Μερικοί πολύ χρήσιμοι για τη ζωή, πρακτικοί κανόνες πού χρέος άλλα και συμφέρον έχει ο φρόνιμος άνθρωπος να τους προσέξει. Θα τους διατυπώσω αφού προτάξω ένα μικρό προοίμιο που αν δίνει την εντύπωση παραδοξολογίας, τούτο οφείλεται μόνο στη διατύπωση και όχι στο νόημά του.
Το σώμα μας έφτιαξε. Τα χέρια έκαναν το νου μας να ξυπνήσει και τη σκέψη μας να οργανωθεί. Αν τώρα ο νους προστάζει και τα χέρια εκτελούν, στην αρχή δεν ήταν έτσι τα πράγματα τα χέρια πρόσταζαν και ο νους εκτελούσε. Αυτά γύμνασαν, οδήγησαν, φώτισαν τη σκέψη μας. Αυτά μας δίδαξαν τις πρώτες μεθόδους: πως να συγκρατούμε, να χωρίζομε και να ενώνομε, δηλαδή να παρατηρούμε, να κρίνομε και να συλλογιζόμαστε.
Και τα πόδια μας εκίνησαν, μας έβγαλαν από την κατάσταση του φυτού. Μας μετατόπισαν στο χώρο και μας απελευθέρωσαν από τις «ρίζες». Κ’ έτσι μας έδωσαν την πρώτη αίσθηση της ελευθερίας.
Και το κεφάλι; Αυτό μας εσήκωσε ψηλά. Το σήκωμα προς τα απάνω, η όρθωση, έκανε τον άνθρωπο. Από την ώρα που ο μακρινός πρόγονος κατόρθωσε να σηκωθεί και να σταθεί στα δύο του πόδια με το κεφάλι ψηλά, είδε τον ουρανό και μέσα του ένιωσε την πρώτη του αγωνία. Αν τα χέρια μας εδίδαξαν πώς να σκεπτόμαστε, αν τα πόδια μας ελευθέρωσαν, το κεφάλι μας έδωσε τη μεταφυσικήν ανησυχία και ανάταση.
«Σέβον η το σώμα σου, τίμα το σώμα σου» θα είναι η πρώτη παραίνεση.
Αν το σώμα μας είμαστε εμείς, και όχι ένας άλλος που τον έχομε φορτωθεί όπως ο σαλίγκαρος το καυκί του, αν εδώ δεν υπάρχουν δύο: το όχημα και ο ήνίοχος, άλλα το ίδιο το όχημα είναι ο ηνίοχος ο και ο ίδιος ηνίοχος είναι το όχημα, τότε όποιος σέβεται και τιμά το σώμα του σέβεται και τιμά τον εαυτό του, και όποιος δεν σέβεται ούτε τιμά το σώμα του δεν σέβεται ούτε τιμά τον εαυτό του.
Σ’ αυτή την αλήθεια απάνω μπορεί να οικοδομήσει κανείς όχι μόνο μιαν υγιεινή αλλά και μιαν Ηθική. Διδάξετε τους νέους να σέβονται το σώμα τους και θα γίνουν ευπρεπείς δεν θα επιτρέψουν στην οκνηρία και στην ακρασία να ασχημύνει το κορμί τους. Διδάξετε τους να τιμούν το σώμα τους και θα γίνουν εγκρατείς δεν θα παραδίνονται στις βάναυσες ηδονές ή στις χρείες των άλλων. Γιατί και στην πρώτη και στη δεύτερη περίπτωση το σώμα εξευτελίζεται, γίνεται όργανο ταπεινό και ντροπιάζεται.
