Αφηγηματικές τεχνικές στο μυθιστόρημα του Καζαντζάκη:
- Ο αφηγητής είναι δραματοποιημένος, αποτελεί δηλαδή ένα από τα πρωταγωνιστικά πρόσωπα της ιστορίας και αφηγείται την ιστορία σε πρώτο πρόσωπο –στοιχείο που ενισχύει την αίσθηση ότι όσα διαβάζουμε αποτελούν προσωπικό βίωμα του αφηγητή.
- Η αφήγηση δίνεται με εσωτερική εστίαση. Ο αφηγητής, δηλαδή, που είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας έχει περιορισμένο γνωστικό πεδίο και μας αφηγείται τα γεγονότα έχοντας γνώση μόνο όσων αντιλαμβάνεται ο ίδιος, χωρίς να γνωρίζει σκέψεις και συναισθήματα των άλλων ηρώων, όπως θα συνέβαινε αν ήταν παντογνώστης.
- Σε ό,τι αφορά το χρόνο της αφήγησης ο αφηγητής μας δίνει τα γεγονότα σε γραμμική σειρά, χωρίς δηλαδή να προκύπτουν αναχρονίες με αναδρομικές ή πρόδρομες αφηγήσεις.
- Ως προς το ρυθμό της αφήγησης, στα διαλογικά σημεία, που καλύπτουν το μεγαλύτερο μέρος του εξεταζόμενου αποσπάσματος, έχουμε ταύτιση του χρόνου της αφήγησης με το χρόνο της ιστορίας και άρα δημιουργία «σκηνής».
- Το μεγαλύτερο μέρος του αποσπάσματος δίνεται με τη χρήση διαλόγου, στοιχείο που ενισχύει τη ζωντάνια και την παραστατικότητα του κειμένου.
- Σε μικρότερο βαθμό χρησιμοποιείται η αφήγηση και η περιγραφή, καθώς και η καταγραφή προσωπικών σκέψεων που μας παραπέμπει στον εσωτερικό μονόλογο.
Γιατί ο Ζορμπάς έχει «μεταφυσικές ανησυχίες»; Τι έχει προηγηθεί;
«Ρώτησα για σπίτι.
- Να πάτε στης μαντάμ Ορτάνς, φώναξε κάποιος.
- Φραντσέζα; έκαμα ξαφνιασμένος.
- Από του διαόλου τη μάνα. Βίος και πολιτεία. Πήδηξε πολλά παλούκια, και τώρα που γέρασε, κάθισε στο στερνό παλούκι εδώ κι άνοιξε χάνι.
- Πουλάει και καραμέλες! πετάχτηκε ένα παιδί.
- Κι αλευρώνεται και μπογιατίζεται! φώναξε ένα άλλο. Βάνει μιαν κορδέλα στο λαιμό∙ έχει κι ένα παπαγάλο....
- Χήρα; ρώτησε ο Ζορμπάς∙ χήρα;
Μα κανένας δεν του αποκρίθηκε.
- Χήρα; ξαναρώτησε με λαχτάρα.
Ο καφετζής φούχτωσε τα πηχτά ψαρά γένια του:
- Πόσες τρίχες είναι ετούτες, κουμπάρε; πόσες; Ε, από τόσους άντρες είναι και τούτη χήρα. Μπήκες στο νόημα;
- Μπήκα, αποκρίθηκε ο Ζορμπάς κι έγλειψε τα χείλια του.»
Ο αφηγητής και ο Ζορμπάς φτάνοντας στην Κρήτη θα μείνουν στο μικρό ξενοδοχείο της μαντάμ Ορτάνς, μιας γαλλίδας που πέρασε τα χρόνια της προσφέροντας ερωτικές απολαύσεις σε γενναιόδωρους άντρες. Ο Ζορμπάς θα συνάψει ερωτική σχέση μαζί της και παρά το σύντομο του δεσμού τους θα την αγαπήσει πραγματικά. Έτσι, όταν η μαντάμ Ορτάνς αρρωστήσει και πεθάνει, ο ήρωας του μυθιστορήματος θα αισθανθεί έντονα την απώλειά της και θα μπει σε μια διαδικασία μεταφυσικής αναζήτησης σχετικά με το νόημα της ζωής και του θανάτου. Ο προβληματισμός του ήρωα, βέβαια, είναι συνηθισμένος για τους ανθρώπους, όταν έρχονται αντιμέτωποι με το θάνατο κάποιου αγαπημένου προσώπου, καθώς ένα τέτοιο γεγονός μας υπενθυμίζει πάντοτε τη θνητότητά μας.
