Προσχολική Ηλικία
Οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες συνήθως γίνονται εμφανείς στις πρώτες τάξεις του Δημοτικού. Ωστόσο, από την προσχολική ακόμη ηλικία μπορούμε να παρατηρήσουμε κάποια στοιχεία που αποτελούν ενδείξεις ότι το παιδί μπορεί να παρουσιάσει αργότερα μαθησιακές δυσκολίες. Αν αυτές εντοπιστούν εγκαίρως και αντιμετωπιστούν κατάλληλα, μπορούμε να προλάβουμε τη σχολική αποτυχία και τα αρνητικά συναισθήματα που συχνά τη συνοδεύουν. Όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία του παιδιού, τόσο πιο δύσκολη είναι η αντιμετώπιση των δυσκολιών του, τόσο στο μαθησιακό όσο και στον ψυχολογικό τομέα.
Ανάμεσα στα κύρια χαρακτηριστικά 'επικινδυνότητας' που συνήθως αναφέρονται στα παιδιά της προσχολική ηλικίας, είναι οι διαταραχές ή καθυστερήσεις στην ομιλία και το λόγο, η ανεπαρκής κινητική ανάπτυξη, η φτωχή γνωστική ανάπτυξη και οι οπτικο-αντιληπτικές διαταραχές.
Πιο συγκεκριμένα, κάποια από τα χαρακτηριστικά που μπορεί να παρουσιάσει ένα παιδί προσχολικής ηλικίας που βρίσκεται 'σε επικινδυνότητα' να παρουσιάσει Μαθησιακές Δυσκολίες κατά τη σχολική ηλικία, είναι τα εξής:
- Καθυστέρησε να μιλήσει ή η ομιλία του δεν είναι καθαρή.
- Δυσκολεύεται να βρει τις κατάλληλες λέξεις για να εκφραστεί.
- Δυσκολεύεται να μάθει ποιήματα και δεν αναγνωρίζει την ομοιοκαταληξία.
- Υπάρχει μικρή καθυστέρηση στην κινητική ανάπτυξη του παιδιού (καθυστέρηση στο βάδισμα, αδεξιότητα, δυσκολία στις λεπτές κινήσεις των δακτύλων).
- Δεν μπορεί να συγκεντρωθεί για πολύ ώρα, κινείται συνεχώς.
- Παρουσιάζει προβλήματα προσανατολισμού στο χώρο (για παράδειγμα, χάνεται εύκολα σε οικεία μέρη).
- Δυσκολεύεται να κατανοήσει τις έννοιες του χρόνου (για παράδειγμα, έχει δυσκολία να τοποθετήσει απλά καθημερινα γεγονότα σε χρονολογική σειρά ή να κατανοήσει τις έννοιες του «πριν» και «μετά», συγχέει τις ημέρες, τους μήνες, τις εποχές, δεν μπορεί να μάθει την ώρα, κλπ.).
- Δυσκολεύεται να ακολουθήσει ή να επαναλάβει έναν ρυθμό.
- Δυσκολεύεται να θυμηθεί και να ακολουθήσει απλές οδηγίες.
- Η νηπιαγωγός αναφέρει ότι το παιδί δεν μαθαίνει εύκολα, δεν συγκεντρώνεται για πολύ ώρα, δεν εκφράζεται σωστά, δεν ακολουθεί οδηγίες, παρουσιάζει αδεξιότητα στις κινήσεις του, είναι επιθετικό με τα άλλα παιδιά ή απομονώνεται, κ.α..
Σχολική Ηλικία
Με την είσοδο του παιδιού στο σχολείο, οι ειδικές μαθησιακές δυσκολίες πλέον εκδηλώνονται μέσα από τα γνωστικά αντικείμενα της εκπαίδευσης, όπως είναι η ανάγνωση, η γραφή, η ορθογραφία, τα μαθηματικά, κλπ.
