Αγγίζει ένα είδος τελειότητας εκείνος που πετυχαίνει να ταυτιστεί με ό,τι ευγενές και υψηλό έχει ακολουθήσει στη ζωή του, έχοντας αφιερωθεί σε αυτό. Εκείνος που κατόρθωσε να γίνει ένα με τον ρόλο που επέλεξε να αναλάβει ή που η μοίρα τού εμπιστεύθηκε. Στην περίπτωση που το έργο του, που δεν είναι άλλο παρά τέχνη ζωής, εκτυλίσσεται υποδειγματικά στην κορυφή της πολιτείας, στην κορυφή της κοινωνίας –στη δε περίπτωση της βασίλισσας Ελισάβετ, και στην κορυφή της εθνικής Εκκλησίας–, τότε η ενσάρκωση αυτή τον μετατρέπει σε μνημείο και σύμβολο ενός ολόκληρου λαού.
Έχοντας δηλώσει στο ραδιοφωνικό της μήνυμα όταν έγινε διάδοχος του θρόνου ότι θα αφιέρωνε ολοκληρωτικά τη ζωή της στη Μεγάλη Βρετανία και στην τότε ακόμη υφιστάμενη αυτοκρατορία της, η Ελισάβετ όχι μόνο τήρησε στο ακέραιο την υπόσχεσή της, αλλά πέτυχε και κάτι πολύ πιο σημαντικό: βήμα το βήμα, χωρίς τυμπανοκρουσίες και εξάρσεις –δεύτερες συμπεριφορές που οι μοναρχίες απεχθάνονται–, φαινομενικά χωρίς κόπο και πάντα με το χαμόγελο κοριτσιού άλλου καιρού, το οποίο φωτίζει ενίοτε ένας σπινθήρας σκανταλιάς, η βασίλισσα κατόρθωσε στην κοινή συνείδηση να γίνει η ίδια η χώρα της, να γίνει η «Αγγλία». Περιχώρηση που προϋποθέτει τεράστια ικανότητα αυτοσυγκράτησης, αυτοπειθαρχίας, ενίοτε και εθελοθυσίας, καθώς και επικέντρωση στα μένοντα και τα μείζονα. Έτσι, υποταγμένη ολοκληρωτικά στο καθήκον, από πρόσωπο έγινε η ίδια θεσμός. Πράγμα που θα ήταν ανέφικτο χωρίς την ύπαρξη ισχυρού εσωτερικού άξονα, τον οποίο συνθέτει η πίστη της στον Θεό και η προσήλωσή της στο συνταγματικό πολίτευμα.
Δεν πήγε αντίθετα στο ρεύμα. Έμεινε αμετακίνητη. Ο κόσμος άλλαξε, ήλθαν τα πάνω κάτω. Εκείνη εκεί. Ατράνταχτη. Ως πολίτευμα η βασιλεία είναι το αντίθετο της κίνησης, της αναστάτωσης, της εύκολης και ρηχής αλλαγής. Είναι η άγκυρα, η άρρηκτη συνέχεια, οι ρίζες. Και υπ’ αυτή την έννοια συμβαίνει σχεδόν ανεπαίσθητα να δείχνει το μέλλον.
Από το 1825 και πέρα, η Ελλάδα και οι Έλληνες συνέδεσαν την τύχη τους με την Αγγλία. Η όσο το δυνατόν στενότερη σχέση με τη θαλασσοκράτειρα αποτέλεσε τον κανόνα της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, όχι εκούσια πάντοτε και όχι πάντοτε προς το συμφέρον της χώρας. Η όποια επιχειρούμενη απόκλιση, ωστόσο, απέβαινε πρόξενος ακόμη μεγαλύτερων δεινών. Στην Αγγλία, άλλωστε, και συγκεκριμένα στον λόρδο Πάλμερστον, οφείλει ο πρίγκιπας Γεώργιος-Γουλιέλμος της Δανίας την τοποθέτησή του το 1863 στον θρόνο της Ελλάδος, της οποίας ο λαός, λίγους μήνες νωρίτερα, είχε σύσσωμος ψηφίσει ως βασιλέα του Άγγλο πρίγκιπα, τον δευτερότοκο γιο της βασίλισσας Βικτωρίας. Κι ο μεν Αλφρέδος δεν έγινε ποτέ βασιλιάς των Ελλήνων, η εκατόχρονη όμως δυναστεία του Γεωργίου Α΄ έχει τις ρίζες της σε αγγλική επιλογή.
