Με μία γρήγορη ματιά στον νυχτερινό ουρανό, ο καθένας μας θα παρατηρήσει χιλιάδες αστέρια. Στην πραγματικότητα, αυτά τα αστέρια είναι μόλις ένα μικρό ποσοστό των αστεριών που υπάρχουν στο σύμπαν.
Ανάμεσα σε αυτά τα, τουλάχιστον δισεκατομμύρια, αστέρια του σύμπαντος, μέρος αυτών είναι το ελκτικό κέντρο ενός ηλιακού συστήματος παρόμοιο με το δικό μας[2].
Επομένως, το σύμπαν είναι γεμάτο με πλανήτες παρόμοιους με την Γη, δηλαδή είναι γεμάτο με πλανήτες που μπορούν να στηρίξουν την ύπαρξη ζωής. Καταλήγουμε λοιπόν στο ότι κατά πάσα πιθανότητα το σύμπαν μας σφύζει από ζωή.
Παρ’ όλα αυτά, οι προσπάθειες εύρεσης αυτής της ζωής έχουν αποτύχει[3] · φαίνεται πως είμαστε μόνοι μας στο σύμπαν. Αυτό είναι το λεγόμενο παράδοξο του Φέρμι, που διατυπώθηκε από τον Φέρμι στις αρχές της δεκαετίας του ‘50.[4]
Σε αυτό το άρθρο, θα προσπαθήσουμε να αμβλύνουμε αυτό το παράδοξο. Μιας και δεν μπορούμε να στηριχθούμε σε πειραματικά δεδομένα για να το κάνουμε αυτό, οι προσπάθειες μας θα συγκεντρωθούν στην αντίκρουση των υποθέσεων που στηρίζουν το παράδοξο του Φέρμι. Αυτές οι υποθέσεις είναι οι εξής δύο: Πρώτον, η ύπαρξη πλειάδας πλανητών σαν την Γη, συνεπάγεται την ύπαρξη ζωής. Δεύτερον, αυτοί οι ζωντανοί οργανισμοί έχουν την ικανότητα να επικοινωνήσουν μαζί μας.
Ξεκινάμε με την πρώτη υπόθεση, την ύπαρξη ζωής εκτός της Γης. Στοιχεία κατά αυτής της υπόθεσης μας έρχονται από το ίδιο μας το ηλιακό σύστημα. Μόλις ένας από τους οχτώ -ή εννιά, ανάλογα με την εκτίμηση που τρέφετε προς τον Πλούτωνα- πλανήτες του ηλιακού μας συστήματος περιέχει νοήμονα ζωή. Αυτό συμβαίνει επειδή μόνο η Γη βρίσκεται σε κατάλληλη απόσταση από τον ήλιο ώστε να έχει νερό σε υγρή μορφή στην επιφάνειά της, και επειδή κατάφερε να αναπτύξει ατμόσφαιρα η οποία μας προστατεύει από την υπεριώδη ακτινοβολία και τους μετεωρίτες που βομβαρδίζουν την Γη καθημερινά[5] . Επιπλέον, ακόμα και αν κάποιος πλανήτης πληροί αυτές τις αναγκαίες “προδιαγραφές” για την εμφάνιση οργανισμών παρόμοιων με αυτούς της Γης, δεν γνωρίζουμε αν αυτές οι συνθήκες είναι και ικανές για την ανάπτυξη ζωής. Δηλαδή, δεν ξέρουμε ποιες είναι οι υπόλοιπες συνθήκες που επέτρεψαν στους πρώτους μικροοργανισμούς να εμφανιστούν και να εξελιχθούν στην Γη, και πόσον απαντώνται εύκολα στο υπόλοιπο σύμπαν. Με λίγα λόγια, ίσως να μην έχουμε βρει άλλα νοήμονα όντα στο σύμπαν, γιατί το σύμπαν είναι εν γένει αφιλόξενο προς την ύπαρξή τους.
Ας υποθέσουμε, όμως, ότι οι συνθήκες που ευνοούν την ύπαρξη ζωής απαντώνται στο μεγαλύτερο ποσοστό των πλανητών εκεί έξω και ας αναλύσουμε τη δεύτερή μας υπόθεση· είμαστε ικανοί να επικοινωνήσουμε με εξωγήινους πολιτισμούς;
Πριν περάσουμε όμως στην ανάλυση της δεύτερης υπόθεσης, θα επικεντρωθούμε λίγο στο τί σημαίνει επικοινωνία εκτός Γης. Η σύγχρονη τεχνολογία μας έχει επιτρέψει να επικοινωνούμε με τα πιο απομακρυσμένα μέρη της Γης μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Δυστυχώς, αυτό δεν σημαίνει ότι και η επικοινωνία εκτός Γης είναι εξίσου άμεση. Ο λόγος για αυτό είναι απλός: το σύμπαν είναι τόσο αχανές που ακόμα και η ταχύτητα του φωτός, το άνω όριο ταχύτητας στο σύμπαν, φαντάζει αργή. Πιο συγκεκριμένα, ακόμα και αν υπήρχε εξωγήινη ζωή στο κοντινότερο σε εμάς αστέρι, το Proxima Centauri[6], θα χρειαζόμασταν περίπου τέσσερα χρόνια για να τους στείλουμε κάποιο φωτεινό σήμα. Επομένως, η “συζήτηση” με εξωγήινους που μπορεί να βρίσκονται ίσως και μερικά χιλιάδες έτη φωτός μακριά, στο άλλο άκρο του γαλαξία, θα ήταν μία απίστευτα αργή διαδικασία.
