Ποιήματα για την 28η Οκτωβρίου

Αποστόλης Ζυμβραγάκης
0
Η  28η  ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ  
Πολεμούν στην Αλβανία
όλοι για τη Λευτεριά,
η Ελλάδα η αιωνία
δε θα μείνει στη σκλαβιά.

Όλους τώρα μας ενώνει
η Πατρίδα μας, παιδιά,
την Ελλάδα στεφανώνει
πάλι η δόξα η παλιά.

Δόξα στην Ελλάδα,
δόξα στ’ αθάνατα παιδιά,
που ’δώσαν τη ζωή τους
για την Ελευθεριά.

28η  ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 1940
Μια μέρα φθινοπωρινή
κρύα χωρίς λιακάδα
οι Ιταλοί θελήσανε
να πάρουν την Ελλάδα.

Μα οι Έλληνες απάντησαν
ΟΧΙ με ένα στόμα
εχθρού ποδάρι δεν πατά
στο Ελληνικό το χώμα.

Γιατί είναι χώμα ιερό
με αίμα ποτισμένο
κι από τα χρόνια τα παλιά
δάφνες, μυρτιές, σπαρμένο.

28η Οκτωβρίου
Με χαρά την καρτερούμε
τη σημερινή γιορτή
που η δόξα της Ελλάδας
πέρα ως πέρα έχει ακουστεί.

Είναι αξέχαστη η μέρα
μ’ ένα ΟΧΙ κι ένα ΕΜΠΡΟΣ,
ΠΑΝΩ ΤΟΥΣ ΠΑΙΔΙΑ, ΑΕΡΑ
πίσω φεύγει ο Ιταλός.


28η του Οκτώβρη
Άλλη μια φορά
όπως άλλοτε  ξανά
ήρθανε εχθροί πολλοί
να μας πάρουνε τη γη.

28η του Οκτώβρη ήτανε
που στην Ελλάδα μπήκανε
Ιταλοί και Γερμανοί
οι καινούριοι μας εχθροί.

Όμως τι κι αν ήτανε πολλοί
κι ας είχαν τόσο ετοιμαστεί
νικηθήκαν ξαφνικά
και μετάνιωσαν πικρά.

28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ- ΣΑΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙ
Παρακαλούνε τη γιαγιά
τα εγγονάκια πάλι:
«το παραμύθι μας καλή»
κι εκείνη αρχίζει αγάλι:

– Ψηλά πάνω στα σύνορα,
πέρασαν χρόνια τώρα,
φουσάτα σιδερόφραχτα,
πλακώσανε τη χώρα.

Κι είπανε στη Ελλάδα μας:
– «Τις χώρες σου ζητάμε.
Σκέψου καλά το τι θα πεις.
Τι δίνεις; Σε ρωτάμε.

Σε άρνησή σου ξέρετο
πως θα μιλήσει η λόγχη».
– Κι η Ελλάδα βροντολάλησε
απ’ άκρη σ’ άκρη «ΟΧΙ»!
 28η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ
Σήμερα γιορτάζουν όλοι
και τα πρόσωπα γελάνε
στα χωριά σε κάθε πόλη
για τη λευτεριά μιλάνε.

Και μας λένε οι μεγάλοι
για τους ήρωες στρατιώτες
που πολέμησαν στ’ αλήθεια
σαν γενναίοι πατριώτες.

Τα παιδάκια στα ηρώα
καταθέτουνε στεφάνια
κι εγώ νιώθω να φουντώνει
μες στα στήθη περηφάνια.

Το ’40
Στης Πίνδου τα ψηλά βουνά,
μέσα στο κρύο και στο χιόνι,
βάζουν στα πόδια τους φτερά,
οι ηρωικοί μας οι ευζώνοι.

Φεύγουν τρεχάτοι οι Ιταλοί
στα Τίρανα κι ακόμα πέρα,
πιο γρήγορα κι από λαγοί,
ακούγοντας και μόνο ΑΕΡΑ!!

ΣΤΗ ΣΗΜΑΙΑ  
Σαν τη μανούλα τη γλυκιά
και σαν την Παναγία,
τόσο, Σημαία, σ’ αγαπώ
και σου ’χω εγώ λατρεία.