«Ο Ζορμπάς ξέπλεξε σιγά το μπράτσο της μαντάμ Ορτάνς από το λαιμό του. Σηκώθηκε∙ ήταν κατάχλομος. Σφούγγισε με το ανάστροφο του χεριού του τα μάτια του που ‘τρεχαν. Κοίταξε την άρρωστη μα δεν ξεχώρισε τίποτα∙ δεν έβλεπε.»
Ποιες είναι οι μεταφυσικές ανησυχίες του Ζορμπά και με ποια ερωτήματα διατυπώνονται;
Στην επιστροφή από την κηδεία της μαντάμ Ορτάνς ο Ζορμπάς, που είναι ιδιαίτερα πικραμένος από το χαμό της αγαπημένης του, έχει καθίσει με τον συγγραφέα στη θάλασσα και παρατηρούν τον ουρανό. Ο Ζορμπάς κοιτάζοντας τα αστέρια κατακλύζεται από μια σειρά ερωτημάτων: τι μπορεί να συμβαίνει στο απώτατο αυτό σημείο του σύμπαντος, ποιος είναι ο δημιουργός όλων αυτών, για ποιο λόγο έχει δημιουργήσει όλα όσα μας περιβάλλουν και το σημαντικότερο γιατί να πεθαίνουμε. Οι ανησυχίες του Ζορμπά αποτελούν επί της ουσίας προβληματισμούς που απασχολούν όλους τους ανθρώπους κάποια στιγμή, καθώς τόσο η γενικότερη σκοπιμότητα της ζωής όσο και η πικρή συνειδητοποίηση της θνητότητας, συνιστούν διαχρονικά ερωτήματα.
Γιατί ο Ζορμπάς έχει την αξίωση να πάρει από το συγγραφέα απάντηση στα ερωτήματά του;
Ο Ζορμπάς έχοντας περάσει τη ζωή του δουλεύοντας και αναζητώντας εμπειρίες, δεν έχει κατορθώσει να μελετήσει και να αποκτήσει μόρφωση, γι’ αυτό και θεωρεί ότι ο συγγραφέας που είναι ιδιαίτερα μορφωμένος οφείλει να γνωρίζει τις απαντήσεις στα ερωτήματα που τον απασχολούν. Η αδυναμία, όμως, του συγγραφέα να απαντήσει στις ανησυχίες αυτές του Ζορμπά του προκαλούν αγανάκτηση μιας και θεωρεί πως αν δεν μπορεί να πάρει απάντηση από κάποιον που έχει μελετήσει τόσο πολύ στη ζωή του, πώς θα μπορέσει ο ίδιος να βρει απαντήσεις σ’ αυτά τα ερωτήματα που βαρύνουν την ψυχή του.
Ο Ζορμπάς θεωρεί πως ο συγγραφέας θα έπρεπε να γνωρίζει ποιος είναι ο λόγος για τον οποίο γεννιόμαστε. Ο συγγραφέας όμως, όπως είναι λογικό, δεν μπορεί να απαντήσει σ’ ένα ερώτημα το οποίο από τη φύση του λαμβάνει απάντηση μόνο μέσα από την προσωπική διαδρομή κάθε ανθρώπου και δέχεται εν τέλει διαφορετική απάντηση για κάθε άνθρωπο.