…θα συμβούλευα στον φρόνιμο όχι την κομψότητα άλλα τη χάρη .Η χάρη επιβάλλεται με τη φυσικότητα και την ειλικρίνεια, την άνεση που τη χαρακτηρίζει. Χαριτωμένος αξίζει να ονομάζεται εκείνος πού παρουσιάζει στο ντύσιμο, στις κινήσεις, στους τρόπους του μια τελειότητα με μεγάλην άνεση. Ακριβώς επειδή ή τελειότητα αυτή είναι τόσο άνετη, δίνει στους άλλους την εντύπωση της ευκολίας, έως ότου δοκιμάσουν και εκείνοι να τη μιμηθούν, οπότε καταλαβαίνουν πόσο δύσκολη είναι, γιατί όταν τού λείπει το τάλαντο (και εδώ το χάρισμα είναι απαραίτητο), με την προσπάθεια που κάνει κανείς για να τη φτάσει, τη χάνει. Αν έχει έναν εχθρό η χάρη, αυτός είναι η προσπάθεια.
«Η μηχανή με την εισβολή της στη ζωή σου θα παραμορφώσει, θα φθείρει το σώμα σου· μην παραδίνεσαι στους πειρασμούς της».
Η εκπληκτική πρόοδος της τεχνολογίας στους χρόνους μας έχει επιβάλει την τυραννία τού εργαλείου. Τα πρώτα εργαλεία πού κατασκεύασε ο άνθρωπος, για να αλλάξει το φυσικό περιβάλλον και να το προσαρμόσει στις ανάγκες του, ήταν προεκτάσεις και συμπληρώσεις των αισθητήριων οργάνων και των άκρων του, των χεριών και των ποδιών του. Έπρεπε να καλύψει αποστάσεις, να κάμψει αντιστάσεις, να επιτύχει δυσανάλογα προς τις φυσικές δυνάμεις του αποτελέσματα, να ασφαλιστεί από την πείνα, το ψύχος, το σκοτάδι, την αρρώστια, τους εχθρούς —και για τούτο επινόησε ολοένα πιο περίπλοκες, πιο σίγουρες, πιο αποδοτικές μηχανές.
Αλλά οι υπηρέτες αυτοί, με τον καιρό, απομακρύνθηκαν από τα ανθρώπινα σχήματα, ξεπέρασαν και τις άμεσες ανθρώπινες χρείες, και αντί να υπακούουν στη θέληση μας, πάνε να επιβάλουν το δικό τους νόμο στον τράχηλό μας. Το σώμα μας φθείρεται πρόωρα από τα προϊόντα τους(τις τροφές και τα ποτά πού παρασκευάζουν), τα όργανά μας ατροφούν, τα άκρα μας αχρηστεύονται από τις “ευκολίες” που προσφέρουν (στην πληροφοριοδότηση, στη μετακίνηση, στους λογαριασμούς μας).
Κάτω από την τυραννία τους ο άνθρωπος, αν δεν εξολοθρευτεί, κινδυνεύει να πάθει σωματικές αναπηρίες και αλλοιώσεις σε κλίμακα πού δεν εγνώρισε ως τώρα η ιστορία τού είδους, με αναπόφευκτη συνέπεια να στερηθεί, μαζί με τη χαρά της ζωής, και αυτήν ακόμη την προσωπικότητά του.
Πως να αντιδράσομε στον κίνδυνο; Μη μπαίνοντας απερίσκεπτα (σαν τα άμυαλα παιδιά) στον ζυγό της μηχανής μη αναγνωρίζοντας σ αυτήν το δικαίωμα να μας υποδουλώσει. Τα εργαλεία έγιναν για να καλυτερεύουν τη ζωή, να ελευθερώνουν τον άνθρωπο από τις ανάγκες πού τον πιέζουν όταν δεν τους δίνομε τη θέση που τους ταιριάζει, παρά τους επιτρέπομαι, χάρη στις ανέσεις πού μας προσφέρουν, να μας θυσιάζουν, έχομε ηττηθεί —όχι απ’ αυτά άλλα από την απερισκεψία μας.
Θα ήταν μωρός εκείνος που θα αποφάσιζε να συστήσει την επάνοδο στη δήθεν παραδεισιακήν απλότητα των πρωτογενών κοινωνιών (ακόμη κι αν ήταν τούτο κατορθωτό, που δεν είναι) το τίμημα στην πρόοδο άξιζε να πληρωθεί, και το πληρώσαμε. Δεν συμβουλεύω λοιπόν αυτό, άλλα τούτο μόνο: με τον τρόπο που θα οργανώσομε τη ζωή μας: το επάγγελμα, την εκπαίδευση, την ψυχαγωγία μας, τα όργανα της ελευθερίας να μη γίνουν όπλα καταδούλωσης.