Έφερε μαζί της ως προίκα εκ μέρους της Μ. Βρετανίας τα Επτάνησα, των οποίων η γεωπολιτική σημασία είχε μειωθεί. Φοβούμενο μήπως ανοίξει τους ασκούς του Αιόλου, το Λονδίνο απέρριπτε έτσι το αίτημα του βασιλέως της Δανίας, όπως και του πατέρα του Γεωργίου Α΄, να δοθούν επιπλέον στην Ελλάδα η Θεσσαλία και η Ήπειρος.
Έλξη και επιρροή
Ωστόσο, δεν είναι μόνο οι δουλείες που προέρχονταν από τη γεωπολιτική θέση της Ελλάδος, καθώς και ο τρόπος προέλευσης της βασιλικής της δυναστείας που καθόρισαν τη σχέση της με το Ηνωμένο Βασίλειο. Είναι και η έντονη έλξη και επιρροή που ασκούσε το ήρεμο μεγαλείο της βρετανικής μοναρχίας από τους χρόνους της βασίλισσας Βικτωρίας και πέρα, στους περισσότερους Ευρωπαίους βασιλείς, με εξαίρεση ίσως τη νεόπλουτη αυτοκρατορία των Χοεντζόλλερν (1870-1918), καθώς και εκείνη των Αψβούργων, οι οποίοι είχαν τη δική τους βαθύρριζη και σεβάσμια παράδοση. Η έλξη αυτή υπαγόρευε μια αισθητική, έναν ιδιαίτερο τρόπο του βίου και εν τέλει μια πολιτική προτίμηση και συμπεριφορά.
Έλξη και επιρροή δεν συνεπάγονται απαραιτήτως εξάρτηση. Από αιώνες οι Ευρωπαίοι ηγεμόνες είχαν ασκηθεί όχι μόνο στο να μεταπηδούν από τον ένα θρόνο στον άλλο, αλλά και να υιοθετούν πλήρως τις βλέψεις, τους πόθους και τα συμφέροντα των λαών τους οποίους εκλήθησαν να βασιλεύσουν. Η επικράτηση των εθνισμών –απέναντι στους οποίους οι μονάρχες αντιστάθηκαν όσο μπορούσαν– τέλος δε, μεσούντος του 19ου αιώνα, ο θρίαμβος του εθνικισμού, μετέτρεψε τους βασιλείς σε εθνικούς ηγέτες, ένθερμους υπερασπιστές των «δικαίων» της νέας πατρίδας τους, κάτι που δυνάμει τούς έφερνε ή θα τους έφερνε στο μέλλον αντιμέτωπους με άλλους βασιλείς, παρά τους φιλικούς, συχνά δε στενότατους συγγενικούς δεσμούς που τους ένωναν: στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Γεώργιος Ε΄ της Μεγάλης Βρετανίας ήταν πρώτος εξάδελφος του Νικολάου Β΄ της Ρωσίας και του Κωνσταντίνου Α΄ της Ελλάδος. Η μητέρα του Κάιζερ, γνωστή ως αυτοκράτειρα Φρειδερίκου, ήταν η πρωτότοκη κόρη της βασίλισσας Βικτωρίας: έτσι ο Γουλιέλμος Β΄ ήταν επίσης πρώτος εξάδελφος του Άγγλου βασιλιά. Χάρη ωστόσο στον κοσμοπολιτισμό που τους χάριζε η δυναστική παράδοση αιώνων, χάρη επίσης στις στενές μεταξύ τους συγγενικές σχέσεις, οι βασιλείς, συγκριτικά με τους περισσότερους πολιτικούς ηγέτες της χώρας τους, διέθεταν ευρύτερο πεδίο οράσεως και αντίληψης των πραγμάτων, την ώρα δε της κρίσης επέδειξαν στάση λιγότερο εμπαθή, ενίοτε μάλιστα και διάθεση διαλλαγής. Παράδειγμα ανάμεσα σε πολλά, η in extremis ανταλλαγή τηλεγραφημάτων του Willy στον Nicky (από τον Γουλιέλμο Β΄ στον Νικόλαο Β΄) τις κρίσιμες ημέρες μεταξύ 29/7 και 1/8/1914, καθώς επίσης οι προσπάθειες τερματισμού του πολέμου το 1917, που όλες προήλθαν είτε από μονάρχες είτε από το Βατικανό.
