Μαρία Ιορδανίδου
Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας
Εισαγωγικά: Το απόσπασμα προέρχεται από το μυθιστόρημα της Μ. Ιορδανίδου «Η αυλή μας» ,στο οποίο η συγγραφέας μας περιγράφει σκηνές από τη ζωή στη σύγχρονη τσιμεντούπολη. Το μυθιστόρημα είναι σε μεγάλο βαθμό αυτοβιογραφικό.
Θεματικά κέντρα: - η απρόσωπη ζωή στις πολυκατοικίες των μεγάλων αστικών κέντρων.
- Προβλήµατα από τη συγκατοίκηση πολλών οικογενειών στις σύγχρονες πολυκατοικίες
- Εργαζόµενες µητέρες µε παιδιά - Οι δυσκολίες στην ανατροφή και στη διαπαιδαγώγηση τους.
Χώρος: πολυκατοικία, ίσως στην Αθήνα
Χρόνος: απροσδιόριστος.( πρόκειται μάλλον για τη δεκαετία του ’70)
Περιεχόμενο: κοινωνικό.
Ενότητες - Ανάλυση
1η ενότητα («Ζούμε στην εποχή… που κρέμεται στον τοίχο»): η τυποποιημένη κατασκευή των διαμερισμάτων και ο ομοιόμορφος τρόπος ζωής των ενοίκων.
Στην πρώτη ενότητα θίγεται το θέμα της ασφυκτικής ζωής σε ένα διαμέρισμα. Τα σύγχρονα διαμερίσματα μοιάζουν με κλουβιά, χωρίς φως, χωρίς παράθυρα. Αυλές δεν υπάρχουν, μόνο ακάλυπτοι χώροι , συνήθως ανήλιαγοι. Τα διαμερίσματα είναι στενάχωρα και απρόσωπα, βαρετά, αποπνικτικά, απωθητικά και τελικά θλιβερά. Τα μακρόστενα μπαλκόνια τους παρομοιάζονται εύστοχα στο κείμενο με κατάστρωμα βαποριού. Τα δωμάτια είναι τόσο μικρά που μοιάζουν διάδρομοι. Η αυλή της μονοκατοικίας αντικαταστάθηκε από τα μπαλκόνια. Η ζωή σε αυτά τα ανήλιαγα, τσιμεντένια κλουβιά είναι ασφυκτική. Δεν μπορεί η νοικοκυρά να φροντίσει τη διαρρύθμιση του σπιτιού της, αφού όλα είναι προσχεδιασμένα από τον εργολάβο.Η διακόσμηση είναι προαποφασισμένη συνεπώς το προσωπικό στοιχείο απουσιάζει. Η έλλειψη χώρου έκανε τους εργολάβους να αξιοποιήσουν όλες τις γωνιές του διαμερίσματος. Έτσι από την αρχή έχει οριστεί η θέση για κάθε έπιπλο και χρηστικό αντικείμενο του σπιτιού. Τα παραδείγματα του ομοιόμορφου και στενάχωρου αυτού τρόπου ζωής στο κείμενο, στην πρώτη ενότητα, είναι πολλά. Η νοικοκυρά έχασε το δικαίωμα να φτιάξει τη γωνιά της. Αυτό για τη συγγραφέα- αφηγήτρια, που είναι Κωνσταντινοπολίτισσα, έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού οι Πολίτισσες είναι «βασίλισσες» του σπιτιού τους. Με ειρωνικό τρόπο η αφηγήτρια μας δείχνει πως οι άνθρωποι έχασαν την ελευθερία τους. Όπως θα διαπιστώσουμε στη συνέχεια του αποσπάσματος, αυτές οι τυποποιημένες κατοικίες επηρεάζουν αρνητικά τη συμπεριφορά των ανθρώπων. Αυτή η ισοπεδωτική οµοιοµορφία, σε συνδυασµό και µε το φόβο, που εµπνέει η ανωνυµία της συγκατοίκησης στην πολυκατοικία, οδηγούν τους ανθρώπους στην αποξένωση και στην εσωστρέφεια.
2η ενότητα («Αλλάζουν οι καιροί… μας χωρίζει ένας τοίχος»): Η ζωή των ενοίκων και οι σχέσεις μεταξύ τους.