Ποια εικόνα βρίσκει ο συγγραφέας για να εξηγήσει στο Ζορμπά τη φιλοσοφική κοσμολογία και ανθρωπολογία του; Τι συμπεραίνετε από αυτή;
Ο συγγραφέας θέλοντας να περιγράψει στον Ζορμπά την ιδιαίτερη φύση της ζωής και την παρόμοια κατάσταση άγνοιας που διακατέχει όλους τους ανθρώπους σχετικά με το μυστήριο της ύπαρξης, χρησιμοποιεί μια εικόνα παρμένη από τη φύση, που είναι οικεία στο Ζορμπά κι εύληπτη. Παρουσιάζει τους ανθρώπους ως μικρά σκουλήκια που βρίσκονται πάνω σ’ ένα φύλλο ενός τεράστιου δέντρου. Το φύλλο στο οποίο βρίσκονται οι άνθρωποι είναι η γη, τα υπόλοιπα φύλλα είναι τα αστέρια και το δέντρο είναι το σύμπαν. Τα σκουληκάκια μη έχοντας συνολική εποπτεία του χώρου δεν έχουν άλλο τρόπο να κατανοήσουν το χώρο γύρω τους από το να γευτούν και να περιεργαστούν το φύλλο στο οποίο βρίσκονται. Οι πιο γενναίοι άνθρωποι, όπως σχολιάζει ο συγγραφέας, φτάνουν μέχρι την άκρη του φύλλου και κοιτάζουν κάτω στο χάος, μαντεύοντας τον γκρεμό που βρίσκεται εκεί.
Η αδυναμία των ανθρώπων να κατανοήσουν πλήρως τόσο το χώρο στον οποίο βρίσκονται όσο και τον λόγο της ύπαρξής τους είναι εύλογη, μιας και η μηδαμινότητα τους σε σχέση με το αχανές σύμπαν δεν τους επιτρέπει να αντιληφθούν πλήρως την αλήθεια της ζωής. Είναι δύσκολο για τους ανθρώπους, οι οποίοι μπροστά στο χωρίς όρια σύμπαν μοιάζουν εντελώς ασήμαντοι, να μπορέσουν να γνωρίσουν πραγματικά την ουσία του σύμπαντος αλλά και τον πραγματικό λόγο της ύπαρξης –αν θεωρήσουμε ότι υπάρχει αιτιολόγηση για την ύπαρξη των ανθρώπων. Όπως, δηλαδή, τα σκουλήκια που έχουν μερική γνώση του δέντρου, ένα μόλις φύλλο απ’ όλο το δέντρο, έτσι και οι άνθρωποι γνωρίζουν ένα ελάχιστο μέρος του σύμπαντος και συνεπώς κατανοούν μέρος μόνο της πραγματικότητας.
Τι είναι ο «ιερός τρόμος» και ποιες είναι κατά το συγγραφέα οι δυνατές αντιδράσεις των ανθρώπων σ’ αυτόν; Ποια είναι η αντίδραση του Ζορμπά;
Ο ιερός τρόμος, είναι η κατάσταση δέους στην οποία περιέρχονται οι άνθρωποι όταν επιχειρούν να αντικρίσουν την ύπαρξη στην ολότητά της. Οι άνθρωποι όταν συνειδητοποιούν τη μηδαμινότητα που τους διακρίνει σε σχέση με το άπειρο σύμπαν, αισθάνονται αβοήθητοι και παντελώς ανίσχυροι. Η αίσθηση αυτή, επομένως, τους τρομάζει και τους ωθεί είτε να αναζητήσουν παρηγοριά και ενίσχυση σε μια ισχυρότερη δύναμη, στο θεό, είτε να αποδεχτούν την κατάσταση στην οποία βρίσκονται και να πουν «Μου αρέσει».