Δεσμοί αίματος
Στο ξεκίνημα της ελληνικής βασιλικής δυναστείας, η αδελφή του Γεωργίου Α΄ Αλεξάνδρα ήταν ήδη η σύζυγος του τότε διαδόχου του βρετανικού θρόνου, του μετέπειτα Εδουάρδου Ζ΄. Το 1889, ο διάδοχος Κωνσταντίνος νυμφεύθηκε τη Σοφία της Πρωσίας, της οποίας η μητέρα ήταν κόρη της βασίλισσας Βικτωρίας, ο δε νεότερος αδελφός του Ανδρέας νυμφεύθηκε το 1903 την Αγγλίδα πριγκίπισσα Αλίκη του Μπάττενμπεργκ, εγγονή της Βικτωρίας από τη μητέρα της. Το 1934, η Μαρίνα, κόρη του βασιλόπαιδος Νικολάου –τριτότοκου γιου του Γεωργίου Α΄–, παντρεύτηκε τον Γεώργιο, δούκα του Κεντ, νεότερο αδελφό του μετέπειτα Γεωργίου ΣΤ΄, πατέρα της Ελισάβετ, γάμος που για πολλούς υπήρξε ένας προάγγελος της Παλινόρθωσης. Το 1938, ο διάδοχος Παύλος παντρεύτηκε τη Φρειδερίκη, που εκτός του τίτλου της πριγκίπισσας του Ανοβέρου, έφερε και εκείνον της πριγκίπισσας της Μ. Βρετανίας (και της Ιρλανδίας), επί της οποίας από του έτους 1714 βασιλεύει ο οίκος του Ανοβέρου, μεταλλαχθείς το 1840 σε οίκο του Saxe-Coburg-Gotha και μετονομασθείς το 1917, επί το αγγλικόν, σε οίκο του Winsdor. Όπως είπε, βάζοντάς τον στη θέση του, το 1947 η βασίλισσα Φρειδερίκη στον Τσόρτσιλ που της προσήψε τη γερμανική της καταγωγή, αν στην Αγγλία ίσχυε πλήρως ο «σαλικός νόμος» (νόμος φεουδαρχικής προέλευσης που απαγόρευε την ανάρρηση στον θρόνο στις γυναίκες), τότε βασιλιάς της Αγγλίας θα ήταν ο πατέρας της…* Τέλος, το 1947, η διάδοχος του βρετανικού θρόνου Ελισάβετ παντρεύτηκε τον πρίγκιπα της Ελλάδος Φίλιππο, γιο του Ανδρέα: ο βασιλιάς Παύλος ήταν πρώτος εξάδελφος του Φιλίππου.
Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ήταν αυτό που αποκάλεσα αθόρυβη έλξη και επιρροή. Που κατ’ αρχάς περνούσε σε κάθε γενιά της βασιλικής οικογένειας μέσω της γλώσσας, καθώς όλες οι βασίλισσες επικοινωνούσαν με τα παιδιά τους κυρίως στα αγγλικά. Αγγλίδες επίσης ήσαν οι κύριες γκουβερνάντες και παιδαγωγοί των Ελληνίδων πριγκιπισσών. Στις αρχές του 20ού αιώνα η Σοφία, προτού γίνει βασίλισσα, παραθέριζε επί σειρά ετών με τα παιδιά της στις αγγλικές λουτροπόλεις Seaford και αργότερα Eastbourne (ενίοτε τη συντρόφευε για λίγο και ο Κωνσταντίνος), επιλογές για τις οποίες οι πάντες απορούσαν, καθώς δεν επρόκειτο για κοσμικά θέρετρα. Ο Γεώργιος Β΄, αποφεύγοντας όλο και πιο πολύ το ανυπόφορο γι’ αυτόν Βουκουρέστι και την ανεκδιήγητη Ρουμάνα σύζυγό του, επέλεξε το Λονδίνο ως μόνιμο άχρι καιρού τόπο κατοικίας του. Αγγλίδα επίσης ήταν η εκλεκτή της καρδιάς του Joyce Britain- Jones, την οποία γνώρισε όντας προσκεκλημένος του αντιβασιλέως των Ινδιών, στην Ινδία το 1934. Επιστρέφοντας στην Ελλάδα, θα δεξιωθεί στο Καστέλο Μπιμπέλι στην Κέρκυρα, το καλοκαίρι του 1937, τον Εδουάρδο Η΄ και τη Γουάλις Σίμπσον, που ήσαν σε κρουαζιέρα ανά τη Μεσόγειο, και στο Τατόι, την ίδια περίοδο, θα δώσει αγγλική μορφή στα κτίρια που ανέπλασε ή που εκ βάθρων ανήγειρε αντικαθιστώντας άλλα παλαιότερα… Στον Μεσοπόλεμο επίσης, ο Παύλος θα εργαστεί στην Αγγλία σε εργοστάσιο αεροπλάνων. Η Φρειδερίκη φοίτησε σε αγγλικό κολέγιο, το North Foreland Lodge, στο Κεντ, που η βασίλισσα Μαίρη συνέστησε στον πατέρα της, και εν συνεχεία σε άλλο επίσης αγγλόφωνο εκπαιδευτικό ίδρυμα στη Φλωρεντία. Είναι δε έκδηλη στο ημερολόγιό του η απελπισία του Σεφέρη, που ως πρέσβης τότε της Ελλάδος στο Λονδίνο και μετά την υπογραφή της συνθήκης ανεξαρτησίας της Κύπρου (1/10/1960), άλλο δεν έκανε από το να τρέχει κάθε τόσο στο αεροδρόμιο για να υποδεχθεί ή να ξεπροβοδίσει μέλη της ελληνικής βασιλικής οικογένειας που έρχονταν ανεπίσημα στη βρετανική πρωτεύουσα για να συναντήσουν φίλους και συγγενείς, να πάνε στο θέατρο και στον κινηματογράφο, να επισκεφθούν καταστήματα και εκθέσεις, να λάβουν μέρος σε ιστιοπλοϊκούς αγώνες: ήταν χαρές τις οποίες επί πολλά χρόνια είχαν στερηθεί λόγω του Κυπριακού, όταν δηλαδή η Ελλάδα και η Αγγλία ευρίσκοντο σε αντίπαλα στρατόπεδα. Η επίσημη επισφράγιση της πλήρους αποκαταστάσεως των σχέσεων ήταν η για άλλους λόγους πολύκροτη επίσκεψη του ελληνικού βασιλικού ζεύγους στην Αγγλία, τον Ιούλιο του 1963.
Δοκιμασίες
Είχαν ποτέ οι σχέσεις αυτές, έξω από την περίπτωση του Κυπριακού, δοκιμαστεί σοβαρά; Ναι, δίχως άλλο την περίοδο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου, καθώς όλα τα μέλη της αγγλικής βασιλικής οικογένειας, πλην της βασίλισσας Αλεξάνδρας, μητέρας του Γεωργίου Ε΄, δίνουν πίστη στην εκδοχή της βενιζελικής και γαλλικής προπαγάνδας ως προς τη στάση του βασιλέως Κωνσταντίνου στην παγκόσμια σύρραξη. Η στάση τους σκληραίνει από την εποχή που μετά την αγγλική πανωλεθρία στα Δαρδανέλλια, τη σκυτάλη στα πράγματα της «Ανατολής» ανέλαβε η ρεπουμπλικανική Γαλλία. Με αποτέλεσμα ο βασιλόπαις Ανδρέας, επισκεπτόμενος κατ’ εντολήν του Κωνσταντίνου το 1916 το Λονδίνο για να παρουσιάσει στους Άγγλους ιθύνοντες την κατάσταση στην Ελλάδα και τις προθέσεις του αδελφού του, τις οποίες πλήρως διέστρεφε η ανταντική προπαγάνδα (την ίδια αποστολή επωμίσθηκαν ο μεν βασιλόπαις Νικόλαος, του οποίου η γυναίκα ήταν Ρωσίδα, έναντι του τσάρου Νικολάου Β΄, ο δε βασιλόπαις Γεώργιος, του οποίου η γυναίκα ήταν Γαλλίδα, έναντι του Ραϋμόνδου Πουανκαρέ), να προσκρούσει σε τείχος αδιαλλαξίας, ακατανοησίας και εχθρότητας.
