Το 480 π.Χ. στη μάχη των Θερμοπυλών για τρεις ημέρες οι Έλληνες υπό την αρχηγία του Σπαρτιάτη βασιλιά Λεωνίδα μπόρεσαν να αποκρούσουν όλες τις επιθέσεις του στρατεύματος του Ξέρξη και να εμποδίσουν τη συνέχιση της προέλασής του στην Ελλάδα.
Οι Θερμοπύλες ήταν το τελευταίο σημείο στην πορεία αυτής της τεράστιας στρατιάς που οι Έλληνες θα μπορούσαν να τη συγκρατήσουν με τη βοήθεια του περιβάλλοντος, προτού ξεχυθεί προς τη νότια Ελλάδα και καταλάβει τις πιο σημαντικές ελληνικές πόλεις που βρίσκονταν εκεί.
Όμως, την τελευταία ημέρα της μάχης των Θερμοπυλών, οι Πέρσες πληροφορήθηκαν από τον Εφιάλτη για την Ανοπαία ατραπό και τη δυνατότητα να στείλουν στρατό μέσω αυτής της διαδρομής στα ελληνικά μετόπισθεν. Με τον τρόπο αυτό θα περικύκλωναν και θα εξολόθρευαν τις ελληνικές δυνάμεις μέσα στο στενό πέρασμα των Θερμοπυλών.
Οι Έλληνες όταν έμαθαν ότι οι Πέρσες σύντομα θα τους περικύκλωναν αποφάσισαν να υποχωρήσουν. Πίσω τους έμειναν ελάχιστοι υπερασπιστές οι οποίοι γνώριζαν ότι δεν θα επιβίωναν από την επερχόμενη μάχη. Έμειναν όμως στις Θερμοπύλες ώστε με τη θυσία τους να δώσουν λίγο παραπάνω χρόνο στους υπόλοιπους Έλληνες να υποχωρήσουν πριν προλάβουν και τους καταδιώξουν οι Πέρσες.
Ήταν ο Λεωνίδας με τους 300 Σπαρτιάτες οπλίτες του και άγνωστο αριθμό ειλώτων, καθώς και 700 άνδρες από τις Θεσπιές της Βοιωτίας. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, ο Λεωνίδας κράτησε μαζί του στην τελευταία μάχη στις Θερμοπύλες και Θηβαίους στρατιώτες γιατί υποπτευόταν ότι αυτοί θα αυτομολούσαν στους Πέρσες αν τους άφηνε να φύγουν.
Οι υποψίες του φάνηκαν να επιβεβαιώθηκαν όταν στη διάρκεια της μάχης οι Θηβαίοι χωρίστηκαν από τους υπόλοιπους Έλληνες και παραδόθηκαν σχεδόν όλοι στον Ξέρξη. Μάλιστα, η Θήβα άλλαξε στρατόπεδο και συντάχθηκε με τον Ξέρξη. Αντίθετα, με τους Θηβαίους, οι γείτονές τους στη Βοιωτία, οι Θεσπιείς, έμειναν στις Θερμοπύλες και έπεσαν μέχρι ενός δίπλα στους Σπαρτιάτες.
Στη συνέχεια, ανάμεσα στις ελληνικές πόλεις που οι Πέρσες έκαψαν ήταν και οι Θεσπιές.
Η μάχη των Θερμοπυλών έκανε αθανάτους τον Λεωνίδα και τους 300 Σπαρτιάτες του. Οι Θεσπιείς επίσης έγιναν γνωστοί σ’ όλο το πανελλήνιο, όμως σε μικρότερο βαθμό. Αυτό βέβαια ήταν μία αδικία της ιστορίας, καθώς η θυσία αυτών των Ελλήνων υπήρξε πιο αιματηρή σε σχέση με τους Σπαρτιάτες.
Ενώ οι Σπαρτιάτες έχασαν 300 άνδρες στις Θερμοπύλες, υπήρχαν ακόμη αρκετές χιλιάδες άλλοι, αφού ένα χρόνο αργότερα το 479 π. Χ., στη μάχη των Πλαταιών, ο σπαρτιατικός στρατός αριθμούσε 5.000 οπλίτες «ομοίους», δηλαδή άνδρες που είχαν πλήρη πολιτικά δικαιώματα και άλλους 5.000 με περιορισμένα δικαιώματα (Περίοικοι).
