Ο Χένρι Μίλερ σε καμία περίπτωση δεν ήταν fun της Νέας Υόρκης, «αυτής της βρόμικης τρύπας στην οποία γεννήθηκα». Αρχικά στο Παρίσι ο τριαντάχρονος Μίλερ βρήκε τον εαυτό του και το συγγραφικό του ύφος, απελευθερωμένος από ηθικούς φραγμούς και συμβάσεις. «Κάθε φορά που σπάει ένα ταμπού, συμβαίνει κάτι καλό, κάτι που σε ανανεώνει» δήλωνε ο συγγραφέας στο Paris Review, το οποίο τον αποθέωνε με χαρακτηρισμούς όπως «θρύλος» και «λαϊκός ήρωας».
Η πατρίδα του είδε ωστόσο τα πράγματα αλλιώς και για δεκαετίες απαγόρευσε την κυκλοφορία των έργων του, λόγω του υπερβολικού σεξ και της ελευθεροστομίας. Αυτό άλλαξε για πρώτη φορά με δικαστική απόφαση στα μέσα της δεκαετίας του '60. Τη Δευτέρα 26 Δεκεμβρίου ο Μίλερ, ο οποίος πέθανε το 1980, θα γινόταν 125 ετών, αλλά ακόμα και τώρα χαίρει μεγαλύτερης εκτιμήσεως στην Ευρώπη παρά στην πατρίδα του.
Ο αγαπημένος των Ευρωπαίων
«Στην Αμερική απουσιάζει από πολλές ανθολογίες αλλά και από τη διδασκαλία στα σχολεία» παρατηρεί ο Έρικ Λίμαν, καθηγητής Λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο του Μπρίτζπορτ στο Κονέκτικατ. Ωστόσο στην Ευρώπη τα πράγματα είναι αλλιώς. Όπως έλεγε ο ίδιος ο συγγραφέας, είχε πάντα καλύτερες σχέσεις με τους Ευρωπαίους: «Μπορούσα να συνομιλώ καλύτερα μαζί τους, να τους εκφράζω τις σκέψεις μου και να γίνομαι κατανοητός».
Οι γονείς του Μίλερ ήταν Γερμανοί που μετανάστευσαν στη Νέα Υόρκη. «Κατά μία έννοια ο Μίλερ είναι πολύ Γερμανός» έγραψε κάποτε ο αμερικανός ποιητής Καρλ Σαπίρο. «Συχνά σκέπτομαι ότι οι Γερμανοί είναι οι καλύτεροι Αμερικανοί, ακόμη κι όταν είναι οι χειρότεροι Γερμανοί. Ο Μίλερ μπορούσε να κατανοήσει ό,τι γερμανικό υπήρχε μέσα σε εκείνον και μέσα στην Αμερική».
Μετά το σχολείο, αντί να σπουδάσει έκανε διάφορες ευκαιριακές δουλειές και γνώρισε πολλές γυναίκες. Η πρώτη ερωμένη του ήταν μία γυναίκα η οποία θα μπορούσε να είναι μητέρα του. Η δεύτερη γυναίκα του, η χορεύτρια Τζουν Έντιθ Σμιθ, του είπε να παρατήσει τις δουλειές και να αναζητήσει την τύχη του στο Παρίσι ως συγγραφέας. Στην τριλογία του Η ρόδινη σταύρωση, η οποία αποτελείται από τα έργα, Sexus (1949), Plexus (1955) και Nexus (1960), η γυναίκα αυτή έχει το όνομα Τζουν Μόνα και είναι η σύντροφός του.
Εντυπώσεις από την Ελλάδα
Νωρίτερα ο Μίλερ είχε ολοκληρώσει Τον Τροπικό του Καρκίνου, ένα αριστούργημα με το οποίο σπάει τους ηθικούς φραγμούς, έργο το οποίο πολλοί μελετητές θεωρούν ως το καλύτερό του. Ωστόσο ο ίδιος ο Μίλερ προτιμούσε τις εντυπώσεις του από την Ελλάδα, το βιβλίο Ο Κολοσσός του Μαρουσιού (ο τίτλος είναι εμπνευσμένος από τον κριτικό Γιώργο Κατσίμπαλη), το οποίο σύμφωνα με τον Λίμαν είναι «ίσως η καλύτερη ταξιδιωτική ιστορία όλων των εποχών».
Από το Παρίσι, όπου εργάστηκε επίσης ως ζωγράφος, ο Μίλερ πήγε στην Ελλάδα και από εκεί επέστρεψε στην πατρίδα του, αν και αυτή τη φορά στη δυτική ακτή. Γύρισε στις όμορφες ακτές τις Καλιφόρνιας και ξαναπαντρεύτηκε στα 75 του με τη μόλις 27 ετών μουσικό της τζαζ Χόκι Τοκούντα, με την οποία θα ζήσει μέχρι τον θάνατό του στα 88 του χρόνια.
Μετά από περίπου μισό αιώνα λογοκρισίας στις ΗΠΑ, τα βιβλία του σήμερα βρίσκονται στα ράφια των βιβλιοπωλείων και των δημόσιων βιβλιοθηκών. Όπως αναφέρει ο καθηγητής Μάρτιν Σούλτζε «ο Μίλερ δεν είναι πια τόσο γνωστός όσο στα μέσα της δεκαετίας του ’20. Αλλά έχει πάντα ένα αξιόλογο κοινό και έχει διαβαστεί από γενιές ολόκληρες. Τα έργα του δεν πρόκειται ποτέ να εξαφανιστούν και για τον επιπλέον λόγο ότι κατέχουν μία ξεχωριστή θέση στην ιστορία της λογοκρισίας».
Ο Μίλερ έχει εμπνεύσει άλλους συγγραφείς τόσο με την αντίστασή του απέναντι στις συμβάσεις και την ηθική, όσο και με το ότι έγραφε ανοιχτά για το σεξ. Ωστόσο η τόλμη των βιβλίων του δεν σοκάρει μάλλον κανέναν σήμερα.
Κριστίνα Χόρστεν