H Ρούλα Κτένα γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Καρυά Λευκάδας. Είναι παντρεμένη και μητέρα ενός αγοριού. Σπούδασε ηλεκτρολογία με την οποία δεν ασχολήθηκε ποτέ. Εργάστηκε ως ιδ. υπάλληλος για τριάντα συναπτά έτη μέχρι το 2010 που συνταξιοδοτήθηκε για λογούς υγείας. Η ενασχόληση με την ποιηση/λογοτεχία, είναι εντελώς ερασιτεχνική. Δεν έχει εκδώσει κάτι δικό της ως σήμερα. Ποιήματα και σκέψεις της έχουν δημοσιευτεί σε φύλλα ηλ. εφημερίδων, σε συλλογικά έργα, σε λογοτεχνικά blogs και σε διάφορες λογοτεχικες/ποητικες σελίδες. Κάποιες από τις συμμέτοχες της είναι: Στο ποιητικό λεύκωμα εκδόσεις Κέφαλος Γιορτή Της Ποίησης 2021, στην Φιλολογική Πρωτοχρονιά 2021 αφιερωμένη στα 200 χρόνια από την Ελληνική επανάσταση του 1821 διεύθυνση/έκδοση Αντώνης Θαλασσελης, στο ηλεκτρ. περιοδικό Υδρανη, στην ηλ. εφημερίδα Γκαλερί Αγριλιδες Art& Act, Στην ηλ. εφημερίδα τα Καρσανικα νέα, στο υπό εκδοσή ανθολογίο της ομάδας Ποιητική έλξη κ. α.
Ποιήματα
Haibun
Απογευματινός καφές
Περπατάει με βιάση στην άκρη του δρόμου,με σκυμμένο κεφάλι.
Σε κάθε της βήμα,τριζοβολούν οι πευκοβελόνες και τα ρουθούνια της γεμίζουν άρωμα πεύκου,θρούμπης, άγριας ρίγανης και φασκόμηλου…
Οργιαζεις φύση
γεμίζεις αρώματα,
το καλοκαίρι.
Ο ήλιος φτάνει στη δύση του,χρωματίζοντας το βουνό και την πλαγιά,με χρώματα παραδεισένια…
Το μπλέ του ουρανού ανακατεύεται στην φυσική παλέτα κάνοντας το τοπίο μαγικό..
Λαλούν αηδόνια
σπάζοντας τη σιγαλιά,
του έρμου δρόμου.
Δεν σηκώνει το βλέμμα.
Έχει αποτυπωθεί στο νου τούτη η ομορφιά,και γαληνεύει για λίγο την σκέψη της....
Ώρα δειλινού,
ψυχής φτερουγίσματα,
διώχνουν τις έγνοιες.
Το χωριό δεν είναι μακριά, μα ,νιώθει τα πόδια να λυγίζουν.
Περίεργο!
Χρόνια τώρα κάνει την ίδια διαδρομή καθημερινά, χωρίς ποτέ να κουραστεί…
Δες, διαγράφονται
σκονισμένα τα χνάρια,
της πασχαλίτσας.
Το είχε υποσχεθεί στην μάνα!
Τί κι αν πάω στο απέναντι χωριό?
Κάθε μέρα θα πίνουμε μαζί τον απογευματινό καφέ μας και θα λέμε για τα νέα του χωριού.
Μα σήμερα , ατελείωτος ο δρόμος....
Άντεξε μάνα
Ακόμη ένα καφέ,
σβήνει ο ήλιος.
Ένα πρωι του Οκτώβρη
Ένα πρωί του Οκτώβρη,
άνοιξα την αυλόπορτα και βγήκα
για να μαζέψω από το κλήμα δάκρυ
παλιά συνταγή δοκιμασμένη.
Να λούσω τα μαλλιά τα μακριά μου,
για να μην πέφτουν σαν τα φύλλα.
Δυο κότσυφες μοιράζονται μια ρόγα
Που, χει ξεμείνει σ, ένα τσαμπί σταφύλι
κι ήλιος παιχνιδίζει με ένα αστέρι
θαρρώ το λένε αποσπερίτη.
και μοιάζει το πρωί του Οκτώβρη,
σαν κρυφοκοίταγμα στην γρίλια
και αγριοκερασο στα χείλια..
Προσμονή
Έμειναν μισάνοιχτα τα χείλη,
προσμένοντας ηδονικό φιλί
σε μια νύχτα δίχως υποσχέσεις
προσμένοντας ανύπαρκτο εραστή..
κι όταν ξερά γενηκαν σαν την άμμο,
στην έρημο που δεν την θυμάται η βροχή,
δυο δάκρυα που κύλησαν στα ματιά,
της θυμησαν πως άδικα,, χρόνια καρτερεί,
κάποιον, που σαν της είπε το αντίο
φαινόταν να το εννοεί.
Έμεινα μόνος
Έμεινα μόνος στης νύχτας το έρεβος.
Τίποτα δεν θυμάσαι.
Πώς χώρεσαν όλα σε ένα σου ψέμα!
Ήμασταν μόνο οι δυό μας στον απέραντο κόσμο.
Πανοπλία αδιαπέραστη η αγάπη.
Ένα κενό στης σκεπής τον φεγγίτη,
πώς παραβίασε ανάμεσά μας, το άβατο
Πέφτει βροχή στις βαριές κλειδαριές μου
και η δροσιά μουλιάζει το σώμα μου.
Η ψυχή μου είναι κρύα, χωρίς την δική σου αγκαλιά
Πίσω από σιδερόφρακτες λέξεις,
κανείς δεν αφήνει να μπω.
Ω αστραπή ,στα σκοτάδια μου φέξε.
Σ'ένα χαμόγελο ψάχνω το αστέρι μας,
Σ'ένα φιλί το φεγγάρι.
Πανοπλία αδιαπέραστη η αγάπη.
Πώς άφησες κενό ανάμεσά μας
Βρέχει στις βαριές κλειδαριές μου,η βροχή μουλιάζει το σώμα μου
Έμεινα μόνος στης νύχτας το έρεβος..