Το λούμπεν είναι άμεσο δάνειο από το γερμανικό lumpen που σημαίνει κουρέλι. Στα ελληνικά, το λούμπεν χρησιμοποιείται για να δηλώσει τον περιθωριοποιημένο, τον εξαθλιωμένο. Για παράδειγμα: Το λούμπεν προλεταριάτο δεν έχει αναπτύξει ταξική συνείδηση, επειδή βρίσκεται στο κοινωνικό περιθώριο εξαιτίας της εξαθλίωσής του.