Τις τελευταίες δεκαετίες της ζωής του, ο Κωστής Παλαμάς ήρθε κοντά με αρκετές νεαρές κοπέλες. Οι “μούσες” του, όπως τις αποκαλούσε ο ηλικιωμένος ποιητής, και οι ερωτικές επιστολές που αντάλλασσε μαζί τους, αποτελούν μεγάλο κομμάτι του συγγραφικού του έργου.
Λιλή Πατρικίου-Ιακωβίδη, Μελισσάνθη, Άρτεμις Ρέσσου, Λιλή Ζηρίνη, Στέλλα Διαλέτη, Ελενίτσα Κορτζά (ή Ραχήλ) είναι μερικές από τις παραλήπτριες των ερωτικών γραμμάτων που γνωρίζουμε. Πρόκειται ως επί το πλείστον για νεαρά μορφωμένα κορίτσια, που λάτρευαν την ποίησή του.
Κάποιες τον προσέγγιζαν για να του ζητήσουν συμβουλές καθώς ήθελαν να ασχοληθούν με τη λογοτεχνία, άλλες απλώς για να του εκφράσουν τον θαυμασμό τους.
Τολμηρές επιστολές
Πολλές από τις κοπέλες με τις οποίες ανέπτυξε μία σταθερή επικοινωνία είχαν κλονισμένη ψυχική ή και σωματική υγεία. Ο ψυχισμός τους ήταν εύθραυστος και γοητεύονταν από το ενδιαφέρον που τους έδειχνε ο μεγάλος λογοτέχνης. Η Ραχήλ έπασχε από φυματίωση. Το ίδιο και η Στέλλα, που εν τέλει πέθανε πριν κλείσει τα 30.
Η σχέση που ανέπτυξαν με τον Κωστή Παλαμά δεν περιορίστηκε σε πλατωνικά ρομαντικά στιχάκια. Οι συναντήσεις στο γραφείο του, στην οδό Ασκληπιού 3 ήταν συχνές. Αλλά και το περιεχόμενο των γραμμάτων ήταν πολύ τολμηρό για τα δεδομένα της εποχής.
Η ερωτική ποίηση του Παλαμά ήταν αντισυμβατική. Τα ρομαντικά στοιχεία εναλλάσσονταν με τα σαρκολατρικά, ενώ φαίνεται να ταυτιζόταν με τη φροϋδική θεωρία που ανάγει τη σεξουαλική ενόρμηση του ατόμου στην πιο σημαντική ανάγκη του.
Έγραφε στη Στέλλα:
Είμαι εγωιστής, είμαι απαιτητικός. Θέλω, εγώ, ο περασμένος να περάσεις και εσύ μαζί μου. Θέλω να προσκυνήσω τα γόνατά σου να σου προσκυνήσω τα χέρια σου, την όψη σου, τα πόδια σου, να συρθώ, να ολολήξω, να βουβαθώ, να σε αισθανθώ κοντά μου. Μα πολύ κοντά σου, να σε σφίξω, να σε προσκυνήσω και να σβήσω. Είμαι μόνος και με αφήνεις, μα δεν σε αφήνω εγώ.
Ένα απόσπασμα από γράμμα προς τη “Ραχήλ”:
Επέρασα μια νύχτα, τη νύχτα της Δευτέρας προς την Τρίτη, με το λυρικό, το μεθυστικό πυρετό της ενθύμησής σου.
Το δειλινό της Δευτέρας μου το εξακολούθησε και μου το συμπλήρωσε η νύχτα ίσα με τα ξημερώματα της Τρίτης, με όλη την αχαλίνωτη ελευθερία της φαντασίας, με όλη την ωραία, την ηδονόπαθη, τη λογική, τη βαθυστόχαστη, την τρομαχτική, την εντατική ασυναρτησία του ονείρου (…)
Μα πως μου παρουσιαζόσουν εσύ, όνειρο του ονείρου μου, είναι αδύνατο να σου παραστήσω. Δε με βοηθά η σκέψη μου, ούτε η γλώσσα μου, ούτε η πέννα μου (…) Πώς ήθελα να πεθάνω και πώς ήθελα να αναστηθώ στη χώρα των πνευμάτων μαζί σου για να πραγματοποιηθεί μια για πάντα το όνειρο το άλλο, το όνειρο που ξέρεις από τους στίχους των τραγουδιών της Ραχήλ…
Στίχοι αφιερωμένοι στη Στέλλα:
Έλα μου Στέλλα μου Στάσου κοντά μου
Μύρωσε, πύρωσε την αγκαλιά μου
Άστρο μου κάστρο μου γύρω μου στήσου
Τρέμω κρέμομαι πλάι μιας αβύσσου
Έλα εδώ τραγουδώ και ο ουρανός όλος άπειρος πάπυρος ακτινοβόλος
Είσαι εσύ μία χρυσή μέσα μου, εμπρός μου
Λύρα μου μοίρα μου εσύ ουρανός μου.
Το ποίημα “Χορός” είναι αφιερωμένο στην Αρτέμιδα:
—Σιωπηλό το σώμα σου ύμνος ιερός
προς τη θρησκεία και του φτερού και του δεσμού,
Χαριτωμένη!
Χόρευαν όλα γύρω σου από σε μ’ εσένα,
τ’ άνθη που μας τα ράντιζε το ευγενικό σου χέρι,
το κυματάκι πέρα εκεί το βραδιανό,
κάποια τραγούδια στου ποιητή τη θύμηση φερμένα·
και ο λόγος ο σαιξπηρικός
τη φαντασία του χάιδευε σαν Άριελ μαγικός:
—Καλή μου, όταν γεννήθηκες, χόρευεν ένα αστέρι
στον ουρανό.
Οικογενειακές ρήξεις
Οι νεαρές “μούσες” του Παλαμά δεν αποτελούσαν μυστικό. Η γυναίκα του, Μαρία Βάλβη και η κόρη του, Ναυσικά, γνώριζαν για τις ερωτικές του περιπέτειες. Άλλωστε, πολλές από τις κοπέλες τις είχε γνωρίσει σε κοσμικές εκδηλώσεις και οικογενειακά τραπέζια.
Παρόλα αυτά, οι οικείοι του παρέμεναν ανέκαθεν υποστηρικτικοί.
Η σχέση του με τις κοπέλες ήταν μία στενάχωρη έως ντροπιαστική κατάσταση για εκείνους. Ταυτόχρονα όμως καταλάβαιναν ότι οι “μούσες” προσέφεραν δημιουργικότητα και κίνητρο στον ποιητή.
Ακόμα κι όταν μία από τις “περιπέτειές” του με την ποιήτρια Θεώνη Δρακοπούλου κινδύνεψε να τον οδηγήσει στα άκρα, ότανθέλησαν να αυτοκτονήσουν από την Ακρόπολη, η Μαρία Βάλβη δεν τον εγκατέλειψε. Έμεινε μαζί του μέχρι το τέλος. Είναι χαρακτηριστικό ότι απεβίωσαν με 18 μέρες διαφορά.
Η Μαρία Βάλβη “έφυγε” στις 9 Φεβρουαρίου του 1943 και ο Παλαμάς στις 27.
Πολλές από τις ερωτικές επιστολές, είδαν το φως της δημοσιότητας πολλά χρόνια μετά το θάνατο του ποιητή. Υπολογίζεται ότι τουλάχιστον οι μισές έχουν χαθεί. Οι γονείς των κοριτσιών δεν ενέκριναν την αλληλογραφία και συχνά την κατέστρεφαν.