Στη δεύτερη ενότητα μας παρουσιάζει κάποια άλλα προβλήματα που δημιουργούνται από τη συμβίωση πολλών ενοίκων στην πολυκατοικία. Στην ισοπεδωτική ομοιομορφία των διαμερισμάτων, που ανάφερε πριν, έρχεται να προστεθεί ο φόβος, που κάνει τους ανθρώπους ψυχρούς (αγγλοπρεπείς). Η ανωνυμία της συγκατοίκησης οδηγεί στην αποξένωση, στην εσωστρέφεια, στις απρόσωπες σχέσεις. Χαρακτηριστικά λέει η αφηγήτρια «έχασαν οι ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους» και εννοεί πως έχασαν τις παραδοσιακές αξίες της φιλίας, της φιλοξενίας, της συμπόνιας, της ευγένειας, της αλληλεγγύης. Αυτές τις αρετές η Πολίτισσα αφηγήτρια τις έχει συνδυασμένες με τη φύση του Έλληνα. Τώρα απογοητευμένη διαπιστώνει πως χάθηκαν και οι άνθρωποι συμπεριφέρονται με εσωστρέφεια, φόβο, είναι τυπικοί, δεν ανοίγουν τα σπίτια και τις καρδιές τους, είναι καχύποπτοι, αδιάφοροι («ρινοκερίτις»), αντικοινωνικοί. Πολλές φορές δεν γνωρίζονται μεταξύ τους.
Ακόμη αναφέρεται σε άλλα χαρακτηριστικά προβλήματα της ζωής στις πολυκατοικίες, όπως είναι η ενόχληση από τους θορύβους και τις συζητήσεις των γειτόνων. Οι τοίχοι των διαμερισμάτων είναι τόσο λεπτοί ώστε οι ένοικοι γνωρίζουν τις φωνές και τις συνήθειες των γειτόνων τους. Έτσι συχνά η προσωπική ζωή των ενοίκων απασχολεί το γείτονα, ο οποίος άθελα του την παρακολουθεί και κατά κάποιον τρόπο συμπάσχει.
«Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους»
Ρωμιοσύνη: ο Ελληνισμός, η ελληνική ψυχή, το φρόνημα και τα ιδανικά του ελληνικούέθνους και εδώ ο τρόπος συμπεριφοράς των Ελλήνων που περικλείει τις παραδοσιακές αρετές που αναφέρθηκαν παραπάνω δηλαδή τη φιλοξενία, την αλληλεγγύη, τη φιλία, την ψυχική ευγένεια, τη συμπόνια.Άλλωστε με αυτές τις αρετές μεγάλωσε όταν ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, όπου οι γείτονες γνωρίζονταν μεταξύ τους, αντάλλασσαν επισκέψεις και μοιράζονταν τις χαρές και τις λύπες, είναι γεμάτες με εικόνες από βεγγέρες, γιορτές, μουσαφιριά και τραπεζώματα» Τώρα όμως στην Αθήνα διαπιστώνει μια άλλη κοινωνική πραγματικότητα. Οι άνθρωποι έχουν υιοθετήσει ξενικές συνήθειες. Έχουν γίνει τυπικοί κι εσωστρεφείς. Δεν ανοίγουν τα σπίτια τους και τις καρδιές τους. Έτσι στη θέση των παραδοσιακών αξιών έχει μπει η καχυποψία, η αδιαφορία, ο φόβος, η αντικοινωνικότητα.
Οι ένοικοι των πολυκατοικιών πολλές φορές δε γνωρίζονται. Γι αυτό λοιπόν η αφηγήτριακαταλήγει ότι έχασαν οι ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους δηλαδή την ελληνική τους φυσιογνωμία, αφού αλλοτριώθηκαν από τα ξενικά πρότυπα. (αλλοτρίωση: αποξένωση του ανθρώπου από τη φύση, από τον άλλο άνθρωπο και από τον ίδιο του τον εαυτό).
( Η παράγραφος στην οποία συναντούμε αυτή την πρόταση, είναι υποδειγματική ως προς τη δομή της – θεματική πρόταση, λεπτομέρειες , κατακλείδα).
3η ενότητα (« Από το λουτροκαμπινέ… και ησυχάσαμε»): Η καταπιεστική συμπεριφορά της μητέρας του διπλανού διαμερίσματος και η έντονη αντίδραση του παιδιού.
