Το 1776 ένας 24χρονος Γάλλος κόμης επιβιβάζεται στη φρεγάτα «Αταλάντη» στο λιμάνι της Τουλόν με προορισμό την Ελλάδα. Πρόκειται για τον Αύγουστο Ντε Σουαζέλ-Γκουφιέ, έναν σπουδαγμένο άντρα που λατρεύει τις τέχνες και είναι λάτρης της ελληνικής αρχαιότητας.
Το πρώτο ταξίδι του στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα, είναι καθοριστικό για τον ίδιο και έχει τρομακτικές συνέπειες για τις ελληνικές αρχαιότητες.Αρχαιολάτρης «ίσον» αρχαιοκάπηλος
Ο Γκουφιέ είναι ένας από τους δεκάδες φιλέλληνες περιηγητές που επισκέφθηκαν την Ελλάδα ως «προσκυνητές» του αρχαίου της πολιτισμού και πολύ γρήγορα μετατράπηκαν σε αρχαιοκάπηλους, κλέβοντας χιλιάδες γλυπτά.Από το πρώτο του αυτό ταξίδι έγραψε τον πρώτο τόμο του έργου του «Voyage pittoresque de la Grèce».
Το 1784 ο φιλόδοξος και αρχαιολάτρης αριστοκράτης ανακηρύχθηκε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας και διορίστηκε πρέσβης του Γαλλικού κράτους στην Υψηλή Πύλη. Εγκαταστάθηκε στην Κωνσταντινούπολη τον Ιούλιο του 1785.
Ο «προσκυνητής» της προηγούμενης δεκαετίας επέστρεψε κυρίαρχος και με εντελώς διαφορετική αντίληψη γαι τον ρόλο τους στην περιοχή.
Μαζί του στην Κωνσταντινούπολη έφερε πλήθος ακολούθων διαφόρων ειδικοτήτων που θα τον βοηθούσαν στα σχέδιά του. Αρχαιολόγοι, ζωγράφοι, χαράκτες, αστρονόμοι και άλλοι επιστήμονες άρχισαν να περιοδεύουν κατ΄εντολήν του στις ελληνικές πόλεις καταγράφοντας και αρπάζοντας ότι θεωρούσαν σημαντικό από τον αρχαιοελληνικό πολιτισμό.
«Άρπαξε ότ,ι μπορείς»
Ο Γκουφιέ το 1780 έστειλε στην Αθήνα τον αρχαιολόγο και ζωγράφο Λουί Φοβέλ που διετέλεσε και Πρόξενος της Γαλλίας. Ο Φοβέλ για πολλά χρόνια και με πολύ χρήμα στη διάθεσή του περιηγήτο σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας και συγκέντρωνε κλεμμένες αρχαιότητες. «Βιτρίνα» είχε τη ζωγραφική και την καταγραφή του ένδοξου παρελθόντος. Με τις κατάλληλες γνωριμίες οργάνωνε υπό τις οδηγίες του Γκουφιέ, ακόμη και μικροανασκαφές προκειμένου να εμπλουτιστεί η «συλλογή». Το μήνυμα Γκουφιέ προς τον Φοβέλ είναι ξεκάθαρο:«…Αρπάξτε ότι μπορείτε να μεταφέρετε και μην παραλείψετε να λεηλατήσετε την Αθήνα και τα περίχωρα της. Πάρτε ότι υπάρχει και μη λυπηθείτε ούτε ζωντανούς ούτε νεκρούς…» (Πηγή: Κυριάκου Σιμόπουλου, ΞΕΝΟΙ ΤΑΞΙΔΙΩΤΕΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ, Εκδόσεις Πιρόγα)
Η πρώτη λεηλασία του Παρθενώνα
Υπό τις οδηγίες του αρχαιολάτρη «φιλέλληνα» Γκουφιέ στην Αθήνα οι εργάτες του Φοβέλ ανεβαίνουν στον Παρθενώνα και αφαιρούν για πρώτη φορά, πριν από τον Έλγιν, ένα κομμάτι από τη ζωφόρο από τη νότια μετώπη του ναού. Το γλυπτό που αφαιρέθηκε για να αποτελέσει τρόπαιο στη συλλογή του Γκουφιέ αναπαριστά την προσπάθεια απαγωγής μιας γυναίκας από τους Λαπίθες της Θεσσαλίας από έναν Κένταυρο. Ο Κένταυρος με μια βίαιη κίνηση αρπάζει τη γυναίκα από την πόρπη του ενδύματος, που έχει ανοίξει, καθώς η γυναίκα προσπαθεί να ξεφύγει.Στη νότια μετώπη η ζωφόρος αναπαριστούσε την περίφημη Κενταυρομαχία. Οι Κένταυροι πολεμούσαν με τους Λαπίθες από τη Θεσσαλία. Οι Λαπίθες ήταν μυθολογικά όντα, της ίδιας οικογένειας με τους Κένταυρους όμως κάποια στιγμή χωρίστηκαν.