Πολλές φορές η επιτυχία δεν εξαρτάται από μας, άλλοτε πάλι υπερβαίνει τις δυνάμεις μας. Ο καθένας όμως είναι υπεύθυνος για τις καταστάσεις που μπορεί να ελέγξει, και επειδή ελέγχομαι, ευτυχώς, πολλές ακόμη, η ολιγωρία θα μας καταλογιστεί. Γιατί, όπως εξηγήσαμε, δεν γίνεται να παραδοθεί το «σώμα» χωρίς να προδοθεί η ψυχή, ή να παραδοθεί ή «ψυχή» χωρίς να προδοθεί το «σώμα».
3. «Προστάτευε με στοργή, και με θυσίες, το σώμα σου (προλαβαίνοντας, όσο είναι δυνατόν, και στην ανάγκη επανορθώνοντας τη φθορά του) άλλα γνώριζε ότι η υγεία δεν είναι πάντοτε αγαθό, γίνεται αγαθό και ή αρρώστια δεν είναι πάντοτε κακό γίνεται κακό».
Η υγεία γίνεται αγαθό μόνο για κείνον πού μπορεί να τη χαρεί και να την αξιοποιήσει και η αρρώστια γίνεται κακό μόνο για κείνον που κρύβεται πίσω της για ν αποφύγει ευθύνες, ή βιάζεται να τη θεωρήσει οριστική καταστροφή και παραιτείται από τη σωτηρία. Ν’ αγρυπνούμε για να διατηρεί το σώμα μας την ακμή και την ισορροπία του όχι και να τρέμομε για την υγεία μας, τόσο που η περιφρούρησή της να γίνει η αποκλειστική έγνοια της ζωής μας μια τόσο υπερβολική προσήλωση είναι ήδη αρρώστια, ή τουλάχιστον η αρχή της αρρώστιας.
Ο υγιής δεν έχει λόγο να απασχολείται διαρκώς με την κατάσταση του σώματός του, ούτε βρίσκεται πάντοτε σε συναγερμό, για να προφτάσει τάχα το ατύχημα που πρόκειται να του συμβεί μοιάζει με τον καπετάνιο που δεν έχει κολλήσει στο τιμόνι, άλλα τριγυρνά στό πλοίο ξένοιαστος, γιατί ξέρει ότι κάθε άντρας του πληρώματος, από το ναυτόπαιδο έως τον υποπλοίαρχο, βρίσκεται στη θέση του και κάνει τη δουλειά του· θα τον φωνάξουν όταν χρειαστεί, και τότε θα τρέξει να προλάβει το κακό.
Δεν μας λείπει μόνο η αγωγή της υγείας, μας λείπει και η αγωγή της αρρώστιας. Με την πρώτη εισβολή τού εχθρού μας πιάνει πανικός, και έτσι οι ίδιοι ετοιμάζομαι τον όλεθρό μας· ή αρχίζαμε να βρίσκομε την ήττα μας συμφέρουσα, και την προεξοφλούμε για να μη χάσομε τίποτα από τα πιθανά κέρδη της. Του φρόνιμου ανθρώπου η στάση είναι και στην περίπτωση αυτή εντελώς διαφορετική. Όχι μόνο συμφιλιώνεται με την κακή κατάσταση της υγείας του (εάν παρ’ όλες τις προσπάθειές του δεν διορθώνεται παρά επιμένει, ή και χειροτερεύει), όχι μόνο υποφέρει μ’ εγκαρτέρηση και αξιοπρέπεια τα δεινά της αρρώστιας του, άλλα γίνεται ικανός και να επωφεληθεί από την αναπηρία του ωφελείται ο ίδιος απ’ αυτήν με τον αγώνα ν’ αποκτήσει ένα αγαθό πολυτιμότερο από την υγεία, ωφελεί και τους άλλους με την πιο εντατική χρησιμοποίηση των δυνάμεων πού ακόμα διαθέτει.
