Πριν από περίπου δέκα με δώδεκα χρόνια, ο κόσμος άλλαξε. Ο κόσμος των κινητών τηλεφώνων, έστω. Κυκλοφόρησαν τα iPhone και το σύστημα Android, η οθόνη αφής αντικατέστησε τα παραδοσιακά πλήκτρα, η σύνδεση στο ίντερνετ έγινε δεδομένη πολυτέλεια και τα social media εξελίχθηκαν σε ένα παγκόσμιο σπίτι. Κάπως έτσι τα 122 εκατ. τηλέφωνα που πουλήθηκαν το 2007 έφτασαν μία δεκαετία αργότερα στο 1,5 δισεκατομμύριο. Είναι τα χρόνια που τα παιδιά που γεννήθηκαν στην αυγή της νέας χιλιετίας αποκτούσαν την πρώτη τους προσωπική συσκευή.
Είναι η γενιά των σημερινών εφήβων, την οποία οι κοινωνιολόγοι ονομάζουν Generation Z (ως συνέχεια της Generation Y, των περιβόητων Millennials) ή iGeneration, με το «i» να λειτουργεί για προφανείς λόγους ως σύμβολο αυτής της εποχής. Είναι η πρώτη γενιά που δεν έχει μνήμες από έναν κόσμο χωρίς ίντερνετ, είναι τα παιδιά που έμαθαν από νωρίς πώς είναι να χτυπάει ένα κινητό τηλέφωνο στο σπίτι, που εξοικειώθηκαν από μικροί με τις οθόνες και σήμερα διαμορφώνουν την προσωπικότητά τους μέσα από τα προφίλ τους στα social media. «Για εμένα και τα παιδιά της ηλικίας μου το κινητό μας είναι σαν προέκταση του χεριού μας», είπε στο «Κ» ο Γιώργος, μαθητής Γ΄ Λυκείου, ο οποίος απέκτησε το πρώτο του τηλέφωνο όταν ήταν 12 ετών.
Την ίδια ακριβώς στιγμή που τα «έξυπνα» τηλέφωνα άρχισαν να εξαπλώνονται, ας πούμε στο τέλος της προηγούμενης και στην αρχή της τρέχουσας δεκαετίας, άρχισε να παρατηρείται και μια σημαντική αλλαγή στη συμπεριφορά των εφήβων. Μια αμερικανική έρευνα («Monitoring the Future») που βρίσκεται σε εξέλιξη εδώ και δεκαετίες, εξετάζοντας τις συνήθειες και τα χαρακτηριστικά αυτών των ηλικιών, παρουσίασε μια σειρά από πολύ εντυπωσιακά ευρήματα. Φαίνεται, λοιπόν, ότι οι σημερινοί έφηβοι βγαίνουν έξω πολύ λιγότερο, δεν επιδιώκουν τις κοινωνικές συναναστροφές, αλλά ούτε και την ανεξαρτησία τους από την πατρική οικογένεια, ενώ εμφανίζονται απρόθυμοι να εμπλακούν συναισθηματικά μεταξύ τους. Ως αποτέλεσμα αυτής της διαπιστωμένης τάσης εσωστρέφειας είναι και το ότι το 2011 παρατηρήθηκε στις ΗΠΑ το εξής παράδοξο: για πρώτη φορά ιστορικά το ποσοστό των δολοφονιών μεταξύ εφήβων ήταν χαμηλότερο από αυτό των αυτοκτονιών.
Η έρευνα έδειξε επίσης ότι μετά το 2007 (ημερομηνία κυκλοφορίας του πρώτου iPhone) οι έφηβοι σαν να άλλαξαν ξαφνικά γνώμη και άρχισαν να απαντούν όλο και συχνότερα καταφατικά στην ερώτηση αν νιώθουν μοναξιά. Προφανώς ένιωθαν. Κι ας αντάλλασσαν όλη τη μέρα μηνύματα. Γιατί τελικά βρίσκονταν μόνοι στο δωμάτιό τους. Η αίσθηση που προσφέρει η επαφή δεν αναπληρώνεται.
Θα ήταν αφελές να αγνοήσουμε τη σύνδεση όλων των παραπάνω με την παγκόσμια κυριαρχία των κινητών τηλεφώνων, αλλά θα ήταν και επιπόλαιο να αποδώσουμε σε αυτά οτιδήποτε παρατηρείται. Την ίδια περίοδο για την οποία μιλάμε εκδηλώθηκε, για παράδειγμα, μια παγκόσμια οικονομική κρίση, που ασφαλώς επηρέασε ψυχολογικά κάθε ηλικία.
