Το θλιβερό γεγονός –τρία παιδιά πεθαμένα– δεν το προσπερνάς ειδησεογραφικά. Ούτε παρακάμπτεις τα στοιχεία που δείχνουν πιθανή ενοχή της κατηγορούμενης Ρούλας Πισπιρίγκου. Όμως, υπάρχει όριο.
Πώς να το πεις αυτό το θέαμα; Κουραστικό; Οικτρό; Γελοίο; Κίτρινο; Πολτώδες; Φτηνό; Αδιανόητο; Αδιανόητο δεν είναι. Η καθ’ ημάς τιβί έχει δώσει και στο παρελθόν δείγματα σαν αυτά που εμφανίζει τώρα με την υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου. Το ίδιο και οι εφημερίδες – πιο συγκρατημένες και τότε και σήμερα, εκτός από τις κίτρινες φυλλάδες.
Το απαράδεκτο αυτό τηλεοπτικό θέαμα λειτουργεί μεταστατικά, έχοντας βρει πρόθυμους υποδοχείς στα σάιτ, ακόμη και στα σοβαρά, και φυσικά στα σόσιαλ μίντια. Ο τηλεοπτικός κατακλυσμός, με τα κεντρικά δελτία (!) ενίοτε να πρωτοστατούν, δημιουργεί πλημμυρίδα αναπαραγωγής και παφλασμούς παντοειδών σχολίων από ειδικευμένους στην τέχνη του κουτσομπολιού, αλλά και από ειδήμονες διψασμένους για δημοσιότητα.
Εκτός από τα κεντρικά δελτία, στο άθλιο αυτό σόου μετέχουν δυστυχώς και πρωινές ενημερωτικές εκπομπές. Αποκλειστικές ανοησίες, κίτρινες «πληροφορίες», συρραφές μουχλιασμένων δηλώσεων και καταγγελίες στον αέρα, συγκροτούν ανακυκλώσιμο υλικό που εκπέμπεται κατά ριπάς από την οθόνη.
Η κλασική προτροπή «άλλαξε κανάλι», για να αποφύγεις την αφόρητη επαναληπτικότητα, εδώ δεν ισχύει. Καμία δυνατότητα επιλογής. Σχεδόν όλες οι οθόνες παίζουν κάποιες στιγμές το ίδιο έργο. Όπως και τα περισσότερα σάιτ. Παγίδευση και αδιέξοδο. Εκτός κι αν πατήσεις το off κι αφήσεις τα λύματα να τρέχουν στον υπόνομο.
Πισπιρίγκου πρωί, μεσημέρι, βράδυ
Φυσικά, σ’ αυτό το τσίρκο της ανθρωποφαγίας, των φημών και της δήθεν πληροφόρησης, πρωταγωνιστούν τα «πρωινάδικα» του μεσημεριού. Αυτά τα καθ’ ύλην εργαστήρια του τίποτε, της μπαλαφάρας και της κλειδαρότρυπας, που ωθούν στην εξοικείωση με το ανούσιο. Κι όσο η τηλεθέαση ευνοεί τη νοσηρή περιέργεια και την αποκολοκύνθωση, τόσο αυξάνεται ο ανταγωνισμός μεταξύ τους.
Συγγενείς της εγκαλούμενης για φόνο, φίλοι του συζύγου, μηνίοντες γείτονες, συμμαθητές, πρωτοξάδερφα της νοικοκυράς, εραστές, «πληροφορημένοι» δημοσιογράφοι της Πάτρας, ντετέκτιβ, αστυνομικοί, οδηγοί του ΕΚΑΒ, καντηλανάφτες, μπάρμεν κι ό,τι άλλο βάζει ο νους ως υλικό, παρελαύνει καθημερινά στα πλατό και στα παράθυρα.
Και, φυσικά, οι απαραίτητοι εγκληματολόγοι και ιατροδικαστές. Σχεδόν δεν κρύβουν τη χαρά τους ορισμένοι απ’ αυτούς, επειδή βγήκαν στο γυαλί και έγιναν γνωστοί στο πανελλήνιο. Ακολουθώντας τη συνταγή γιατρών, τώρα με την πανδημία, άρχισαν και οι πολυσέλιδες συνεντεύξεις σε κουτσομπολίστικα έντυπα. Ανοιχτή η λεωφόρος της δόξας…
Όσο για το τεκμήριο αθωότητας, ακούγεται κάπου κάπου ως ψίθυρος που παραδίδεται και σβήνει στην οχλοβοή. Δεν ακούς για τη «φερόμενη παιδοκτόνο», αλλά για τη φόνισσα και το ειδεχθές έγκλημα. Απόλυτες αποφάνσεις από τα έκτακτα τηλεδικεία και τον πεπεισμένο όχλο.
Το θλιβερό γεγονός (τρία παιδιά πεθαμένα) δεν το προσπερνάς ειδησεογραφικά. Ούτε παρακάμπτεις τα στοιχεία που δείχνουν πιθανή ενοχή της κατηγορούμενης Ρούλας Πισπιρίγκου. Όμως, μέχρις εκεί. Υπάρχει όριο. Μετά από το οποίο κυριαρχεί η πλησμονή του νοσηρού και του ανούσιου. Η άγρια περιέργεια της αρένας, την οποία καλλιεργούν με οξυμμένο πάθος τα κανάλια και τα περισσότερα σάιτ.
Κι αν φωνάξεις «έλεος», εσύ θα το πεις κι εσύ θα τ’ ακούσεις…