Ακολουθώντας καθ’ όλη εκείνη την περίοδο τη γαλλική πολιτική ως προς τα ελληνικά πράγματα, η Αγγλία χαρακτήρισε ανεπιθύμητα στο έδαφός της τα μέλη της εξόριστης στην Ελβετία βασιλικής οικογένειας, συμπεριλαμβανομένης της βασίλισσας Όλγας, ενώ οι διπλωματικοί της εκπρόσωποι στις ελβετικές πόλεις αναλίσκονταν στην προσπάθεια του κοινωνικού αποκλεισμού της, επιπλήττοντας και απειλώντας τους συμπατριώτες τους που τυχόν την πλησίαζαν και προσπαθώντας να απομακρύνουν από την υπηρεσία της ακόμη και τις Αγγλίδες γκουβερνάντες των πριγκιπισσών… Ήταν ακριβώς η περίοδος που ο Ελευθέριος Βενιζέλος έκανε τη σκέψη να αντικαταστήσει τη δυναστεία με άλλη αγγλικής προελεύσεως, παραβλέποντας το γεγονός πως οι παλιές «Προστάτιδες» Δυνάμεις, τις οποίες αυτός είχε αναγάγει πρόσφατα σε κηδεμόνες της Ελλάδος, είχαν αποκλείσει το 1830 οριστικά τέτοιο ενδεχόμενο.
Δύο χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου, η Μ. Βρετανία αρνείται να αναγνωρίσει το αποτέλεσμα του ελληνικού δημοψηφίσματος και επομένως τον Κωνσταντίνο ως βασιλιά των Ελλήνων: ο αγγλικός στόλος της Μεσογείου λαμβάνει την εντολή να απομακρυνθεί από την πορεία του θωρηκτού Αβέρωφ, που από τη Βενετία έφερνε τον Κωνσταντίνο πίσω στην Ελλάδα, για να μη χρειαστεί ούτε να τον χαιρετίσει, αλλ’ ούτε και να τον προσβάλει μη αποδίδοντας τιμές. Στον γάμο δε στην Αθήνα, τον Μάρτιο του 1921, της πριγκίπισσας Ελένης με τον διάδοχο του ρουμανικού θρόνου Κάρολο, ο Άγγλος πρεσβευτής αγνοεί επιδεικτικά το ελληνικό βασιλικό ζεύγος…
Σε όλη τη μικρασιατική περιπέτεια που κατέληξε στην Καταστροφή, ο ρόλος της Αγγλίας υπήρξε καθοριστικός και μοιραίος. Φοβούμενη τα χειρότερα για τους ανθρώπους εκείνους των οποίων το κύριο φταίξιμο ήταν ότι είχαν συμμορφωθεί στις συστάσεις της, αποστέλλει κατεπειγόντως στην Αθήνα τον πλοίαρχο Τάλμποτ, ο οποίος, αποτυγχάνοντας να γλιτώσει τους Έξι από το απόσπασμα (πράγμα που οδήγησε εκ μέρους της Αγγλίας στη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων και στην ανάκληση του Άγγλου πρεσβευτή), κυριολεκτικά απάγει τον βασιλόπαιδα Ανδρέα και τον επιβιβάζει στο πολεμικό με το οποίο είχε έλθει στην Ελλάδα. Το οποίο, περνώντας από την Κέρκυρα, παραλαμβάνει την πριγκίπισσα Αλίκη με τις κόρες της, καθώς και τον Φίλιππο, που είχε γεννηθεί στο Μον Ρεπό, βρέφος τότε μόλις δεκαεπτά μηνών. Θυμίζω επίσης στον αναγνώστη ότι και το 1897, τη στιγμή της μέγιστης όσο και άδικης καταφοράς της κοινής γνώμης κατά της Δυναστείας, η Αγγλία είχε αποστείλει στον Πειραιά, διά παν ενδεχόμενον, το πολεμικό Νείλος. Η αγγλική παρέμβαση τότε (προκαλούμενη από την Αλεξάνδρα της Ουαλίας και την αυτοκράτειρα Φρειδερίκου, την οποία εκλιπαρούσε από την Αθήνα ανάστατη η κόρη της Σοφία για να μεσολαβήσει στη βασίλισσα Βικτωρία), καθώς και η ρωσική –λόγω Όλγας– παρέμβαση σταμάτησαν την οθωμανική προέλαση προς την Αθήνα, την οποία σθεναρώς υποστήριζε ο Κάιζερ.