Ο χαμένος χρόνος
«Η μόνιμη ανάγκη να αποτυπώσουμε και να αναρτήσουμε κάθε στιγμή και κάθε εμπειρία μας αποζητώντας κάποιου είδους επιβεβαίωση και θαυμασμό από τους ακολούθους μας, η βασανιστική σύγκρισή μας με μοντέλα και μη κάθε φορά που ανοίγουμε το Instagram, αλλά και η έλλειψη ανάγκης για πραγματική επαφή αποτελούν μόνο την κορυφή του παγόβουνου για τις επιπτώσεις στην ψυχική μας υγεία», αναφέρει στο «Κ» η Άννα, 18 ετών, πρωτοετής φοιτήτρια Ψυχολογίας. Και καταλήγει: «Η τραγική ειρωνεία είναι ότι έχω απόλυτη συνείδηση της κατάστασης, αλλά εξακολουθώ να είμαι ένα με το κινητό μου!». Ο Γιώργος αναφέρει κάτι αντίστοιχο: «Αν έχω πέντε λεπτά ελεύθερα, θα μπω να χαζέψω στο Instagram και πριν το καταλάβω θα έχει περάσει μία ώρα. Ξέρω ότι χάνω τον χρόνο μου και ότι αυτό που κάνω δεν είναι ενδιαφέρον, αλλά συνεχίζω να το κάνω, γιατί είναι εθιστικό».
Είναι εθιστικό, πράγματι. Σύμφωνα με μια πρόσφατη βρετανική έρευνα («A decade of Digital Dependency»), άτομα ηλικίας από 15 έως 24 ετών περνούν κατά μέσο όρο τέσσερις ώρες τη μέρα στο κινητό τους. Με άλλα λόγια, κοιτάζουν το τηλέφωνό τους κάθε οκτώ λεπτά. Αυτή η διαπίστωση δεν διαφέρει από εκείνη που είχε δημοσιοποιήσει η Apple, σύμφωνα με την οποία οι χρήστες των iPhone ξεκλειδώνουν τη συσκευή τους 80 φορές τη μέρα ή αλλιώς έξι με εφτά φορές κάθε ώρα. Σε μια άλλη, σχετικά πρόσφατη, έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Preventive Medicine Reports, με τη συμμετοχή 40.000 παιδιών και εφήβων, συσχετίστηκε η εκδήλωση κατάθλιψης, άγχους, συμπτωμάτων έλλειψης προσοχής και συναισθηματικής αστάθειας με τις ώρες που περνούν μπροστά σε μια οθόνη.
Πάντα δίπλα τους
Για τους σημερινούς εφήβους το κινητό σπάνια κλείνει. Ή και ποτέ. Οι περισσότεροι κοιμούνται δίπλα του. Η μέρα τους τελειώνει με μια ματιά στην οθόνη και αρχίζει με τον ίδιο τρόπο. Υπάρχει όρος και λέγεται nomophobia («no mobile phone phobia»)· περιγράφει την αδυναμία να βρεθούμε (και αυτό δεν αφορά μόνο τις νεαρές ηλικίες) οπουδήποτε χωρίς το κινητό μας. Παρεμπιπτόντως, στα ευρήματα της προαναφερθείσας έρευνας «Monitoring the Future» συγκαταλέγεται και το ότι οι σημερινοί έφηβοι υποφέρουν από αϋπνίες πολύ περισσότερο από τα άτομα της αμέσως μεγαλύτερης ηλικίας. Αλλά δεν είναι μόνο το βράδυ. Ακόμα και όταν οι έφηβοι βρίσκονται μεταξύ τους, τα τηλέφωνά τους δεν κρύβονται στις τσέπες ή στις τσάντες τους. Στο τραπέζι της καφετέριας τα smartphones είναι ακουμπισμένα δίπλα στο ποτήρι του καθενός και πολλές φορές μάλιστα χρησιμοποιούνται, γιατί υπάρχει σε εξέλιξη μια παράλληλη συζήτηση σε κάποια εφαρμογή ανταλλαγής μηνυμάτων ή γιατί κάποιος έκανε μια ανάρτηση που απαιτεί σχολιασμό ή και απλή παρατήρηση. Μια μόνιμη πηγή διάσπασης της προσοχής.
