Επί μήνες το Κρεμλίνο αρνιόταν ότι σχεδίαζε εισβολή στην Ουκρανία και η Μόσχα χαρακτήριζε «υστερίες» τις συνεχείς σχετικές προειδοποιήσεις των δυτικών υπηρεσιών πληροφοριών.
Τελικά, τα ξημερώματα, o Ρώσος πρόεδρος Πούτιν ανακοίνωσε με έκτακτο διάγγελμα «ειδική στρατιωτική επιχείρηση» για την «προστασία του λαού της ανατολικής Ουκρανίας».
Σκοπός δεν είναι η κατοχή του ουκρανικού εδάφους, υποστήριξε. H Μόσχα θα επιδιώξει να «απο-ναζιστοποιήσει» την Ουκρανία και να «υπερασπιστεί» τα θύματα της «γενοκτονίας», είπε.
Προειδοποίησε εναντίον οποιασδήποτε ξένης ανάμιξης, υπογραμμίζοντας ότι η Μόσχα θα ανταποδώσει αμέσως, με «συνέπειες που δεν έχετε συναντήσει ποτέ στην ιστορία σας».
Διεθνή και ρωσικά μέσα ενημέρωσης ανέφεραν ότι ο Πούτιν πιθανότατα είχε μαγνητοσκοπήσει την κήρυξη πολέμου ήδη από την αρχή της εβδομάδας, οπότε η Ρωσία αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Ντονέτσκ και του Λουγκάνσκ στο Ντονμπάς της ανατολικής Ουκρανίας.
Προειλημμένη απόφαση;
«Στο βίντεο, ο Πούτιν ήταν ντυμένος με το ίδιο κοστούμι και γραβάτα που φορούσε τη Δευτέρα, όταν είχε εκφωνήσει μια διαφορετική ομιλία, κατά την αναγνώριση των δύο αυτονομιστικών περιοχών στο Ντονμπάς», γράφουν οι Financial Times.
Η εφημερίδα Novaya Gazeta υποστήριξε ότι τα metadata στο βίντεο που ανέβηκε στον ιστότοπο του Κρεμλίνου δημιουργήθηκαν στις 7 το απόγευμα της 21ης Φεβρουαρίου, σχεδόν τρεις ημέρες πριν από την έναρξη των πολεμικών επιχειρήσεων.
Άλλοι Ρώσοι δημοσιογράφοι και ο Άρικ Τόλερ της ερευνητικής ομάδας Bellingcat διαφωνούν και κάνουν λόγο για πιθανό λάθος της εφημερίδας.
Το βίντεο που ανέβηκε στον ιστότοπο του Κρεμλίνου, αναφέρουν, δείχνει ότι το αρχείο δημιουργήθηκε αργά το βράδυ της Τετάρτης, λίγες ώρες αφότου ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχε διαμηνύσει ότι η Ρωσία «είναι πάντα ανοιχτή στον άμεσο και ειλικρινή διάλογο για την εξεύρεση διπλωματικών λύσεων στα πιο περίπλοκα προβλήματα», χαρακτηρίζοντας «αδιαπραγμάτευτα τα συμφέροντά μας και την ασφάλεια των πολιτών μας».
Σε κάθε περίπτωση, γράφει στη Wall Street Journal ο αρθρογράφος της o Στίβεν Φίντλερ, ήταν το ωριαίο διάγγελμα του Ρώσου προέδρου τη Δευτέρα και οι αξιώσεις που εγείρει έναντι του ΝΑΤΟ και των ΗΠΑ που «αποκαλύπτουν πώς το όραμα του Πούτιν για το μέλλον επιδιώκει με πολλούς τρόπους να αναδημιουργήσει το παρελθόν».
Αλλάζοντας βίαια τους όρους
Ο Βλαντίμιρ Πούτιν «θέλει να επαναδιαπραγματευτεί το τέλος του Ψυχρού Πολέμου» και «έχει ξεκαθαρίσει ότι θέλει να επαναχεδιάσει τον χάρτη ασφαλείας της Ευρώπης μετά τον Ψυχρό Πόλεμο», επισημαίνει ο Φίντλερ.
