτής της συζήτησης θα καταστρέψει την αθωότητα των παιδιών σας και θα σηματοδοτήσει το τέλος μια εποχής ανεμελιάς και αγνότητας
- Η αγωνία, ότι η συζήτηση θα πυροδοτήσει ακόμα μεγαλύτερη ενασχόληση με το θέμα και ότι αν αρχίσετε να μιλάτε για αυτό – ιδίως σε παιδιά που δεν εκφράζονται ανοιχτά – ουσιαστικά «φυτεύετε» ιδέες στο μυαλό τους που πυροδοτούν μεγαλύτερη περιέργεια ή πειραματισμούς.
- Η δική σας αίσθηση ότι μια τέτοια συζήτηση φέρνει συναισθήματα αμηχανίας και ντροπής. Αν αισθάνεστε εσείς άβολα, κάπως έτσι αναμένετε ότι θα νιώσει και το παιδί σας και δεν θέλετε να του προκαλέσετε το ίδιο δυσφορικά συναισθήματα
- Ο φόβος ότι το άνοιγμα αυτού του θέματος θα αποξενώσει τα παιδιά σας από εσάς και η συζήτηση θα τα τρομοκρατήσει τόσο που, αντί για εγγύτητα, έρθει η φυγή και η απόσυρση του παιδιού από έναν τέτοιο διάλογο και από εσάς.
Για να ξεκαθαρίσουμε το τοπίο: «Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι ασφαλέστερη από τη μη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση».
Τι λένε οι έρευνες; Το σύνολο των ερευνών που γίνονται στον τομέα αυτό δείχνουν ότι τα παιδιά που λαμβάνουν από τους γονείς τους σεξουαλική διαπαιδαγώγηση έχουν λιγότερες πιθανότητες να εκδηλώσουν επικίνδυνες και μη ασφαλείς σεξουαλικές συμπεριφορές και ότι η ανοιχτή επικοινωνία γύρω από το σεξ και την ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη των παιδιών δεν οδηγεί σε πρώιμη ή ακατάλληλη ενασχόληση του παιδιού με το σεξ.
Και αν αφήσω το παιδί να ανακαλύψει μόνο του τα πράγματα, τι κακό μπορεί να συμβεί; Όταν αποφεύγετε να απαντήσετε, είστε φειδωλοί ή ασαφείς στις απαντήσεις σας, νιώθετε έκδηλη ντροπή και αμηχανία, ή ακόμα χειρότερα το ενοχοποιείτε επειδή ρωτάει για όλα αυτά, τότε πού θα στραφεί ένα περίεργο παιδί; Στους συνομήλικούς του, σε μεγαλύτερα παιδιά, στο τηλέφωνο, στο tablet ή τον υπολογιστή. Η πληροφορία είναι παντού και είναι αφιλτράριστη, γιατί δεν έχει περάσει από δική σας επεξεργασία βάσει του αξιακού σας συστήματος σχετικά με τις σεξουαλικές σχέσεις. Είναι να σαν να στρέφετε το παιδί σε άλλες πηγές πληροφόρησης και έτσι χάνετε την ευκαιρία να μοιραστείτε τις απόψεις σας που για το παιδί θα αποτελέσουν και το βασικό κριτήριο επεξεργασίας και αξιολόγησης των «άλλων- εξωτερικών» πληροφοριών. Σχετικές έρευνες δείχνουν, ότι η έκθεση των παιδιών σε σεξουαλικής φύσης εικόνες στο διαδίκτυο ή την τηλεόραση αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης σεξουαλικών συμπεριφορών σε νεαρότερες ηλικίες. Οπότε: «κλείστε τις συσκευές και αρχίστε τις συζητήσεις».
Επιπλέον, κάθε μικρή η μεγαλύτερη άρνηση στη συζήτηση αυτή ενισχύει συναισθήματα ντροπής και ενοχής γύρω από τη σεξουαλικότητα του παιδιού και ακολούθως την τάση του να κρύβεται από εσάς.
