μαγνήτης < (αρσενικό) ελληνιστική κοινή Μαγνήτης (λίθος) < (θηλυκό) αρχαία ελληνική Μαγνῆτις (λίθος) < Μάγνης
Η λέξη μαγνήτης δεν έχει καμία σχέση με τις ιδιότητες ή τα χαρακτηριστικά του μαγνήτη, αλλά προήλθε από το αρχ. (η) Μαγνήτις λίθος, που ονομάστηκε έτσι από το Μάγνης/Μάγνητες, ονομασία αρχαίων Ελλήνων Μακεδόνων που εγκαταστάθηκαν (τον 12ο αι. π.Χ.) στη Μαγνησία, η οποία και πήρε το όνομά τους. Με τη σειρά του το μαγνήτης (λίθος) έδωσε στην αρχαία τη λ. μαγνησία, απ’ όπου το νεολατ. magnesia που έδωσε το ξένο (αγγλ., γαλ.) magnesium, απ’ όπου πλάστηκε ως δάνειο (!) στη Νέα Ελληνική το μαγνήσιο, όνομα χημικού στοιχείου. Το μαγνήσιο ως δάνειο από ξένη γλώσσα, που κι αυτή το δανείστηκε προηγουμένως από τα Ελληνικά, αποτελεί αντιδάνειο της Ελληνικής.
Περισσότερες ιστορίες λέξεων εδώ.
Περισσότερες ιστορίες λέξεων εδώ.