O Tάνταλος ήταν βασιλιάς της Φρυγίας. Οι γνώμες διίστανται όσον αφορά την καταγωγή του. Μητέρα του ήταν η Πλουτώ, όμως υπήρχαν αμφιβολίες για τον πατέρα του – άλλοι θεωρούσαν ότι ήταν ο Δίας και άλλοι ο Τμώλος.
Από μικρός ο Τάνταλος ήταν άπληστος. Θεωρούσε πως επειδή μητέρα του ήταν η Πλουτώ, δηλαδή η Αφθονία και ο παντοδύναμος Δίας, ήταν αντάξιος των θεών.
Όντας απερίσκεπτος, έκλεψε από τον Όλυμπο νέκταρ και αμβροσία και τη μετέφερε στα ανάκτορά του.
Παράλληλα, προσπάθησε να μεταδώσει πολλά από τα μυστικά και τις δυνάμεις των θεών στους ανθρώπους.
Προτού όμως γίνουν γνωστά αυτά, ο Τάνταλος διέπραξε κάτι ανήκουστο. Ήθελε να διαπιστώσει αν οι θεοί μπορούσαν να εξαπατηθούν.
Μην έχοντας φραγμό, έσφαξε τον πρωτότοκο γιο του Πέλοπα και τον προσέφερε ως γεύμα στους δώδεκα θεούς.
Λέγεται πως μόνο η θεά Δήμητρα, βυθισμένη στον πόνο για την απώλεια της κόρης της Περσεφόνης έφαγε τμήμα του ώμου του Πέλοπα.
Ο Δίας και οι υπόλοιποι θεοί αντιλήφθηκαν την αποτρόπαια πράξη του Τάνταλου.
Επανέφεραν τον άτυχο Πέλοπα στη ζωή και καταράστηκαν τον παιδοκτόνο και αλλαζόνα Τάνταλο, καταδικάζοντας τον σε αιώνιο μαρτύριο.
Σύμφωνα με τον Όμηρο, η καταδίκη του ήταν η εξής: αφού κεραυνοβολήθηκε από το Δία, στάλθηκε στον κάτω κόσμο και τοποθετήθηκε σε ένα λάκκο γεμάτο νερό, κάτω από δέντρα γεμάτα καρπούς, όπως ρόδια, ελιές, σύκα και μήλα.
Όταν πεινούσε και άπλωνε το χέρι να φτάσει ένα φρούτο, τα κλαδιά ανέβαιναν σε μεγαλύτερο ύψος και δεν μπορούσε να τα φτάσει. Όταν δε έσκυβε να πιει νερό, αυτό απομακρυνόταν από κοντά του, αφήνοντας τον αιωνίως διψασμένο.
Η θεία αυτή τιμωρία έχει μείνει γνωστή ως «το μαρτύριο του Ταντάλου».