Η ινδική ταινία «Ο αλήτης της Βομβάης» ήταν η αφορμή να γραφτεί το τραγούδι «Μαντουμπάλα» του Στέλιου Καζαντζίδη το οποίο όταν κυκλοφόρησε ως Μαντουβάλα έγινε τεράστια λαϊκή επιτυχία.
Η ιστορία της δημιουργίας του ξεκίνησε από τον Καζαντζίδη, αλλά συνέβαλαν άλλοι δύο καλλιτέχνες στην ολοκλήρωση του.
Καθώς ο Καζαντζίδης παρακολουθούσε την συγκεκριμένη ταινία ενθουσιάστηκε με το τραγούδι και τις μουσικές συνθέσεις του θρυλικού Ραβί Σανκάρ και θέλησε να το διασκευάσει στα ελληνικά.
Με μάτια κλαμένα στους δρόμους γυρνώ,
μια χαμένη αγάπη ζητάω να βρω,
μια χαμένη αγάπη ζητάω να βρω.
Στο τραγούδι η Μαντουμπάλα είναι η χαμένη αγάπη του τραγουδιστή, την οποία αναζητά και καλεί σπαρακτικά να γυρίσει κοντά του.
Η Παπαγιαννοπούλου, έγραψε τους στίχους για την κόρη της, που είχε πεθάνει εκείνη τη χρονιά.
Ο συνθέτης δέχτηκε να τους βοηθήσει και αφού έκανε τις κατάλληλες προσθαφαιρέσεις, παρέδωσε το κομμάτι έτοιμο στον Καζαντζίδη.
Πλέον δεν έμοιαζε με το ινδικό τραγούδι «Aajao tarapt hai arman» του βιρτουόζου του σιτάρ Ραβί Σανκάρ αλλά είχε αποκτήσει δικό του χαρακτήρα.
Στο άκουσμά του ο Καζαντζίδης ενθουσιάστηκε.
Η Μαντουβάλα κυκλοφόρησε το 1959 και πούλησε συνολικά 96 χιλιάδες δίσκους. Μάλιστα παρέμεινε πρώτο σε πωλήσεις για μια δεκαετία.
Η τεράστια επιτυχία του τραγουδιού ήταν η αιτία που ο Καζαντζίδης πήγε στα δικαστήρια την εταιρεία του, Κολούμπια και διεκδίκησε ποσοστά επί των πωλήσεων.
Οι στίχοι ήταν της Παπαγιαννοπούλου και η μουσική του Δερβενιώτη, ωστόσο στον δίσκο στιχουργός και συνθέτης αναφέρθηκε ο Καζαντζίδης.
Αυτό προκάλεσε εντάσεις μεταξύ των δημιουργών και του τραγουδιστή.
Σύμφωνα με το βιβλίο του Νέαρχου Γεωργιάδη και της Τάνια Ραχματούλινα «Ο Θόδωρος Δερβενιώτης και το μεταμφυλιακό τραγούδι» οφειλόταν στη συμφωνία που είχε γίνει μεταξύ του τραγουδιστή και της εταιρίας του.
Την περίοδο εκείνη, ο Καζαντζίδης βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του και πίεζε την»Κολούμπια» να του κάνει αύξηση.
Ο ιδιοκτήτης Τάκης Λαμπρόπουλος δέχτηκε να το κάνει αλλά με έμμεσο τρόπο ώστε να μην δημιουργηθούν προβλήματα με τους υπόλοιπους καλλιτέχνες.
Θα δήλωνε τη σύνθεση και τον στίχο στο όνομα του Καζαντζίδη ωστε να εισπράξει αυξημένη αμοιβή.
Η συμφωνία τηρήθηκε αφού κάφμφηκαν οι αρχικές αντιρρήσεις του τραγουδιστή.
Η Μαντουμπάλα
Η Μαντουμπάλα γεννήθηκε το 1933 στο Δελχί ήταν το πέμπτο παιδί από τα συνολικά έντεκα μιας φτωχής μουσουλμάνικης οικογένειας. Εξαιτίας της άσχημης οικονομικής κατάστασης και του πρόωρου θανάτου των έξι αδερφών της, ξεκίνησε να δουλεύει από μικρή ηλικία. Η πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο έγινε σε ηλικία εννέα ετών.
