Το γλείφω κυριολεκτικά σημαίνει εφαρμόζω και γλιστράω τη γλώσσα μου πάνω σε κάτι. Αυτό το ρήμα γράφεται με -ει-, όπως και τα παράγωγά του (γλειφιτζούρι, γλείψιμο, γλείφτης, κτλ.).
Το γλύφω κυριολεκτικά σημαίνει λαξεύω, σκαλίζω, επεξεργάζομαι την πέτρα ή άλλο σκληρό υλικό. Αυτό το ρήμα γράφεται με -υ-, όπως και τα παράγωγά του (γλυπτό, ανάγλυφο, οδοντογλυφίδα, κτλ.).