Βέβαια, το φως δεν είναι ο μόνος τρόπος επικοινωνίας με άλλες μορφές ζωής. Θα μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε με πιο συμβατικά μέσα, αν οι εξωγήινοι μας επισκέπτονταν στην Γη. Ένας εξωγήινος πολιτισμός θα μπορούσε να φτάσει στην Γη είτε επειδή ξεκίνησε το μακρινό του ταξίδι πολύ πριν εμφανιστεί ζωή στην Γη είτε επειδή είναι τόσο τεχνολογικά προηγμένος που έχει την ικανότητα να χρησιμοποιεί “εξωτικές” μορφές ταξιδιού, όπως οι λεγόμενες σκουληκότρυπες. Για να έχετε μία ιδέα του πόσο τεχνολογικά προηγμένος σε σχέση με εμάς θα είναι ένας τέτοιος πολιτισμός, σημειώστε ότι η πρώτη θεωρητική εργασία που περιγράφει διαβατές σκουληκότρυπες γράφτηκε φέτος![7]
Έχοντας πλέον μια ιδέα του πώς μπορούμε να επικοινωνήσουμε με εξωγήινους πολιτισμούς, θα αναφερθούμε σε τρεις λόγους που μπορούν να αποτελέσουν εμπόδιο σε αυτή την επικοινωνία.
Αρχικά, ίσως οι εξωγήινοι να μην έχουν αναπτύξει την απαραίτητη τεχνολογία για να επικοινωνήσουν με εμάς.
Μισό λεπτό όμως!
Η ηλικία του σύμπαντος είναι περίπου δεκατρία δισεκατομμύρια χρόνια. Πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχει κάποιος εξωγήινος πολιτισμός με την κατάλληλη τεχνολογία και τον χρόνο για κοσμικά ταξίδια; Η εξήγηση αυτού του ενδεχόμενου βασίζεται στα λεγόμενα κοσμικά φίλτρα[8]. Τα κοσμικά/μεγάλα φίλτρα (cosmic/great filters) είναι κοσμικής κλίμακας καταστροφές (π.χ. πτώση τεράστιου μετεωρίτη, πυρηνικός πόλεμος) που εξαλείφουν την ζωή σε κάποιο πλανήτη. Χρησιμοποιώντας την έννοια των κοσμικών φίλτρων, η έλλειψη τεχνολογικά προηγμένων πολιτισμών μπορεί να εξηγηθεί ως εξής: Είτε είμαστε από τους πρώτους πολιτισμούς που κατάφερε να περάσει όλα τα κοσμικά φίλτρα και να αρχίσει να αναρωτιέται για την ύπαρξη πολιτισμού σε άλλο πλανήτη, είτε κάθε πολιτισμός εξαφανίζεται λόγω κάποιου κοσμικού φίλτρου πριν καταφέρει να φτιάξει αρκετά προηγμένη τεχνολογία για να επικοινωνήσει δια μέσου κοσμικών αποστάσεων. Προσωπικά, νομίζω ότι το πρώτο ενδεχόμενο φαίνεται απίθανο αν αναλογιστεί κανείς ότι μέσα στα δισεκατομμύρια χρόνια ύπαρξης του σύμπαντος, το ανθρώπινο είδος έχει καταφέρει να φτάσει στο τεχνολογικό επίπεδο που βρίσκεται σήμερα μέσα σε διακόσιες χιλιάδες χρόνια. Σε αντίθεση, το ιστορικό των πολέμων που έχουμε σαν είδος, κάνει το δεύτερο ενδεχόμενο να μοιάζει αρκετά πιθανό.
Εν συνεχεία, ακόμα και αν έχουμε αρκετά προηγμένη τεχνολογία για να επικοινωνήσουμε με ό,τι βρίσκεται εκεί έξω, ίσως να μην μπορούμε να επικοινωνήσουμε επειδή “μιλάμε διαφορετική γλώσσα”. Για παράδειγμα, εμείς ψάχνουμε για ίχνη εξωγήινων πολιτισμών χρησιμοποιώντας κυρίως ραδιοκύματα[3]. Ίσως οι εξωγήινοι να βρίσκουν πιο εύκολο για τεχνικούς λόγους να επικοινωνούν σε τελείως διαφορετικά μήκη κύματος. Αυτό θα καθιστούσε τους εξωγήινους αόρατους σε εμάς και εμάς αόρατους σε αυτούς.