Όπως ή καλή υγεία μπορεί τούς απερίσκεπτους να τούς ζημιώσει γινόμενη εμπόδιο στην ανάπτυξη των προσόντων τους, επειδή τους ενθαρρύνει να σπαταλούν αλόγιστα τα φυσικά τους κεφάλαια, έτσι και η αρρώστια μπορεί, σε όσους ξέρουν να συντάξουν με γενναιοφροσύνη τη ζωή τους μεθοδεύοντας τις σωματικές τους αδυναμίες με υπομονή και προνοητικότητα, να γίνει όχι τροχοπέδη άλλα συνεργάτης.
Εμπόδισε τον van Gogh η σχιζοφρένεια, τον Ντοστογιέφσκι η επιληψία, τον Beethoven η βαρηκοΐα, τον Spinosa η φυματίωση— να προσφέρουν στην παιδεία μας τον πλούτο του πνεύματός τους; Δεν μεγαλούργησαν από την αρρώστια τους (όπως κακώς υποθέτουν εκείνοι που θεωρούν τη μεγαλοφυΐα αδελφή της αρρώστιας)· μεγαλούργησαν παρά την αρρώστια τους, συντροφεμένοι από την αρρώστια τους.
Δεν είναι λοιπόν (πάντοτε και με οποιουσδήποτε όρους) αγαθό η υγεία, ούτε είναι (πάντοτε και με οποιουσδήποτε όρους) κακό η αρρώστια. Γίνεται και η μία και η άλλη το ένα ή το άλλο κατά τον τρόπο και από τον τρόπο πού τις αντιμετωπίζει ό άνθρωπος στη ζωή του, κατά τον τρόπο και από τον τρόπο πού τις τοποθετεί μέσα στο πρόγραμμα των επιδιώξεων, στον κώδικα των σκοπών του.
Τόσο πιο σίγουρα ιππεύει το δίτροχό του και τόσο πιο γρήγορα τρέχει ο ποδηλάτης, όσο βλέπει πιο μακριά μπροστά του μόλις προσηλώσει το βλέμμα του κοντά και κοιτάξει τα πόδια του, χάνει την ισορροπία και πέφτει. Όταν αναφτερώνει τον νου μας ένα πρόγραμμα μακράς πνοής, έχομε λ.χ. αφιερωθεί στη διακονία μιας υψηλής ιδέας και επιστρατέψει όλες τις δυνάμεις μας για τη νίκη της, η υγεία παίρνει νόημα και άξια, ως μέσον για το σκοπό πού έχομε θέσει —και η αρρώστια, αν μας τύχει ένας τέτοιος κλήρος, περνάει στο δεύτερο επίπεδο. Δεν εξαλείφεται βέβαια· απλώς τη λησμονούμε.
Και κάποτε προχωρούμε πιο πέρα: την ευλογούμε που περιόρισε τις άλλες μας δραστηριότητες και μας επέτρεψε να αφοσιωθούμε σε ότι καλύτερο μπορούμε να προσφέρομε με τις δυνάμεις που μας απομένουν.
Αντίθετα, όταν δεν υπάρχει ο μακρινός στόχος, ή υγεία δεν χρησιμεύει ουσιαστικά σε τίποτα, και ή αρρώστια (όχι η βαριά, άλλα και ένας ασήμαντος ακόμη πονόδοντος) εξελίσσεται κάποτε σε τραγωδία.
—«Έδάμασε» λέμε σ’ αυτές τις περιπτώσεις «τη σάρκα μας το πνεύμα» τούτο όμως το σχήμα λόγου είναι απατηλό, με τον δυϊσμό πού παρεισάγει. Καλύτερα να λέμε: η αρρώστια δεν κατάφερε να σπάσει την ενότητα της ψυχής με το σώμα μας, άλλα ίσα – ίσα έκανε πιο συμπαγή, αρμονικότερο—δημιουργικότερο — ευτυχέστερο, τον εαυτό μας την ώρα ακριβώς που διέτρεξε τον μέγιστο κίνδυνο —να διαλυθεί.