Η ροπή των νέων του καιρού μας προς ανώτερες σπουδές, που έχει το αποτέλεσμα να συνωθούνται κάθε χρόνο στην είσοδο
των πανεπιστημιακών σχολών μυριάδες υποψηφίων, είναι φαινόμενο σχεδόν οικουμενικό και πρέπει προτού αντιμετωπισθεί ως
πρόβλημα προς λύση, να εξηγηθεί. Ποιες τάσεις του ατομικού και ποιες ζυμώσεις του συλλογικού βίου το προκαλούν; Τυχαίο δεν
είναι ούτε εφήμερο· ποιες λοιπόν είναι οι αιτίες του και προς ποιες καταστάσεις κοινωνικές, κατά κύριο λόγο, οδηγεί; Όσοι αγαπούν
να βλέπουν επιφανειακά τα γεγονότα συνηθίζουν να δίνουν στο φαινόμενο τούτο μιαν απλή (για να μην ειπώ απλοϊκή) εξήγηση. Ο
άνθρωπος – λέγουν – σήμερα, που η επιστήμη του άνοιξε τα μάτια, διψάει για μάθηση και αφού στις αναπτυγμένες χώρες το βιοτικό
επίπεδο του μεγάλου αριθμού έχει σημαντικά υψωθεί, απαιτεί (δικαίως) να μορφωθεί. Άλλοτε μια ολιγόχρονη βασική εκπαίδευση
τον ικανοποιούσε· τώρα δεν του φτάνει ούτε το γυμνάσιο· ζητάει και πανεπιστημιακές σπουδές - ας τις πάρει…
Τα πράγματα όμως δεν είναι ποτέ τόσο απλά όσο μας αρέσει να τα παρουσιάζουμε. Βέβαια ο άνθρωπος, όπως το λέγει και ο Αριστοτέλης, «φύσει του ειδέναι ορέγεται» και όταν έχει τα μέσα εκπαιδεύεται. Αλλά η εκπαίδευση καθώς έχει οργανωθεί και προσφέρεται από τα σύγχρονα κράτη, δεν προορίζεται ούτε επιδιώκεται μόνο για τροφή και τρυφή του πνεύματος. Σκοπός της είναι ακόμη να κάνει τους νέους ικανούς να ασκήσουν ένα βιοποριστικό επάγγελμα, για να ευδοκιμήσουν μέσα στη σύγχρονη κοινωνία του ανταγωνισμού και της αφθονίας, όπου η ζωή με τις πολλές και ποικίλες απαιτήσεις της δεν είναι καθόλου εύκολη. Οι διαρκώς λοιπόν ογκούμενες φάλαγγες των υποψηφίων που κρούουν την πόρτα του πανεπιστημίου, επιδιώκουν όχι μόνο να μορφωθούν, αλλά κυρίως να αποκτήσουν επαγγελματικά προσόντα ανώτερου επιπέδου, που θα τους επιτρέψουν να καλυτερέψουν τους όρους της ζωής τους, να έχουν αύριο μεγαλύτερη οικονομική άνεση, περισσότερες ηθικές διακρίσεις, ενεργότερη συμβολή στο συλλογικό βίο κτλ.
Για να επιτύχουν όμως στις επιδιώξεις τους, για τις οποίες υποβάλλονται σε τόσες θυσίες και κόπους, πρέπει η κοινωνία της χώρας τους να έχει τις δυνατότητες να τους δεχτεί και να τους εντάξει στους κόλπους της όπως τους αρμόζει. Να μπορεί δηλαδή να τους δώσει ευκαιρίες να εργαστούν και να αναδειχτούν σύμφωνα με τα αυξημένα, τα «πανεπιστημιακά» τους προσόντα. Εάν αντίθετα προς τις προσδοκίες τους οι δυνατότητες αυτές και οι ευκαιρίες δεν υπάρχουν, επειδή είτε οι πολιτικοί θεσμοί είτε οι οικονομικές συνθήκες του κοινωνικού χώρου δεν τις παρέχουν στην έκταση και κατά το μέτρο που απαιτούνται για την υλική και ηθική αποκατάσταση των γενεών που μπαίνουν στο στίβο, εάν επομένως στην προσφορά των νέων δεν αποκρίνεται μια αντίστοιχη ζήτηση από την πλευρά της κοινωνίας, τότε αναπόφευκτα, μοιραία δημιουργείται ένα χάσμα και μια ανωμαλία με δυσμενείς συνέπειες στη συλλογική ζωή: δυσαρέσκεια και απογοήτευση στα άτομα εξαιτίας του αναγκαστικού παροπλισμού των, τριβή και αναταραχή στο κοινωνικό σώμα, καθώς «οι στερημένοι» θα γίνονται μέρα με την μέρα επιθετικότεροι για ν’ αποκτήσουν ό,τι νομίζουν ότι δικαιωματικά τους ανήκει, και οι «κατέχοντες» θα συνασπίζονται και θα αντιδρούν με πάθος για να περιφρουρήσουν τα απειλούμενα αγαθά τους.
