Ξέρεις τι; Ok, δεν έχουν ανακαλυφθεί ακόμα χρονομηχανές, επομένως είναι αδύνατον να πάμε πραγματικά πίσω στον Χρόνο και στην καλύτερη περίοδο της ζωής μας- τότε που η μεγαλύτερη έγνοια μας ήταν αν θα ’χει φέρει το ψιλικατζίδικο της γειτονιάς καινούργιες μπουγελόφατσες γιατί βαρεθήκαμε τις παλιές.
Τα σώμα μας είναι υποχρεωμένο να μείνει στο 2018. Όμως, ποιος είπε ότι δεν μπορούμε να ταξιδέψουμε νοητά προς τα πίσω;
Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι να κλείσουμε τα μάτια, να σκεφτούμε την αγαπημένη αυλή του δημοτικού μας, να φορέσουμε την αγαπημένη μας χρωματιστή αντιανεμική φόρμα- κατάλοιπο των τελών των 80s (η οποία, μεταξύ μας, αποτελεί στυλιστικό κακούργημα που θα ’πρεπε να τιμωρείται με δημόσιο λιθοβολισμό στην πασαρέλα), να περάσουμε τα δάχτυλά μας από το κούρεμα- καπελάκι που είχαμε και ν’ αρχίσουμε να παίζουμε και πάλι ψηλοκούμυτο με τους συμμαθητές μας.
Σσσσς, ακούστε: 9 χαρακτηριστικές, χαρακτηριστικότατες εκφράσεις αρχίζουν να βγαίνουν από το στόμα του πρότερου εαυτού μας (εκείνου που είχε Γ΄ στ’ αγγλικά, κάτι που έκανε τον πατέρα μας ν’ αρχίσει τα γαλλικά). Για την ακρίβεια, από το στόμα όλων των παιδιών του σχολείου- 10 εκφράσεις που, μεταξύ μας, δεν έβγαζαν και τόσο πολύ νόημα.
Τις θυμάστε;
«Σκασίλα μου μεγάλη και 10 παπαγάλοι, σκασίλα μου μικρή και 10 ποντικοί!»
Ουδείς έχει καταλάβει μέχρι σήμερα για ποιο λόγο οι παπαγάλοι συμβολίζουν τη μεγάλη σκασίλα, τη στιγμή που οι ποντικοί αντιστοιχούν στη μικρή.
Τουλάχιστον τηρούνται οι ισορροπίες κι έχουμε 10 από κάθε πλευρά. Κάτι είναι κι αυτό.
«Αγόρια ατσίδες, κορίτσια κατσαρίδες!»
Λεκτικό Slam Dunk στα μούτρα των κοριτσιών, όταν τολμούσαν να τα βάλουν μαζί μας. Φροντίζαμε να τους υπενθυμίσουμε ποιος έχει το πάνω χέρι στη μάχη των δύο φύλων (τότε, οι αδαείς, νομίζαμε πως είμαστε εμείς…) μ’ εκφράσεις που θα έκαναν ακόμα και λιμενεργάτες να κοκκινίσουν.
Να, όπως (και) το…
«Αγόρια ιππότες, κορίτσια μαύρες κότες!»
Της στρογγυλής τραπέζης εμείς, ανακατεμένες με τα μαύρα πίτουρα αυτές, να τις ξεπουπουλιάζουμε πολυεπίπεδα κάθε φορά που τολμούσαν να μας «αντισταθούν».
Ωστόσο, το κορυφαίο όλων ήταν το…
«Αγόρια ρομπότ, κορίτσια φεριμπότ!»
Εδώ η γλωσσολογική επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά, καθώς αυτή η έκφραση απλά δεν βγάζει κανένα απολύτως νόημα.
Όπως και να ’χει, ρομπότ > φεριμπότ.
«Όποιος λέει ψέματα πέφτει μεσ’ τα αίματα κι όποιος λέει αλήθεια έχει το Θεό βοήθεια!»
Πασιφανής η επιρροή της φονταμενταλίστριας γιαγιάς εδώ, η οποία προτιμούσε να μας δώσει κάνα χεράκι ξύλο και να γίνουμε μεσ’ τα αίματα, προκειμένου να έχουμε το Θεό βοήθεια.
Αλήθεια.
«Αγάπη μου λατρεία μου, καμένη μπαταρία μου σε βλέπω στο όνειρο μου και ξύνω τον πωπό μου!»
Ατάκα- εθισμός με ποικίλες χρήσεις: είτε το λέγαμε κοροϊδευτικά στην Ελενίτσα που και καλά δε μας άρεσε (αλλά που όταν γυρνούσαμε σπίτι διαβάζαμε το λεύκωμά της και καπνίζαμε 4 πακέτα άφιλτρα από την καψούρα μας για πάρτη της) είτε πειράζαμε τους BFF μας- τους οποίους δεν τους έχουμε δει ούτε μισή φορά έκτοτε- είτε απλά μας είχε κολλήσει και το τραγουδούσαμε σε κάθε διάλειμμα μέχρι να σπάσουμε επιτυχώς όλους τους όρχεις της γης.
Μαντέψτε: τα καταφέρναμε.
«Καθρεφτάκι!»
Από τις πιο αξιοπρόσεκτες φλωριές στα χρονικά της φλωριάς, αυτή η ατάκα λεγόταν όταν κάποιος μας προσέβαλλε και του επιστρέφαμε την προσβολή αυτοστιγμεί, βάζοντας τις παλάμες μας στο πρόσωπο και ουρλιάζοντας «Καθρεφτάκι!»
Σε περίπτωση που δεν συμμορφωνόταν, είχαμε την απόλυτα κολασμένη εναλλακτική:
«Όποιος το λέει πρώτος, είναι!»
Έστω ότι κάποιος μεγαλωμένος μέσα στην αλητεία- ο Stan για παράδειγμα- σε φώναζε «Χαζέ!». Κι έστω ότι δεν ήθελες να του κατακερματίσεις την ψυχολογία χρησιμοποιώντας το περιβόητο
«Καθρεφτάκι». Τι έκανες;
Μειδιούσες αινιγματικά και του πετούσες ένα «Όποιος το λέει πρώτος, είναι», πριν χαθείς στο βάθος. Ποιος είναι ο χαζός τώρα, Stan;
«Στο δικό μου δεν χωράει στο δικό σου κολυμπάει, στο δικό μου κάνει κρος στο δικό σου μοτοκρός, στο δικό μου κάνει τούμπες στο δικό σου κωλοτούμπες, στο δικό μου κάνει σκι στο δικό σου πιροσκί!»
Εδώ δε χρειάζεται να ειπωθούν πολλά για το έκφυλο μυαλό που είχαμε στα 11 και θα έκανε ακόμα και τον Μαρκήσιο ντε Σαντ να κοκκινίσει, αλλά να σταθούμε μονάχα σ’ ένα σημείο:
Από πότε το να κάνει πιροσκί είναι χειρότερο από το να κάνει σκι;