Πιο ειδικά, κατά τη σχολική ηλικία, ένα παιδί με κάποιας μορφής Μαθησιακές Δυσκολίες μπορεί να παρουσιάσει κάποια από τα παρακάτω χαρακτηριστικά, είτε μεμονωμένα είτε σε συνδυασμό:
Στην ανάγνωση: Δυσκολεύεται να μάθει τα γράμματα και τις συλλαβές και να διαβάζει απλές λέξεις. Όταν διαβάζει παραλείπει, προσθέτει, ή αντικαθιστά γράμματα, συλλαβές ή λέξεις, δυσκολεύεται να διαβάσει πολυσύλλαβες ή/και σύνθετες λέξεις, και λέξεις με συνδυασμούς, διστάζει ή 'κομπιάζει', δεν έχει ρυθμό, διαβάζει αργά ή μη εκφραστικά, δυσκολεύεται να κατανοήσει και να αποδώσει προφορικά αυτό που διαβάζει, κ.λ.π..
Στη γραφή: Παραλείπει, προσθέτει, ή αντικαθιστά γράμματα, συλλαβές ή λέξεις, αφήνει κενά, κάνει πολλές μουντζούρες και πολλά ορθογραφικά λάθη ακόμη και στις πιο απλές λέξεις, δεν κάνει ευανάγνωστα γράμματα, παραλείπει τόνους και σημεία στίξης, αργεί πολύ να γράψει, κ.λ.π.
Στον προφορικό λόγο: Δυσκολεύεται να περιγράψει αυτά που σκέφτεται, δε βρίσκει τις κατάλληλες λέξεις, δυσκολεύεται να αφηγηθεί μια ιστορία με ολοκληρωμένη αλληλουχία, δεν μπορεί να οργανώσει τη σκέψη του. Οι δυσκολίες στην οργάνωση του προφορικού λόγου – έκφρασης, όπως είναι φυσικό, επηρεάζουν και την οργάνωση, επεξεργασία και παραγωγή του γραπτού λόγου – έκφρασης.
Στα μαθηματικά: Δυσκολεύεται να μάθει τα αριθμητικά σύμβολα, να κατανοήσει τους αριθμούς και να εκτελέσει απλές αριθμητικές πράξεις, δυσκολεύεται να απομνημονεύσει την προπαίδεια, παρουσιάζει δυσκολίες στην οργάνωση του συλλογισμού για επίλυση προβλημάτων, κ.λ.π..
Άλλα πιθανά συνοδά χαρακτηριστικά:
- Παρουσιάζει κινητική αδεξιότητα (π.χ. δυσκολεύεται στο ντύσιμο).
- Δυσκολεύεται να προσανατολιστεί στο χώρο και το χρόνο.
- Δυσκολεύεται να οργανώσει τη μελέτη του, λόγω έλλειψης στρατηγικών.
- Δυσκολεύεται να ακολουθήσει σύνθετες οδηγίες.
- Έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και δε δείχνει να έχει εμπιστοσύνη στις ικανότητές του.
- Παρουσιάζει προβλήματα συμπεριφοράς.
Εφηβική Ηλικία (12 ετών και άνω)
Κατά την εφηβική ηλικία, συνήθως παραμένουν κάποια υπολειμματικά στοιχεία των προγενέστερων μαθησιακών δυσκολιών στους επιμέρους μαθησιακούς τομείς, ενώ πιο έντονα είναι τα προβλήματα οργάνωσης της μελέτης και οι συναισθηματικές διαταραχές. Πιο συγκεκριμένα, ένα παιδί εφηβικής ηλικίας, το οποίο δεν έχει λάβει κανένα είδος ειδικής παιδαγωγικής παρέμβασης για την αντιμετώπιση των μαθησιακών του δυσκολιών σε μικρότερη ηλικία, μπορεί να παρουσιάζει κάποια από τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
- Διαβάζει αργά και μη εκφραστικά, κομπιάζει, διστάζει όταν συναντά δύσκολες λέξεις, επαναλαμβάνει λέξεις ή φράσεις και δεν τηρεί τα σημεία στίξης.
- Δυσκολεύεται να αποδώσει προφορικά ένα κείμενο που διαβάζει.
- Κάνει πολλά ορθογραφικά λάθη ακόμη και σε γνωστές λέξεις και τα γραπτά του είναι φτωχά σε δομή, εμφάνιση και περιεχόμενο.
- Δυσκολεύεται να μάθει και να εφαρμόσει τους κανόνες της γραμματικής και του συντακτικού.
- Δυσκολεύεται να λύσει προβλήματα αριθμητικής, να μάθει την προπαίδεια και συχνά κάνει λάθη στις πράξεις.
- Γενικότερα αντιμετωπίζει σημαντικές δυσκολίες στην οργάνωση της καθημερινής του μελέτης, των δραστηριοτήτων του και στην οργάνωση του χώρου και του χρόνου του σε καθημερινό επίπεδο.