Καθώς τ’ αγέρι που φυσά
ψηλά σε ξεδιπλώνει
σαν τη γαλάζια θάλασσα
είσαι και σαν το χιόνι.

Έχεις κι ένα χρυσό σταυρό
κι είσαι γεμάτη χάρη
κι έχω χαρά να σε κρατώ
Σημαία, με καμάρι.

Η ΣΗΜΑΙΑ  
Με καμάρι περπατώ
και στο χέρι σε κρατώ
δίχρωμη σημαία.
Κυματίζεις με χαρά
σε χαϊδεύει τρυφερά
τ’ απαλό τ’ αγέρι.
Με αγάπη σε θωρώ
σε κρατώ σα θησαυρό
στο μικρό μου χέρι.

Η  Σημαία
Πάντα κι όπου σε αντικρίζω
με λαχτάρα σταματώ
και περήφανα δακρύζω
ταπεινά σε χαιρετώ

Δόξα αθάνατη στολίζει
κάθε θεία σου πτυχή
και μαζί σου φτερουγίζει
της πατρίδας η ψυχή.
Η ΣΗΜΑΙΑ
Γεια σου, σημαία γαλανή,
Σημαία δοξασμένη!
Φωτίζεις την Ελλάδα μας
και είσαι ευλογημένη.

Σ’ έχουμε κλείσει στην ψυχή,
βαθιά μεσ’ την καρδιά μας,
κι όπου στηθείς  περήφανα,
κρατάς την λευτεριά μας.

Η ΣΗΜΑΙΑ
Δυο κυματάκια θάλασσα
δυο συννεφάκια χιόνι,
κι ένα σταυρό μεσούρανα
ψηλά η Πατρίδα υψώνει.

Μας ξεδιπλώνει ολόχαρη
περήφανη κι ωραία
τη γαλανή, την ένδοξη
Ελληνική σημαία.

Τη βλέπω και καρδιοχτυπώ
της τραγουδώ με χάρη
και λεύτερη την εκρατώ
σαν άξιο παλικάρι.

Η ΣΗΜΑΙΑ
Μία μέρα ο παππούς μου
μου χαρίζει κατιτί
τυλιγμένο στο χαρτί.
Το ανοίγω και τι βλέπω;
Μια σημαία ελληνική.

Στέκομαι και την κοιτάζω
και γλυκά την χαιρετώ
και της λέω ένα ποίημα
που ’χω μάθει στο σχολειό:

Της πατρίδας η σημαία
έχει χρώμα γαλανό
και στη μέση χαραγμένο
ένα κάτασπρο σταυρό.

Κυματίζει με καμάρι
δε φοβάται τον εχθρό
σαν την θάλασσα είναι γαλάζιο
και λευκή σαν τον αφρό.

ΣΗΜΑΙΑ
Παίρνω ένα πανί γαλάζιο
κι άσπρο. Δείτε τι ωραία!
Κάνω ένα σταυρό στη μέση
κι έτοιμη έχω μια σημαία.

Στο μακρύ κοντάρι επάνω
βάζω ολόχρυσο σταυρό,
τη σημαία μου υψώνω
ως ψηλά στον ουρανό.

Η ΣΗΜΑΙΟΥΛΑ ΜΟΥ
Τη σημαιούλα μου κρατώ
και με καμάρι περπατώ.
Την ανεμίζω πιο ψηλά,
τη βλέπει ο ήλιος και γελά.

Για χάρη της κι ο ουρανός
γίνεται ακόμα πιο λαμπρός.
Τη δείχνω τώρα στο γιαλό,
το κύμα πιάνει το χορό.

ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΤΗΣ ΠΙΝΔΟΥ
Ψηλά στης Πίνδου τις κορφές
νύχτα και μέρα ακροπατούμε
ρούχα ζεστά, βόλια, τροφές
στα παλικάρια κουβαλούμε .

Το βάρος τούτο η καθεμιά
μ’ άφθαστη δύναμη σηκώνει
κι η ελπίδα για τη λευτεριά
τη θέλησή μας γιγαντώνει.