Η δεύτερη στιγμή δοκιμασίας ξεκίνησε την 29η προς 30ή Δεκεμβρίου 1944, όταν σε σχεδόν ολονύχτια συζήτηση ο Τσόρτσιλ, που μόλις είχε επιστρέψει στο Λονδίνο από την Αθήνα όπου εμαίνοντο τα Δεκεμβριανά, βιαίως και ασκώντας ωμό εκβιασμό, απέσπασε από τον Γεώργιο Β΄ –παρά τον σεβασμό που του ενέπνεε ο Έλληνας βασιλιάς– τη συναίνεσή του στον διορισμό του αρχιεπισκόπου Αθηνών Δαμασκηνού ως αντιβασιλέως. Στους επόμενους μήνες, κυρίως μετά την επικράτηση των Εργατικών στις εκλογές, ο Γεώργιος Β΄ δεν ήταν πια φιλοξενούμενος της Αγγλίας, ήταν αιχμάλωτός της, εφόσον η αστυνομία και οι μυστικές υπηρεσίες είχαν διαταχθεί να τον επιτηρούν στενά, μήπως και αποδράσει και επιστρέψει κρυφά στην Ελλάδα. Την ίδια ώρα η αγγλική πολιτική έπαιρνε στροφή προς την επ’ αόριστον αναβολή ή και τη ματαίωση του δημοψηφίσματος που θα αποφάσιζε για την επιστροφή του βασιλέως και τη μορφή του πολιτεύματος… Όλα δε αυτά συνέβαιναν εκ μέρους της Αγγλίας εναντίον του ανθρώπου που ουσιαστικά είχε διαδεχθεί τον Ελευθέριο Βενιζέλο ως ο κατ’ εξοχήν εκλεκτός της στα ελληνικά πράγματα, θέση που ο Βενιζέλος κατείχε από την κρητική ήδη φάση της πολιτικής σταδιοδρομίας του έως τουλάχιστον το 1922 και ο Γεώργιος από την Παλινόρθωση έως τη δραματική εκείνη ολονύχτια σύγκρουση του τέλους του 1944.
