Η μετάφραση ενός αρχαίου κειμένου προϋποθέτει μια καλή σύνταξή του. Για να συντάξουμε σωστά ένα αρχαίο κείμενο απαιτείται να έχουμε: α) καλή γνώση της γραμματικής και β) καλή γνώση του λεξιλογίου, η οποία αποκτάται σταδιακά μέσα από κείμενα, από λεξικά, από τα συμφραζόμενα και πολλές φορές με τη βοήθεια της νεοελληνικής γλώσσας.
Προσοχή: Δε μεταφράζουμε ποτέ μεμονωμένες λέξεις ή και φράσεις. Διαβάζουμε το κείμενο προσεχτικά δυο-τρεις φορές, κατανοούμε "κάπως" σε τι αναφέρεται και προχωρούμε μεταφράζοντας σταδιακά, δηλαδή, όταν τελειώνουμε μια πρόταση την ξαναδιαβάζουμε και πάμε στην άλλη και ούτω καθ' εξής, ώστε να συνθέσουμε τα επιμέρους σ' ένα σύνολο.
Σε κάθε περίοδο ή ημιπερίοδο αναγνωρίζουμε τις προτάσεις σωστά, δηλαδή σημειώνουμε τα καθοριστικά στοιχεία:
1) το εισαγωγικό της πρότασης (με τι αρχίζει)
2) το ρήμα της
3) την τελευταία λέξη της
Ποτέ την πρώτη λέξη της επόμενης πρότασης.
Αναλυτικότερα:
1. Εισαγωγικά στοιχεία των προτάσεων είναι οι σύνδεσμοι, οι αναφορικές αντωνυμίες και τα επιρρήματα, οι ερωτηματικές αντωνυμίες και τα ερωτηματικά μόρια.
2. Τα στοιχεία αυτά τα επισημαίνουμε κυκλώνοντάς τα. Τους συνδέσμους που συνδέουν όμοια πράγματα τους επισημαίνουμε με μισό κύκλο, γιατί πρέπει να ελέξγουμε τι συνδέουν, δηλαδή προτάσεις ή όρους προτάσεων. Αν όμως ένας σύνδεσμος βρίσκεται μετά από σημείο στίξεως, εκτός του κόμματος, τον κυκλώνουμε και αυτόν, γιατί είναι φανερό ότι πρόκειται για το σύνδεσμο της κύριας πρότασης.
Παράδειγμα:
Τοῖς δὲ νομίζουσι παιδείας τε τῆς ἀρίστης τετυχηκέναι καὶ μέγα φρονοῦσιν ἐπὶ σοφίᾳ [ ὡς
προσεφέρετο νῦν διηγήσομαι. ] Καταμαθὼν γὰρ Εὐθύδημον τὸν καλὸν γράμματα πολλὰ
συνειλεγμένον ποιητῶν τε καὶ σοφιστῶν τῶν εὐδοκιμωτάτων καὶ ἐκ τούτων ἤδη τε νομίζοντα
διαφέρειν τῶν ἡλικιωτῶν ἐν σοφίᾳ καὶ μεγάλας ἐλπίδας ἔχοντα πάντων διοίσειν τῷ δύνασθαι
λέγειν τε καὶ πράττειν, πρῶτον μέν, αἰσθανόμενος αὐτὸν διὰ νεότητα οὔπω εἰς τὴν ἀγορὰν
εἰσιόντα, [ εἰ δέ τι βούλοιτο διαπράξασθαι, ] καθίζοντα εἰς ἡνιοποιεῖόν τι τῶν ἐγγὺς τῆς ἀγορᾶς,
εἰς τοῦτο καὶ αὐτὸς ᾔει τῶν μεθ᾽ ἑαυτοῦ τινας ἔχων.
Τις προτάσεις τις χωρίζουμε με κάθετη γραμμή.
Προσοχή:
Αν στην αρχή μιας περιόδου ή ημιπεριόδου υπάρχουν δύο εισαγωγικά στοιχεία, θα πρόκειται για την εξής περίπτωση: Το ένα εισαγωγικό στοιχείο εισάγει την πρώτη πρόταση που είναι δευτερεύουσα, ενώ το δεύτερο είναι ο σύνδεσμος της κύριας πρότασης που θα συναντήσουμε παρακάτω.
Παράδειγμα:
ἐπεί δέ πάντες ἔλεγον [ ὡς ἀληθῆ εἴη ταῦτα, ] Ἀθηναῖοι ἀποκρινάμενοι [ ὅτι πέμψουσιν ὡς αὐτοὺς πρέσβεις ] [ περὶ ὧν λέγουσιν, ] τούτους εὐθὺς ἀπήλλαξαν.
Όταν μια πρόταση διακόπτεται, δεν πρέπει να βιαστούμε να βρούμε το ρήμα της παρακάτω. Ανοίγουμε αγκύλη, για να απομονώσουμε αυτή που παρεμβάλλεται δηλώνοντας και το είδος της, κλείνουμε την αγκύλη, όταν τελειώνει, και αυτόματα έρχεται η συνέχεια της πρώτης.
Παράδειγμα:
Φοβηθεὶς δὲ βασιλεὺς τὴν πόλιν, [ ἐπειδὴ ἑώρα Λακεδαιμονίους τῷ κατὰ θάλατταν πολέμῳ ἀπαγορεύοντας ] ἐξῄτει τοὺς Ἕλληνας τοὺς ἐν τῇ ἠπείρῳ.
Δηλαδή, με το δέ αρχίζει η κύρια και με το επειδή η δευτερεύουσα αιτιολογική που παρεμβάλλεται.
Τελικό στάδιο
1) Όταν χωρίσουμε το κείμενο στις προτάσεις του, μεταφράζουμε πλέον κάθε πρόταση χωριστά. Πρώτα την κύρια και στη συνέχεια τις δευτερεύουσες, με λογική σειρά, και όσες απομένουν, με τη σειρά του κειμένου.
2) Αν προκύψει πρόβλημα στο να μεταφράσουμε, μπορούμε να ξεκινήσουμε από την αρχή το κείμενο μεταφράζοντάς το, οπότε και τυχόν συντακτικό λάθος θα το βρούμε εύκολα, εφόσον δε θα βγαίνει νόημα με την πρώτη προσπάθειά μας.
Συνήθως μόνο οι ρηματικοί τύποι χρειάζεται να ειπωθούν στη γλώσσα μας πιο νωρίς απ' ό,τι υπάρχουν στο κείμενο.
Σταδιακά αποκτάται η απαιτούμενη εμπειρία και φαίνεται εύκολα "με το μάτι" η λογική σχέση των προτάσεων, οπότε κατορθώνουμε όχι μόνο να μεταφράζουμε ένα κείμενο, αλλά και να φθάνουμε στην πλατύτερη ερμηνεία του.
Περισσότερο εκπαιδευτικό υλικό για το Λύκειο εδώ.