Το γλυπτό, ο Γκουφιέ, αρχικά το πούλησε στον Έλγιν που ήθελε να εμπλουτίσει τη συλλογή του από γλυπτά του Παρθενώνα. Όμως ο Λόρδος το επέστρεψε και έτσι σήμερα, το γλυπτό αυτό μαζί με όλες τις κλεμμένες αρχαιότητες του Γκουφιέ εκτίθεται στο Μουσείο του Λούβρου. Το κεφάλι του Κένταυρου θεωρείται χαμένο από το 1764, ενώ τμήμα του δεξιού χεριού του εκτίθεται στο Μουσείο της Ακρόπολης στην Αθήνα.
Αυτό το γλυπτό, μεταξύ άλλων αρχαιοτήτων θα εκτεθεί για πρώτη φορά στην Ελλάδα το 2021. Στο πλαίσιο των εορτασμών για τη συμπλήρωση των 200 ετών από την Επανάσταση του 1821 ο Πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν αποδέχτηκε πρόταση του Έλληνα Πρωθυπουργού Κ. Μητσοτάκη και η μετώπη του Παρθενώνα θα επιστρέψει για λίγο στον τόπο της.
Στην «αγκαλιά» της Αικατερίνης της Ρωσίας
Ο Αύγουστος ντε Σουαζέλ-Γκουφιέ, πρώτος καταστροφέας και κλέφτης γλυπτών του Παρθενώνα έπεσε στη δυσμένεια του γαλλικού κράτους κατά τον δεύτερο χρόνο της Γαλλικής Επανάστασης και ο Λουδοβίκος ο 16ος τον έπαψε από τα καθήκοντά του στην Κωνσταντινούπολη και τον κάλεσε στο Παρίσι, με σκοπό να τον στείλει στο Λονδίνο. Ο Γκουφιέ όμως αρνήθηκε να υπακούσει, παραιτήθηκε και διέφυγε στη Ρωσία. Μπήκε στην αυλή της Αικατερίνης της Β’, όπου έζησε από το 1793 μέχρι το 1802 ως Διευθυντής της Ακαδημίας των τεχνών και της Αυτοκρατορικής Βιβλιοθήκης της Ρωσίας.Επέστρεψε στο Παρίσι με την αμνηστία του Ναπολέοντα, το 1802 και το σπίτι που έχτισε ήταν αντίγραφο του Ερεχθείου. Το 1809 ολοκλήρωσε τον δεύτερο τόμο του έργου του «Voyage pittoresque de la Grèce», ενώ ο τρίτος τόμος εκδόθηκε μετά θάνατον το 1822. Ένα χρόνο πριν πεθάνει αποκαταστάθηκε η θέση του Γαλλική Ακαδημία, από την οποία είχε εκπέσει όταν διέφυγε στη Ρωσία.
Πέθανε στο Παρίσι στις 20 Ιουνίου του 1817.