Πόσα γνώριζε η Ελισάβετ;
Αλλά ας επιστρέψουμε στην Ελισάβετ. Πόσα από τα παραπάνω γνώριζε η βασίλισσα; Σίγουρα λίγα, από ιστορίες που άκουγε γύρω της, όπως συμβαίνει σε μια οικογένεια που μιλάει για συγγενείς που ζουν μακριά. Σίγουρα επίσης θα είχε συναντήσει αρκετές φορές στα παιδικά, καθώς και στα πρώτα νεανικά της χρόνια τον Γεώργιο Β΄ και –μολονότι λιγότερο συχνά– τον αδελφό του Παύλο, ως προσκαλεσμένους των γονέων της. Ο Φίλιππος λίγα επίσης θα μπορούσε να της έχει πει για τις ελληνικές οικογενειακές ρίζες του, καθότι η επαφή με τον πατέρα του ήταν ελάχιστη και σπανίως έβλεπε τη μητέρα του, που παρέμεινε στην Αθήνα στη διάρκεια της Κατοχής και έως το απριλιανό πραξικόπημα. Το υποστηρικτικό ενδιαφέρον του δούκα του Εδιμβούργου για το Οικουμενικό Πατριαρχείο, μέσω κυρίως του φιλοπεριβαλλοντικού κινήματος, ίσως έμμεσα υποδηλώνει μια θετική σχέση προς τη γενέτειρά του, σχέση που η αγάπη του γιου του, πρίγκιπα Καρόλου, για την Ελλάδα καθιστά σχεδόν προφανή…
Δεν αγνοούμε την επίσημη στάση της Ελισάβετ ως συνταγματικής βασίλισσας υποχρεωμένης να στοιχηθεί στη γραμμή της κυβερνήσεώς της για το Κυπριακό, εξαιτίας του οποίου δοκιμάστηκαν οι σχέσεις με τους Έλληνες συγγενείς και με την Ελλάδα. Αγνοούμε ωστόσο τις μύχιες σκέψεις της. Στο «επεισόδιο Αμπατιέλου»** τον Απρίλιο του 1963, η στάση της ήταν άψογη. Εξέφρασε στο ελληνικό βασιλικό ζεύγος τη θλίψη της για το δυσάρεστο συμβάν, κάτι που η αγγλική κυβέρνηση δεν έπραξε παρά μόνο υποτονικά, μολονότι ήταν αυτή που σε μεγάλο βαθμό έφερε την ευθύνη. Αργότερα δε, όταν αυτοεξόριστη λόγω της χούντας και στη συνέχεια έκπτωτη, η ελληνική βασιλική οικογένεια επέλεξε να εγκατασταθεί στο Λονδίνο –πρωτεύουσα με πολυάριθμη και εύρωστη ελληνική παροικία–, η βασίλισσα Ελισάβετ τής συμπαραστάθηκε και τίμησε με την παρουσία της όλες τις μεγάλες οικογενειακές της στιγμές, όπως τους γάμους και τα βαφτίσια πριγκίπων, αλλά και σημαντικές επετείους γενεθλίων, που τελέσθηκαν ή γιορτάστηκαν στην αγγλική πρωτεύουσα.
Η μοναδική επίσκεψη
Στην Ελλάδα ωστόσο η Ελισάβετ δεν ήλθε παρά μία φορά, ανεπίσημα, και μόνο στην περιοχή των Αθηνών: από το πρωί της 6ης έως το βράδυ της 11ης Δεκεμβρίου 1950. Την εικοσιτετράχρονη διάδοχο του βρετανικού θρόνου μετέφερε από τη Μάλτα το πολεμικό Surprise, το οποίο συνόδευε η φρεγάτα Magpie με κυβερνήτη τον Φίλιππο. Είχε λιακάδα. Στη μικρή αποβάθρα του τότε Τουρκολίμανου, τους υποδέχθηκαν ο Παύλος και η Φρειδερίκη. Ο βασιλιάς, δίπλα στον οποίο κάθισε η Ελισάβετ, οδηγούσε το ντεκαποτάμπλ αυτοκίνητό του ο ίδιος. Στο πίσω κάθισμα κάθισαν η Φρειδερίκη και ο Φίλιππος. Οι εικόνες του ελληνικού εκείνου εξαημέρου στα μάτια της πριγκίπισσας διαδέχθηκαν η μία την άλλη σαν αστραπή: ο φαληρικός όρμος στον οποίο έριξαν άγκυρα τα δύο πολεμικά, το Τατόι, όπου φιλοξενήθηκε με τον άνδρα της κι όπου στο βασιλικό κοιμητήρι είναι θαμμένος ο πεθερός της, τα ανάκτορα και η βρετανική πρεσβεία, η πλατεία Συντάγματος – περιβαλλόμενη τότε ακόμη από νεοκλασικά μέγαρα– και όπου το πριγκιπικό ζεύγος κατέθεσε στέφανο στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, η πομπή στους αθηναϊκούς δρόμους με ανοιχτά αυτοκίνητα εν μέσω πυκνού πλήθους που επευφημούσε –ωστόσο δεν έλειψαν φωνές «Ζήτω η Ένωσις!» εναντίον της αγγλικής κατοχής της Κύπρου–, η τελετή ανακηρύξεως της Ελισάβετ σε επίτιμη δημότη Αθηναίων στο δημαρχείο, η άνοδος στην Ακρόπολη, το γεύμα στο Χαρβάτι (Παλλήνη), στην έπαυλη του Δ. Λεβίδη, μεγάλου αυλάρχη, η επίσκεψη στο εκκλησάκι των Αγίων Ελισάβετ και Φιλίππου στη Νίκαια, χτισμένο από τον εκεί δήμαρχο την εποχή του γάμου της Ελισάβετ με τον Φίλιππο, και τέλος η επιστροφή στην ακτή της Καστέλλας και η επιβίβαση στα πολεμικά… Τα προσωπικά της φωτογραφικά λευκώματα, στα οποία θησαυρίζονται κάποια στιγμιότυπα από τη σύντομη και μοναδική εκείνη επίσκεψη της Ελισάβετ στην Ελλάδα, βρίσκονται ακόμη στα χέρια της και δεν θα κατατεθούν στο βασιλικό φωτογραφικό αρχείο στο κάστρο του Oυίνδσορ παρά μόνο όταν η ίδια θα έχει γίνει παρελθόν.
