Οι μεγάλες ήττες του Ελληνισμού κατά κανόνα οφείλονται όχι τόσο στην ισχύ ή στην ευφυΐα των αντιπάλων του όσο στις δικές του εσωτερικές αυτοκαταστροφικές ροπές. Η ρωμαϊκή κατάκτηση της Ελλάδας ήταν αποτέλεσμα των λυσσαλέων πολέμων μεταξύ των ελληνιστικών βασιλείων, τα οποία καλούσαν τη Ρώμη ως επιδιαιτητή και σύμμαχο του ενός εναντίον του άλλου. Η Τέταρτη «Σταυροφορία», δηλαδή η οργανωμένη ληστρική επιχείρηση των Ενετών, των πειναλέων Φράγκων και του Πάπα εις βάρος του Βυζαντίου, επιστέγασε μια μακρά περίοδο βυζαντινής πολιτικής αποσύνθεσης και εμφύλιας διαμάχης. Ενώ η Αλωση του 1453 διευκολύνθηκε καθοριστικά από το εσωτερικό σχίσμα της υστεροβυζαντινής κοινωνίας σε ενωτικούς και ανθενωτικούς. Το 1922, αντίστοιχα, ήταν σε μεγάλο βαθμό προϊόν του εθνικού διχασμού και της κομματικής εμπάθειας, που οδήγησαν την Ελλάδα στη Μικρά Ασία διχασμένη και αμφίβουλη.
Η απουσία εθνικής ενότητας, στρατηγικού σχεδιασμού και ψυχραιμίας οδήγησε σε παρερμηνεία των προθέσεων και των κινήτρων των Συμμάχων και σε λανθασμένες διπλωματικές εκτιμήσεις. Κορυφαίοι ιστορικοί (Μαρκεζίνης, Ψυρούκης, Σακελλαρόπουλος, αλλά και ξένοι) έχουν επισημάνει ότι η Ελλάδα χρησιμοποιήθηκε από τη Δύση ως μοχλός εκβιασμού του Κεμάλ, προκειμένου αυτός να αφήσει εκτός των ορίων του υπό διαμόρφωσιν τουρκικού κράτους την πετρελαιοφόρο περιοχή της Μοσσούλης, που διεκδικούσαν οι Σύμμαχοι. Ο ελληνικός στρατός προωθήθηκε μέχρι την Αγκυρα και παρέμεινε εκεί μέχρις ότου ο Κεμάλ συμφώνησε με τις μεγάλες δυνάμεις να περιοριστεί εδαφικά στα όρια του Ευφράτη.
Ταυτόχρονα, δεν ερμηνεύθηκε από την ελληνική πλευρά ορθά η πρώιμη γεωπολιτική αποστασιοποίηση των ΗΠΑ και η αντίδραση της Γαλλίας και της Ιταλίας στο ενδεχόμενο ανασύστασης ενός νεοβυζαντινού κράτους, δηλαδή μιας ελληνικής περιφερειακής υπερδύναμης, στο οποίο οδηγούσε ενδεχόμενη εδραίωση της Ελλάδας στη Μικρά Ασία. Επίσης δεν προβλέφθηκε σε όλο της το εύρος η αντίδραση της νεοπαγούς Σοβιετικής Ενώσεως στη συμμετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία της Ουκρανίας. Η αρωγή του Τρότσκι στον Κεμάλ πιθανόν υπήρξε ο σοβαρότερος παράγων ενίσχυσης των εθνικιστών Τούρκων.
Η όλη σύλληψη της εκστρατείας από τον Βενιζέλο αμφισβητήθηκε και αμφισβητείται από τους αντιπάλους του, αλλά ας μην ξεχνάμε ότι οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας ήδη εξοντώνονταν συστηματικά από τους Τούρκους. Η απόβαση στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919 ήταν μονόδρομος, τη στιγμή μάλιστα που η Οθωμανική Αυτοκρατορία κατέρρεε και εμφανιζόταν γεωπολιτικό κενό. Μετά την πτώση του Βενιζέλου, οι κυβερνήσεις της διετίας 1920-1922 διέπραξαν σειρά ολέθριων διπλωματικών και στρατιωτικών σφαλμάτων, με κορυφαίο την προέλαση μέχρι την Αγκυρα. Η προέλαση αυτή πραγματοποιήθηκε με ασύλληπτο σθένος και ηρωισμό, αλλά εξασθένισε τις ελληνικές δυνάμεις, προκάλεσε μεγάλες απώλειες και εξάντλησε τα ψυχικά αποθέματα.
Παρά ταύτα, η Μικρασιατική Εκστρατεία, παρά το δραματικό τέλος της, υπήρξε μια συγκλονιστική στρατιωτική εποποιία. Ο ελληνικός στρατός κατόρθωσε σε μία διετία να απελευθερώσει ολόκληρη τη δυτική Μικρά Ασία, στην οποία κατοικούσαν εκατομμύρια Ελληνες από την αρχαιότητα. Κανένας άλλος στρατός παγκοσμίως, ούτε ο ρωσικός ούτε ο αγγλικός ούτε ο γαλλικός ούτε ο γερμανικός, δεν είχε καταφέρει μέχρι τότε να εισβάλει μέχρι το κέντρο της Μικράς Ασίας. Εκατό χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση, το ελληνικό έθνος είχε καταφέρει να εξαερώσει ολοκληρωτικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Η ευθύνη της Δύσης είναι βέβαια τεράστια. Αντί για την επίλυση του Ανατολικού Ζητήματος με τον μόνο ιστορικά και πολιτιστικά αρμόζοντα τρόπο, δηλαδή την ανασυγκρότηση μεγάλου ελληνικού και χριστιανικού κράτους στις δύο όχθες του Αιγαίου με πρωτεύουσα την Κωνσταντινούπολη, οι ελληνικοί πληθυσμοί της Μικράς Ασίας και της Ανατολικής Θράκης αφέθηκαν να εξοντωθούν ή να προσφυγοποιηθούν. Οι Μεγάλες Δυνάμεις δεν αντιλήφθηκαν ότι η παγκόσμια κυριαρχία αυτού που καλείται Δυτικός Πολιτισμός προϋπέθετε μια Ανατολική Μεσόγειο χριστιανική και ελληνική, δηλαδή δυτική, στη θέση του τουρκομογγολικής προελεύσεως οθωμανικού χαλιφάτου. Η Ιστορία εκδικείται τους κοντόφθαλμους και σήμερα η Ευρώπη βιώνει τις γεωπολιτικές συνέπειες και των τότε επιλογών της.
Ο Μελέτης Η. Μελετόπουλος είναι διδάκτωρ Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστημίου Γενεύης
Από τις εκδόσεις Καπόν κυκλοφορεί το συλλεκτικό τεύχος 47 της επιθεώρησης «Νέα Κοινωνιολογία» για την Ελληνική Επανάσταση.