ΚΕΙΜΕΝΟ 1
Γιατί δε διαβάζουν οι Έλληνες;
"Ονειροπαρμένη", "Αντικοινωνική", "Μούχλα", "Δήθεν κουλτουριάρα", "Τα βιβλία σε έχουν καταστρέψει", "Φαντασμένη", "Το παίζεις έξυπνη" είναι μερικές από τις κουβέντες που μου έχουν απευθύνει διάφοροι άνθρωποι κατά καιρούς επειδή είμαι βιβλιόφιλη. Εδώ θα ταίριαζε μια από τις αγαπημένες μου παροιμίες: "Όσα δεν φτάνει η αλεπού, τα κάνει κρεμαστάρια". Σύμφωνα με τον Έλληνα, το διάβασμα είναι περιττή απασχόληση και όποιος το αγαπάει, είναι ξενέρωτος. Πίσω από αυτή την άποψη, κρύβεται συνήθως ανασφάλεια. Ανασφάλεια ότι δε διαθέτει το πλούσιο λεξιλόγιο και την υπομονή για να διαβάσει κάτι περισσότερο από τις αθλητικές ειδήσεις ή συμβουλές για να αποκτήσει επίπεδη κοιλιά. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι ο ίδιος άνθρωπος που αντιπαθεί το διάβασμα, είναι ο ίδιος με εκείνον που όταν βρεθεί με συνομιλητές πιο καλλιεργημένους από τον ίδιο, μεταλλάσσεται σε ειδήμονα της λογοτεχνίας κι έχει άποψη για τα πάντα. Χρησιμοποιεί τις ελάχιστες γνώσεις που έχει για το θέμα και προσαρμόζεται ανάλογα με ό,τι ειπωθεί από τους υπόλοιπους. Είναι ο ίδιος άνθρωπος που θα αναρτήσει στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης φωτογραφίες από βιβλία που τυχαίνει να βρίσκονται στο σπίτι αλλά δεν έχει ανοίξει ποτέ του και τα συνοδεύει με λεζάντες όπως "Διαβάζουμε τώρα".
Η εξέλιξη της τεχνολογίας είναι από τους μεγαλύτερους εχθρούς του βιβλίου. Πρώτη η τηλεόραση-χαζοκούτι εκτόπισε το βιβλίο ενώ τα τελευταία χρόνια εμφανίστηκαν πιο ισχυροί αντίπαλοι: υπολογιστές, κινητά, ένα σωρό ηλεκτρονικές συσκευές. Τα νέα τεχνολογικά προϊόντα σε συνδυασμό με τους αγχώδεις ρυθμούς της καθημερινότητας εξαιτίας των πολυάριθμων υποχρεώσεων εντείνουν την απομάκρυνση από το βιβλίο. Δεν υπάρχει χρόνος και δύναμη για διάβασμα. Ο Έλληνας προτιμά το σερφάρισμα στο διαδίκτυο, την παρακολούθηση τηλεοπτικών εκπομπών, το χαζολόγημα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης διότι οι δραστηριότητες αυτές δεν απαιτούν την σκέψη που χρειάζεται η ανάγνωση ενός βιβλίου.
Συνηθισμένη δικαιολογία του Έλληνα που δεν αγοράζει βιβλία είναι η "Είναι πολύ ακριβά". Ακριβότερα είναι τα ποτά που πίνει το Σάββατο, τα τσιγάρα που χρειάζεται όλο τον μήνα, τα τραπέζια στα μπουζούκια και τις ταβέρνες. Υπάρχουν τρόποι διασκέδασης πιο ακριβοί από το βιβλίο. Το βιβλίο, όμως, δεν είναι διασκέδαση αλλά ψυχαγωγία και αυτή η ειδοποιός διαφορά είναι το στοιχείο που επισκιάζει την ακρίβεια του. Γιατί, όντως, κάποιες φορές, το κόστος ενός βιβλίου είναι υψηλό και φαντάζει παράλογο αν αναλογιστούμε ότι η πρώτη ύλη για τη δημιουργία του είναι το χαρτί, ένα υλικό φθηνό. Από την στιγμή, όμως, που υπάρχουν τόσα βιβλιοπωλεία με μόνιμα χαμηλές τιμές και είναι δυνατή η εύρεση καλού βιβλίου με κάτω από 10€, η δικαιολογία για την ακρίβεια δεν ευσταθεί. Εν πάση περιπτώσει, θεωρώ ότι το κόστος ενός βιβλίου είναι ασήμαντο σε σύγκριση με το κόστος που θα πληρώνει κάποιος καθημερινά εξαιτίας της έλλειψης πνευματικής του καλλιέργειας.