Το εντυπωσιακό παρουσιαστικό της, τη βοήθησε να αναλάβει πετυχημένους ρόλους που την καθιέρωσαν στο κινηματογραφικό στερέωμα.
Στην Ινδία την αντιμετώπιζαν ως σταρ και την σύγκριναν με την Μέριλιν Μονρόε εξαιτίας της δημοτικότητας της.
Η διάγνωση έγινε το 1950 και η κατάστασή της επιδεινώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’60.
Την εποχή εκείνη οι επεμβάσεις στην καρδιά δεν ήταν ακόμα διαδεδομένες και δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει την ασθένεια.
Πέθανε το 1969 σε ηλικία μόλις 36 ετών.
Αντλήθηκαν πληροφορίες από το βιβλίο «Μια ιστορία..ένα τραγούδι» του Ηρακλή Ευστρατιάδη. Εκδόσεις Μ.Τούμπης
https://www.mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.
Η ιστορία της δημιουργίας του ξεκίνησε από τον Καζαντζίδη, αλλά συνέβαλαν άλλοι δύο καλλιτέχνες στην ολοκλήρωση του.
Καθώς ο Καζαντζίδης παρακολουθούσε την συγκεκριμένη ταινία ενθουσιάστηκε με το τραγούδι και τις μουσικές συνθέσεις του θρυλικού Ραβί Σανκάρ και θέλησε να το διασκευάσει στα ελληνικά.
Τότε ζήτησε από την Ευτυχία Παπαγιαννοπούλου να τον βοηθήσει να γράψουν ελληνικούς στίχους πάνω στο ινδικό ρυθμό.
Η Παπαγιαννοπούλου, που ήταν λάτρης του ινδικού κινηματογράφου βρήκε τον τίτλο πριν ξεκινήσει να γράφει τους στίχους.
Ο τίτλος σήμαινε «γλυκό κορίτσι» και ήταν το όνομα της μεγάλης Ινδής πρωταγωνίστριας της δεκαετίας του ’50, της Μαντουμπάλα.
Η Παπαγιαννοπούλου, που ήταν λάτρης του ινδικού κινηματογράφου βρήκε τον τίτλο πριν ξεκινήσει να γράφει τους στίχους.
Ο τίτλος σήμαινε «γλυκό κορίτσι» και ήταν το όνομα της μεγάλης Ινδής πρωταγωνίστριας της δεκαετίας του ’50, της Μαντουμπάλα.
μια χαμένη αγάπη ζητάω να βρω,
μια χαμένη αγάπη ζητάω να βρω.
Να σε δω κι ας πεθάνω, καλή μου.
Αυτό μόνο ζητάει η ψυχή μου.
Από τότε που σ’ έχασα λιώνω,
τ’ όνομά σου φωνάζω με πόνο,
Μαντουμπάλα, Μαντουμπάλα.
Αυτό μόνο ζητάει η ψυχή μου.
Από τότε που σ’ έχασα λιώνω,
τ’ όνομά σου φωνάζω με πόνο,
Μαντουμπάλα, Μαντουμπάλα.
Η Παπαγιαννοπούλου, έγραψε τους στίχους για την κόρη της, που είχε πεθάνει εκείνη τη χρονιά.
Η κόντρα για τους στίχους και τη μουσική
Η περιπέτεια του κομματιού δεν έληξε εκεί. Ο Καζαντζίδης αντιμετώπισε δυσκολίες στην προσαρμογή της μουσικής με τους στίχους και μαζί με την Μαρινέλλα απευθύνθηκαν στον συνθέτη Θόδωρο Δερβενιώτη.Ο συνθέτης δέχτηκε να τους βοηθήσει και αφού έκανε τις κατάλληλες προσθαφαιρέσεις, παρέδωσε το κομμάτι έτοιμο στον Καζαντζίδη.
