Γιώργος Σεφέρης «Στροφή»
Στιγμή, σταλμένη από ένα χέρι
που είχα τόσο αγαπήσει
με πρόφταξες ίσια στη δύση
σα μαύρο περιστέρι.
Ο δρόμος άσπριζε μπροστά μου,
απαλός αχνός ύπνου
στο γέρμα ενός μυστικού δείπνου...
Στιγμή σπυρί της άμμου,
που κράτησες μονάχη σου όλη
την τραγική κλεψύδρα
βουβή, σα να είχε δει την Ύδρα
στο ουράνιο περιβόλι.
Το ποίημα αυτό, όπως και στο σύνολό της η ομώνυμη συλλογή του Σεφέρη, φέρνουν μια αλλαγή στη νεοελληνική ποίηση, καθώς επιχειρείται εδώ μια αποδέσμευση από τους εκφραστικούς τρόπους του παρελθόντος. Ο ποιητής δεν αισθάνεται την ανάγκη να αποδώσει με τρόπο απτό τα βιώματά του, ούτε να καταγράψει με σαφήνεια ένα συγκεκριμένο θέμα. Εκείνο που προέχει είναι η μετάδοση ενός κυρίαρχου αισθήματος, χωρίς όμως αυτό να αποδίδεται σ’ ένα ξεκάθαρα δοσμένο γεγονός. Η ελλειπτική αυτή εγγραφή της εμπειρίας επιτελεί μια διπλή αντιθετική λειτουργία, μιας και από τη μία το ποίημα εμφανίζεται δυσκολότερο στην προσέγγιση, μη επιτρέποντας την αναδημιουργία του αρχικού γεγονότος, της εναρκτήριας εμπειρίας, κι από την άλλη ανοίγεται σε πολλαπλές αναγνώσεις, προσφέροντας τη δυνατότητα ταύτισης σ’ ένα ευρύτερο κοινό.
Κατά την ανάγνωση επομένως του ποιήματος αυτού διαπιστώνουμε πως δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε με σαφήνεια το γεγονός εκείνο που δημιούργησε στον ποιητή τα συναισθήματα που καταγράφει κι αυτό μας ωθεί εκ των πραγμάτων στην ανάγκη να προσεγγίσουμε τους στίχους με το συναίσθημα και όχι τόσο με τη λογική. Σε αντίθεση έτσι με τα ποιήματα του παρελθόντος, όπου ο ποιητής κινούταν στο χώρο του συγκεκριμένου, βρισκόμαστε αντιμέτωποι μ’ έναν ποιητικό λόγο που επιχειρεί την επαφή με τον αναγνώστη σ’ ένα ουσιαστικότερο επίπεδο από εκείνο της αυστηρής και συχνά αποστασιοποιημένης λογικής. Ο ποιητής απαιτεί από τον αναγνώστη να αισθανθεί, να υποδεχτεί τα λόγια του ως εκδηλώσεις της ψυχής του και όχι ως ψυχρά λογικά σχήματα. Συνάμα, ο αναγνώστης καλείται να αποδεχτεί την αδυναμία του να κατανοήσει πλήρως το βίωμα του ποιητή, καθώς τα κοινά σημεία της ανθρώπινης ψυχής δεν επαρκούν επί της ουσίας για την απόλυτη κατανόηση του άλλου.
Αναλυτικότερα:
Ο τίτλος του ποιήματος υποδηλώνει την αλλαγή στην πορεία του ποιητικού υποκειμένου, που έρχεται ως συνέπεια της στιγμής, του ξαφνικού εκείνου γεγονότος που σημαδεύει και επανακαθορίζει τα συναισθήματά του.
Η «στιγμή», το σύντομο αυτό χρονικό σημείο, που με την έντασή του ανέτρεψε πλήρως τα συναισθήματα του ποιητή, κυριαρχεί σε όλο το ποίημα, κι ενώ υπονοείται η αρνητική της υφή, εντούτοις δεν προσδιορίζεται με σαφήνεια.