Ο Ζορμπάς ακούγοντας τις δύο πιθανές αντιδράσεις, όπως τις παρουσιάζει ο συγγραφέας, δηλώνει πως δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να αντικρίσει τη θνητότητά του, το ενδεχόμενο του θανάτου του και να πει πως του αρέσει. Είναι πάντοτε έτοιμος να κοιτάξει κατάματα το θάνατο, χωρίς να τον φοβηθεί, αλλά δεν υπάρχει ποτέ περίπτωση να συναινέσει σε αυτόν, δεν πρόκειται ποτέ να τον αποδεχτεί και να δηλώσει, όπως κάνουν άλλοι άνθρωποι, ότι του αρέσει. Ο Ζορμπάς θεωρεί πως όντας ελεύθερος να διαχειριστεί τη ζωή του όπως ο ίδιος επιθυμεί, έχει το δικαίωμα να μη συναινέσει στο θάνατο. Γνωρίζει, βέβαια, πως ο θάνατος είναι αναπόφευκτος αλλά δεν θεωρεί ότι θα πρέπει και να συμφωνεί με αυτή την κατάληξη.
Πώς αντιλαμβάνεστε τις φράσεις «Από τη στιγμή εκείνη αρχίζει η ποίηση» και «να μετουσιώνεις το αναπόφευγο σε δικιά σου λεύτερη βούληση»;
Ο Καζαντζάκης παρουσιάζοντας την κατάσταση στην οποία περιέρχονται οι άνθρωποι όταν συνειδητοποιούν τη μηδαμινότητά τους αλλά και την αδυναμία τους να κατανοήσουν πλήρως την αλήθεια της ύπαρξης, παρουσιάζοντας τον ιερό αυτό τρόμο, σκέφτεται ότι εκείνη τη στιγμή αρχίζει η ποίηση. Τη στιγμή, δηλαδή, που ο άνθρωπος βρίσκεται αντιμέτωπος με το φόβο που του προκαλεί η άγνοια του για τον κόσμο, η αδυναμία του αλλά και η επίγνωση του θανάτου του, δεν έχει πια άλλο τρόπο να εκφράσει και να εκτονώσει αυτά του τα συναισθήματα παρά την ποίηση. Εκεί που η σκέψη του ανθρώπου αδυνατεί να δώσει απαντήσεις, ο άνθρωπος καταφεύγει στην ποιητική έκφραση, στη δημιουργική δύναμη του ποιητικού λόγου, όχι τόσο για να βρει απαντήσεις όσο για να αντιμετωπίσει κατά κάποιο τρόπο τα έντονα συναισθήματα που τον κατακλύζουν. Η ποίηση λειτουργεί περισσότερο ως μέσο προσέγγισης του φόβου που προκαλείται στον άνθρωπο και όχι ως μέσο επίλυσης των αναζητήσεών του, υπό την έννοια πως σε κάποιες από αυτές τις ανησυχίες δεν μπορούν επί της ουσίας να δοθούν απαντήσεις ή λύσεις.
Ο συγγραφέας μπροστά στην άρνηση του Ζορμπά να αποδεχτεί το θάνατο, σκέφτεται πως ο μόνος δρόμος προς τη λύτρωση είναι να μετουσιώνουν οι άνθρωποι το αναπόφευκτο σε δική τους ελεύθερη βούληση. Με τη σκέψη αυτή ο Καζαντζάκης εννοεί πως τις μεγάλες αλήθειες της ύπαρξης που ο άνθρωπος δεν μπορεί με κανένα τρόπο να τις αποτρέψει, όπως και κυρίως το θάνατο, θα πρέπει ο άνθρωπος να τις αντιμετωπίζει με θάρρος και να τις εκλαμβάνει εν τέλει ως δικές του επιλογές, ως αποτέλεσμα προσωπικής τους θέλησης. Με τον τρόπο αυτό ο άνθρωπος θέτει σε εφαρμογή το σημαντικότερο στοιχείο της ύπαρξής του, την ελευθερία που έχει στο να καθορίζει τη μοίρα του. Παρόλο που ο θάνατος είναι δεδομένος είναι, κατά το συγγραφέα, προτιμότερο να τον αντικρίζουμε ως απόρροια προσωπικής μας επιλογής παρά ως τη μοιρολατρική κατάληξη της ύπαρξής μας, καθώς στην πρώτη περίπτωση τουλάχιστον έχουμε την αίσθηση πως ελέγχουμε οι ίδιοι τη ζωή μας.