Στην τελευταία ενότητα η αφηγήτρια αναφέρεται σε μια οικογένεια που ζει στο διπλανό διαμέρισμα. Η αφηγήτρια άθελά της παρακολουθεί τη σχέση της γυναίκας του διπλανού διαμερίσματος με τη μικρή της κόρη. Η εργαζόμενη μητέρα συμπεριφέρεται υστερικά στο παιδί της και το παιδί αντιδρά νευρωτικά και τρομαγμένα. Η μητέρα κουρασμένη από τη δουλειά και αγχωμένη δεν ξέρει πώς να διαπαιδαγωγήσει το μικρό παιδί, του φέρεται εξουσιαστικά και αντιπαιδαγωγικά.Αντιλαμβανόμαστε πόσο πιεστική είναι η ζωή των μεγάλων που ξεσπούν στα παιδιά τους και δεν ξέρουν πώς να τα μεγαλώσουν. Οι αντιδράσεις του παιδιού είναι νευρικές και δείχνουν πως το επηρεάζει αρνητικά αυτή η στάση της μητέρας του. Η αξιοπρέπεια του μικρού παιδιού έχει πληγωθεί και για να αμυνθεί αρνείται να φάει. Έτσι εκδικείται για το ξύλο και την εγκατάλειψη. (η μητέρα είχε πάει διακοπές με τον πατέρα αφήνοντας το παιδί στη γιαγιά του) Η αφηγήτρια παρακολουθεί τη σκηνή και προβληματίζεται. Αντιδρά και αρχικά επεμβαίνει διακριτικά και ευγενικά, συμβουλεύοντας την μητέρα να συμπεριφέρεται με ηρεμία στο παιδί της και να του δίνει πρωτοβουλίες .Η μητέρα όμως δεν δέχθηκε την παρατήρηση. Όταν η μητέρα απείλησε να μπατσίσει το παιδί η αφηγήτρια οργίστηκε. Η δυναμική στάση της δείχνει άτομο σκεπτόμενο, με ευαισθησία, καλλιέργεια, πείρα και καλοπροαίρετη διάθεση. Πονάει για το παιδί και εξοργίζεται με τη μητέρα, μια εργαζόμενη που δεν μπόρεσε να βρει την ισορροπία ανάμεσα στους πολλαπλούς της ρόλους. Η γνώση και διαίσθησή της την οδηγούν στο συμπέρασμα ότι έχει πληγωθεί η αξιοπρέπεια του παιδιού, το οποίο χρησιμοποιεί ως άμυνα απέναντι στη μητέρα του την άρνηση του φαγητού. Η αφηγήτρια γνωρίζει προφανώς τη λειτουργία της παιδικής ψυχής. O δραματικός ενεστώτας δίνει ζωντάνια στην αφήγηση καθώς τα γεγονότα παρουσιάζονται σαν να συμβαίνουν μπροστά στον αναγνώστη.
Η φράση « έχουν την αξιοπρέπειά τους τα παιδιά» σε συνδυασμό με το γαλλικό ρητό συνοψίζουν τις θέσεις της συγγραφέως και αφηγήτριας για τα δικαιώματα και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών. Τα παιδιά έχουν κι αυτά δικαιώματα και χρειάζονται σωστή διαπαιδαγώγηση. Χρειάζονται αγάπη, στοργή, υπομονή.
Χαρακτηρισμός προσώπων
Αφηγήτρια: είναι μια γυναίκα μεγάλης ηλικίας που δεν αντέχει την ασφυκτική ζωή στο διαμέρισμα. Από την αρχή του αποσπάσματος φαίνεται η απογοήτευση, η δυσφορία της και αυτό το εκφράζει με την ειρωνική στάση της στην πρώτη ενότητα. Νοιώθει εγκλωβισμένη, δεν μπορεί να έχει τη δική της γωνιά. Ακόμη απογοητεύεται από την ψυχρότητα, το φόβο και την αποξένωση στις πολυκατοικίες. Προβληματίζεται και απορεί που οι Έλληνες έχασαν τις παραδοσιακές τους αξίες. Παρακολουθεί, άθελα της τις ζωές των άλλων. Από την παρέμβασή της στη σκηνή της μητέρας και του παιδιού, φαίνεται πως νοιάζεται, είναι ευαίσθητη, αξιοπρεπής, σκεπτόμενη, καλοπροαίρετη και προβληματισμένη. Δεν αποδέχεται τη βία. Προβληματίζεται, αγωνιά για την τύχη του παιδιού. Αντιδρά αρχικά ήρεμα κι έπειτα οργισμένα. («Ναι, πραγματικά τρελάθηκα»).
Μητέρα: υστερική, βίαιη, αγχωτική, εξουσιαστική. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής, η αγχωτική εργασία, το πιεστικό ωράριο, την έχουν κάνει να μη διαπαιδαγωγεί σωστά το παιδί, να του φέρεται άσχημα. Χάνει τον έλεγχο και αντιδρά άσχημα.