Ταυτόχρονα, σημειώνει ο Μάικλ Ρ. Γκόρνοντ, συντάκτης της WSJ σε θέματα εθνικής ασφάλειας, η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία αποτελεί «την πρώτη μεγάλη σύγκρουση που σηματοδοτεί στη διεθνή πολιτική μια νέα τάξη πραγμάτων, με τρεις μεγάλες δυνάμεις να αγωνίζονται για τη θέση τους με τρόπους που απειλούν την πρωτοκαθεδρία της Αμερικής».
Οι προκλήσεις είναι διαφορετικές από αυτές που αντιμετώπισαν οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους κατά τον Ψυχρό Πόλεμο, τονίζει.
Η Ρωσία και η Κίνα έχουν οικοδομήσει μια ακμάζουσα εταιρική σχέση, που βασίζεται εν μέρει στο κοινό συμφέρον για μείωση της αμερικανικής ισχύος.
Και σε αντίθεση με το σινο-σοβιετικό μπλοκ της δεκαετίας του 1950, η Ρωσία είναι πια ένας κρίσιμος προμηθευτής φυσικού αερίου στην Ευρώπη.
Η δε Κίνα δεν είναι ένας φτωχός, κατεστραμμένος από τον πόλεμο εταίρος, αλλά η παγκόσμια βιομηχανική δύναμη με αναπτυσσόμενο στρατό.
Για την ακρίβεια, επισημαίνει ο Γκόρνοντ, οι δύο δυνάμεις συντονίζονται για να αναδιαμορφώσουν την παγκόσμια τάξη προς όφελός τους, αν και δεν συναποτελούν επίσημα συμμαχία.
Αυτή η αναδυόμενη τάξη φέρνει τις ΗΠΑ αντιμέτωπες ταυτόχρονα με δύο αντιπάλους, σε γεωγραφικά ανομοιογενή μέρη του κόσμου, όπου η Αμερική έχει βαθιά οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα και στενούς εταίρους.
Ηγέτες σε «σταυροδρόμι»
«Η δύσκολη θέση των ΗΠΑ εν μέρει προέκυψε από κινήσεις της Ουάσιγκτον στο τέλος του Ψυχρού Πολέμου», τονίζει ο Αμερικανός αρθρογράφος.
Τώρα, η κυβέρνηση Μπάιντεν καλείται να λάβει μεγάλες αποφάσεις.
Εάν θα αναπροσαρμόσει τις προτεραιότητές της, θα αυξήσει τις αμυντικές δαπάνες, θα απαιτήσει από τους συμμάχους να συνεισφέρουν περισσότερο, θα τοποθετήσει πρόσθετες δυνάμεις στο εξωτερικό και θα αναπτύξει διαφορετικές πηγές ενέργειας για να μειώσει την εξάρτηση της Ευρώπης από τη Μόσχα.
Η εποχή της μείωσης των πυρηνικών όπλων μπορεί να φτάσει στο τέλος της, καθώς το στρατιωτικό κατεστημένο των ΗΠΑ υποστηρίζει ένα αρκετά μεγάλο πυρηνικό οπλοστάσιο για να αποτρέψει τόσο τα τρομερά πυρηνικά όπλα της Ρωσίας, όσο και τις ταχέως αναπτυσσόμενες πυρηνικές δυνάμεις της Κίνας, που δεν περιορίζονται από καμία συμφωνία ελέγχου των εξοπλισμών.
Ο τρόπος με τον οποίο ο Μπάιντεν χειρίζεται την κρίση, για την οποία Δυτικοί αξιωματούχοι εκφράζουν φόβους ότι θα μπορούσε να εξελιχθεί στην πιο αιματηρή σύγκρουση στην Ευρώπη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αναμένεται να έχει βαθιές επιπτώσεις στην πολιτική του τύχη και τις σχέσεις των ΗΠΑ με τον κόσμο.
Πρόκειται για ένα δίκοπο μαχαίρι.
Οι πολύ σκληρές κυρώσεις κατά της Ρωσίας αναμένεται να έχουν βαρύ τίμημα και για τις δυτικές οικονομίες, που ήδη δοκιμάζονται από την ενεργειακή κρίση και τον πληθωρισμό.
Από την άλλη, όπως παρατηρεί το πρακτορείο Reuters, υπάρχει ανησυχία για τα μηνύματα που η Κίνα θα λάβει από τη στάση της Δύσης και των ΗΠΑ ειδικότερα απέναντι στη Ρωσία και πώς θα τα ερμηνεύσει ως προς το δικό της ανοιχτό «μέτωπο» στην Ταϊβάν.