Για να γίνει κάποιος βιβλιόφιλος πρέπει να είναι βιβλιόφιλος από παιδί. Πώς να αγαπήσουν, όμως, οι Έλληνες από μικρή ηλικία το βιβλίο όταν το ίδιο το σχολείο δεν τους ενθαρρύνει; Το μάθημα της Λογοτεχνίας υπολειτουργεί. Η ανάγνωση και η μελέτη των κειμένων αντί να είναι δημιουργική και να προάγει την φαντασία και την σκέψη, αποτελεί στεγνή διδασκαλία. Οι μαθητές μελετούν για το συγκεκριμένο μάθημα όχι γιατί τους αρέσει αλλά απλώς για να εξασφαλίσουν τον καλό βαθμό. Εκτός από την ανικανότητα πολλών εκπαιδευτικών να διδάξουν το μάθημα της Λογοτεχνίας, εμπόδιο για την ανάπτυξη της βιβλιοφιλίας αποτελεί και η έλλειψη βιβλιοθηκών στα σχολεία. Εν τούτοις, ακόμη κι όταν υπάρχουν, οι μαθητές δε φαίνονται ιδιαίτερα πρόθυμοι να δανειστούν κάποιο βιβλίο. Δεν είναι πρόθυμοι γιατί οι καθηγητές δεν τους έχουν δώσει τα κατάλληλα κίνητρα.
Η οικογένεια, όμως, είναι ο φορέας που έχει μεγαλύτερο χρέος από όλους να καλλιεργήσει στα παιδιά την αγάπη για τα βιβλία. Δεν το κάνει. Αντ’ αυτού τα εφοδιάζει με τάμπλετ και παιχνιδομηχανές.
Το βιβλίο, λοιπόν, για τον Έλληνα είναι βαρετό. Χρησιμεύει μόνο ως διακοσμητικό στην παραλία ή στο facebook. Είχα διαβάσει παλαιότερα ένα άρθρο σε γυναικείο περιοδικό με τίτλο "Πώς να το παίξεις ψαγμένη στην παραλία". Η αρθρογράφος πρότεινε κάποια βιβλία που λειτουργούσαν ως δόλωμα για να σε πλησιάσουν οι άντρες λουόμενοι. Θυμάμαι από τη λίστα μόνο το "Κώδικας Da Vinci". Πριν λίγο καιρό, διάβασα ένα άλλο άρθρο: "Πώς να το παίζετε ότι έχετε διαβάσει κλασσική λογοτεχνία". Καταλαβαίνω ότι πιο πολύ για χιούμορ πρόκειται αλλά ο Έλληνας με την αντιαναγνωστική στάση θα βολευτεί με ένα τέτοιο λυσάρι στα χέρια του αφού τον απαλλάσσει από το να διαβάσει τα κλασσικά βιβλία ο ίδιος.
Ζούμε, λοιπόν, σε μια κοινωνία όπου θέλουμε να το "παίζουμε" διαβασμένοι κι όχι να είμαστε πραγματικά.
https://iklepsidramu.wordpress.com
ΚΕΙΜΕΝΟ 2
Απόσπασμα συνέντευξης του Αποστόλη Ζυμβραγάκη στην Αγγελική Καραπάνου για την ιστοσελίδα "Έννεπε Μούσα".
