Βορειοανατολικά της Ακρόπολης, επί της οδού Πρυτανείου, στην περιοχή Αναφιώτικα, στην Πλάκα, βρίσκεται ένα ιστορικό εκκλησάκι.
Πρόκειται για τον ναό του Αγίου Νικολάου Ραγκαβά, ο οποίος στηρίζεται στους πρόποδες του βράχου της Ακρόπολης και αγναντεύει το λόφο του Λυκαβηττού.
Θεωρείται ένα από τα πιο αξιόλογα βυζαντινά μνημεία της πόλης των Αθηνών, καθώς και το κέντρο της γειτονιάς που αναπτύχθηκε γύρω από τον ναό. Εξάλλου η κοντινή προς αυτόν είσοδος του αμυντικού τείχους έχει λάβει το όνομα «η Πύλη του Ραγκαβά».
Ο ναός χρονολογείται στο πρώτο μισό του 11ου αιώνα και αρχικά ήταν ιδιωτικός. Στη συνέχεια, όμως, έγινε και παραμένει μέχρι τις μέρες μας ενοριακός ναός. Ανηγέρθη από την αυτοκρατορική οικογένεια του Μιχαήλ Ραγκαβά Α΄, σπουδαία βυζαντινή οικογένεια στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη, από την οποία πήρε και το όνομα του.
Τον 19ο αιώνα πραγματοποιήθηκε η δυτική επέκταση του ναού, με την προσθήκη νάρθηκα και κωδωνοστασίου, που αλλοίωσε την αρχική μορφή του μνημείου. Ο ναός απέκτησε τη σημερινή του μορφή μετά από εργασίες συντήρησης που έλαβαν χώρα το 1979-1980, κατά τις οποίες αποκαλύφθηκαν αρκετά στοιχεία, όπως ο τρούλος, η οροφή και η βόρεια πλευρά.
Το ιδιαίτερο με τον συγκεκριμένο ναό το αντικρίζετε μόλις περάσετε την είσοδο και περάσετε στο εσωτερικό του. Εκεί υπάρχει μια καμπάνα που διατηρείται σε αυτό το σημείο λόγω της μεγάλης ιστορικής της αξίας.
Κατά την περίοδο του Οθωμανικού ζυγού η χρήση καμπανών απαγορευόταν με διάταγμα.
Στις 24 Μαΐου 1833, ὅταν τὰ οθωμανικὰ στρατεύματα παρέδωσαν τὸ φρούριο της Ακρόπολης, ταυτόχρονα μὲ την ανύψωση της ελληνικής σημαίας χτύπησε και αυτή η καμπάνα, πού βρισκόταν σὲ κρύπτη.
Μετὰ την απελευθέρωση του ἑλληνικου έθνους καταργήθηκαν τὰ ξύλινα σήμαντρα, και ἡ εκκλησία του Αγίου Νικολάου ήταν η πρώτη, στην οποία επετράπη να χρησιμοποιήσει καμπάνα. Στις 13 Δεκεμβρίου 1834 ἡ κυβέρνηση μεταφέρθηκε ἀπὸ τὸ Ναύπλιο στην Αθήνα και την ίδια μέρα ενθρονίστηκε ο Όθωνας, οπότε χτύπησε και πάλι ἡ καμπάνα.
Η καμπάνα είναι κατασκευασμένη στην Κινέτα της Ιταλίας και, όπως γράφει στα λατινικά, είναι «έργο Ἀλεξάνδρου και αδελφού, της πόλης Κινέτα». Ἔχει ανάγλυφο τον Εσταυρωμένο, τον Απόστολο Παύλο και τη Θεοτόκο Βρεφοκρατούσα με κρίνο στο χέρι.
Η καμπάνα ήταν επίσης ἡ πρώτη που σήμανε την απελευθέρωση της Ἀθήνας ἀπὸ τους Γερμανούς στις 12 Ὀκτωβρίου 1944 και κατὰ τη στιγμὴ της έπαρσης της ελληνικής σημαίας στην Ακρόπολη.
Κάθε χρόνο, στις 25 Μαρτίου, τελείται Δοξολογία στον ναό, και στο τέλος χτυπούν τὴν καμπάνα όλοι οἱ παρευρισκόμενοι, γιὰ νὰ ζωντανέψουν μὲ χαρά τὶς μέρες εκείνες της απελευθέρωσης ὅπου ἡ ίδια καμπάνα, μὲ τοὺς ίδιους αναλλοίωτους ήχους, σκόρπισε τὸ μήνυμα της ανάστασης του Γένους έπειτα απὸ 400 χρόνια δουλείας.