Το αρνητικό περιεχόμενο της σημαντικής αυτής στιγμής καθίσταται σαφές με σχετικές αναφορές σε κάθε επιμέρους στροφή του ποιήματος:
1η Η στιγμή φτάνει στον ποιητή σα μαύρο περιστέρι, σα φορέας δηλαδή μιας κακής είδησης.
2η Η στιγμή συμβαίνει στο τελείωμα ενός μυστικού δείπνου, μια αναφορά που μας παραπέμπει στην προδοσία, που ανατρέπει τα πάντα.
3η Η στιγμή κρατά από μόνη της βουβή όλη την τραγική κλεψύδρα, η στιγμή αυτή δηλαδή ήταν αρκετή για να παγώσει το χρόνο.
Η τόσο σημαντική αυτή στιγμή που είναι προφανώς εξαιρετικά αρνητική και ικανή να οδηγήσει τον ποιητή σε μια καίρια αλλαγή στη ζωή του, είναι σταλμένη από ένα χέρι, από ένα πρόσωπο δηλαδή (σχήμα συνεκδοχής), που έχει αγαπήσει πολύ. Το γεγονός, άλλωστε, ότι το συμβάν αυτό τον επηρεάζει σε τόσο μεγάλο βαθμό, εξηγείται ακριβώς επειδή σχετίζεται μ’ ένα εξαιρετικά αγαπημένο του πρόσωπο.
Η στιγμή αυτή θα βρει τον ποιητή «ίσια στη δύση», ακριβώς εκεί που ένας σημαντικός κύκλος της ζωής του έφτανε στην ολοκλήρωσή του. Η αναφορά στη «δύση», μπορεί να εκληφθεί βέβαια και ως υπαινιγμός για το θάνατο, αν και μια τέτοια ανάγνωση δε συμβαδίζει με το νεαρό της ηλικίας του ποιητή.
Η στιγμή έρχεται όταν ο δρόμος έμοιαζε πια να ασπρίζει μπροστά του. Όταν δηλαδή τα προβλήματα φαίνονταν να τελειώνουν κι η πορεία της ζωής του έμοιαζε ανοιχτή, με καθετί γύρω του να απαλύνεται και να χάνει την αυστηρότητα του σχήματός του, όπως τότε που έρχεται ο ύπνος, και οι έγνοιες υποχωρούν.
Μια ελάχιστη στιγμή, ένα απειροελάχιστο σημείο του χρόνου, όπως ένας κόκκος της απέραντη άμμου, ήταν αρκετή για να ακινητοποιήσει το χρόνο, σα να είχε απορροφηθεί αίφνης αυτός από τη θέαση της Ύδρας (του μεγαλύτερου αστερισμού του ουρανού).
Τα βασικά δεδομένα του ποιήματος είναι επομένως ελάχιστα, ένα γεγονός (μια είδηση ή μια πράξη) που συμβαίνει εντελώς απροσδόκητα, προκαλεί έκπληξη και πόνο στον ποιητή, ωθώντας τον να προχωρήσει σε μια σημαντική αλλαγή. Καμία επιπλέον πληροφορία για το τι συνέβη εκείνη τη στιγμή, πέρα από το γεγονός ότι αφορούσε κάποιο αγαπημένο του πρόσωπο, και καμία πληροφορία για το είδος της στροφής, της αλλαγής που πραγματοποίησε ο ποιητής.
Η προσοχή μας στρέφεται κατ’ ανάγκη στο ελάχιστο εκείνο χρονικό σημείο, στη μια στιγμή, που έχει τη δύναμη να ανατρέψει τα πάντα και να αλλάξει ριζικά τη ζωή ενός ανθρώπου. Μια στιγμή που έχει τη δύναμη να καθηλώσει το χρόνο, μη δίνοντας περιθώρια για κάποια αντίδραση ή σκέψη.
Θα πρέπει να σημειωθεί πάντως πως το ποίημα αυτό παρά τη μεγάλη αλλαγή που σηματοδοτεί σε ό,τι αφορά το περιεχόμενο του ποιητικού λόγου, διατηρεί ως προς τη μορφή μια επαφή με την παραδοσιακή ποίηση, καθώς ο ποιητής χρησιμοποιεί ομοιοκαταληξία (σταυρωτή).