Ένας χρησμός της Πυθίας αποτελούσε την σημαντικότερη πρόβλεψη για την έκβαση σημαντικών γεγονότων. Ήταν αδιανόητο για τους περισσότερους εηγέτες της εποχής να μην την συμβουλευτούν. Είτε ήταν βασιλείς ή στρατηγοί.
Οι χρησμοί μπορεί να αποδίδονταν με τρόπο λακωνικό και για κάποιους δυσνόητο αλλά κατάφερνε να επιβεβαιώνεται. Η Πυθία κατάφερε να προβλέψει ακόμα και το δικό της τέλος. Αυτοί είναι οι πιο διάσημοι χρησμοί:Ο Ιουλιανός ο Αποστάτης υπήρξε παγανιστής, ειδωλολάτρης και πολέμιος του Χριστιανισμού. Με αυτόν συνδέεται και ο τελευταίος χρησμός της Πυθίας. Προσπάθησε να επαναφέρει τα ήθη και έθιμα των αρχαίων Ελλήνων, αλλά κυρίως τα προνόμια του μαντείου για να μπορεί να παίρνει τους χρησμούς για τα θέματα που τον απασχολούσαν. Έτσι με απεσταλμένο τον έμπιστο γιατρό του Ορειβάσιο, θέλησε να μάθει από την Πυθία αν έκανε σωστά που αναβίωσε την αίγλη του μαντείου.
«Είπατε τω βασιλήι , χαμαί πέσε δαίδαλος αυλά, Ουκέτι Φοίβος έχει καλύβαν ου μαντίδα δάφνην, ου παγάν λαλεούσαν, απέσβετο και λάλον ύδωρ». Δηλαδή: «Πέστε του βασιλιά: γκρεμίστηκαν οι πλουμιστές αυλές εχάθη, δεν έχει ο Φοίβος πια καλύβι, ούτε προφητικιά έχει δάφνη μήτε πηγή που να λαλά και το μελητικό νερό βουβάθη» (μετάφραση Ν. Καζαντζάκη).
Η Πυθία με αυτόν τον τρόπο ανήγγειλε το δικό της τέλος αλλά και την πτώση όλων των παλιών θεών. Ο Ιουλιανός, σε λιγότερο από 20 μήνες έπεσε νεκρός, καθώς σε εχθροπραξία με τους Πέρσες το 363 μ.Χ. χτυπήθηκε πισώπλατα από το δόρυ στρατιώτη.
Φίλιππος Β’ της Μακεδονίας
Μόλις ο Φίλιππος Β’ είχε εδραιώσει τη θέση του στο βασίλειο της Μακεδονίας θέλησε να πάρει Δελφικό χρησμό. Με τον Γ’ Ιερό Πόλεμο, όταν οι Φωκείς άρπαξαν τα χρήματα του μαντείου και ο Φίλιππος θέλησε να επαναφέρει τη νομιμότητα οδηγώντας τα στρατεύματά του κατά των Φωκέων. Κατέφθασε με τους οπλίτες του στο Μαντείο των Δελφών ως ελευθερωτής, έχοντας σκοπό να αποκτήσει τον έλεγχο της Δελφικής Αμφικτιονίας.
Αργυρέαις λόγχαισι μάχου και πάντα κρατήσεις
«Να μάχεσαι με αργυρές λόγχες και θα κερδίσεις όλες τις μάχες» έλεγε ο χρησμός και ο Φίλιππος κατάλαβε σωστά πως η Πυθία δεν αναφερόταν στις λόγχες των στρατιωτών του, αλλά στα ασημένια νομίσματα που είχε μόλις κόψει, καλώντας τον ουσιαστικά να αποκτήσει οικονομική δύναμη παρά στρατιωτική υπεροχή. Τα ορυχεία ασημιού και χρυσού των γειτονικών βασιλείων όπως των Θασίων μπήκαν έτσι στο στόχαστρο του και σύντομα τα απέκτησε.
Ο βασιλιάς Γρίνος και η ίδρυση της Θήρας στη Βόρεια Αφρική
Η αποικία της Θήρας στη Βόρεια Αφρική ήταν ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά και θρησκευτικά κέντρα του ελληνικού κόσμου. Ο χρησμός του Απόλλωνα το 639 π.Χ. προς τον βασιλιά της Θήρας Γρίνο, όταν απευθύνθηκε στο Μαντείο των Δελφών για τα δεινά που έπλητταν το νησί του, τον κάλεσε να αποικήσει τη Λιβύη. Ο βασιλιάς όμως αρνήθηκε να το κάνει, λέγοντας πως είναι πολύ γέρος για τέτοιες περιπέτειες και έτσι αμέλησε τον χρησμό.
Η θεϊκή μήνη έπεσε σύντομα στη Θήρα μαστίζοντάς τη με επτά χρόνια ξηρασίας. Όταν ο Γρίνος απευθύνθηκε ξανά στους Δελφούς, η Πυθία του θύμισε τον παλιότερο χρησμό, πείθοντας έτσι τον Γρίνο να προχωρήσει στην εκστρατεία τόσο για την ανεύρεση της Λιβύης, όσο και την κατάκτησή της.
O θάνατος του Ομήρου
Σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία, ο Όμηρος επισκέφτηκε το μαντείο των Δελφών για να ρωτήσει την Πυθία ποιοι ήταν οι γονείς του και η καταγωγή του. Η Πυθία απάντησε με τον εξής χρησμό:
«Πατρίδα της μητέρας σου είναι η νήσος Ίος, η οποία θα σε δεχθεί όταν πεθάνεις, αλλά φυλάξου από το αίνιγμα των νεαρών παιδιών».
Ο ποιητής όμως παράκουσε τον χρησμό και ταξίδεψε μέχρι την Ίο. Εκεί είδε μερικά μικρά παιδιά που ψάρευαν στην ακτή. Τα ρώτησε τι έπιασαν και τα παιδιά του απάντησαν: «Όσσ’ έλομεν λιπόμεσθα, όσ’ ουχ έλομεν φερόμεσθα».
Δηλαδή, ότι πιάσουμε το αφήνουμε, ότι δεν πιάσουμε το φέρουμε μαζί μας. Τα παιδιά αναφέρονταν στις ψείρες. Όσες έβρισκαν, τις σκότωναν, αλλά όσες δεν έβρισκαν, τις έφεραν στο κεφάλι τους. Ο Όμηρος δεν κατάφερε να βρει την απάντηση, αλλά θυμήθηκε την προειδοποίηση της Πυθίας. Τρομοκρατήθηκε και απομακρύνθηκε γρήγορα. Ο δρόμος ήταν λασπωμένος και ο ποιητής στη βιασύνη του, γλίστρησε και έπεσε. Χτύπησε το κεφάλι του και πέθανε σχεδόν ακαριαία.
Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, ο Όμηρος πέθανε από τη στενοχώρια του που δεν έλυσε τον γρίφο, ενώ μία τρίτη εκδοχή λέει ότι ήταν ήδη βαριά άρρωστος και πήγε στην Ίο γιατί γνώριζε ότι θα πεθάνει. Βέβαια ο θάνατος του μεγάλου ποιητή δεν βασίζεται σε ιστορικές μελέτες, αλλά σε μύθους και παραδόσεις που κυκλοφορούσαν από στόμα σε στόμα. Ο Παυσανίας απλώς κατέγραψε μία λαϊκή αφήγηση.