Α.Κ.: -Εκτός από συγγραφέας και ποιητής, είσαι φιλόλογος και δημιουργός ενός από τους πιο επιτυχημένους εκπαιδευτικούς ιστότοπους, ρόλοι που σε φέρνουν κοντά στη νέα γενιά. Με ποιες ενέργειες κατά τη γνώμη σου μπορούμε να ενισχύσουμε τη φιλαναγνωσία των νέων ανθρώπων;
Α.Ζ.: Πάντως όχι με τον καταναγκασμό. Μία από τις κυριότερες αποτυχίες του εκπαιδευτικού μας συστήματος είναι ότι δημιουργεί παιδιά που όχι μόνο δεν αγαπούν, αλλά αποστρέφονται το βιβλίο. Αν θέλουμε να ενισχύσουμε τη φιλαναγνωσία των νέων ανθρώπων, οφείλουμε να απαντήσουμε γιατί συμβαίνει αυτή η αποστροφή.
Είναι η τεχνολογία και τα νέα ενδιαφέροντα; Ας τα κάνουμε συμμάχους. Ας τα αξιοποιήσουμε και ας τα εντάξουμε κι αυτά στη μάχη για την καλλιέργεια μιας φιλαναγνωστικής κουλτούρας.
Φταίει ότι τα παιδιά έχουν μάθει σε πιο γρήγορους ρυθμούς και δυσκολεύονται να προσαρμοστούν σε ό,τι τους φαίνεται αργό; Ας τα φέρουμε σε επαφή με γρήγορα αναγνώσματα, μοντέρνα, που δεν πλατιάζουν, που δεν είναι επιτηδευμένα, που -αλίμονο- δεν είναι γραμμένα σε καθαρεύουσα. Έχετε δει τις επιλογές των κειμένων στα σχολικά βιβλία λογοτεχνίας; Εξαιρετικά κείμενα, ένα προς ένα. Μοναδικής αισθητικής και κουλτούρας, μνημεία κληρονομιάς. Τα περισσότερα, όμως, ακατάλληλα για παιδικά αναγνώσματα. Ας μην ξεχνάμε έναν βασικό κανόνα στην εκπαίδευση: έχουμε να κάνουμε με παιδιά. Δε διδάσκω συναδέλφους φιλολόγους, διδάσκω παιδιά. Χίλιες φορές να δώσω σε ένα παιδάκι να διαβάσει κόμικς παρά να του δώσω να διαβάσει Παπαδιαμάντη. Επιτέλους, πρέπει να καταλάβουμε την αξία των πρώτων αναγνωσμάτων, τα οποία, όμως, να έχουν μια φυσική συνέχεια. Όχι στο δημοτικό να διαβάζουν λαϊκά παραμύθια και στην Α’ Γυμνασίου να διαβάζουν Καζαντζάκη. Αν καταφέρουμε τα παιδιά να αγαπάνε τα κείμενα που διαβάζουν, μεγαλώνοντας θα έρθει και η ώρα που από μόνα τους θα νιώσουν την ανάγκη να αναζητήσουν βαθύτερα αναγνώσματα. Για να αγαπήσεις τον Καζαντζάκη πρέπει πρώτα να έχεις αγαπήσει το παιδικό σου παραμύθι. Εξάλλου, κανένας δεν έμαθε κολύμπι, βουτώντας σε έναν βαθύ ωκεανό. Αυτό που πετυχαίνουμε με τη σημερινή εκπαίδευση είναι να πνίγουμε τα περισσότερα παιδιά και τα υπόλοιπα που επιβιώνουν να αναπτύσσουν μια περίεργη σχέση με το βιβλίο.