Πλέον δεν έμοιαζε με το ινδικό τραγούδι «Aajao tarapt hai arman» του βιρτουόζου του σιτάρ Ραβί Σανκάρ αλλά είχε αποκτήσει δικό του χαρακτήρα.
Στο άκουσμά του ο Καζαντζίδης ενθουσιάστηκε.
Η Μαντουβάλα κυκλοφόρησε το 1959 και πούλησε συνολικά 96 χιλιάδες δίσκους. Μάλιστα παρέμεινε πρώτο σε πωλήσεις για μια δεκαετία.
Η τεράστια επιτυχία του τραγουδιού ήταν η αιτία που ο Καζαντζίδης πήγε στα δικαστήρια την εταιρεία του, Κολούμπια και διεκδίκησε ποσοστά επί των πωλήσεων.
Οι στίχοι ήταν της Παπαγιαννοπούλου και η μουσική του Δερβενιώτη, ωστόσο στον δίσκο στιχουργός και συνθέτης αναφέρθηκε ο Καζαντζίδης.
Αυτό προκάλεσε εντάσεις μεταξύ των δημιουργών και του τραγουδιστή.
Σύμφωνα με το βιβλίο του Νέαρχου Γεωργιάδη και της Τάνια Ραχματούλινα «Ο Θόδωρος Δερβενιώτης και το μεταμφυλιακό τραγούδι» οφειλόταν στη συμφωνία που είχε γίνει μεταξύ του τραγουδιστή και της εταιρίας του.
Την περίοδο εκείνη, ο Καζαντζίδης βρισκόταν στο απόγειο της καριέρας του και πίεζε την»Κολούμπια» να του κάνει αύξηση.
Ο ιδιοκτήτης Τάκης Λαμπρόπουλος δέχτηκε να το κάνει αλλά με έμμεσο τρόπο ώστε να μην δημιουργηθούν προβλήματα με τους υπόλοιπους καλλιτέχνες.
Θα δήλωνε τη σύνθεση και τον στίχο στο όνομα του Καζαντζίδη ωστε να εισπράξει αυξημένη αμοιβή.
Η συμφωνία τηρήθηκε αφού κάφμφηκαν οι αρχικές αντιρρήσεις του τραγουδιστή.
Η Μαντουμπάλα
Η Μαντουμπάλα γεννήθηκε το 1933 στο Δελχί ήταν το πέμπτο παιδί από τα συνολικά έντεκα μιας φτωχής μουσουλμάνικης οικογένειας. Εξαιτίας της άσχημης οικονομικής κατάστασης και του πρόωρου θανάτου των έξι αδερφών της, ξεκίνησε να δουλεύει από μικρή ηλικία. Η πρώτη της εμφάνιση στον κινηματογράφο έγινε σε ηλικία εννέα ετών.
Το εντυπωσιακό παρουσιαστικό της, τη βοήθησε να αναλάβει πετυχημένους ρόλους που την καθιέρωσαν στο κινηματογραφικό στερέωμα.
Στην Ινδία την αντιμετώπιζαν ως σταρ και την σύγκριναν με την Μέριλιν Μονρόε εξαιτίας της δημοτικότητας της.
Έγινε θρύλος στα λαϊκά στρώματα και αυτό συνετέλεσε ο πρόωρος θάνατός της
Η όμορφη ηθοποιός έπασχε από μια καρδιακή πάθηση καθ’όλη τη διάρκεια της ζωής της.Η διάγνωση έγινε το 1950 και η κατάστασή της επιδεινώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του ’60.
Την εποχή εκείνη οι επεμβάσεις στην καρδιά δεν ήταν ακόμα διαδεδομένες και δεν κατάφερε να αντιμετωπίσει την ασθένεια.
Πέθανε το 1969 σε ηλικία μόλις 36 ετών.
Αντλήθηκαν πληροφορίες από το βιβλίο «Μια ιστορία..ένα τραγούδι» του Ηρακλή Ευστρατιάδη. Εκδόσεις Μ.Τούμπης
https://www.mixanitouxronou.gr
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.