Γάλλος επιχειρηματίας και δημόσιος λειτουργός, ένας από τους οραματιστές της Ενωμένης Ευρώπης, στο πρότυπο των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Θεωρείται ένας από τους πατέρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο Ζαν Ομέρ Μαρί Γκαμπριέλ Μονέ γεννήθηκε στο Κονιάκ της νοτιοδυτικής Γαλλίας στις 9 Νοεμβρίου 1888. Σε ηλικία 16 ετών εγκατέλειψε το σχολείο για ν’ ασχοληθεί με την οικογενειακή επιχείρηση εμπορίας κονιάκ. Ταξίδεψε σ’ όλο τον κόσμο, πλουτίζοντας διαρκώς τις εμπειρίες του.
Κατά τη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, προσέφερε τις υπηρεσίες του ως εκπρόσωπος της Γαλλίας στη Διασυμμαχική Επιτροπή Ναυτιλίας και, μετά τον πόλεμο, διετέλεσε αναπληρωτής γενικός γραμματέας της Κοινωνίας των Εθνών (1919-1923). Μετά τη λήξη της θητείας του στον διεθνή οργανισμό - πρόδρομο του ΟΗΕ, επανήλθε στην πατρική επιχείρηση κι εργάστηκε ως έμπορος κονιάκ και αργότερα ως τραπεζίτης στις ΗΠΑ. Μεταξύ του 1934 και 1936 διατέλεσε σύμβουλος του εθνικιστή κινέζου ηγέτη Τσανγκ Κάι Σεκ.
Το 1929 γνώρισε την κατά 20 χρόνια μικρότερη του Σίλβια Τζιανίνι, σύζυγο του εμπορικού αντιπροσώπου της πατρικής επιχείρησης στην Ιταλία και την ερωτεύτηκε σφοδρά. Επειδή, όμως, δεν μπορούσε να πάρει διαζύγιο, καθώς αυτό απαγορευόταν στις καθολικές χώρες εκείνη την εποχή, ο Μονέ με τις διεθνείς διασυνδέσεις του κανόνισε να λάβει τη σοβιετική υπηκοότητα η μέλλουσα σύζυγός του. Το διαζύγιο εκδόθηκε με συνοπτικές διαδικασίες και ο πολιτικός γάμος έγινε στη Μόσχα το 1934. Το ζευγάρι απέκτησε μία κόρη και παντρεύτηκε με θρησκευτικό γάμο μόλις το 1974.
Κατά την έναρξη του Β' Παγκόσμιου Πολέμου, ο Μονέ ορίστηκε πρόεδρος της Γαλλοβρετανικής Συντονιστικής Οικονομικής Επιτροπής και τον Ιούνιο του 1940 υπέδειξε στον πρωθυπουργό της Μεγάλης Βρετανίας Γουίνστον Τσόρτσιλ μία γαλλοβρετανική οικονομική και πολιτική ένωση, ως αντίβαρο στη ναζιστική Γερμανία.
Μετά τη συνθηκολόγηση της Γαλλίας, κατέφυγε στην Ουάσινγκτον, όπου τοποθετήθηκε μέλος του Συμβουλίου Ανεφοδιασμού της Μεγάλης Βρετανίας. Στις αρχές του 1943 η αμερικανική κυβέρνηση τον έστειλε στο Αλγέρι για να διαπραγματευτεί με τον στρατηγό Ζιρό, που ήταν πιστός στη δοσιλογική κυβέρνηση του Βισύ και τον Μάιο του ίδιου χρόνου έγινε μέλος της Γαλλικής Επιτροπής Εθνικής Απελευθέρωσης, υπό τον στρατηγό Ντε Γκολ.
Μετά την απελευθέρωση της Γαλλίας και την εθνικοποίηση των εταιρειών σιδηροδρόμων, ορυχείων και ηλεκτροπαραγωγής, διορίστηκε επικεφαλής της επιτροπής για την προετοιμασία ενός πλήρους σχεδίου ανασυγκρότησης και εκσυγχρονισμού της κατεστραμμένης γαλλικής οικονομίας. Στις 11 Ιανουαρίου 1947 το σχέδιο υιοθετήθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση και ο Μονέ διορίστηκε γενικός επίτροπος της Υπηρεσίας Εθνικού Σχεδιασμού.
Στις 9 Μαΐου 1950, ο υπουργός Εξωτερικών της Γαλλίας, Ρομπέρ Σουμάν, σε μία ιστορική δήλωση υποστήριξε ότι η συνένωση των ευρωπαϊκών εθνών μπορεί να θεμελιωθεί μόνο στην εξάλειψη της αιώνιας αντιπαράθεσης μεταξύ της Γαλλίας και Γερμανίας και πρότεινε ως πρώτο βήμα να τεθεί το σύνολο της παραγωγής άνθρακα και χάλυβα υπό ενιαία διοίκηση.
Το «Σχέδιο Σουμάν», το πρώτο βήμα για την ευρωπαϊκή ενοποίηση, το οποίο συντάχθηκε από τον Μονέ, ενσωματώθηκε στη συνθήκη των Παρισίων της 18ης Απριλίου 1951, με την οποία δημιουργήθηκε η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), με κράτη - μέλη τη Γαλλία, τη Δυτική Γερμανία, την Ιταλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο. Από το 1952 έως το 1955 ο Μονέ ήταν ο πρώτος πρόεδρος του ανώτατου συμβουλίου της ΕΚΑΧ.
Το 1955 οργάνωσε την Επιτροπή Πρωτοβουλίας για τη δημιουργία των Ηνωμένων Πολιτειών της Ευρώπης, της οποίας διετέλεσε πρόεδρος από το 1956 έως το 1975. Το 1966 το Πανεπιστήμιο της Βόννης του απένειμε το θεσμοθετημένο τότε βραβείο «Ρομπέρ Σουμάν», τιμώντας τις υπηρεσίες του στην ευρωπαϊκή υπόθεση. Το 1976 οι αρχηγοί των κυβερνήσεων των εννιά τότε χωρών της ΕΟΚ τον ανακήρυξαν πολίτη της Ευρώπης. Το 1978 εξέδωσε τα «Απομνημονεύματά».
Ο Ζαν Μονέ πέθανε στις 16 Μαρτίου 1979 στην πόλη Μπαζός - σιρ - Γκιγιόν της κεντρικής Γαλλίας, σε ηλικία 90 ετών.
Περισσότερα αφιερώματα εδώ.