Όταν ερωτευόμαστε δεν έχoυμε κανόνες. Δε βάζουμε περιορισμούς. Δεν ντρεπόμαστε να δείξουμε τα όσα νιώθουμε. Δεν κρύβεσαι στον έpωτα για να μαντέψει ο άλλος εάν τον γουστάρεις. Δε γράφεις σε έναν κώδικα ακατανόητο, όπου ακόμη και το ίδιο το φλερτ παραδίνεται στην ηλιθιότητα των συνομιλητών. Όταν ενδιαφέρεσαι το δείχνεις. Και θα το καταλάβει.
Σε μια κοινωνία όπου η ουσιαστική επαφή –ξέρετε τώρα, χέρια, χείλη, πόδια– δυσκολεύει τους ανθρώπους λόγω της ευκολίας του διαδικτυακού απρόσωπου περιβάλλοντος, μας κάνει είτε να εξομολογούμαστε τον έpωτά μας αβέρτα και χωρίς υπαινιγμούς είτε να μιλάμε για ώρες δίχως να καταλήγουμε κάπου– σ’ ένα ραντεβού βρε παιδί μου. Η ανάγκη μας για αποδοχή έχει ως αποτέλεσμα να παραδινόμαστε στα πλήκτρα και στη φωτεινή οθόνη δίχως να είμαστε σίγουροι εάν θα θέλαμε να δούμε το άτομο από κοντά.
Είναι αστείο πόσα πράγματα μοιραζόμαστε με τον άλλον απρόσωπα κι ανεπιτήδευτα. Λες και τον γνωρίζουμε χρόνια συμπεριφερόμαστε δίχως ντροπές κι ανοιγόμαστε όσο δεν ανοιγόμαστε στους φίλους μας. Είναι ένας τρόπος αποφυγής της πραγματικότητας, θα έλεγε κάποιος. Η συνομιλία με έναν άγνωστο μας επιτρέπει να δημιουργήσουμε μια ατμόσφαιρα για κάτι που θα μπορούσε να συμβεί, όμως κανένας από τους δυο δεν παίρνει την πρωτοβουλία. Τότε γιατί μιλάμε; Γιατί ξημερώνουμε μαζί χωρίς τα κορμιά μας να βρίσκονται ξαπλωμένα δίπλα-δίπλα;
Κι έρχομαι εδώ να ρωτήσω. Αφού λέμε που λέμε την ιστορία της ζωής μας στο messenger και στο instagram, γιατί δεν κανονίζουμε κι ένα ρημάδι ραντεβού; Δεν είναι δα και τόσο δύσκολο. Αφού έχουμε γνωριστεί, αφού με ξέρεις και σε ξέρω, γιατί διστάζουμε; Έχει καταντήσει πια κουραστικό να βλέπεις δυο ανθρώπους να κοιτάζονται μέσα από τις οθόνες τους και να μην έχουν το θάρρος, να κοιτάξουν το πρόσωπο ο ένας του άλλου. Μας έχουν καταστρέψει τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Μας έχουν ισοπεδώσει. Έχουμε χάσει την ουσία της εpωτικής επικοινωνίας. Ταυτόχρονα όμως ένα μήνυμα μας φωτίζει το πρόσωπο. Πόσο οξύμωρο.
Γι΄αυτό κι εγώ δε φοβάμαι να σου δείχνω πώς νιώθω. Γι΄αυτό δε με νοιάζει εάν θα σου απαντήσω δευτερόλεπτα αφότου μου έστειλες. Δε με νοιάζει πώς θα το εκλάβεις. Σου δείχνω ξεκάθαρα τις προθέσεις μου. Το θέμα είναι να μου δείξεις κι εσύ τις δικές σου. Ως πότε θα φοβόμαστε να κάνουμε το επόμενο βήμα; Αν δεν πρόκειται να γίνει ποτέ τότε γιατί το ξεκινήσαμε όλο αυτό; Δε βγάζει νόημα, το καταλαβαίνεις. Εάν δεν πρόκειται να μου ζητήσεις να βγούμε, τότε θα το κάνω εγώ. Κι αν σε δω, να διστάζεις τότε αντίο και καληνύχτα. Απλά τα πράγματα. Εάν θέλεις, θα το προκαλέσεις. Εάν δεν ενδιαφέρεσαι, τότε να βρεις αλλού πορτοκαλιές που κάνουν φράουλες.
Κάποτε έβγαιναν τυφλά ραντεβού, κάποτε σε συναντούσαν σε κάποιο μπαρ και σου ζητούσαν το τηλέφωνό σου χωρίς δεύτερες σκέψεις και δισταγμούς. Κάποτε σου έπιανε ο άλλος το χέρι να χορέψετε και καταλήγατε, να φιλιόσαστε στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου σου. Πού έχουν πάει όλα αυτά; Γιατί φοβόμαστε, ξαναρωτάω. Ποιο το νόημα του να υπάρχουμε εάν δεν αφήνουμε τον εαυτό μας, να πράττει όπως του αρέσει, να είναι ελεύθερος, να μη διστάζει και να ρισκάρει. Ο έpωτας είναι ένα παιχνίδι της ζωής. Μη φοβάσαι να το παίξεις. Μονάχα κερδισμένος θα βγεις από όλες τις αποτυχίες, τις απορρίψεις, τις απογοητεύσεις, τις τελευταίας στιγμής ακυρώσεις, αλλά και τις όμορφες, εpωτικές στιγμές. Μην πάει ο νους σου στο αρνητικό πριν καν ακόμα υπάρξει ο έpωτάς σας.
Όταν ερωτεύομαι το ξέρουν όλοι. Τραγουδάω στους δρόμους, πίνω καφέ και γελάω μόνη μου. Κερνάω τσιγάρα και περνάω τον δρόμο χαιρετώντας τους οδηγούς. Δεν είναι ωραίο; Δε φοβάμαι, δεν κρύβομαι. Σου στέλνω μήνυμα, γιατί θέλω. Γιατί θέλω, να έχω επαφή μαζί σου. Σου απαντάω γρήγορα, γιατί δεν είμαι έφηβη πια να παίζω με την υπομονή σου. Σε φλερτάρω με τον κάθε δυνατό τρόπο και δε μετανιώνω για ούτε μία μου λέξη. Αν δε με αφήσεις να σε πλησιάσω όμως, τότε θα αποχωρίσω κι εγώ. Κι θα ήταν κρίμα, γιατί όταν ερωτεύεσαι όλα έχουν νόημα. Κι τώρα που σε ερωτεύτηκα, η ζωή μου βρήκε το δικό της.
Συντάκτης: Αγγελική Τσιγαρά
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου
pillowfights.gr