Αντίθετα, η θυσία των 700 Θεσπιέων είχε σαν αποτέλεσμα να χαθεί ένα μεγάλο ποσοστό των ανδρών, που μπορούσαν να πάρουν όπλα, δηλαδή, ηλικίας 20-60 ετών, αυτής της πόλης. Το 479 π. Χ. οι εναπομείναντες Θεσπιείς ήταν 1800, οι οποίοι πήραν μέρος στη μάχη των Πλαταιών.
Αυτό σημαίνει ότι οι 700 Θεσπιείς που έπεσαν στις Θερμοπύλες αντιπροσώπευαν σχεδόν το ένα τρίτο του συνολικού ανδρικού πληθυσμού της πόλης. Επιπλέον, οι Σπαρτιάτες είχαν παράδοση στον πόλεμο και προετοιμάζονταν γι’ αυτόν από τα παιδικά τους χρόνια, κάτι που δεν ίσχυε για τους Θεσπιείς, όπως και για τους άλλους Έλληνες.
Όμως η θυσία των 700 Θεσπιέων φαίνεται ότι δημιούργησε μία παράδοση στις επόμενες γενιές σε αυτή την πόλη για μη υποχώρηση από το πεδίο της μάχης κάτι που ήταν μοναδικό για ελληνική πόλη εκτός της Σπάρτης. Μετά το τέλος των ελληνοπερσκών πολέμων, ο Θεμιστοκλής κανόνισε να γίνει πολίτης των Θεσπιέων ο Σίκιννος, ο ξένος δούλος που ήταν παιδαγωγός των παιδιών του και που μετέφερε στον Ξέρξη το μήνυμα του Θεμιστοκλή μια μέρα πριν από τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, κάτι που συνέβαλε στην ελληνική νίκη.
Απ’ αυτό το παράδειγμα φαίνεται ότι οι Θεσπιείς έδωσαν το δικαίωμα σε ξένους και Έλληνες να εγκατασταθούν στην πόλη τους να γίνουν συμπολίτες τους και έτσι να μεγαλώσει και πάλι ο ανδρικός πληθυσμός τους. Αυτοί οι νέοι πολίτες μπορεί να παντρεύτηκαν ντόπιες γυναίκες που είχαν χάσει τους άνδρες τους στις Θερμοπύλες.
Έξι δεκαετίες μετά τη μάχη των Θερμοπυλών η πόλη είχε και πάλι ένα μεγάλο αριθμό ανδρών που μπορούσαν να φέρουν όπλα. Το 424 π.Χ. στη διάρκεια του Πελοποννησιακού Πολέμου οι Αθηναίοι εισέβαλαν στη Βοιωτία και αντιμετώπισαν σε μάχη στο Δήλιον ένα στράτευμα από άνδρες διαφόρων τοπικών πόλεων, ανάμεσά τους και τις Θεσπιές, υπό την ηγεσία της Θήβας. Στη διάρκεια της μάχης οι Θεσπιείς ήταν παρατεταγμένοι στην αριστερή πτέρυγα των Βοιωτών και απέναντί τους είχαν το πιο ισχυρό κομμάτι του αθηναϊκού στρατεύματος.
Όταν οι Αθηναίοι επιτέθηκαν έτρεψαν σε φυγή όλους τους Βοιωτούς στην αριστερή πτέρυγα, εκτός από τους Θεσπιείς. Αυτοί έμειναν στις θέσεις τους και πολέμησαν μέχρι θανάτου (Θουκυδίδης, 4. 96).
Ήταν τέτοια η σφοδρότητα της σύγκρουσης με τους Θεσπιείς που οι Αθηναίοι έφθασαν στο σημείο να χτυπηθούν και μεταξύ τους. Η θυσία των Θεσπιέων στη μάχη του Δηλίου φάνταζε αλλόκοτη για τους άλλους Έλληνες αφού η τακτική υποχώρηση στο πεδίο της μάχης κάτω από την πίεση ενός ισχυρότερου αντιπάλου ήταν κάτι συνηθισμένο.
Μόλις φαινόταν ότι μία πλευρά είχε ηττηθεί, οι άνδρες υποχωρούσαν και έτσι οι απώλειες σε μία μάχη μεταξύ ελληνικών πόλεων-κρατών ήταν σχετικά ελαφριές (ντροπή ήταν η άτακτη φυγή των οπλιτών που συνοδευόταν από την απόρριψη της ασπίδας). Όμως, μπορεί να ερμηνευθεί ως απόρροια του βάρους που κουβαλούσαν από τη φήμη των παππούδων τους που έκαναν το ίδιο στη μάχη των Θερμοπυλών.
του ιστορικού Κωνσταντίνου Λαγού, https://www.mixanitouxronou.gr