Αυτή την εικόνα παρουσιάζει σήμερα σε πολλές χώρες του δυτικού κόσμου, παλαιού και νέου, το λεγόμενο φοιτητικό κίνημα. Από το ένα μέρος οι νέοι θέλουν να ζήσουν καλύτερα από άλλοτε (δικαιολογημένα, αφού η πολυτέλεια και οι ανέσεις διαφημίζονται με όλα τα διεγερτικά μέσα στης σύγχρονής δημοσιότητας για να αναθερμανθεί ή να υπερθερμανθεί η κατανάλωση και να τονωθεί ή να επεκταθεί η παραγωγή) και τρέχουν να σπουδάσουν για ν’ αποκτήσουν τίτλους υψηλού επιπέδου. Από το άλλο μέρος ο ρυθμός της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας τους δεν είναι τέτοιος που να πολλαπλασιάζει κατά σύμμετρο προς την προσφορά τρόπο τη ζήτηση περισσότερο μορφωμένων και ειδικευμένων στελεχών στον τομέα των υπηρεσιών, για τον οποίο έχουν προετοιμαστεί από την εκπαίδευσή τους οι νέοι με τις αυξημένες βιοτικές απαιτήσεις. Αποτέλεσμα: πληθωρισμός στην κυκλοφορία «επιστημόνων», ανεργία στις κατηγορίες των υπαλλήλων του «κολλάρου», πληγωμένες από την «αδράνεια» της κοινωνίας συνειδήσεις, εξέγερση των αδικουμένων. Συνθήματα: «κάτω τα ταμπού», «να καταλυθούν οι υπάρχουσες και να δημιουργηθούν νέες κοινωνικές δομές», «να δοκιμαστούν νέες μορφές πολιτικού βίου» κτλ […]
Σήμερα η απέραντη Πατρίδα έχει πολύ μικρύνει. Και για τους νέους με πανεπιστημιακά προσόντα, που δεν βρίσκουν απασχόληση στην εθνική αγορά εργασίας, άλλη διέξοδος δεν υπάρχει παρά η αποδημία και το πικρό (όσο άφθονο και να’ ναι) ψωμί της ξενιτιάς.
Ευάγγελος Παπανούτσος, «Η παιδεία το μεγάλο μας πρόβλημα»
Περισσότερα ενδιαφέροντα κείμενα εδώ.
Τα πράγματα όμως δεν είναι ποτέ τόσο απλά όσο μας αρέσει να τα παρουσιάζουμε. Βέβαια ο άνθρωπος, όπως το λέγει και ο Αριστοτέλης, «φύσει του ειδέναι ορέγεται» και όταν έχει τα μέσα εκπαιδεύεται. Αλλά η εκπαίδευση καθώς έχει οργανωθεί και προσφέρεται από τα σύγχρονα κράτη, δεν προορίζεται ούτε επιδιώκεται μόνο για τροφή και τρυφή του πνεύματος. Σκοπός της είναι ακόμη να κάνει τους νέους ικανούς να ασκήσουν ένα βιοποριστικό επάγγελμα, για να ευδοκιμήσουν μέσα στη σύγχρονη κοινωνία του ανταγωνισμού και της αφθονίας, όπου η ζωή με τις πολλές και ποικίλες απαιτήσεις της δεν είναι καθόλου εύκολη. Οι διαρκώς λοιπόν ογκούμενες φάλαγγες των υποψηφίων που κρούουν την πόρτα του πανεπιστημίου, επιδιώκουν όχι μόνο να μορφωθούν, αλλά κυρίως να αποκτήσουν επαγγελματικά προσόντα ανώτερου επιπέδου, που θα τους επιτρέψουν να καλυτερέψουν τους όρους της ζωής τους, να έχουν αύριο μεγαλύτερη οικονομική άνεση, περισσότερες ηθικές διακρίσεις, ενεργότερη συμβολή στο συλλογικό βίο κτλ.