Αφηγηματικά στοιχεία και τεχνικές
Αφηγητής: η αφηγήτρια είναι ομοδιηγητική, δραματοποιημένη- συμμετέχει στη δράση. Είναι ένα από τα πρόσωπα της ιστορίας που αφηγείται. Αυτό φαίνεται και από το πρόσωπο στο οποίο γίνεται η αφήγηση, δηλαδή σε α΄ ενικό ( πρωτοπρόσωπη αφήγηση και εσωτερική εστίαση). Μιλάει για τον εαυτό της, αυτή είναι η πρωταγωνίστρια. Άλλωστε έχει στοιχεία αυτοβιογραφικά που μας κάνουν να ταυτίζουμε την αφηγήτρια με τη συγγραφέα.
Αφηγηματικοί τρόποι: στο απόσπασμα εναλλάσσονται η αφήγηση με το διάλογο και έτσι το κείμενο γίνεται πιο ζωντανό και παραστατικό. Παρατηρούμε κι ένα σχόλιο της αφηγήτριας («Αλλάζουν οι καιροί…τη ρωμιοσύνη τους»).
Σχήματα λόγου:
Παρομοίωση: «Θυμίζει κατάστρωμα βαποριού», «μοιάζει διάδρομος», «Στέκεται μπροστά
σου σαν κολόνα πάγου»
Μεταφορά: «Εκεί που θα κουρνιάσει (η νοικοκυρά)
Προσωποποίηση: «να αφουγκραστεί την ανάσα του σπιτιού της»
Ειρωνεία: «Εσωτερικά τα λένε τώρα τα διαμερίσματα που δε βλέπουν στο δρόμο…», «μπαλκόνι που ζώνει την πολυκατοικία ένα γύρο και θυμίζει κατάστρωμα» «η κάθε κάμαρα… διάδρομος», «Πως επιπλώνεται… της μόδας», «Η απόσταση… στον τοίχο». Η αφηγήτρια ειρωνεύεται τον ομοιόμορφο και τυποποιημένο τρόπο ζωής στα σύγχρονα διαμερίσματα, την τυποποιημένη διάταξη των επίπλων, που δεν αφήνουν την νοικοκυρά να ανασάνει και να φτιάξει το χώρο της.
Αξιοπρόσεκτα είναι και τα γνωμικά: «Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν οι άνθρωποι», «Έχουν την αξιοπρέπεια τους τα παιδιά».
Γλώσσα: Παρατηρούμε αμεσότητα προφορικού λόγου και το λεξιλόγιο που χρησιμοποιείται είναι απλό, καθημερινό. Οι λέξεις είναι απλές, καθημερινές, όχι μόνο στα διαλογικά μέρη, αλλά και στα αφηγηματικά. ( « είναι όλο μπαλκονόπορτες, την κόχη της, να πιει το καφεδάκι της, να μην κουτουλήσεις, τα μούτρα, αγουροξυπνημένο, το μπικ-μπικ του αυτοκινήτου, θα σε μπατσίσω, με τραβοκοπά, πάω να πιάσω την πόρτα τους με τις κλωτσιές, έγινε πετσί και κόκαλο κλπ.» )
Συμπέρασμα-μήνυμα: « όσο πλησιάζουν οι στέγες των σπιτιών, τόσο απομακρύνονται οι καρδιές των ανθρώπων». Η ζωή στις πολυκατοικίες είναι απάνθρωπη. Αυτό οδηγεί στην ψυχική απομάκρυνση των ανθρώπων μεταξύ τους, την αλλαγή στην συμπεριφορά τους, τις απρόσωπες σχέσεις , την αδιαφορία.
Ο σύγχρονος τρόπος ζωής στις πολυκατοικίες. Οι περισσότεροι άνθρωποι σήμερα κατοικούν σε αστικά κέντρα και μέσα σε πολυκατοικίες, οι οποίες έφεραν μεγάλες αλλαγές στον τρόπο ζωής των ανθρώπων και δημιούργησαν πολλά προβλήματα στις διαπροσωπικές τους σχέσεις. Πρώτα πρώτα αντέστρεψαν ριζικά τη φυσιολογική μορφή της συμβίωσης. Έτσι, αντί οι άνθρωποι να ζουν ο ένας δίπλα στον άλλον, οριζόντια, συγκατοικούν ο ένας πάνω από τον άλλον (κάθετα), μετέωροι, και μέσα στα τσιμέντα. Τα περισσότερα διαμερίσματα είναι μικρά σαν κλουβιά και πολλά από αυτά ανήλιαγα και σκοτεινά, σαν φυλακές. Η έννοια «γειτονιά» κοντεύει να χαθεί, δεν υπάρχουν αυλές ούτε αλάνες, για να παίξουν τα παιδιά, και το φυσικό περιβάλλον έχει σχεδόν περιοριστεί σε μερικές θλιβερές γλάστρες στα μπαλκόνια.