Και αν το παιδί μου δε ρωτάει τίποτα; Πρέπει οπωσδήποτε να το κάνω να μιλήσει; Όλα τα παιδιά περνούν από τα ίδια ψυχοσεξουαλικά στάδια με χρονικές διαφορές κυρίως. Οπότε αργά η γρήγορα αυτές οι σκέψεις, απορίες, προβληματισμοί, ανάγκες θα αναδυθούν στους παιδικούς και εφηβικούς εγκεφάλους. Η σκέψη: «μάλλον το παιδί μου δεν έχει τίποτα από όλα αυτά στο μυαλό του» είναι απλώς μια παγίδα και ναι, θα χρειαστεί διακριτικά να ξεκινήσετε εσείς μια διερευνητική συζήτηση γύρω από το θέμα.
Από την άλλη δεν είναι λίγες οι φορές – ιδίως στο πρώτο στάδιο της εφηβείας – που όταν οι γονείς κάνουν το δύσκολο βήμα στη συζήτηση περί σεξ, οι απαντήσεις που παίρνουν να είναι: «καλά δεν υπάρχει καμία περίπτωση να το συζητήσω αυτό μαζί σου», «Μαμά μην το πιάνεις το θέμα, ξέρω ήδη πώς γίνονται τα πράγματα». Εδώ χρειάζεται να μην υποχωρήσετε και να επιμείνετε στην προσπάθειά σας να τους δείξετε, ότι ακόμα κι «αν ξέρουν τα πάντα» για το σεξ, είναι απαραίτητο να συζητήσουν για αυτό και μαζί σας. Τα παιδιά μπορεί να αντιστέκονται και να γκρινιάζουν αλλά εξακολουθούν να σας ακούν, οπότε πείτε όσα έχετε να πείτε ακόμα και να αρνούνται να εμπλακούν σε διάλογο μαζί σας.
Και αν «τα χάνω» όταν πάω να μιλήσω με το παιδί μου για αυτό; Ξέρετε κάτι; Είναι εντάξει να «τα χάνετε». Είναι απολύτως φυσιολογικό και αναμενόμενο να αισθάνεστε άβολα, αμήχανα, νευρικά γιατί ΔΕΝ είναι μια εύκολη συζήτηση. Αν αναγνωρίσετε ότι νιώθετε έτσι, θα μπορέσετε και να το αλλάξετε. Αν δεν αποδεχτείτε, όμως, ότι και εσάς σας δυσκολεύει να μιλήσετε με το παιδί σας για το σεξ και τις υγιείς σχέσεις, θα αναβάλλετε διαρκώς μια αναγκαία συζήτηση.
Είναι πολλές οι συζητήσεις που χρειάζεται να γίνονται στη διάρκεια της παιδικής και εφηβικής ηλικίας. Οι συστηματικές αυτές κουβέντες μεταξύ γονέων και παιδιών στέλνουν τα μήνυμα στα παιδιά, ότι είναι σημαντικό και φυσιολογικό κομμάτι της ζωής τους και ότι εσείς ως γονείς μπορείτε να είστε μια ασφαλής βάση για τους αυριανούς εφήβους που θα αντιμετωπίσουν δυσκολίες και θα ξέρουν ότι μπορούν να τις ακουμπήσουν σε εσάς. Λαμβάνοντας αυτό υπόψη, η γλώσσα, οι όροι, η προσέγγιση των γονέων γύρω από τη σεξουαλικότητα πρέπει να είναι προσαρμοσμένη στο αναπτυξιακό στάδιο του παιδιού.
Πώς συζητούμε γύρω από τα θέματα της σεξουαλικότητας σε παιδιά έως 2-3 ετών
Σε αυτήν την ηλικία, η συζήτηση ξεκινάει από τα μέρη του σώματος. Χρειάζεται να χρησιμοποιείτε από νωρίς τους σωστούς όρους για την περιγραφή της ανατομίας του παιδιού. Θα νιώθετε κάπως νευρικά όταν είναι να αναφερθείτε στα γεννητικά όργανα με την κανονική τους ονομασία αλλά θα πρέπει να τα ονομάζετε όπως ακριβώς ονομάζετε και τα υπόλοιπα μέρη του σώματος (κοιλιά, μύτη, γόνατο). Σε αυτήν την ηλικία (2-3) θα έχετε παρατηρήσει, ότι τα μικρά παιδιά συνηθίζουν να αγγίζουν (πειράζουν) τα γεννητικά τους όργανα. Αυτό είναι απολύτως φυσιολογικό και χρειάζεται να το επικοινωνήσετε και στα παιδιά εξηγώντας τους πότε και πού μπορούν να εξερευνούν το σώμα τους, τηρώντας βασικούς κανόνες υγιεινής και την ιδιωτικότητα (ότι δηλαδή αυτό μπορούν να το κάνουν στο δωμάτιό τους).