Είναι, όμως, και το άλλο. Πιθανόν, να φταίει η εξαντλητική ύλη των μαθημάτων και η εξέταση που απαιτεί την παπαγαλία των βιβλίων. Οι επιπτώσεις αυτού; Ας το σκεφτούν οι αρμόδιοι, όταν τα παιδιά σιχαίνονται να διαβάζουν εξωσχολικά βιβλία σε τέτοιο βαθμό, ώστε να τα πιάνουν ξανά στα χέρια τους, κάποιο τυχαίο καλοκαίρι, κοντά στα 30 τους έτη και ανακαλύπτουν τελικά ότι δεν είναι και τόσο άσχημο να διαβάζεις βιβλία. Το βιβλίο στην εκπαίδευση δεν πρέπει να θεωρείται εργαλείο πειθαρχίας, τιμωρίας, πίεσης ή καταναγκασμού. Το βιβλίο πρέπει να γίνει το μέσο ψυχαγωγίας και μόρφωσης του παιδιού.
ΚΕΙΜΕΝΟ 3
Ένα παιδί μετράει τ' άστρα
Mια μέρα κάθισε και παίδεψε το κεφάλι του. Το ‘βαλε κάτω και το παίδεψε, το ‘πλεξε όπως είδε να κάνουν οι γύφτοι με το καλάθι. Στο τέλος το βρήκε: Θα ‘πιανε φιλία με τα βιβλία. Θα γύρευε να μάθει από κει, αυτά που του ‘κρυβαν οι μεγάλοι πίσω απ’ τα παραμύθια που λέγανε αυτοί οι μικροί χάρτινοι «παππούδες» που κάθονται στα γόνατά σου και σου λένε τις ιστορίες τους χωρίς καμώματα και παρακάλια.
Μα στο χωριό, που δούλευε παραπαίδι, δεν είχε χαρτοπουλειά. Έπρεπε, λοιπόν, να παρακαλέσει κανένα μπάρμπα απ’ αυτούς που κατεβαίνανε στην πολιτεία και πουλούσανε το καλαμπόκι τους να του φέρει ένα. Και μια μέρα αυτό έγινε. Έπιασε έναν τέτοιο γερούλη, του ‘βαλε στη χούφτα καναδυό μεταλλίκια και, «σε παρακαλώ», του λέει, «αν βρεις, εκεί που πας, κανένα βιβλίο που να λέει καλές ιστορίες, πάρ’ το μου. Ε; Πολύ θα σε περικαλέσω, όμως…».
Έβαλε ο παππούς τα μεταλλίκια στην απαλάμη του, τα πασπάτεψε με το δάχτυλο, αναποδογύρισε ένα, για να δει τι έχει από κάτω… έστρωσε με το δάχτυλο τα μουστάκια του… και του τα ‘δωσε πίσω. «Πάρ’ τα», του λέει. «Αν τα χαρτιά λένε καλά παραμύθια… μου τα λες και μένα και ξεχρεώνουμε. Αν, πάλι, δε λένε, θα σου πάρω ένα αυτί. Ε;…». Το παιδί τρόμαξε. Ο γέρος τότε έβαλε τα γέλια… «Άιντε, άιντε… Σύχασε…», είπε. «Δε σου παίρνω αυτί, σου παίρνω ένα μεταλλίκι. Σύμφωνοι;».
Σε τρεις μέρες του ‘φερε ένα χαρτί, λίγο πιο χοντρό απ’ το βαγγέλιο, και του το ‘δωσε. «Το πασπάτεψα από παντού», λέει στο παιδί. «Δε βγαίνει τίποτα. Για πάρ’ το εσύ, μην ‘πα και σε γνωρίζει και συνεννοηθείτε».
Το παιδί τ’ άνοιξε τρέμοντας. Ήταν σαν μικρό σπιτάκι, «Ιστορία Σεβάχ του Θαλασσινού» έλεγε το ξώφυλλό του. Αυτό ήταν! Το παιδί έπεσε πάνου στο βιβλίο με τα μούτρα. Και το διάβαζε, το διάβαζε ολόκληρο το χειμώνα. Το διάβαζε και ξανά το διάβαζε και πάλι το ξαναδιάβαζε, και το ‘μαθε νεράκι. Κείνος ο μπάρμπας, που του το ‘χε φέρει, τ’ άκουε και τρέμανε τα μουστάκια του. Όμορφο βιβλίο. Μόνο που είχε μια παραξενιά. Έλεγε την ιστορία του μονάχα σ’ όποιον ήθελε.