Για να επιτύχουν όμως στις επιδιώξεις τους, για τις οποίες υποβάλλονται σε τόσες θυσίες και κόπους, πρέπει η κοινωνία της χώρας τους να έχει τις δυνατότητες να τους δεχτεί και να τους εντάξει στους κόλπους της όπως τους αρμόζει. Να μπορεί δηλαδή να τους δώσει ευκαιρίες να εργαστούν και να αναδειχτούν σύμφωνα με τα αυξημένα, τα «πανεπιστημιακά» τους προσόντα. Εάν αντίθετα προς τις προσδοκίες τους οι δυνατότητες αυτές και οι ευκαιρίες δεν υπάρχουν, επειδή είτε οι πολιτικοί θεσμοί είτε οι οικονομικές συνθήκες του κοινωνικού χώρου δεν τις παρέχουν στην έκταση και κατά το μέτρο που απαιτούνται για την υλική και ηθική αποκατάσταση των γενεών που μπαίνουν στο στίβο, εάν επομένως στην προσφορά των νέων δεν αποκρίνεται μια αντίστοιχη ζήτηση από την πλευρά της κοινωνίας, τότε αναπόφευκτα, μοιραία δημιουργείται ένα χάσμα και μια ανωμαλία με δυσμενείς συνέπειες στη συλλογική ζωή: δυσαρέσκεια και απογοήτευση στα άτομα εξαιτίας του αναγκαστικού παροπλισμού των, τριβή και αναταραχή στο κοινωνικό σώμα, καθώς «οι στερημένοι» θα γίνονται μέρα με την μέρα επιθετικότεροι για ν’ αποκτήσουν ό,τι νομίζουν ότι δικαιωματικά τους ανήκει, και οι «κατέχοντες» θα συνασπίζονται και θα αντιδρούν με πάθος για να περιφρουρήσουν τα απειλούμενα αγαθά τους.
Αυτή την εικόνα παρουσιάζει σήμερα σε πολλές χώρες του δυτικού κόσμου, παλαιού και νέου, το λεγόμενο φοιτητικό κίνημα. Από το ένα μέρος οι νέοι θέλουν να ζήσουν καλύτερα από άλλοτε (δικαιολογημένα, αφού η πολυτέλεια και οι ανέσεις διαφημίζονται με όλα τα διεγερτικά μέσα στης σύγχρονής δημοσιότητας για να αναθερμανθεί ή να υπερθερμανθεί η κατανάλωση και να τονωθεί ή να επεκταθεί η παραγωγή) και τρέχουν να σπουδάσουν για ν’ αποκτήσουν τίτλους υψηλού επιπέδου. Από το άλλο μέρος ο ρυθμός της οικονομικής ανάπτυξης της χώρας τους δεν είναι τέτοιος που να πολλαπλασιάζει κατά σύμμετρο προς την προσφορά τρόπο τη ζήτηση περισσότερο μορφωμένων και ειδικευμένων στελεχών στον τομέα των υπηρεσιών, για τον οποίο έχουν προετοιμαστεί από την εκπαίδευσή τους οι νέοι με τις αυξημένες βιοτικές απαιτήσεις. Αποτέλεσμα: πληθωρισμός στην κυκλοφορία «επιστημόνων», ανεργία στις κατηγορίες των υπαλλήλων του «κολλάρου», πληγωμένες από την «αδράνεια» της κοινωνίας συνειδήσεις, εξέγερση των αδικουμένων. Συνθήματα: «κάτω τα ταμπού», «να καταλυθούν οι υπάρχουσες και να δημιουργηθούν νέες κοινωνικές δομές», «να δοκιμαστούν νέες μορφές πολιτικού βίου» κτλ […]
Σήμερα η απέραντη Πατρίδα έχει πολύ μικρύνει. Και για τους νέους με πανεπιστημιακά προσόντα, που δεν βρίσκουν απασχόληση στην εθνική αγορά εργασίας, άλλη διέξοδος δεν υπάρχει παρά η αποδημία και το πικρό (όσο άφθονο και να’ ναι) ψωμί της ξενιτιάς.
Ευάγγελος Παπανούτσος, «Η παιδεία το μεγάλο μας πρόβλημα»
Περισσότερα ενδιαφέροντα κείμενα εδώ.