Πώς συζητούμε γύρω από τα θέματα της σεξουαλικότητας σε παιδιά έως 5 ετών
Μια εξαιρετικά σημαντική διάσταση που εισάγεται στη συζήτηση είναι τα όρια και τι θεωρείται κατάλληλο και μη κατάλληλο αναφορικά με το άγγιγμα από άλλους ανθρώπους (ποιοι αγγίζουν, υπό ποιες συνθήκες π.χ. μετά την τουαλέτα κλπ). Η εκπαίδευση στα όρια εισάγει το παιδί στην έννοια της «συναίνεσης» που είναι κρίσιμης σημασίας για τις μετέπειτα ερωτικές σχέσεις, την προστασία από συμπεριφορές παραβίασης των ορίων και σεβασμό των επιθυμιών του. Μαθαίνοντας στο παιδί ότι εκείνο έχει τον έλεγχο του σώματός του, εξασφαλίζετε την ασφάλειά του.
Σε αυτό το ηλικιακό φάσμα, τα παιδιά αναπτύσσουν μια εμφανή περιέργεια για το σώμα των άλλων(παρατηρούν το σώμα των γονιών τους, παίζουν -κάπως πειραματικά- με συνομήλικα παιδιά). Εδώ είναι απαραίτητο να εξηγήσετε ξεκάθαρα τους κανόνες και τις αξίες που διέπουν την οικογένειά σας, π.χ. κανόνες ιδιωτικότητας (χτυπάμε την πόρτα της τουαλέτας πριν μπούμε) ή πότε κάποιος είναι φυσιολογικό να είναι γυμνός (μετά το μπάνιο, για να αλλάξει και όχι άλλες στιγμές της ημέρας). Κάθε οικογένεια έχει τη δική της κουλτούρα, όμως η έκθεση στο γυμνό μεταξύ των μελών της οικογένειας είναι κάτι πολύ «μπερδευτικό» στο μυαλό των παιδιών και καταστρατηγεί τα βασικά όρια μεταξύ γονεϊκού και παιδικού συστήματος. Αναφορικά με τον πειραματισμό με τους συνομήλικους και αν πέσει στην αντίληψή σας κάτι τέτοιο, μην αντιδράσετε σαν να κάνουν κάτι κακό αλλά εξηγήστε με ήρεμο τόνο, ότι τα γεννητικά όργανα είναι ένα πολύ ιδιαίτερο μέρος του σώματος που δεν είναι σωστό να αγγίζονται από άλλους.
Συνήθως τώρα είναι που τα παιδιά αρχίζουν να αναρωτιούνται για το πώς γίνονται τα μωρά. Η εμβάθυνση σε λεπτομέρειες εξαρτάται αφενός από τον βαθμό της έως τώρα σεξουαλικής του διαπαιδαγώγησης και αφετέρου από το επίπεδο κατανόησης του παιδιού σας. Το σημαντικό είναι να είστε ειλικρινείς και σε περίπτωση που αμφιβάλλετε για τον τρόπο περιγραφής της σύλληψης μπορείτε να δώσετε κάποιες βασικές πληροφορίες (κυκλοφορούν πολλά σχετικά βιβλία στην αγορά γραμμένα με κατανοητή ορολογία) και να πείτε στο παιδί ανοιχτά, ότι θα συζητήσετε μαζί του άλλες λεπτομέρειες λίγο αργότερα.
Πώς συζητούμε γύρω από τα θέματα της σεξουαλικότητας σε παιδιά έως 6-8 ετών
Σε αυτή την ηλικία, είναι σημαντικό να ξεκινήσετε να συζητάτε θέματα ασφάλειας στο διαδίκτυο ακόμα και αν το παιδί σας έχει κάποια χρόνια μπροστά του μέχρι να αρχίσει να πλοηγείται σε διαδικτυακές σελίδες χωρίς εποπτεία. Καλό είναι να υπάρχουν φίλτρα, δηλαδή εργαλεία γονεϊκού ελέγχου, που ρυθμίζουν την πρόσβαση σε πληροφορίες ή υπηρεσίες στο Διαδίκτυο σύμφωνα με καθορισμένα κριτήρια. Σε κάθε περίπτωση, όμως, αν δουν ακατάλληλο (πορνογραφικό) περιεχόμενο, εξηγείστε ήρεμα ότι αυτές οι σελίδες απευθύνονται σε ενήλικες που κάνουν πράγματα για ενήλικες.