Ώσπου να κλείσει κείνη η χρονιά, είχε καταπιεί κι άλλα καμιά δεκαριά βιβλία.
Μενέλαος Λουντέμης, Ένα παιδί μετράει τ’ άστρα (απόσπασμα)
ΘΕΜΑΤΑ
Α. Να αποδώσετε συνοπτικά τους λόγους απομάκρυνσης των Ελλήνων από τα βιβλία, σύμφωνα με το κείμενο 1 (70-80 λέξεις).
Μονάδες 15
Β1. "Η οικογένεια, όμως, είναι ο φορέας που έχει μεγαλύτερο χρέος από όλους να καλλιεργήσει στα παιδιά την αγάπη για τα βιβλία. Δεν το κάνει. Αντ’ αυτού τα εφοδιάζει με τάμπλετ και παιχνιδομηχανές". Η συντάκτρια του κειμένου 1 στο συγκεκριμένο χωρίο οργανώνει τον λόγο της αξιοποιώντας το σχήμα της αντίθεσης. Να αναδείξετε τα δύο σκέλη της αντίθεσης (μονάδες 2,5) και να επισημάνετε τους λόγους που κατά τη γνώμη σας χρησιμοποιεί το σχήμα αυτό (μονάδες 2,5).
Μονάδες 5
Β2α. "Πώς να αγαπήσουν, όμως, οι Έλληνες από μικρή ηλικία το βιβλίο όταν το ίδιο το σχολείο δεν τους ενθαρρύνει;". Τι εκφράζει, κατά τη γνώμη σας, το ερώτημα που χρησιμοποιεί η συντάκτρια του κειμένου 1 (2 μονάδες); Ποια είναι η λειτουργία τους ως προς την κινητοποίηση του αναγνώστη (3 μονάδες), το ύφος (2 μονάδες) και την οργάνωση του κειμένου; (3 μονάδες)
Μονάδες 10
Β2β. Ο συνεντευξιαζόμενος του κειμένου 2 ξεκινάει την απάντησή του με γ' ενικό ρηματικό πρόσωπο και τη συνεχίζει με α' πληθυντικό ρηματικό πρόσωπο. Να δικαιολογήσετε αυτή την επιλογή.
Μονάδες 10
Β3α. Να αναδείξετε τη νοηματική αλληλουχία των δύο τελευταίων παραγράφων του κειμένου 2.
Μονάδες 10
Β3β. Να βρείτε δύο γλωσσικές επιλογές που να αποδεικνύουν ότι το κείμενο 2 είναι συνέντευξη. Να τεκμηριώσετε την απάντησή σας με συγκεκριμένες αναφορές στο κείμενο.
Μονάδες 5
Γ. Ποιο είναι, κατά τη γνώμη σας, το βασικό θέμα του κειμένου 3; Πώς θα χαρακτηρίζατε το παιδί με βάση τη στάση του; Να σχολιάσετε και την προσωπική σας στάση απέναντι στο θέμα που θίγεται. Για την απάντησή σας να αξιοποιήσετε τουλάχιστον τρεις κειμενικούς δείκτες (150-200 λέξεις).
Μονάδες 15
Δ. Αξιοποιώντας δημιουργικά τα κείμενα αναφοράς, επιλέγετε, σε μια ανάρτηση στο προσωπικό σας ιστολόγιο, να αναδείξετε τις αιτίες για τις οποίες, κατά τη γνώμη σας, οι σύγχρονοι άνθρωποι έχουν απομακρυνθεί από την ανάγνωση βιβλίων. Αν ήσασταν υπουργός Παιδείας, τι θα κάνατε προκειμένου να ενισχύσετε τη φιλαναγνωσία των παιδιών; (350-400 λέξεις).
Μονάδες 30
Περισσότερα κριτήρια αξιολόγησης εδώ.
Επιμέλεια: Αποστόλης Ζυμβραγάκης, φιλόλογος - M.Ed. ειδικός παιδαγωγός, συγγραφέας.