Το ύψος και τα διάσελα
στιγμή εμάς δε μας φοβίζουν,
ούτε από χιόνι, θύελλα
οι κρύοι ανέμοι που σφυρίζουν.

Τι κι αν τ’ αγιάζι μας χτυπάει
στο πρόσωπο και στα μαλλιά,
εμείς το δρόμο μας κοιτάμε,
το πως θα πάμε πιο ψηλά.

Εμπρός, γυναίκες, Ελλήνων κόρες
εμπρός, μη χάνετε καιρό.
Κρίσιμες είναι τούτες οι ώρες
για τον ηρωικό μας το στρατό.

ΠΙΝΔΟΣ  
Πάνω στην Πίνδο στης τιμής
τα μαρμαρένια αλώνια
πολέμησαν οι Έλληνες
με κρύο και με χιόνια.
Πολέμησαν για λευτεριά
του έθνους την περηφάνια
κι η δόξα τη στεφάνωσε
μ’ αμάραντα στεφάνια.

Πάνω στις Πίνδου τα βουνά
προτείνοντας τη λόγχη
είπ’ ο στρατός μας στον έχθρό
«δε θα περάσεις, όχι».

ΟΧΙ
Σήμερα η πατρίδα μας
έχει γιορτή και πάλι
Γιορτάζει υπερήφανη
μια νίκη της μεγάλη.

Σαν σήμερα οι Έλληνες
απάντησαν το Όχι
και νίκησαν τους Ιταλούς
με το όπλο και τη λόγχη.

Σαν σήμερα οι Έλληνες
τους Ιταλούς νικήσαν
και την ελευθερία τους
με αίμα εκερδίσαν.

Η ΓΙΟΡΤΗ ΤΟΥ ΟΧΙ
Κάτω από τη σημαία
στο σχολείο μπροστά
τα παιδιά γιορτάζουν,
τα Ελληνόπουλα
Όχι στους τυράννους !
Όχι στη σκλαβιά !
Ζήτω η ειρήνη !
Ζήτω η λευτεριά !
Ύστερα στο ηρώο
στέκουν σιωπηλά
Κι ακουμπούν στην πλάκα
αγριολούλουδα.

ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΤΟ ΟΧΙ
Εστολίσαμε την τάξη
με της δάφνης τα κλωνάρια
να γιορτάσουμε και φέτος
τα γενναία παλικάρια.

Εστολίασαμε την τάξη
με ωραία σημαιάκια
και γιορτάζουμε το ΟΧΙ
του σχολειού μας τα παιδάκια.

Ο Χ Ι     
Σήμερα η Πατρίδα μας
φορεί τα γιορτινά της
κι απ’ άκρη σ’ άκρη αχολογούν
τα κατορθώματά της.

Σαν σήμερα οι Έλληνες
«ΟΧΙ» βροντοφωνάξαν,
αψήφησαν τον κίνδυνο
και τ’ άρματα αρπάξαν.

Κυνήγησαν τους Ιταλούς.
Νίκησαν! όπως πάντα
κι έδειξαν σ’ όλους, τι θα ’πει
το «ΟΧΙ» του Σαράντα.

Εχθροί δεν θα περάσετε
ποτέ μες στην Ελλάδα,
γιατί είναι γη της λεβεντιάς
της Λευτεριάς λαμπάδα!

Ο Χ Ι 
ΟΧΙ, φωνάζουν στον εχθρό
τα ηρωικά παιδιά σου,
Πατρίδα πολυπόθητη
πάνω στα σύνορά σου.

Πέρασαν χρόνια αρκετά
από τη μέρα εκείνη,
που ο Ιταλός στη χώρα μας
μπήκε να τη μολύνει.

ΟΧΙ, τότε φωνάξανε,
Πατρίδα τα παιδιά σου,
και με το ΟΧΙ πέσανε
για την Ελευθεριά σου.

Γι’ αυτό το ΟΧΙ, που είπανε,
Πατρίδα, τα παιδιά σου
γιορτάζουμε όλοι σήμερα
στη λεύτερη αγκαλιά σου.

ΤΟ «ΟΧΙ»
Με ένα στόμα, μια ψυχή
βροντοφωνάξαμε όλοι:
«ΟΧΙ» με λόγια θαρρετά,
«ΟΧΙ» και με το βόλι.

