Η πολύκροτη δίκη του Πολυτεχνείου ξεκίνησε στις 16 Οκτωβρίου του 1975, σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα των Γυναικείων Φυλακών Κορυδαλλού για λόγους ασφαλείας. Στο εδώλιο των κατηγορουμένων κάθισαν 33 στρατιωτικοί, αστυνομικοί και πολίτες. Παπαδόπουλος και Ιωαννίδης κάθισαν δίπλα δίπλα στην 5η σειρά.
Τους επόμενους δυόμιση μήνες δεν αντήλλαξαν κουβέντα, ενώ τις περισσότερες φορές ο ένας ήταν πλάτη με τον άλλο. Από την αίθουσα του δικαστηρίου παρήλασαν συνολικά 237 μάρτυρες κατηγορίας και 47 υπεράσπισης. Ανάμεσα στους κατηγορούμενους ήταν και ο επικεφαλής του άρματος Μιχάλης Γουνελάς που αντιμετώπισε την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας σε ανθρωποκτονία εκ προθέσεως. Είχε το βαθμό του υπίλαρχου και το μοιραίο βράδυ κλήθηκε να εισβάλει στο Πολυτεχνείο και να τερματίσει την εξέγερση των φοιτητών. Λίγο πριν βάλει μπρός τις μηχανές, οι εκπρόσωποι των φοιτητών διαπραγματεύονταν την εκκένωση του χώρου και ζητούσαν περισσότερο χρόνο ώστε να συνεννοηθούν με το συντονιστικό.
Η “Μηχανή του Χρόνου” συνάντησε το 2017 έξω από το Πολυτεχνείο τον τότε υπίλαρχο Μιχάλη Γουνελά. Στην συνέντευξη ήταν παρών και ο τότε φοιτητής Κυριάκος Σταμέλος, που συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις με τον στρατό.
“Ακόμα και σήμερα πάλι το ίδιο θα το έκανα”
Στο πολυτεχνείο είχαν κατέβει συνολικά πέντε τανκς. Ένα από αυτά έβαλε μπρος την μηχανή και έριξε την πόρτα του ιδρύματος. Για την ενέργεια αυτή ο Γουνελάς καταδικάστηκε σε επτά μήνες φυλακή. Εξηγεί ότι σέβεται την απόφαση της δικαιοσύνης, αλλά όσο ζούσε επέμενε ότι θα έκανε και πάλι το ίδιο.
Τον ρωτήσαμε εάν μετά την δικαστική περιπέτεια, που του στοίχισε την καριέρα, άλλαξε γνώμη. “Δεν έχω παράπονο από το δικαστήριο, ήταν δίκαιο” και είπε ότι θα ξαναέκανε το ίδιο:
Ακόμα και σήμερα το Ίδιο θα το έκανα, γιατί το διακύβευμα ήταν να μην υπάρξουν νεκροί, να μη συνεχιστεί, να μην επεκταθεί η αιματοχυσία. πιστεύω ότι αυτό το επιτύχαμε
Σύμφωνα με τον υπίλαρχο, η απόφαση της εισβολής ήταν αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων που γίνονταν μέσα στον προθάλαμο του Ακροπόλ. Ο Γουνελάς δηλώνει ότι ήταν απλός θεατής και ότι δεν συμμετείχε. Την εντολή, λέει, του την έδωσε ο συνταγματάρχης Γιοβάνης. Το επίμαχο κομμάτι της συνέντευξης το 2017 έχει ως εξής.
Χ. Βασιλόπουλος: Πώς ελήφθη η απόφαση να βάλετε μπρος το άρμα και να μπείτε μέσα;
Μ.Γουνελάς: Ήταν αποτέλεσμα των διαπραγματεύσεων που γίνονταν μέσα στον προθάλαμο του Ακροπόλ, στις οποίες εγώ ήμουν θεατής, αλλά δεν συμμετείχα συνεχώς. Ήμουν θεατής, γιατί μπαινόβγαινα συνεχώς. Είχα τμήμα έξω και μπαινόβγαινα.
Χ.Β: ποιος σας έδωσε την εντολή αυτή;
Μ.Γ: ο Συνταγματάρχης Γιοβάνης
Χ.Β: και τι είπε;
Μ.Γ: είπε ότι αποφασίσαμε να μπει το άρμα στο Πολυτεχνείο.
Χ.Β: γιατί δεν περίμεναν οι ανώτεροί σας να εκκενωθεί το Πολυτεχνείο, εφόσον γινόταν η διαπραγμάτευση με τους φοιτητές;
Μ.Γ: Πιστεύω γιατί εκτιμούσαν ότι αν συνεχιζόταν αυτή η κατάσταση θα είχαμε περαιτέρω αιματοχυσία
Χ.Β: Γινόταν μια κουβέντα πάντως.
Μ.Γ. Φυσικά γινόταν.
Χ.Β. Δεν ολοκληρώθηκε αυτή η κουβέντα ποτέ.
Μ.Γ. Δεν το ξέρω αυτό. Εγώ πιστεύω ότι ολοκληρώθηκε.
Ο τραυματισμός της Ρηγοπούλου
Μια από τις πιο συγκλονιστικές στιγμές της δίκης του πολυτεχνείου ήταν η κατάθεση της φοιτήτριας που τραυματίστηκε κατά την είσοδο του τανκ. Η Καλλιόπη (Πέπη) Ρηγοπούλου δεν μπορούσε να σταθεί για πολύ ώρα όρθια και χρειάστηκε μέρος της κατάθεσης να την δώσει καθιστή:
«Με τσακισμένα τα πόδια, με πήγαν στον Σταθμό Α’ Βοηθείων, αλλά στο δρόμο χτυπούσαν τους τραυματιοφορείς..».
Στο βιβλίο της “θάλαμος ανανήψεως”, η καθηγήτρια σήμερα Πέπη Ρηγοπούλου περιέγραψε τις τελευταίες στιγμές πριν μπει το άρμα στο Πολυτεχνείο:
«Ενώ ήμουνα στριμωγμένη ανάμεσα στα κάγκελα και το πρώτο αυτοκίνητο, είχα την αίσθηση ότι μου έμενε χρόνος για μία τελευταία κραυγή.
«Σας αγαπάω», φώναξα σκαρφαλωμένη στη πόρτα, με τα χέρια μου και το πρόσωπο μου στα κάγκελα. Ήταν οι τελευταίες λέξεις. Η τελευταία προσπάθεια να τους σταματήσω».