7 Μαΐου 1946
Μέσα στα ερείπια της μεταπολεμικής Ιαπωνίας ιδρύεται η Tōkyō Tsūshin Kōgyō Kabushiki Kaisha, η εταιρεία που λίγα χρόνια αργότερα θα μετονομαστεί σε Sony και θα γίνει σύμβολο του ιαπωνικού οικονομικού θαύματος μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο άνθρωπος-κλειδί στην ιστορία της είναι ο Akio Morita. Ο μεγαλύτερος γιος ενός πλούσιου εμπόρου, γεννημένος στην κεντρική Ιαπωνία, ο Morita επρόκειτο να κληρονομήσει την επιχείρηση σόγιας και σάκε του πατέρα του. Όμως, σαν παιδί, προτιμούσε να «πειράζει» τον νέο φωνογράφο της οικογένειας παρά να μάθει τις τεχνικές απόσταξης του σάκε. Ο ενθουσιασμός του με τα ηλεκτρονικά τον έφερε στο Osaka Imperial University όπου σπούδασε φυσική, και όχι οικονομικά όπως ήθελε ο πατέρας του.
Σε ηλικία 25 ετών ιδρύει την Tōkyō Tsūshin Kōgyō Kabushiki Kaisha μαζί με τον τότε 38χρονο Ibuka Masaru.
Το όνομα Sony ήταν ιδέα του Morita, ο οποίος ήξερε καλά ότι η εταιρεία του δεν μπορούσε να επεκταθεί στο εξωτερικό με το όνομα Tōkyō Tsūshin Kōgyō ή με την ιαπωνική συντομογραφία του Tōtsūkō. Ήθελε κάτι που να μπορούν να προφέρουν και να θυμούνται εύκολα σε όλο τον κόσμο.
Έτσι, το 1958 η εταιρεία μετονομάζεται, με έμπνευση από την λατινική λέξη «sonus» που σημαίνει ήχος και τη φράση «sonny boy», που σύμφωνα με τον Morita συμβόλιζε την ζωντάνια της νιότης. Τον καιρό εκείνο, ήταν μία παράτολμη κίνηση, καθώς οι ιαπωνικές επιχειρήσεις δεν χρησιμοποιούσαν δυτικά ονόματα, με αποτέλεσμα αντιδράσεις να υπάρξουν ακόμα και μέσα στην εταιρεία. Όμως ο Morita ήταν μπροστά από τον καιρό του.
Από την πρώτη στιγμή, είδε ότι η εταιρεία του θα πρωταγωνιστούσε σε διεθνές επίπεδο, καταρρίπτοντας τη φήμη που είχε τα χρόνια εκείνα η Ιαπωνία, ως κατασκευάστρια φθηνών, κακής ποιότητας ηλεκτρονικών.
Η φιλοδοξία του φάνηκε από το 1955 ακόμα, όταν η εταιρεία έφτιαξε το δεύτερο ραδιόφωνο τρανζίστορ του κόσμου. Μία μεγάλη αμερικανική επιχείρηση ρολογιών της έδωσε παραγγελία για 100.000 κομμάτια, με τον Morita αρχικά να εντυπωσιάζεται. Όμως, ο ενθουσιασμός του ξεφούσκωσε όταν έμαθε τους όρους της συμφωνίας: Η Sony δεν θα πουλούσε τα ραδιόφωνα υπό το -άγνωστο τότε- brand name της, αλλά αυτά θα έπαιρναν το brand της αμερικανικής εταιρείας.
Ο Ibuka και η υπόλοιπη διοικητική ομάδα της Sony περίμεναν ότι η προσφορά θα γίνει δεκτή, όμως ο Morita την απέρριψε. Η αμερικανική εταιρεία κατέκρινε την απόφαση, επικαλούμενη την 50ετή ιστορία της. Όμως ο Morita της απάντησε: «Σε 50 χρόνια θα έχουμε κάνει το όνομα Sony εξίσου γνωστό με το δικό σας. Επομένως, όχι, ευχαριστούμε».
Πράγματι, έως το 1971, ο Morita είχε γίνει εξώφυλλο στο περιοδικό Time και γνωστός ως ο «Mr Sony», προσωποποιώντας την μεταπολεμική άνοδο της Ιαπωνίας.