Κι εκεί κοντά στα σύνορα
της Αλβανίας πέρα
ακούστηκε περήφανο
το ελληνικό «ΑΕΡΑ».

ΣΑΝ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΟΥ     
Σαν την Πατρίδα μου, καμιά
στον κόσμο δεν είν’ άλλη,
να ’χει γαλάζιο ουρανό,
δαντέλα τ’ ακρογιάλι.

Βουνά, λαγκάδια, ρεματιές
μοσχοβολούν θυμάρι.
Χρυσάφι ο ήλιος δω σκορπά
κι ασήμι το φεγγάρι.

Εδώ φυτρώνει κι η ελιά
Με τ’ αργυρά τα κλώνια.
Η Δόξα εδώ γεννήθηκε
απ’ τα παλιά τα χρόνια.

ΑΘΑΝΑΤΗ  ΕΛΛΑΔΑ   
Αθάνατη Ελλάδα μας
στον κόσμο ξακουσμένη,
μ’ όλες τις χάρες οι Θεοί
σ’ έχουνε προικισμένη.

Γαλάζιος είν’ ο ουρανός,
γαλάζια η θάλασσά σου,
γαλάζια κι η σημαία σου,
το θείον έμβλημά σου.

Χαρείτε Ελληνόπουλα,
Του Έθνους η ελπίδα.
Χαρείτε, γιατί έχουμε
Τρισένδοξη Πατρίδα.

ΠΑΤΡΙΔΑ  ΕΛΛΑΔΑ
Σ’ αυτή την όμορφη τη χώρα
είδα το φως πρώτη φορά,
την πρώτη ανάσα και πνοή μου
την πρώτη ένιωσα χαρά.

Σαν μάνα, Ελλάδα, σ’ αγαπάω
κι αυτή σου η αγάπη μ’ οδηγεί,
περηφανεύομαι για σένα
που ’σαι η πιο ένδοξη στη γη.

Όπως εσύ, καμιά άλλη χώρα
δεν έχει τέτοιον ουρανό,
γλυκιά Πατρίδα, όπου κι αν είμαι
δε σε ξεχνώ, δε σε ξεχνώ.

Στην πατρίδα μου
Πατρίδα μου γλυκιά
Ελλάδα μου εσύ
από τα χρόνια τα παλιά
είσαι τόσο θαυμαστή.

Τ’ όνομά σου είναι γνωστό
σε όλη την Οικουμένη
η δόξα σου αθάνατη
σ’ όλο τον κόσμο μένει.

Πολύ σε αγαπώ
πατρίδα μου καλή
ποτέ δε σε ξεχνώ
κι ας πάω σ’ άλλη γη.

Εθνική γιορτή
Γιορτάζει η Πατρίδα
μεγάλη χαρά
σιμά η δόξα
μ’ ολάσπρα φτερά.

Γιορτάζει η Πατρίδα
σε κάθε μεριά
μυρίζουν οι δάφνες
γελά η Λευτεριά.

Το ΟΧΙ το αθάνατο,
το είπες το σαράντα,
εχάρισε εις τους λαούς,
τη λευτεριά για πάντα.

Σ’ αυτή τη γιορτή μας
ελάτε παιδιά
ψηλά τη σημαία
ψηλά την καρδιά.

Η ΣΗΜΕΡΙΝΗ ΓΙΟΡΤΗ
Με χαρά την καρτερούμε
τη σημερινή γιορτή
και ποιήματα θα πούμε
με φωνούλα δυνατή.

Ζήτω, ζήτω η Πατρίδα
Ζήτω και η Λευτεριά
τραγουδάμε μ’ ένα στόμα
μέσα από την καρδιά!

ΕΥΛΟΓΗΜΕΝΗ ΜΕΡΑ  
Ευλογημένη τρεις φορές
ευλογημένη μέρα
που έμεινε ελεύθερη
η γαλανή Μητέρα!

Ευλογημένος ο λαός
που φώναξε το «ΟΧΙ»,
ευλογημένος τρεις φορές
που άρπαξε τη λόγχη!

Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ
Χαρά μεγάλη έχουμε
ελεύθεροι που ζούμε
και σήμερα γιορτάζουμε
γελάμε τραγουδούμε.

Ζήτω η Πατρίδα μας,
ζήτω  και η Λευτεριά μας,
ευχή για ΕΙΡΗΝΗ ας κάνουμε
μες’  από την καρδιά μας!

ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ
Μια σπιθαμή απ’ το χώμα αυτό
τ’ άγιο και ιερό δε δίνω,
τη λευτεριά μου δεν πουλώ
και σκλάβος δε θα γίνω.

Στα χέρια μου τ’ αδείλιαστα
το πιο παλιό τουφέκι
γίνεται για τη λευτεριά
βροντή κι αστροπελέκι.

«Όχι!» φωνάζω στον εχθρό
κι ορθώνεται λιοντάρι.
Τη λευτεριά μου όποιος μπορεί
ας έρθει να την πάρει.

ΣΤΟΥΣ ΗΡΩΕΣ
Ένα στεφάνι όμορφο
προσφέρουμε θυσία
σε εσάς που μας χαρίσατε
όμορφη ελευθερία.

Και με ευλάβεια πολύ
θερμά παρακαλούμε
τη μνήμη σας αθάνατη
εμείς να την κρατούμε.

ΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΤΕΦΑΝΩΝ
Δυο λόγια θα ΄θελα να πω
Ήρωες του Σαράντα,
πως στην ψυχή μου θα ’στε εσείς
Αθάνατοι για πάντα.

Με θάρρος και με λεβεντιά,
τρέχατε νύχτα μέρα,
χωρίς ψωμί, χωρίς νερό
φωνάζοντας  «ΑΕΡΑ!!!!»

Στεφάνι δάφνινο σε σας
αφήνω με καμάρι
για όλους τους αγώνες σας,
που μ’ έχουν συνεπάρει.

ΜΙΑ ΕΥΧΗ…
Τη μέρα ετούτη που είναι γιορτή
ας κάνουμε όλοι μας, μία ευχή:
Ειρήνη για πάντα να έχει η γη,
να ζουν ενωμένοι όλοι οι  λαοί.

Η ευχή της μητέρας   
Δωσ’ μου μητέρα μια ευχή
κι έλα να σε φιλήσω,
μισεύω αύριο ταχύ
και πάω να πολεμήσω.

Θα πάμε όλα τα παιδιά,
όλα με μια ελπίδα,
γιατί έχουμε όλα μια καρδιά
και όλα μια Πατρίδα

Ο ΤΣΟΛΙΑΣ    
Τη φουστανέλα φόρεσα
το μυτερό τσαρούχι
κι έκανα πάνω στα βουνά
το φοβερό γιουρούσι.

Με του σπαθιού μου την αιχμή
με την κραυγή ΑΕΡΑ
κυνήγησα τους Ιταλούς
στην Κορυτσά, πιο πέρα.

ΜΗΝ ΜΕ ΒΛΕΠΕΤΕ ΜΙΚΡΟ
Μην με βλέπετε μικρό
και θαρρείτε πως δεν ξέρω
τι σημαίνει η Ελλάδα
για εμάς όλους εδώ !
Μου ’χουν πει για το σαράντα,
πως ένα κρύο πρωινό
ζητήσαν να μας πάρουν
το άγιο χώμα που πατώ.
Ο παππούς τότε που λέτε
πήγε πάνω στα βουνά
να στηρίξει όπως λέει
το «ΟΧΙ» που είπε ο Μεταξάς.
Θέλω τώρα να φωνάξω
ένα μεγάλο ευχαριστώ
σε εσάς που πια δε ζείτε
για να ’μαι Έλληνας εγώ.

Ο ΜΙΚΡΟΣ ΗΡΩΑΣ
Μη με βλέπετε κοντούλη
και μικρό μη με θωρείτε!
είμαι παλικάρι πρώτο
και γι’ αυτό μην απορείτε.

Στην καρδιά μου μέσα βράζει
ανυπότακτο το αίμα,
γιατί είμαι των ηρώων
του σαράντα κι εγώ θρέμμα.

