Ω γιε μου εσύ! μοναχογιέ, που ίσαμε χτες ακόμα
μου ζέσταινες τα γόνατα με το μικρό σου σώμα.
τώρα μού ανοίγεις τα φτερά και φεύγεις μακριά μου
κι αφήνεις το σπιτάκι μας κι αφήνεις τα φιλιά μου.
Τι γρήγορα μεγάλωσες! και πως να το πιστέψω
πως ήρθε κιόλας ο καιρός για να σε ξενιτέψω,
εσέ, που λίγο να στραφεί στα πίσω ο λογισμός μου,
σε βλέπω να γοργοπερνάς αδιάκοπα από μπρος μου
με το αναμμένο, απ’ το τρεχιό, γλυκό σου προσωπάκι
και το κοντούλι, ναυτικό, λινό φορεματάκι.
Και τώρ’ ακόμα, ψάχνοντας με δακρυσμένα μάτια,
της παιδικής ζωούλας σου ξεθάβω τα κομμάτια.
Και βρίσκω βόλους με χαρτιά μαζί και με βιβλία,
και βρίσκω από το χέρι σου ζωγραφισμένα πλοία,
τα πλοία που ελαχτάριζες μακριά για να σε φέρουν
στις χώρες που είναι όνειρο, στις χώρες που μαγεύουν
κάθε παιδιού τη νέα καρδιά, που όλο ποθεί και θέλει
να ιδεί, ν’ αγγίξει, να γευτεί της γης όλο το μέλι!
Την άγια θύρα της ζωής τρεμάμενη σου ανοίγω
και κρύβω τη λαχτάρα μου, και τον καημό μου πνίγω.
Μα είναι μεγάλος μου ο καημός, κι είναι πικρή η ψυχή μου…
Ω διάφανο αγριολούλουδο βγαλμένο απ’ την πνοή μου,
μονάχα εσύ, φωτίζοντας βαθιά τη σκοτεινιά μου,
το νεκρωμένο εξύπναγες παλμό μες στην καρδιά μου.
Τώρα σε χάνω, αμίλητη, αδάκρυτη και μόνη,
βλέπω τη νύχτα να ’ρχεται βαριά και να με ζώνει…
(Κίτρινες φλόγες, εκδ. Γράμματα, Αλεξάνδρεια, 1925)
Ερωτήσεις
Το ποίημα εντάσσεται στην παραδοσιακή ποίηση.
α.2. Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας στο α.1. καταγράφοντας τρία (3) μορφικά χαρακτηριστικά που εντοπίσατε.
- Στο ποίημα υπάρχει ζευγαρωτή ομοιοκαταληξία.
- Το ποίημα είναι χωρισμένο σε δίστιχες στροφές.
- Οι στίχοι του ποιήματος είναι ιαμβικοί δεκαπεντασύλλαβοι:
Τι / γρή / γο / ρα / με / γά / λω / σες! / και / πως / να / το / πι / στέ / ψω
α.3. Να σχολιάσετε τον τίτλο του ποιήματος σε σχέση με το περιεχόμενό του.
Ο τίτλος του ποιήματος «Στο γιο μου» δηλώνει την πρόθεση της ποιήτριας να αφιερώσει τους στίχους αυτούς στο παιδί της. Με αφορμή το γεγονός πως ο γιος της είναι έτοιμος πια να φύγει από κοντά της, η ποιήτρια ανατρέχει στην παιδική του ηλικία -που για εκείνη μοιάζει σαν να ήταν μόλις χθες- και θυμάται όλες εκείνες τις γεμάτες αγάπη και τρυφερότητα στιγμές που έζησε φροντίζοντάς τον.
β.1. Να επισημάνετε με αναφορά σε συγκεκριμένους στίχους του ποιήματος δύο (2) εικόνες που αφορούν την παιδική ζωή του προσώπου στο οποίο απευθύνεται η ποιήτρια και να τις περιγράψετε.
«σε βλέπω να γοργοπερνάς αδιάκοπα από μπρος μου
με το αναμμένο, απ’ το τρεχιό, γλυκό σου προσωπάκι
και το κοντούλι, ναυτικό, λινό φορεματάκι.»
Μια πρώτη εικόνα από την παιδική ζωή του γιου της ποιήτριας δίνεται σ’ αυτούς τους στίχους, όπου περιγράφεται το μικρό παιδί να περνά τρέχοντας μπροστά από τη μητέρα του με το πρόσωπό του κοκκινισμένο από τη συνεχή κινητικότητα, φορώντας τα κοντά ναυτικά του ρουχαλάκια.
«Και βρίσκω βόλους με χαρτιά μαζί και με βιβλία,
και βρίσκω από το χέρι σου ζωγραφισμένα πλοία,»
Μια άλλη εικόνα από την παιδική του ζωή προκύπτει μέσα από την περιγραφή της ποιήτριας όλων εκείνων των παιχνιδιών και των βιβλίων που βρίσκει ακόμη στο σπίτι τους. Βόλοι, χαρτιά, βιβλία καθώς και ζωγραφιές πλοίων συνθέτουν το πλαίσιο των ασχολιών του μικρού παιδιού που συνήθιζε, όπως όλα τα μικρά παιδιά, να παίζει, να διαβάζει και να ζωγραφίζει.
Ιδιαίτερη έμφαση, μάλιστα, δίνεται στις ζωγραφιές των πλοίων, διότι αυτά συνδέονταν με την επιθυμία του μικρού παιδιού να ταξιδέψει όταν μεγαλώσει και να βρεθεί σε πλήθος νέων περιοχών:
«τα πλοία που ελαχτάριζες μακριά για να σε φέρουν
στις χώρες που είναι όνειρο, στις χώρες που μαγεύουν
κάθε παιδιού τη νέα καρδιά, που όλο ποθεί και θέλει
να ιδεί, ν’ αγγίξει, να γευτεί της γης όλο το μέλι!»
β.2. Να βρείτε στο κείμενο και να καταγράψετε πέντε (5) υποκοριστικά. Τι είδους συναισθήματα, κατά τη γνώμη σας, εκφράζουν;
- σπιτάκι
- προσωπάκι
- κοντούλι
- φορεματάκι
- ζωούλας
Η ποιήτρια καθώς έρχεται αντιμέτωπη με το γεγονός ότι ο γιος της έχει πια μεγαλώσει κι είναι έτοιμος να φύγει από κοντά της αισθάνεται πόνο για την επερχόμενη αυτή «εγκατάλειψη» και ανατρέχει στο παρελθόν, όταν το παιδί της ήταν ακόμη μικρό παιδί και εξαρτιόταν αποκλειστικά στις δικές της φροντίδες. Μέσα από τα υποκοριστικά η ποιήτρια-μητέρα εκφράζει όλη την αγάπη και την τρυφερότητα που ένιωθε για το μικρό της παιδί.
Η αντίθεση ανάμεσα στο τότε και το τώρα είναι μεγάλη και μοιάζει να έχει προκύψει πολύ γρηγορότερα απ’ ό,τι θα περίμενε η ποιήτρια που δυσκολεύεται να πιστέψει πόσο γρήγορα πέρασε ο καιρός και πόσο γρήγορα έπαψε να είναι ο γιος της εκείνο το μικρό παιδάκι που βρισκόταν συνεχώς κοντά της.