Τέλος, ακόμα και αν οι ζωντανοί οργανισμοί που υπάρχουν εκεί έξω έχουν τα μέσα και την ικανότητα να επικοινωνήσουν μαζί μας, ίσως να μην το κάνουν για ένα πολύ απλό λόγο· δεν θέλουν. Δεν είναι δύσκολο, παραδείγματος χάρη, να φανταστεί κανείς πως ένας πολιτισμός που κατάφερε να μας βρει επειδή ταξίδεψε μερικές χιλιάδες έτη φωτός μπορεί να μας θεωρεί ένα “κατώτερο” είδος ζωής, το οποίο δεν αξίζει την προσοχή του και την ανάλωση των υλικών του αγαθών. Βέβαια, ακόμα και αν οι εξωγήινοι δεν έχουν τόσο μεγάλη ιδέα για τον εαυτό τους, υπάρχουν και άλλοι λόγοι για να μην θέλουν να επικοινωνήσουν μαζί μας. Για παράδειγμα, δεν είναι απίθανο τέτοιες προηγμένες μορφές ζωής να μας θεωρούν ένα είδος βιολογικού πειράματος και δεν παρεμβαίνουν στην ζωή μας στην προσπάθεια τους να μην αλλοιώσουν τις μετρήσεις τους. Αυτή η λίστα με τα παραδείγματα μπορεί να επεκταθεί αυθαιρέτως, μιας και κανείς μας δεν ξέρει πως σκέφτεται ένας τόσο τεχνολογικά προηγμένος πολιτισμός.
Συνοψίζοντας, τρία ήταν τα επιχειρήματά μας υπέρ της έλλειψης επικοινωνίας με εξωγήινες μορφές ζωής και κατά του παράδοξου του Φέρμι.
- Πρώτον, ίσως να είμαστε όντως μόνοι μας στο σύμπαν, γιατί οι συνθήκες για την ύπαρξη ζωής είναι πολύ δύσκολο να ικανοποιηθούν.
- Δεύτερον, ακόμα και αν υπάρχουν νοήμονες εξωγήινοι οργανισμοί, ίσως να μην έχουν τα μέσα ή/και την ικανότητα να επικοινωνήσουν μαζί μας με τρόπο που να καταλαβαίνουμε.
- Τέλος, ακόμα και αν μπορούν να επικοινωνήσουν μαζί μας, ίσως να μην θέλουν.
Παρ’ όλα τα παραπάνω, η ανθρώπινη περιέργεια σίγουρα θα συνεχίσει να έχει το βλέμμα της στραμμένο προς τον έναστρο ουρανό, μέχρις ότου να απαντήσει στο αιώνιο ερώτημα:
Είμαστε μόνοι μας σε αυτό το σύμπαν;
Πηγές:
[1] NASA (2012). Hubble Goes to the eXtreme to Assemble Farthest-Ever View of the Universe. Ανακτήθηκε από: https://www.nasa.gov/mission_pages/hubble/science/xdf.html
[2] NASA, Exoplanet exploration program (2018). A new world atlas. Ανακτήθηκε από: https://exoplanets.nasa.gov/newworldsatlas/
[3] Korpela, E. J., Anderson, D. P., Bankay, R., Cobb, J., Howard, A., Lebofsky, M., et. al. (2011). Status of the UC-Berkeley SETI efforts. In SPIE, Instruments, Methods, and Missions for Astrobiology XIV , Volume 8152, id. 815212.
[4] Jones, E. M. (1985). ”Where is everybody. ” An account of Fermi’s question. Doi:10.2172/5746675. Ανακτήθηκε από: Los Alamos National Observatory.
[5] Bland, P. A., Smith, T. B., Jull, A. J. T., Berry, F. J. A., Bevan, W. R., et. al. (1996). The flux of meteorites to the Earth over the last 50 000 years. Monthly Notices of the Royal Astronomical Society, Volume 283, Issue 2, Pages 551–565.
[6] European Space Agency(2016). Hubble’s Best Image of Alpha Centauri A and B. Ανακτήθηκε από: https://www.nasa.gov/image-feature/goddard/2016/hubbles-best-image-of-alpha-centauri-a-and-b
[7] Maldacena, J., Milekhin, A., Popov, F. (2018). Traversable wormholes in four dimensions. Ανακτήθηκε από: https://inspirehep.net/record/1681998
[8] Urban T. (2014). The Fermi Paradox. WaitButWhy blogspot. Ανακτήθηκε από: https://waitbutwhy.com/2014/05/fermi-paradox.html
Φωτογραφίες:
- https://medium.com/the-space-perspective/is-the-fermi-paradox-really-a-paradox-4bd7825af45
Πηγή: Γιάννης Ματθαιακάκης, https://sciencebehind.gr