- Δυσκολεύεται να συγκρατήσει σύνθετες πληροφορίες στη μνήμη ή να κατανοήσει περίπλοκες συντακτικές δομές στον προφορικό ή το γραπτό λόγο.
- Δυσκολεύεται να προφέρει πολυσύλλαβες λέξεις.
- Παρουσιάζει διαταραχές χωρο-χρονικού προσανατολισμού.
- Έχει χαμηλή αυτοεκτίμηση και εμπιστοσύνη στις ικανότητές του.
- Δείχνει να μαθαίνει παθητικά, δεν φαίνεται να έχει κίνητρο για μάθηση.
- Έχει φτωχές κοινωνικές δεξιότητες.
Ενήλικη ζωή
Σχετικά με το πώς εκδηλώνονται οι μαθησιακές δυσκολίες κατά τη διάρκεια της ενήλικης ζωής του ατόμου, δεν υπάρχουν σημαντικά ερευνητικά δεδομένα. Αναφέρεται όμως ότι οι ενήλικες με μαθησιακές δυσκολίες μπορεί να αντιμετωπίζουν δυσκολίες στην εξεύρεση σταθερής εργασίας ή παραμονής στην ίδια εργασία, δυσκολίες στην οργάνωση και τον προγραμματισμό των καθημερινών δραστηριοτήτων, «φτωχές» κοινωνικές σχέσεις, χαμηλή αυτοεκτίμηση, προβλήματα στη διαχείριση χρημάτων και στις οικονομικές συναλλαγές, έλλειψη αυτονομίας, δυσκολίες στην οργάνωση του προσωπικού και του επαγγελματικού χώρου και χρόνου, καθώς και αγχώδεις διαταραχές (Lerner, 1993).
Πιο αναλυτικά, τα άτομα με Ε.Μ.Δ., τα οποία ποτέ δεν αντιμετωπίστηκαν με κάποιο ειδικό πρόγραμμα παρέμβασης ή/και ψυχολογικής υποστήριξης, κατά την ενήλικη ζωή μπορεί να εμφανίσουν κάποια από τα παρακάτω χαρακτηριστικά:
- Δυσκολεύονται να βρουν μια σταθερή δουλειά ή να παραμείνουν στην ίδια δουλειά για μεγάλα χρονικά διαστήματα.
- Δεν αναπτύσσουν φυσιολογική κοινωνική ζωή.
- Δυσκολεύονται στην οργάνωση και τον προγραμματισμό των καθημερινών τους δραστηριοτήτων.
- Έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση και δεν εμπιστεύονται τις ικανότητές τους.
- Διστάζουν να μιλήσουν σε κοινό και δεν συμμετέχουν εύκολα σε συζητήσεις.
- Δυσκολεύονται να ανεξαρτητοποιηθούν.
- δεν μπορούν εύκολα να διαχειριστούν χρήματα και να κάνουν οικονομικές συναλλαγές.
- Δυσκολεύονται να οργανώσουν τον προσωπικό τους χώρο και τη δουλειά τους.
- Συχνά επινοούν διάφορες τεχνικές και βρίσκουν τρόπους για να αποφεύγουν, να κρύβουν ή να αντιμετωπίζουν τις δυσκολίες τους, οι οποίοι όμως συχνά δεν επαρκούν, με αποτέλεσμα τα άτομα αυτά συχνά να παρουσιάζουν ψυχολογικά προβλήματα, αγχώδεις διαταραχές και κοινωνικά προβλήματα.
Αν το παιδί σας, κάποιος μαθητής σας ή εσείς οι ίδιοι παρουσιάζετε κάποια από τα παραπάνω χαρακτηριστικά, επισκεφθείτε μας για μια συμβουλευτική συνεδρία.