 ΤΟ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ
Του πολέμου εμένα
δε με σκιάζει φοβέρα.
Θα ορμώ μες στη μάχη
και θα λέω: Αέρα!

Τους εχθρούς μας θα κάνω
να γυρίζουνε πίσω
και ποτέ την πατρίδα
να μας πάρουν θ’ αφήσω.

Στην Ελλάδα εχθρού μας
δεν πατάει ποδάρι,
γιατί στέκει φρουρός της
κάθε αγνό παλικάρι.

ΕΙΜΑΙ ΕΛΛΗΝΙΔΑ
Μη με βλέπετε μικρούλα,
μεγάλη είμαι Ελληνίδα
και μια χώρα δοξασμένη
έχω εγώ γλυκιά πατρίδα.

Την Ελλάδα ποιος δεν ξέρει,
ποιος δεν τη θαυμάζει πάντα,
ποιος δεν άκουσε το ΟΧΙ
που ’πε μόνη το Σαράντα!

Νιώθω μέσα μου μεγάλη
τιμή που είμαι Ελληνίδα
κι έχω μια ωραία χώρα
δοξασμένη για πατρίδα

ΤΑ ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ
ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ
Είμαι τώρα δα παιδάκι,
μα μια μέρα θα με δείτε
που θα γίνω φανταράκι
και θα με χειροκροτείτε.

Θα είμαι τότε παλικάρι
και στο νου μου θα ’χω πάντα
με πολύ, πολύ καμάρι
τους λεβέντες του Σαράντα.

ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ
Είμ’ εγώ μια Ελληνοπούλα,
που σαν μια Σουλιωτοπούλα
αγαπώ με την καρδιά μου
την πατρίδα τη γλυκιά μου.

Κι αν εχθρός μας έρθει πάλι
με σκοπό να την προσβάλει,
ΟΧΙ! δε θα τον αφήσω
και θα του φωνάξω: «Πίσω!»

ΟΙ ΔΥΟ ΜΑΖΙ:
Ελληνόπουλα ένα κι ένα,
διαλεχτά και προκομμένα
είμαστε για την Πατρίδα
μια τρανή χαρά κι ελπίδα.

Την Ελλάδα τη γλυκιά μας
κλείνουμε όλοι στην καρδιά μας
και γι’ αυτούς θα ζούμε πάντα.
Ζήτω! Ζήτω το ’40!

ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΟ
Είμαι Ελληνόπουλο
το ‘χω καμάρι.
Νιώθω στο στήθος μου
καρδιά λιοντάρι.

Είμαι Ελληνόπουλο
κι ως τα στερνά μου
θα είναι ελεύθερα
ο νους και η καρδιά μου.

Η ΕΛΛΗΝΟΠΟΥΛΑ
Ήμουν Ελληνοπούλα
με φλόγα στη ψυχή.
Μια μέρα του Σαράντα
στης Πίνδου την κορφή,
έπεσα εκεί για πάντα
Πατρίδα μου γλυκιά,
θυσία για την Ελλάδα
και για τη λευτεριά.

Η ΠΑΡΕΛΑΣΗ 
Παρέλαση αρχίζει
στρατιώτες προχωρούν
αεροπόροι, ναύτες
ωραία περπατούν.

Να κι ο σημαιοφόρος,
ο πρώτος στη σειρά
τη γαλανή σημαία
περήφανα κρατά.

ΕΙΡΗΝΗ     
Έπαψε η μπόρα
που έδερνε τη γη,
πρόβαλε στη χώρα,
όμορφη αυγή.

Γέλιο και τραγούδι
είναι τα παιδιά,
κάνανε  λουλούδι
τώρα την καρδιά.

Άνθισε Ειρήνη,
σκόρπισε το φως,
πόλεμος μη γίνει,
άλλος πιο κακός.

ΘΕΛΩ….
Θέλω να ζήσω σ’ έναν κόσμο
όμορφο και ειρηνικό
που όλοι να με αγαπάνε
και όλους να τους αγαπώ.

Να σταματήσουν οι πολέμοι
να ζήσουν όλοι με χαρά
κι όπλα στα χέρια τους μην πάρουν
οι άνθρωποι άλλοι φορά.