Όμως το κυριότερο είναι ότι οι άνθρωποι έχουν χάσει την ελευθερία τους,γιατί η συμπεριφορά τους καθορίζεται από κανόνες τους οποίους είναι υποχρεωμένοι να τηρούν, όπως, για παράδειγμα, στο ωράριο της θέρμανσης ή στις ώρες κοινής ησυχίας. Ακόμα, μέσα σε μια πολυκατοικία όλοι έχουν παράπονα: οι κάτω από τους επάνω, γιατί θορυβούν όσοι δεν έχουν παιδιά, από τα παιδιά των άλλων εκείνοι που δεν έχουν ζώα από αυτούς που έχουν. Αυτή η συσσωρευμένη δυσαρέσκεια καταλήγει στη διαμόρφωση τυπικών, στην καλύτερη περίπτωση, σχέσεων μεταξύ των γειτόνων. Και στις μεγάλες πολυκατοικίες συχνά δε γνωρίζεις αν ο συνεπιβάτης σου, στο ασανσέρ, είναι ένοικος του κτιρίου και αν τον γνωρίζεις, δεν τον χαιρετάς...
Μαρία Ιορδανίδου, Στην εποχή του τσιμέντου και της πολυκατοικίας. Μονοκατοικία ...εναντίον πολυκατοικίας
ΦΥΛΛΟ ΕΡΓΑΣΙΑΣ
Ερωτήσεις επί του κειμένου:
1. Να διακρίνετε το απόσπασμα σε δύο νοηματικές ενότητες και να γράψετε ένα πλαγιότιτλο για την καθεμιά.
2. Σύμφωνα με τη συγγραφέα η σύγχρονη νοικοκυρά «αγαπά» το σπίτι της; Αν όχι, γιατί συμβαίνει αυτό;
3. Πού οδηγεί η ισοπεδωτική ομοιομορφία των σημερινών τσιμεντουπόλεων;
4. «Έχασαν οι Ρωμιοί τη ρωμιοσύνη τους»: Τι αντιπροσωπεύει η λέξη «ρωμιοσύνη»;
5. Να εντοπίσετε μέσα στο απόσπασμα μερικά χαρακτηριστικά προβλήματα της ζωής στις πολυκατοικίες.
6. Ποια είναι η συμπεριφορά της εργαζόμενης μητέρας προς το παιδί της; Αναζητήστε τις αιτίες της «υστερικής» συμπεριφοράς της.
7. Αν εσείς ήσασταν η γειτόνισσα-μάνα και δεχόσασταν τις υποδείξεις της συγγραφέως για την ανατροφή του παιδιού σας, πώς θα αντιδρούσατε;
8. Να σκιαγραφήσετε την προσωπικότητα της ηρωίδας-αφηγήτριας.
9. Να διακρίνετε τις αφηγηματικές τεχνικές του αποσπάσματος.
10. Να σχολιάσετε τη φράση «έχουν την αξιοπρέπειά τους και τα παιδιά». Κατά τη γνώμη σας μέσα σ’ αυτή την φράση συνοψίζονται οι θέσεις της Ιορδανίδου για τα δικαιώματα και τη διαπαιδαγώγηση των παιδιών;
11. Να αντιστοιχίσετε τις φράσεις της Α’ ΣΤΗΛΗΣ με τα σωστά σχήματα λόγου της Β’ ΣΤΗΛΗΣ:
Α’ ΣΤΗΛΗ | Β’ ΣΤΗΛΗ |
«Σου έβαλε την πρίζα…το χαμηλό τραπέζι…» | Παρομοίωση |
«…και θυμίζει κατάστρωμα βαποριού» | Μεταφορά |
«δε βλέπουν στο δρόμο αλλά στην αυλή» | Ασύνδετο σχήμα |
«Έγινε πετσί και κόκαλο» | Οπτική εικόνα |
«Αλλάζουν οι καιροί, αλλάζουν και οι άνθρωποι» | Επανάληψη |
«Σου έβαλε την πρίζα…πολυθρόνες της μόδας» | Αντίθεση |
12. Αν ζείτε σε πολυκατοικία, να καταγράψετε τα προβλήματα που προκύπτουν από τη συγκατοίκηση πολλών οικογενειών. Αν πάλι κατοικείτε σε μονοκατοικία, ποια πλεονεκτήματα αλλά και ποια μειονεκτήματα έχει η έλλειψη συγκατοίκων;