Η Άννα λέει ότι δεν έχει κανέναν φίλο χωρίς κινητό τηλέφωνο ή προφίλ σε κάποιο κοινωνικό δίκτυο, καθώς, όπως λέει, «δεν νομίζω ότι στον σημερινό κόσμο μπορεί κανείς να μην έχει, τουλάχιστον όχι χωρίς να χάνει ένα μέρος της πραγματικότητας». Ο φόβος τού να χάνεις τις εξελίξεις και να νιώθεις ότι αποκόπτεσαι από όσα συμβαίνουν ορίζεται εδώ και κάποια χρόνια με τον όρο FOMO (Fear Of Missing Out), ένα κοινωνικό άγχος της εποχής των social media που βασανίζει τους χρήστες του διαδικτύου ανεξαρτήτως ηλικίας, αλλά μπορεί να γίνει εξαιρετικά επώδυνο ειδικά στις πιο ευαίσθητες προσωπικότητες ή στις νεαρές ηλικίες.
Οι ζωές των άλλων
Εν τω μεταξύ, η ζωή έχει μεταφερθεί στα smartphones σε όλα τα επίπεδα. Το bulling που παρατηρούνταν ως μάστιγα στα σχολεία τις προηγούμενες δεκαετίες συμβαίνει πλέον στα social media: cyberbulling, η εκδοχή του εκφοβισμού προσαρμοσμένη στις οθόνες. Μια πρόσφατη αμερικανική έρευνα (Pew Research Center) κατέδειξε ότι το 59% των εφήβων έχουν υποστεί έστω και μία φορά κάποιου είδους bullying στο διαδίκτυο – συχνότερες είναι οι λεκτικές επιθέσεις και η διάδοση ψευδών φημών. Είναι μάλλον αυτονόητο τι μπορεί να προκαλέσει κάτι τέτοιο σε ένα παιδί: από ένα επιφανειακό αίσθημα μειονεξίας μέχρι κοινωνικό αποκλεισμό.
Παρ’ όλα αυτά, η Generation Z έχει πλήρη συναίσθηση ότι η ζωή online αποτελεί μια παράλληλη πραγματικότητα, κάποιες φορές πιο επιθυμητή ή έστω πιο εύκολη, ωστόσο διαφορετική από την «κανονική». «Η συμπεριφορά του κόσμου στα social media δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα», λέει ο Γιώργος. «Η επικοινωνία είναι πιο απρόσωπη, τα συναισθήματα δεν διακρίνονται, μπορείς να κρύψεις ό,τι θέλεις». Η Άννα θεωρεί ότι «το ίντερνετ είναι μια πλατφόρμα όπου ο καθένας παρουσιάζει μια ωραιοποιημένη εκδοχή του εαυτού του. Θέλουμε να δείχνουμε ότι έχουμε ιδιαίτερες προσωπικότητες, μα πάνω απ’ όλα ότι ζούμε τέλειες ζωές. Οπότε, από αυτή την άποψη, τα social media μπορεί να παραμορφώσουν την πραγματική διάθεση και συμπεριφορά κάποιου».
Σε ένα πρόσφατο άρθρο της στο Atlantic η ψυχολόγος Jean Twenge σχολίασε ότι τα smarphones έχουν καταστρέψει αυτή τη γενιά. Ωστόσο, παρά τις ενδείξεις για τον επιζήμιο χαρακτήρα της εμμονικής σχέσης των εφήβων με τα κινητά τους τηλέφωνα, αλλά και τα αμιγώς ιατρικά προβλήματα που προκαλεί η συχνή τους χρήση (ακτινοβολία, πονοκέφαλοι, ζαλάδες, δυσκολία στον ύπνο κ.ά.), το τελευταίο που χρειάζεται είναι να φτάσουμε σε σημείο δαιμονοποίησης. Είναι μεγάλος ο πειρασμός. Το καινούργιο δυσκολευόμαστε να το αποδεχτούμε. Και παραγνωρίζεται το γεγονός ότι από τα κινητά τηλέφωνα οι έφηβοι έχουν επίσης πολλά να κερδίσουν: αναπτύσσουν επικοινωνιακές δεξιότητες, εξοικειώνονται με έναν χώρο στον οποίο θα βασιστούν στο μέλλον, δικτυώνονται, ενημερώνονται, εκπαιδεύονται, ακονίζουν την αντίληψή τους. Το ζήτημα είναι προφανώς, και ως συνήθως, να βρεθεί ισορροπία. Πώς θα περιοριστεί η ανεξέλεγκτη χρήση αυτής της πανίσχυρης συσκευής. Η ουσία όμως είναι ότι τα κινητά τηλέφωνα δεν έχουν για την ώρα καταστρέψει καμία γενιά. Τη διαμορφώνουν. Την έχουν αλλάξει. Όπως έχουν αλλάξει τα πάντα.