Από την αρχή της πανδημίας η βασίλισσα απευθύνθηκε επίσημα στον λαό της δύο φορές. Για να συμμεριστεί το πένθος εκείνων που θρηνούσαν νεκρούς, για να τιμήσει εκείνους που μοχθούσαν στην περίθαλψη των ασθενών και για να ενσταλάξει κουράγιο και υπομονή στους πάντες, θυμίζοντάς τους την αδάμαστη στάση των Βρετανών τη στιγμή της μεγάλης δοκιμασίας στο Blitz – μάρτυς της οποίας υπήρξε και η ίδια. Ολόκληρη η υφήλιος την παρακολούθησε με συγκίνηση. Ολόκληρη η υφήλιος την είδε επίσης, κυρτή από το γήρας και εύθραυστη φιγούρα ντυμένη στα μαύρα, με την προστατευτική μάσκα να καλύπτει το μισό της πρόσωπο, να κάθεται συντετριμμένη, αξιοπρεπής, ολομόναχη στα υψηλά έδρανα του βασιλικού παρεκκλησίου του Ουίνδσορ, στην κηδεία του Φιλίππου. Ολόκληρη η υφήλιος επίσης πρόσφατα άκουσε το στοργικό χριστουγεννιάτικο μήνυμά της, γεμάτο πίστη, παρηγοριά, δύναμη και ελπίδα. Και δεν είναι λίγοι εκείνοι που, βλέποντάς τη στην οθόνη, από το βάθος της καρδιάς τους ευχήθηκαν: Ο Θεός σώζοι τη βασίλισσα!•
*Αν ίσχυε πλήρως στην Αγγλία ο σαλικός νόμος, τότε μετά τον θάνατο του Γουλιέλμου Δ΄, το 1837, αρχηγός του κράτους δεν θα γινόταν η Βικτωρία, κόρη του δούκα του Κεντ, αλλά ο νεότερος αδελφός του Κεντ, δούκας του Κούμπερλαντ, στον οποίο τελικά δόθηκε το βασίλειο του Ανοβέρου.
Η Φρειδερίκη ήταν η τετράκις εγγονή του.
** Ευρισκόμενη η βασίλισσα Φρειδερίκη στο Λονδίνο για να παραστεί στον γάμο της πριγκίπισσας Αλεξάνδρας, κόρης της Μαρίνας του Κεντ, απειλήθηκε στον δρόμο, κοντά στο ξενοδοχείο όπου διέμενε, από πλήθος αριστερών διαδηλωτών, επικεφαλής των οποίων ήταν η Αγγλίδα σύζυγος του πολιτικού κρατουμένου Αντώνη Αμπατιέλου, ως να έφερε η Φρειδερίκη την ευθύνη της φυλάκισής του. Η προστασία της βασίλισσας εκ μέρους των αγγλικών αρχών υπήρξε εξαιρετικά ανεπαρκής, παρά τη βεβαιότητα πρόκλησης επεισοδίων.
Ο κ. Κώστας Μ. Σταματόπουλος είναι ιστορικός, αντιπρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Περιβάλλοντος και Πολιτισμού.