Ειδική Παιδαγωγική Παρέμβαση (Ε.Π.Π.) vs Παραδοσιακή Διδασκαλία
Οι παραδοσιακές μέθοδοι διδασκαλίας 'ανακοινώνουν' στα παιδιά «τι» να μάθουν. Ποτέ δεν τους δίνουν οδηγίες για το «πως» να το μάθουν. Το «πώς» είναι 'υποχρέωση' του κάθε παιδιού να το βρει από μόνο του. Η Ε.Π.Π., αντίθετα, βασίζεται στη συνειδητή στρατηγική του πώς να μάθω, εξηγεί με το συγκεκριμένο, το απτό, βασίζεται στο χρώμα, στην εικόνα, στο οπτικό, το ακουστικό ακόμη και το απτικό ερέθισμα και σε ό,τι μπορεί να ενισχύσει την ικανότητά μας να θυμόμαστε και άρα, να μαθαίνουμε. Ακόμη, βασίζεται στο παιχνίδι, στη βιωματική μάθηση, στην ευχαρίστηση, στο χιούμορ, στη δημιουργία κινήτρων που ταιριάζουν με τα άμεσα ενδιαφέροντα των παιδιών, στη χαρά της ανακάλυψης και φυσικά στη συστηματική και διαρκή επιβράβευση, αλλά και στη συνεχή επαναξιολόγηση, στη συμμετοχή του ίδιου του παιδιού στη διαδικασία της μάθησης, στην εκμάθηση στρατηγικών αυτοελέγχου της μάθησης και αυτοδιόρθωσης των λαθών. Το παιδί μέσα σε ένα τέτοιο πρόγραμμα, γνωρίζει τις δυνατότητες και τις αδυναμίες του, κατανοεί τους μηχανισμούς με τους οποίους διαβάζουμε, γράφουμε ή μαθαίνουμε, αναγνωρίζει ποιοι τρόποι το βοηθάνε να μάθει καλύτερα, αναγνωρίζει τα λάθη του, γνωρίζει γιατί τα κάνει και μαθαίνει εναλλακτικούς τρόπους για να τα αποφεύγει ή να τα διορθώνει. Με λίγα λόγια, ξέρει τη δυσκολία του, και είναι σε θέση να τη διαχειριστεί με τρόπους που ταιριάζουν στο προσωπικό μαθησιακό του προφίλ. Συνεπώς, οι μέθοδοι και οι τεχνικές που χρησιμοποιούνται σε ένα εξατομικευμένο πρόγραμμα Ειδικής Παιδαγωγικής Παρέμβασης (Ε.Π.Π.):
- Μπορούν να βοηθήσουν τα παιδιά να εκπαιδευτούν στο «πως» και όχι μόνο στο «τι» να μαθαίνουν.
- Διδάσκουν στα παιδιά να χρησιμοποιούν συνειδητά τεχνικές απομνημόνευσης ή οργάνωσης και επεξεργασίας πληροφοριών, στρατηγικές μνήμης, μάθησης και γνωστικές στρατηγικές (Μεταγνωστική Ικανότητα).
- Κάνουν χρήση πολυαισθητηριακών μεθόδων και μέσων διδασκαλίας που έχουν σαν βασικό σκοπό την ενίσχυση της μνημονικής ικανότητας (η οποία συχνά «ενοχοποιείται» στις περισσότερες μορφές Ε.Μ.Δ.), μέσα από την «οπτικοποίηση» των πληροφοριών και τη χρήση βοηθητικών συμβόλων και απτών μέσων.
- Βοηθάνε στο να κατανοήσει το παιδί την πιο καθημερινή πρακτική της γνώσης, συσχετίζοντάς την με πιο οικείες πληροφορίες και εμπειρίες και να την εμπεδώσει μέσα από απτά, συγκεκριμένα και καθημερινά παραδείγματα και όχι μόνο μέσα από την τυπική γνώση.
- Τέλος, συμβάλλουν στην τόνωση της αυτοεκτίμησης του παιδιού και ενισχύουν το αίσθημα του «μπορώ», αφού του προσφέρουν έναν ή περισσότερους εναλλακτικούς τρόπους, έτσι ώστε να εξασφαλίσει τη δυνατότητα επεξεργασίας ενός συγκεκριμένου τύπου πληροφοριών (π.χ. γλωσσικά ή αριθμητικά σύμβολα), που αλλιώς θα δυσκολευόταν να κατανοήσει, να επεξεργαστεί, να απομνημονεύσει και να αναπαράγει, μια κατάσταση που συχνά οδηγεί στη σταδιακή παραίτηση του παιδιού από το συγκεκριμένο γνωστικό αντικείμενο και που σχεδόν πάντα, συνοδεύεται από αισθήματα χαμηλής αυτοεκτίμησης, άρνησης και ματαίωσης.
Περισσότερα θέματα για την Ειδική Αγωγή εδώ.