Από τη δεκαετία του 1950 κιόλας, ο Morita έκανε εκατοντάδες ταξίδια στις ΗΠΑ, για να παρακολουθεί τις τεχνολογικές εξελίξεις, να ερευνά νέες αγορές και να έρχεται σε επαφή με τη δυτική κουλτούρα. Η εμπειρία αυτή δεν ήταν πάντα εύκολη, αφού λόγω γραφειοκρατικών περιορισμών, είχε μαζί του αρκετά χρήματα μόνο για να φθηνά ξενοδοχεία.
Όμως η Sony άνοιξε τη δική της έκθεση στην Fifth Avenue της Νέας Υόρκης το 1962, καθώς ο Morita πίστευε ότι η ζήτηση για τα προϊόντα της θα ενισχυόταν εάν είχε παρουσία στην αμερικανική μητρόπολη, την οποία επισκέπτονταν άνθρωποι από όλο τον κόσμο.
Και το 1963, μετακόμισε με την οικογένειά του στη Νέα Υόρκη, θέλοντας να ζήσει ανάμεσα στους Αμερικανούς, για να τους καταλάβει πραγματικά, παρότι την εποχή εκείνη, ήταν αδιανόητο για έναν αντιπρόεδρο μεγάλης ιαπωνικής επιχείρησης να ζει στο εξωτερικό.
Η γέννηση του Walkman
Ο ίδιος έλεγε ότι η μεγαλύτερη στιγμή της καριέρας του ήταν η εισαγωγή της Sony στο χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, το 1961, όμως στην πράξη, ο Morita «άγγιξε» τις ζωές εκατομμυρίων ανθρώπων σε όλο τον κόσμο μετά το 1978, με τη δημιουργία του Walkman.
Η ιστορία αυτού του θρυλικού προϊόντος ξεκίνησε όταν ο Ibuka ζήτησε από τους ανθρώπους της Sony να του φτιάξουν ένα φορητό κασετόφωνο, ώστε να μπορεί να ακούει τη μουσική του όταν πετούσε στο εξωτερικό για δουλειά.
Η ομάδα του τροποποίησε ένα προϊόν της Sony, μία συσκευή ηχογράφησης που ονομαζόταν Pressman, αφαιρώντας την λειτουργία της ηχογράφησης και προσθέτοντας stereo ήχο.
Όταν ο Ibuka έδωσε το καινούργιο του «παιχνίδι» στον Morita για να το δοκιμάσει, εκείνος εντυπωσιάστηκε από την ποιότητα του ήχου. Η διαίσθησή του του έλεγε ότι θα γινόταν μεγάλη επιτυχία. Και αμέσως έβαλε μπροστά την κυκλοφορία της νέας συσκευής.
Ακόμα και μέσα στην Sony, πολλοί αμφέβαλλαν ότι ένα κασετόφωνο που δεν μπορούσε να ηχογραφεί θα πουλούσε. Όμως ο Morita επέμεινε και το πρώτο Walkman έκανε τεράστια εμπορική επιτυχία τον Ιούλιο του 1979, όταν κυκλοφόρησε, κατακτώντας ολόκληρο τον κόσμο.
H Sony έβγαλε πάνω από 1.000 διαφορετικά μοντέλα Walkman και πούλησε περισσότερα από 420 εκατ. κομμάτια κατά τη διάρκεια τεσσάρων δεκαετιών. Συνέχισε να παράγει Walkman για κασέτες έως και το 2010, δηλαδή πολύ μετά την κυριαρχία του CD.
Βέβαια, κάποιες φορές, το ένστικτο του Morita δεν ήταν σωστό, όπως για παράδειγμα όταν θέλησε να αμφισβητήσει το VHS video με το Beta.
Και το 1989 προκάλεσε αντιδράσεις όταν συνυπέγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Η Ιαπωνία που μπορεί να πει όχι», με τον εθνικιστή Shintaro Ishihara.
Ένας άνθρωπος αστείρευτης ενέργειας, που άρχισε τις καταδύσεις και το θαλάσσιο σκι στην έκτη δεκαετία της ζωής του, έπαθε εγκεφαλικό το 1993, με αποτέλεσμα να καθηλωθεί σε αναπηρικό καροτσάκι. Ένα χρόνο αργότερα αποσύρθηκε από πρόεδρος της Sony. Πέθανε στις 3 Οκτωβρίου του 1999.