Τα παιδιά -κατά μέσο όρο- μέχρι την ηλικία των 8 - 9 αρχίζουν να εξερευνούν το σώμα τους. Για αυτό χρειάζεται συστηματικά να διευκρινίζετε, ότι αυτό είναι κάτι απολύτως φυσιολογικό και να υπενθυμίζετε τους κανόνες υγιεινής και ιδιωτικότητας.
Πώς συζητούμε γύρω από τα θέματα της σεξουαλικότητας σε παιδιά έως 8-11 ετών
Η ηλικία αυτή σηματοδοτεί την έναρξη των συναισθηματικών, σωματικών και κοινωνικών αλλαγών της εφηβείας και η περίοδος που ιδίως τα κορίτσια αρχίζουν να διαπραγματεύονται έντονα ζητήματα εξωτερικής εμφάνισης. Χρειάζεται να τσεκάρετε περιοδικά πώς αισθάνονται τα παιδιά για τις αλλαγές που παρατηρούν στο σώμα τους και αν αναρωτιούνται για κάτι σχετικό και να τονίζετε ότι, όλες οι αλλαγές είναι φυσιολογικές και ευπρόσδεκτες.
Πώς συζητούμε γύρω από τα θέματα της σεξουαλικότητας με εφήβους
Η ψυχοσεξουαλική εκπαίδευση των παιδιών από μικρή ηλικία έρχεται να σας αποζημιώσει, όταν το παιδί σας μπει στην εφηβεία. Αν έχετε χτίσει την εικόνα ενός γονιού διαθέσιμου και ανοιχτού να συζητήσει αυτά τα θέματα, τα παιδιά σας θα στραφούν σε εσάς να συζητήσουν όσα τους απασχολούν σχετικά με τις ερωτικές τους σχέσεις. Ακόμα, όμως, και αν δεν το έχετε κάνει, μιλήστε τώρα στο παιδί σας και εξηγήστε του, ότι μπορείτε να το ακούσετε και μην το αναβάλλετε άλλο.
Οι συζητήσεις σχετικά με τις σεξουαλικές σχέσεις χρειάζεται να εμπεριέχουν και άλλες θεματικές, με πιο σαφή τρόπο, όπως πώς να προστατέψουν τον εαυτό τους όταν τους ζητείται να κάνουν κάτι που δεν θέλουν ή πώς το αλκοόλ επιδρά στην κρίση του ατόμου και ακολούθως στη σεξουαλική του συμπεριφορά.
Για το τέλος δύο σημεία: Πρώτον η συζήτηση για τα θέματα της σεξουαλικότητας δε σημαίνει ότι θα γίνετε φίλος με τα παιδιά σας. Θα πρέπει να υπάρχει εκείνη η διαχωριστική γραμμή – το όριο που προσδιορίζει το γονεϊκό σας ρόλο σας που σας καθιστά φιγούρες ασφάλειας και σεβασμού.
Δεύτερον έχετε πάντα στο μυαλό σας ότι γενικός κανόνας δεν υπάρχει. Για το δικό σας παιδί μπορεί να είναι νωρίς να αναφερθείτε σε ένα τέτοιο ζήτημα οπότε χρειάζεται να κρίνετε εσείς, με βάση την εικόνα που έχετε ως γονείς για το παιδί σας, πότε θα ανοίξετε αυτά τα ζητήματα. Το σημαντικό στη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι, ότι η δική σας υποστηρικτική φωνή εσωτερικεύεται στα παιδιά σας και γίνεται η δική τους φωνή. Αυτή η εσωτερική φωνή είναι που τα βοηθάει να απολαμβάνουν, αλλά και να προστατεύονται.
Γιούλη Ι. Δελιέζα, Ψυχολόγος Msc