ΟΤΑΝ ΚΑΝΟΥΝΕ ΠΟΛΕΜΟ    
Όταν κάνουνε πόλεμο
η γη έχει πονόλαιμο
πονάει η καρδιά της
και κλαίνε τα παιδιά της.

Ενάντια στον  πονόλαιμο
στον πόνο και στον πόλεμο
υπάρχει μια ασπιρίνη
άνθρωποι, πέστε: ΕΙΡΗΝΗ

ΕΙΡΗΝΗ
Σε κάθε εθνική γιορτή
είμαι περήφανο πολύ
νιώθω μια χαρά μεγάλη
που δεν σκύβω το κεφάλι.

Και σκέφτομαι πως οι λαοί
που έχουν πόλεμο στη γη
τώρα πρέπει να καθίσουν
και το πρόβλημα να λύσουν.

Η έχθρα τους να ξεχαστεί
και συμφωνία να γραφεί
«Πόλεμος ποτέ μην γίνει
πάντα να ‘χουμε ειρήνη!»

Ειρήνη
Η ειρήνη είναι ζεστή φωλιά
γεμάτη ολόχαρα πουλιά
είναι ήλιος και λουλούδια
και γέλια και τραγούδια
Η ειρήνη πόρτα είναι ανοιχτή
κι είναι χαρά κι είναι γιορτή
είναι φλουριά κι αστέρια
στα κουρασμένα χέρια
Έχει η μανούλα τα παιδιά
κόκκινα μήλα στην ποδιά
κι έχει η γιαγιά τα αγγόνια
σαν λούλουδα στα κλώνια
Τραγούδια ακούς μες στα σχολειά
στις φάμπρικες και στα χωριά
κι είναι το ζεστό καρβέλι
μοσκοβολιά και μέλι.

ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ ΣΑΡΑΝΤΑ
Ήτανε νύχτα κι ήσυχη
κοιμότανε η χώρα,
σαν του πολέμου ξέσπασε
η φονική η μπόρα.

Όλη η Ελλάδα σύσσωμη,
σηκώθηκε επάνω
και φώναξε βροντόλαλα:
ΟΧΙ δε θα πεθάνω.

Όλα της τα παιδιά μεμιάς
τα κράζει, για να ’ρθουνε,
τείχος να κάμουν τα κορμιά
οι βάρβαροι μην μπούνε.

Σε λίγες ώρες γέμισε
η Πίνδος παλικάρια
και ρίχτηκαν στον Ιταλό
ανήμερα λιοντάρια.

Φλάμπουρα νίκης ύψωσαν
ψηλά σε κάθε κόχη
κι έγινε αστέρι μαγικό
μέσα στη νύχτα τ’ ΟΧΙ.

εις το θρασύδειλο εχθρό
φωνάζουν: » ΜΠΡΟΣ, ΑΕΡΑ»,
κι αντιλαλούνε τα βουνά
το σύνθημα ως πέρα.

Η νίκη τα ελληνικά
τα όπλα στεφανώνει
κι όλους της δόξας το κρασί
μεθά και τους ενώνει.

Χτυπούν χαρμόσυνα παντού
του έπους οι καμπάνες
και ακούγονται περήφανοι
γύρω τρανοί παιάνες.

Γιορτάζει η Βόρεια Ήπειρος
και βάγια μπρος υψώνει
και το φαντάρο Έλληνα
με δάφνες στεφανώνει.

Αυτός της σκλάβας σύντριψε
μεμιάς την αλυσίδα
κι ελεύθερη την έδωσε
στη μάνα της πατρίδα.

Το Αργυρόκαστρο ξανά
και Κορυτσά και πάλι,
ήρθαν ελεύθερες κι οι δυο
στη μητρική αγκάλη.

Κι όλο φαντάροι προχωρούν
κι «αέρα, εμπρός» φωνάζουν’
Κι οι Ιταλοί τρομάζοντας,
στα πόδια τους το βάζουν.

Έτσι οι Έλληνες νικούν,
όπως συμβαίνει πάντα
και γράφουν με τη λόγχη τους
το έπος του Σαράντα.


Δημοσίευση σχολίου

0Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου (0)